17.6 C
Athens
Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΕπιστροφή στη ρουτίνα: Μήπως δεν φαντάζει και τόσο κακή;

Επιστροφή στη ρουτίνα: Μήπως δεν φαντάζει και τόσο κακή;


Της Γεωργίας Δημοπούλου,

Σεπτέμβριος: αδιαμφισβήτητα ο μήνας της καινούριας αρχής, της στοχοθεσίας, και —γιατί όχι;— νέων κεφαλαίων στη ζωή ενός ανθρώπου, αν ο ίδιος να το αποφασίσει. Η έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς, η εξεταστική περίοδος των Πανεπιστημίων και η επιστροφή πολλών εργαζομένων στην εργασία τους μετά τις καλοκαιρινές τους διακοπές είναι που δίνουν την ευκαιρία για ανανέωση σε πολλούς τομείς της ζωής του σύγχρονου ανθρώπου, όπως ο επαγγελματικός και ο ακαδημαϊκός. Κάτι τέτοιο επικροτείται, σαφώς, στον βαθμό που αυξάνεται η παραγωγικότητα του ατόμου και ανανεώνεται η ψυχολογία του. Αυτό, όμως, που δεν συζητάται αρκετά είναι η πίεση για καταναγκαστική αλλαγή που συχνά αυτό νιώθει και το επόμενο βάρος της απογοήτευσης, σε περίπτωση που αυτό δεν είναι εφικτό.

Δεν είναι δύσκολο να το διαπιστώσει κανείς: ακόμη και καθημερινές εκφράσεις που κυριαρχούν στο λεξιλόγιό μας αυτόν τον καιρό (όπως τα «τα κεφάλια μέσα!» και «κάθε κατεργάρης στον πάγκο του!») φαντάζουν αποπνικτικές. Το ερώτημα που προκύπτει, εν ολίγοις, είναι το γιατί θα πρέπει αυτή η «επιστροφή» να ισοδυναμεί με τιμωριτική πρακτική και να προωθείται ως αποθαρρυντική. Για να τεθεί διαφορετικά, μήπως –αν την εκλάβουμε από διαφορετική σκοπιά– μετατραπεί σε ευχάριστη πρόκληση;

Πηγή εικόνας: social.hays.com

Ξεκινώντας από την κατώτερη βαθμίδα εκπαίδευσης, δεν είναι λίγοι οι γονείς που σπεύδουν, με την έναρξη της σχολικής χρονιάς, να εγγράψουν τα παιδιά τους σε φροντιστήρια, σχολές χορού, πολεμικών τεχνών, ξένων γλωσσών… και η λίστα είναι μακρά. Έχοντας το σκεπτικό του ότι οι νεαροί μαθητές έχουν ήδη φορτίσει τις μπαταρίες τους, θεωρούν δεδομένο ότι μπορούν να εξουθενωθούν τώρα. Κι όμως, η παιδοψυχολογία τους διαψεύδει: η υπερφόρτωση του ελεύθερου χρόνου των παιδιών με υπεράριθμες δραστηριότητες αποβαίνει επιβαρυντική για τα παιδιά, καθώς τα τελευταία κουράζονται πολύ πιο εύκολα και δεν απολαμβάνουν ούτε στο ελάχιστο τα οφέλη που θα αντλούσαν από αυτές υπό κανονικές συνθήκες. Αυτό, λοιπόν, που προτείνεται είναι να απομένει και ένα μέρους του ελεύθερου χρόνου, προς αξιοποίησή του από τα παιδιά για παιχνίδι ή ό,τι άλλο τα ευχαριστεί.

Αλλά και στον εργασιακό τομέα, τα πράγματα δεν είναι και πολύ διαφορετικά. Η επιστροφή στο γραφείο είναι συνήθως συνώνυμη με τον ορισμό νέων στόχων, όπως η μεγαλύτερη παραγωγικότητα και η ανταπόκριση στις επαγγελματικές αρμοδιότητες. Όταν όμως οι σκέψεις αυτές γίνονται από ένα άτομο ήδη αγχώδες, που με μεγάλο στρες διαχειρίζεται οτιδήποτε του ζητηθεί ή οποιαδήποτε παρατήρηση του γίνει, τα πράγματα γίνονται λίγο πιο περίπλοκα. Ενδέχεται, μάλιστα, η «πίεση» αυτή από το εξωτερικό περιβάλλον του ατόμου να το φέρει σε ακόμα μεγαλύτερη απόγνωση, καθιστώντας το αναποτελεσματικό στα καθήκοντά του. Και, με βεβαιότητα, αυτό δεν είναι προς το συμφέρον ούτε του ιδίου, ούτε της επιχείρησης για την οποία εργάζεται.

Ενδεικτική των παραπάνω ισχυρισμών είναι μία έρευνα που διενεργήθηκε μεν το 1906 από μία ομάδα εκπαιδευτικών, τα πορίσματά της όμως παραμένουν επίκαιρα μέχρι και σήμερα. Με βάση αυτά, η πλειοψηφία των μαθητών μετά τις καλοκαιρινές τους διακοπές είχε μείνει πίσω κατά έναν σχολικό μήνα σε ό,τι αφορούσε την πρόοδό τους, με τις μεγαλύτερες δυσκολίες να παρατηρούνται στο μάθημα των Μαθηματικών και όχι τόσο στα θεωρητικά, και την «υστέρηση» αυτή να εντοπίζεται σε μεγαλύτερο βαθμό στις μεγαλύτερες τάξεις του Λυκείου. Και μόνο το γεγονός ότι όλα αυτά συνέβησαν αμέσως μετά την επιστροφή στα θρανία, αποδεικνύει τη μεταξύ τους σύνδεση και το πόσο αντίστοιχο είναι αυτό με τον χώρο της δουλειάς.

Πηγή εικόνας: protothema.gr

Φυσικά, για κάθε προβληματική κατάσταση υφίσταται και μία αποτελεσματική λύση. Το κλειδί, στη συγκεκριμένη περίπτωση, βρίσκεται στον τρόπο που καθένας από εμάς εκλαμβάνει την έννοια της επιστροφής δώσουμε: εκείνο της καταναγκαστικής επαναφοράς στη βαρετή καθημερινότητα ή εκείνο της ευκαιρίας για αυτοβελτίωση και επίτευξη των προσωπικών μας στόχων; Αν αγνοήσουμε την απαισιόδοξη διάθεση, που συχνά μεταδίδει ο κοινωνικός μας περίγυρος και εστιάσουμε στο να αξιοποιήσουμε την «επάνοδό» μας ωφέλιμα, αυτό θα αποβεί μόνο κερδοφόρο.


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γεωργία Δημοπούλου
Γεωργία Δημοπούλου
Γεννήθηκε το 2002 στη Θήβα, όπου και μεγάλωσε. Κατοικεί στην Αθήνα και σπουδάζει στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Αθηνών. Γνωρίζει την αγγλική γλώσσα και μελλοντικά θα ήθελε να ασχοληθεί με τον κλάδο της Σχολικής Ψυχολογίας. Στον ελεύθερό της χρόνο διαβάζει ποίηση, ακούει μουσική, ενώ από 4 ετών ασχολείται με τους παραδοσιακούς χορούς.