Της Νίκης Καραχάλιου,
Τον Νοέμβρη του 1918, ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος έρχεται στο τέλος του. Οι ηγέτες των συμμαχικών δυνάμεων συγκεντρώνονται στις Βερσαλλίες, για να συνομολογήσουν τους όρους της ειρήνης και για να «πάρει» ο καθένας το μερίδιο που του αρμόζει. Ο ομολογουμένως προικισμένος διπλωμάτης και τότε Πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος είδε πως αυτή ήταν και η μεγάλη ευκαιρία για τη χώρα να προωθήσει τα συμφέροντά της, που δεν ήταν άλλα από τη δημιουργία της Μεγάλης Ελλάδας. Με στραμμένο το βλέμμα στην υλοποίηση της Μεγάλης Ιδέας, λοιπόν, ο Πρωθυπουργός και η φιλόδοξη ελληνική αντιπροσωπεία των 19 ατόμων ζητούν στο Συνέδριο της Ειρήνης, που έλαβε χώρα στο Παρίσι τον Ιανουάριο του 1919, την προσάρτηση στην Ελλάδα της Δυτικής Θράκης, της Βορείου Ηπείρου, της Δυτικής Μικράς Ασίας, της Ίμβρου, της Τενέδου, των Δωδεκανήσων και της Κύπρου.
Δύσκολη η αποστολή του, ενώ τα αμερικανικά και ιταλικά συμφέροντα την κάνουν ακόμα δυσκολότερη. Με βοηθό το διπλωματικό του δαιμόνιο και, προπαντός, τις γνωριμίες του, τα καταφέρνει. Αδιαμφισβήτητα, τις μεγαλύτερες δυσκολίες στο διπλωματικό του έργο ο Βενιζέλος τις συνάντησε στο ζήτημα της Θράκης. Εκεί τα πράγματα ήταν πιο πολύπλοκα. Καταρχάς, η ελληνική αποστολή ζήτησε την παραχώρηση της γεωγραφικής ζώνης από την κορυφή του όρους Κούλα που έφτανε ως την Αδριανούπολη, τον ποταμό Τούντζα ως τον Άγιο Στέφανο, που αποτελούσε γνωστό προάστιο της Κωνσταντινουπόλεως. Οι σύμμαχοι αποδέχτηκαν την πρόταση του Βενιζέλου, υπό τον όρο να δοθεί στη Βουλγαρία εμπορική έξοδος στο Αιγαίο, στο Δεδέαγατς, την Καβάλα ή τη Θεσσαλονίκη. Μάλιστα, οι Σύμμαχοι αποφασίζουν να παραχωρήσουν στην Ελλάδα την Ανατολική Θράκη. Για τη Δυτική Θράκη, ο Βενιζέλος δεν τα καταφέρνει και ύστερα από πολύωρες διαπραγματεύσεις, επιτυγχάνει την πιο συμφέρουσα για την Ελλάδα προοπτική, να τεθεί υπό καθεστώς διασυμμαχικής διοίκησης.
Ωστόσο, έναν χρόνο αργότερα, το Διασυμμαχικό Συμβούλιο αναγνώρισε το δίκαιο των αιτημάτων της Ελλάδας για τη Θράκη και ως εκ τούτου ο ελληνικός στρατός εξουσιοδοτήθηκε να καταλάβει την περιοχή. Ο Βενιζέλος δίνει εντολή στον ελληνικό στρατό να μπει στον Έβρο. Η Στρατιά της Θράκης, με επικεφαλής τον Στρατηγό Εμμανουήλ Ζυμβρακάκη, περνάει τον Έβρο και καταφέρνει να φτάσει μέχρι τα προάστια της Κωνσταντινούπολης. Σημειώνεται ότι όλο αυτό το διάστημα ο ελληνικός στρατός δεν αντιμετώπισε καμία αντίσταση.
Την ίδια περίοδο, ο αλβανικής καταγωγής Συνταγματάρχης Τζαφέρ Ταγιάρ, διοικητής του Α΄ Τουρκικού Σώματος και Στρατιωτικός Διοικητής της Αδριανούπολης, βλέποντας τον Σουλτάνο να μην αντιδρά στην παραχώρηση της Θράκης στην Ελλάδα, στασίασε με τη βοήθεια των Βουλγάρων εναντίον του με επαναστατικό κίνημα, που εκδηλώθηκε τον Απρίλιο του 1920. Τις ενέργειές του, μάλιστα, πριμοδοτούν Γάλλοι Αξιωματικοί, κυρίως ο Λοχαγός Ζεμπάτ, που τασσόταν υπέρ της Ανεξάρτητης Θράκης, κάτι που θα διευκόλυνε τον έλεγχό της από τη Γαλλία. Στην Αδριανούπολη, ο Ταγιάρ εξαναγκάζει τον Μητροπολίτη Πολύκαρπο να υπογράψει ένα έγγραφο, με το οποίο υποτίθεται ότι θα υποστήριζε την τουρκική ή βουλγαρική διοίκηση, ενώ λίγες μέρες αργότερα κηρύσσει την ανεξαρτησία της Αδριανούπολης. Μαζί του στο έργο του και 25.000 Βούλγαροι στρατιώτες.
Για κακή του τύχη, λίγο αργότερα υπογράφεται η Συνθήκη των Σεβρών. Ένας από τους όρους της ήταν και η παραχώρηση της Ανατολικής Θράκης στην Ελλάδα. Την επιχείρηση στην Ανατολική Θράκη σχεδίασαν, μετά από εντολή του Βενιζέλου, ο Αρχιστράτηγος των ελληνικών δυνάμεων Λεωνίδας Παρασκευόπουλος και οι Βρετανοί Μιλν και ντε Ρόμπεκ στην Κωνσταντινούπολη. Η Στρατιά της Θράκης αποτελούνταν από δύο μεραρχίες: την 9η (Ιωαννίνων) και τη 12η (Ξάνθης), η οποία θα επιτίθετο κατά μήκος του Έβρου. Η Μεραρχία Σμύρνης θα δρούσε στη Ραιδεστό και την Ηράκλεια, τις οποίες στις 7 Ιουλίου του 1920 με υποστήριξη μονάδων του ελληνικού και του βρετανικού στόλου κατέλαβε. Δύο μέρες αργότερα, η ίδια Μεραρχία συγκρούστηκε με ισχυρές τουρκικές δυνάμεις στο Τσιφτλίκ, καταφέρνοντας, εν τέλει, να τις τρέψει σε φυγή.
Στις 10 Ιουλίου 1920, ο Ελληνικός Στρατός καταλαμβάνει το Λουλέ Μπουργκάζ και τη Χαριούπολη. Οι κάτοικοι της Αδριανούπολης διαισθάνονται ότι σύντομα θα απελευθερωθούν. Το απόγευμα της 11ης Ιουλίου συντάσσουν επιτροπή, αποτελούμενη από τον Δήμαρχο της πόλης και τους επικεφαλής των πέντε θρησκευτικών κοινοτήτων της πόλης, μεταξύ των οποίων ο Μητροπολίτης Πολύκαρπος Βαρβάκης, ο Μουφτής, οι Επίσκοποι της Βουλγαρικής και της Αρμενικής Εκκλησίας, καθώς και ο Εβραίος Αρχιραββίνος. Ζητούν την απομάκρυνση του Ταγιάρ και την παράδοση της πόλης στους Έλληνες.
Η 12η Ιουλίου 1920 αποτέλεσε την πιο λαμπρή ημέρα της απελευθερωτικής εκστρατείας του ελληνικού στρατού στην Ανατολική Θράκη. Η Μεραρχία Σμύρνης εισέρχεται μέσα σε ένα κλίμα απαράμιλλου ενθουσιασμού στην πανάρχαια, ιστορική Αδριανούπολη. Την επόμενη ημέρα, στις 13 Ιουλίου φτάνει στην πόλη και ο νεαρός Βασιλιάς Αλέξανδρος, τον οποίο οι κάτοικοι υποδέχτηκαν με λαμπρότητα. Η είσοδος των ελληνικών δυνάμεων στην Αδριανούπολη αποτέλεσε αφορμή για πανηγυρισμούς σε όλη την επικράτεια με σημαιοστολισμούς, τέλεση δοξολογιών στους μητροπολιτικούς ναούς, παρελάσεις, συγκεντρώσεις, ομιλίες. Η Αδριανούπολη γίνεται και πάλι ελληνική μετά το 1354.
Ο Μητροπολίτης ανέφερε χαρακτηριστικά «Είναι όνειρον ή πραγματικότης ό,τι βλέπουν οι οφθαλμοί μου…». Ο Ταγιάρ λίγο αργότερα συνελήφθη και εκτελέστηκε. Τις επόμενες ημέρες, ο Βασιλιάς επισκέφτηκε τη Ραιδεστό, τις Σαράντα Εκκλησίες, την Αλεξανδρούπολη, το Διδυμότειχο και την Κομοτηνή. Ως τα τέλη του ίδιου μήνα είχε ολοκληρωθεί η κατάληψη ολόκληρης της Ανατολικής Θράκης και με τη Συνθήκη των Σεβρών (28 Ιουλ./10 Αυγ. 1920) παραχωρήθηκε στην Ελλάδα η Ανατολική Θράκη ως την Τσατάλτζα. Η Κωνσταντινούπολη και τα Στενά χαρακτηρίστηκαν ουδέτερη ζώνη και τέθηκαν υπό τον έλεγχο της Διεθνούς Συμμαχικής Επιτροπής.
Πολύ γρήγορα άρχισε το έργο της οργανώσεως της Θράκης. Στην Ανατολική Θράκη, η ελληνική κυβέρνηση είχε ορίσει ως ύπατο αρμοστή έναν έμπειρο διπλωμάτη, τον Α. Σαχτούρη. Η εικόνα που παρέλαβε η κυβέρνηση ήταν τουλάχιστον αποκαρδιωτική, καθώς στην περιοχή κυριαρχούσε η τρομοκρατία και η φορολογική ασυδοσία. Μάλιστα, η προσπάθεια που κατέβαλε η κυβέρνηση Βενιζέλου τα δύο χρόνια που διοικούσε την Ανατολική Θράκη ήταν υποδειγματική.
Τα πράγματα άλλαξαν γρήγορα με τη Μικρασιατική Καταστροφή. Βεβαίως, ο ελληνικός στρατός ηττήθηκε μόνο επί μικρασιατικού εδάφους, παραμένοντας ακέραιος στην Ανατολική Θράκη, την Ίμβρο και την Τένεδο. Ο Βενιζέλος από κοινού με τον Πλαστήρα παρέδωσαν εθελόδουλα την Ανατολική Θράκη στους Τούρκους υπό τον φόβο των πιέσεων του Κεμάλ. Η Συνθήκη της Λωζάνης επισφράγισε την προσάρτηση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία και τον «θάνατο» της Μεγάλης Ιδέας. Το μίσος για τον άλλοτε λαοφιλή Βενιζέλο αυξάνεται.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Olympia (2016), Η Μεραρχία Σμύρνης καταλαμβάνει την Ανατολική Θράκη. Διαθέσιμο εδώ
- Στούκας, Μιχάλης (2022), Όταν η Ανατολική Θράκη ήταν ελληνική (1920-1922), Πρώτο Θέμα. Διαθέσιμο εδώ