Του Κωνσταντίνου Γκότση,
Στα οικονομικά, ένα από τα πολλά προβλήματα που μπορούν να προκύψουν σε μία συναλλαγή ή συμφωνία δύο αντισυμβαλλομένων είναι ο ηθικός κίνδυνος (moral hazard). Αυτή η κατάσταση προκύπτει όταν ο ένας αντισυμβαλλόμενος έχει τη δυνατότητα να εκτεθεί σε υψηλότερο κίνδυνο από αυτόν που έχει συμφωνηθεί -με σκοπό να αποκομίσει το μέγιστο κέρδος για τον ίδιο-, αλλά δεν επωμίζεται μεγάλο μέρος του κόστους σε περίπτωση αποτυχίας της επένδυσης, άρα και της απώλειας του κεφαλαίου. Αυτό μπορεί να συμβεί μεταξύ μετόχων και διευθυντών μιας επιχείρησης, καθώς και ανάμεσα σε δανειστές με δανειολήπτες.
Ο ηθικός κίνδυνος, επίσης, παρατηρείται στην οικονομική, και όχι μόνο, πολιτική. Είτε εσκεμμένα είτε απερίσκεπτα, όταν διαχειρίζεσαι χρήματα και πλούτο που δεν σου ανήκει, ενώ, παράλληλα, οι επιπτώσεις των λαθών σου είναι αμελητέες, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να γίνει άσκοπη και αλόγιστη χρήση τους. Έτσι ακριβώς, οι φορείς χάραξης πολιτικής μεταχειρίζονται πολλές φορές τα χρήματα των φορολογούμενων πολιτών και γι’ αυτό είναι απαραίτητη η επιβολή αυστηρών κανόνων για τον περιορισμό των ενεργειών τους.
Στο Μέρος Α’ είχε αναλυθεί συνοπτικά ο σκοπός και η λειτουργία της δημοσιονομικής πολιτικής, πως μέσω αυτής διογκώνεται το δημόσιο χρέος, καθώς, επίσης, και η πρώιμη ανάπτυξη του «μακροοικονομικού λαϊκισμού» στην Ελλάδα την περίοδο της Χούντας. Στο Μέρος Β’ έγινε αναφορά στον «πολιτικό επιχειρηματικό κύκλο» και αναλύθηκε πως, κατά τη διάρκεια της μεταπολίτευσης μέχρι την κρίση του 2010, το δημόσιο χρέος διογκώθηκε από μερικά εκατ. ευρώ στο μη «βιώσιμο» ποσό των €299 δις. (129,8% του Α.Ε.Π.).
Η αποτύπωση της οικονομικής ύφεσης στα μακροοικονομικά στοιχεία και τα πρώτα μέτρα των μνημονίων
Μέχρι και το 2021, τα μακροοικονομικά στοιχεία της Ελλάδας απείχαν κατά πολύ των επιπέδων που βρίσκονταν προ κρίσης, έπειτα από την τεράστια καθίζηση της οικονομίας την μνημονιακή περίοδο. Συγκεκριμένα, το Α.Ε.Π. το 2021 ήταν €182,8 δις, ενώ το 2009 βρισκόταν στα €237,5 δις (αρνητική διαφορά €54,7 δις). Παρόμοια, και άλλα μακροοικονομικά στοιχεία έχουν επιδεινωθεί από το 2009 μέχρι το 2021, όπως: το κατά κεφαλήν Α.Ε.Π. είναι μειωμένο κατά €4.294, η ανεργία είναι αυξημένη κατά 1,3% (φτάνοντας το 28,1% τον Σεπτέμβριο του 2013), ο πληθυσμός με κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό είναι αυξημένος κατά 8,3% και ο πληθωρισμός είναι υψηλότερος κατά 10,4%.
Η απόπειρα μείωσης του δημόσιου χρέους άρχισε ήδη από το 2010, πριν την υπογραφή του πρώτου μνημονίου. Οι κυβερνήσεις εστίασαν από νωρίς και καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης στην περικοπή των συντάξεων. Ενδεικτικά, αρχικά έγιναν περικοπές στα δώρα, καθώς και στην 13η και 14η κύρια σύνταξη. Με την άφιξη του πρώτου μνημονίου έγινε κλιμακωτή μείωση 6%-10% σε συντάξεις άνω των €1.700 για άτομα κάτω των 60, επιβλήθηκε ειδική εισφορά αλληλεγγύης που ξεκινούσε από 3% και έφτανε το 13% για ποσά άνω των €1.400, ενώ έγιναν παρόμοιες περικοπές και στις επικουρικές συντάξεις. Μέσα στο 2011 πραγματοποιήθηκε ισχυρότερη μείωση (20%-40%) σε συντάξεις άνω των €1.000. Σε ίδιους και εντονότερους ρυθμούς συνεχίστηκαν και στα υπόλοιπα 3 μνημόνια οι περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, παράλληλα με την κατάργηση διάφορων «βοηθημάτων», με σκοπό να περιοριστούν τα έξοδα του δημοσίου.
Το «αγκάθι» των δημόσιων ασφαλιστικών ταμείων
Βασικός παράγοντας που είχε καταλυτικό ρόλο στην μεγάλη κρίση του ’10 και την απότομη διόγκωση του χρέους είναι τα δημόσια ασφαλιστικά ταμεία. Ήδη από την περίοδο πρωθυπουργίας Σημίτη, ο τότε Υπουργός Εργασίας-Κοινωνικών Υπηρεσιών Τάσος Γιαννίτσης (2000-2001), προειδοποιούσε για την πιθανή χρεοκοπία των ασφαλιστικών ταμείων στα επόμενα 10 με 15 χρόνια, προτείνοντας περικοπές στις συντάξεις και αύξηση των συνταξιοδοτικών ορίων για την αποφυγή του «εκτροχιασμού» τους. Προφανώς, κανένας από τους «συντρόφους» του στο ΠΑ.ΣΟ.Κ., πέρα του πρωθυπουργού, δεν στήριξε την πρότασή του λόγω του πολιτικού κόστους που θα είχε το κόμμα στις εκλογές. Επίσης, δυναμικές ήταν και οι κινητοποιήσεις των συνδικαλιστών αρνούμενοι κάθε τέτοιου είδους μεταρρυθμίσεις, με αποτέλεσμα να μην γίνει καμία σοβαρή ενέργεια για την πρόληψη της χρεοκοπίας των ασφαλιστικών ταμείων.
Το πρόβλημα του δημοσίου, το οποίο είχε τεράστιο αντίκτυπο στα ασφαλιστικά ταμεία, και κατά συνέπεια στο δημόσιο χρέος, είναι το σύστημα αναγνώρισης εσόδων-εξόδων για την καταχώρησή τους στα λογιστικά βιβλία, γνωστό ως ταμειακή λογιστική (cash basis accounting). Με αυτή την μέθοδο, η αναγνώριση των εσόδων και εξόδων πραγματοποιείται την χρονική στιγμή είσπραξης και πληρωμής τους, αντίστοιχα. Δημόσιες υπηρεσίες, όπως νοσοκομεία του Ε.Σ.Υ., αγόραζαν εξοπλισμό για την κάλυψη των αναγκών τους, με περιθώριο αποπληρωμής έως και 5 έτη. Η υποχρέωση, η οποία επιβαρυνόταν στα ασφαλιστικά ταμεία, δεν ήταν επίσημα αναγνωρισμένη για την μελλοντική εξόφλησή της, με αποτέλεσμα οι δαπάνες αυτές να μετατοπίζονται και να συσσωρεύονται σε μετέπειτα περιόδους, χωρίς να φαίνονται στις τρέχoυσες καταστάσεις. Αυτή η απότομη διόγκωση των χρεών, από παλιές δαπάνες, αύξησε απροσδόκητα το «κρυμμένο» χρέος, το οποίο θεωρήθηκε μη βιώσιμο.
Η διαμόρφωση του χρέους
Πέρα από τις περικοπές που επιβλήθηκαν σε διάφορες δημόσιες δαπάνες, το 2012 πάρθηκε απόφαση για το περιβόητο «κούρεμα» της ιδιωτικής περιουσίας κατά €137,9 δις για την πτώση του χρέους. Η καθαρή μείωση του χρέους, όμως, αντισταθμίστηκε εν μέρει από την έκδοση νέου χρέους €41 δις (εντός του 2012) για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών, τον νέο δανεισμό €29,6 δις για επαναγορά χρέους (€11,3 δις), την παροχή ομολόγων του ΕΣΦΕ στα ασφαλιστικά ταμεία (€4,5 δις) και την κάλυψη του ελλείμματος του 2012 και λοιπών παλιών υποχρεώσεων (€13,8 δις), καθώς και έμμεσα από την μείωση €16,2 δις της αξίας κρατικών ελληνικών ομολόγων που κατείχαν στους ισολογισμούς τους τα ασφαλιστικά ταμεία.
Μέσω κρατικών παρεμβάσεων για την επίτευξη της δημοσιονομικής προσαρμογής μπήκαν στα δημόσια ταμεία €989,7 δις μέχρι και το 2021. Κύρια πηγή των εσόδων ήταν οι άμεσοι και έμμεσοι φόροι (€565,9 δις), δάνεια (€204,5 δις) και κοινοτικοί πόροι (€50,7 δις), ενώ ελάχιστα ήταν τα ποσά από ιδιωτικοποιήσεις. Αυτά τα ποσά που προήλθαν από υπερφορολόγηση και επέκταση του δημόσιου δανεισμού, αντί να διατεθούν σε χρήσιμες δημόσιες επενδύσεις, παραγωγικούς τομείς, για την συρρίκνωση του χρέους και την γενικότερη ορθή αναδιάρθρωση της οικονομίας, το 41,3% διατέθηκε σε επιχορηγήσεις και επιδοτήσεις, το 23,8% σε αμοιβές προσωπικού του κράτους, το 19,2% σε τοκοχρεολύσια, το 7,2% σε καταναλωτικές δαπάνες και 8,5% σε δημόσιες επενδύσεις, μη παρέχοντας την απαραίτητη αποτελεσματική κατανομή και διανομή τους. Επιπλέον, υπέρογκα ποσά διοχετεύτηκαν για την διάσωση των συστημικών τραπεζών (€31,9 δις) και για την εκκαθάριση των υπόλοιπων τραπεζών, οι οποίες έκλεισαν ή απορροφήθηκαν από τις πρώτες.
Σε αυτή την δωδεκαετή περίοδο της κρίσης και των μνημονίων υπήρξε αθροιστικά δημοσιονομικό έλλειμμα €145 δις, το οποίο χρηματοδοτήθηκε με αντίστοιχου ύψους δανεισμό. Συγκεκριμένα, η διετία 2010-2011, επί πρωθυπουργίας Παπανδρέου και με Υπουργό Οικονομικών τον Γεώργιο Παπακωνσταντίνου, αποτέλεσε την πιο σπάταλη περίοδο, καθώς το έλλειμμα ανήλθε στα €36 δις, ενώ το χρέος επεκτάθηκε κατά €56 δις. Επί κυβερνήσεως Αντώνη Σαμαρά (Υπουργοί Οικονομικών: Ζαννιάς, Στουρνάρας, Χαρδούβελης) πραγματοποιήθηκε έλλειμμα ύψους €26 δις και το χρέος διευρύνθηκε κατά €15,7 δις. Την τετραετία εξουσίας ΣΥ.ΡΙΖ.Α.-ΑΝ.ΕΛ., με Υπουργό Οικονομικών τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, υπήρξε η μεγαλύτερη λιτότητα και συντηρητικότητα στις δαπάνες, με το έλλειμμα να διαμορφώνεται στα €30,4 δις και το χρέος να αυξάνεται μόνο κατά €15,1 δις. Στην τρέχων κυβερνητική περίοδο, έχοντας τον Χρήστο Σταϊκούρα στο Υπουργείο Οικονομικών, δημιουργήθηκε έλλειμμα €52,6 δις και χρέος €18,7 δις (μέχρι το 2021). Βέβαια, αυτή η πρόσφατη μεγάλη «χαλάρωση» οφείλεται κατά κύριο λόγο στις τελευταίες κρίσεις.
Τα ελλείμματα του κρατικού προϋπολογισμού και τα δημόσιο χρέος, όπως είδαμε, συνέχισαν να αυξάνονται, με τον λόγο χρέους προς Α.Ε.Π. το 2020 να εκτοξεύεται πάνω από το 200%. Τα τελευταία δύο έτη, βέβαια, ο δείκτης έπεσε αισθητά κοντά στο 180%, αφού ο υψηλός ρυθμός πληθωρισμού και η άνοδος του πραγματικού Α.Ε.Π συνέβαλαν στην υποχώρησή του.
Η μυωπική αντίδραση πολλών ατόμων, οι οποίοι δεν αντιλαμβάνονται ότι θα επιβαρυνθούν το δημόσιο χρέος μελλοντικά οι ίδιοι, τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους, συνεχίζουν να δέχονται άσκοπες δημόσιες δαπάνες που διογκώνουν τον δανεισμό. Ως αποτέλεσμα, υπονομεύεται η οικονομική μεγέθυνση, δημιουργούνται μελλοντικά στρεβλώσεις στην λειτουργία των αγορών από την ανάγκη αύξησης των φορολογικών συντελεστών και περιορίζεται η εθνική αποταμίευση, δηλαδή η συσσώρευση εγχώριου κεφαλαίου και ξένων περιουσιακών στοιχείων.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Φάκελος μνημόνια: Τα ντοκουμέντα της δωδεκαετούς συμφοράς, ot.gr, διαθέσιμο εδώ
- Φάκελος μνημόνια – 2: «Λεία» 230 δισ. ευρώ με 26 επελάσεις στα ελληνικά νοικοκυριά, ot.gr, διαθέσιμο εδώ
- Φάκελος μνημόνια – 3: Πώς… «φαγώθηκε» 1 τρισ. ευρώ χωρίς να μείνει ούτε… κοκαλάκι!, ot.gr, διαθέσιμο εδώ
- Φάκελος Μνημόνια – 4: Οι πιο… συνετοί μνημονιακοί πρωθυπουργοί και υπουργοί Οικονομικών, ot.gr, διαθέσιμο εδώ