Της Άννας-Μαρίας Τοκμακίδου,
Η λέξη «αυτοκτονία» προέρχεται από τις λέξεις αυτό + κτείνω, υποδηλώνοντας την πράξη με την οποία κάποιος βάζει ο ίδιος τέρμα στη ζωή του. Η αυτοκτονία είναι μια πράξη απελπισίας ενός ανθρώπου που, τη συγκεκριμένη στιγμή, τη βλέπει ως τη μόνη λύση και διέξοδο στον αφόρητο ψυχικό πόνο που βιώνει. Είναι κοινό χαρακτηριστικό σε όλες της ανθρώπινες κοινωνίες, σε όλη τη διάρκεια της ιστορικής εξέλιξης του ανθρώπου. Στην αρχαία Ελλάδα, μάλιστα, υπήρχαν πολλοί λόγοι για τους οποίους θα μπορούσε η αυτοκτονία να θεωρηθεί θεμιτή λύση. Μερικά από αυτά τα κίνητρα ήταν για να αποφύγουν τη δυσφήμιση και να διατηρήσουν μια έντιμη φήμη, για να αποφύγουν περαιτέρω βάσανα κ.ά.
Είναι γεγονός ότι η πράξη αυτοκτονίας δεν είναι τυχαίο πως άλλοτε χαρακτηρίζεται σαν ηρωική πράξη, άλλοτε σαν πράξη δειλίας και άλλοτε σαν πράξη ελευθερίας, σαν πράξη βαθιάς διαταραχής. Δηλώνει ίσως ότι υπάρχουν τόσα είδη αυτοκτονίας, όσοι και οι άνθρωποι που την διαπράττουν. Πρόκειται για μια πράξη, η οποία θεωρείται προϊόν πολύπλοκων νοητικών και συναισθηματικών διεργασιών και αποτελεί αντικείμενο μελέτης πολλαπλών επιστημονικών, και όχι μόνο, πεδίων, όπως η ιατρική, η ψυχολογία, η κοινωνιολογία, η νομική, η θεολογία και η φιλοσοφία.
Σημειώνεται ότι αρκετοί ερευνητές θεωρούν ότι οι όροι «αυτοκτονία» και «απόπειρα αυτοκτονίας» είναι σωστότερο να ορίζονται περιγραφικά και να μην περιλαμβάνουν την έννοια της πρόθεσης, η οποία δεν είναι αυτονόητα ο θάνατος. Πράγματι, οι περισσότερες απόπειρες αυτοκτονίας πραγματοποιούνται υπό την επίδραση άλλων κινήτρων, όπως η έκκληση σε βοήθεια, ο χειρισμός, η τιμωρία, η εκδίκηση ή η προσέλκυση της προσοχής. Ενώ οι παρορμητικές απόπειρες συχνά δεν συνοδεύονται από συνειδητή επιθυμία θανάτου, αλλά περισσότερο από μια ανάγκη του ατόμου να ανακουφιστεί από τον ψυχικό πόνο που βιώνει.
Στα αίτια της αυτοκτονίας αναφέρθηκαν διάφορες ψυχικές διαταραχές όπως νευρώσεις, κατάθλιψη, διάφορες ψυχώσεις, αλκοολισμός, τοξικομανία. Μια άλλη σοβαρή αιτία αυτοκτονίας παιδιών και εφήβων θεωρήθηκε το διαταραγμένο εξωτερικά ή εσωτερικά οικογενειακό περιβάλλον. Συχνά αναφέρονται οι διαταραγμένες σχέσεις των γονέων μεταξύ τους, οι σχέσεις των γονέων προς το παιδί, το διαζύγιο, η υπερβολική αυταρχικότητα, η παραμέληση, η υπερβολική ενασχόληση και ο αλκοολισμός του ενός τουλάχιστον από τους δύο γονείς. Πολύ συχνά στα αίτια αναφέρθηκαν και προβλήματα, που σχετίζονται με μια υπερβολική απαίτηση για καλή σχολική επίδοση, η οποία δημιουργεί και επιφέρει υπερβολικό φόβο τιμωρίας.
Δεν θα πρέπει, επίσης, να υποτιμηθεί ο ρόλος και η προσωπικότητα του αυτόχειρα και κυρίως η αδυναμία του για σύναψη σχέσεων, που οδηγεί στην απομόνωση. Υπάρχουν πολλές έρευνες σχετικές με τα κίνητρα και τις αφορμές που οδήγησαν στην αυτοκτονία, τα οποία ενδεικτικά είναι: το συναίσθημα του ατόμου που βρίσκεται σε αδιέξοδο, ο θάνατος αγαπημένου προσώπου και η επιθυμία συνάντησής τους στον άλλο κόσμο, η ερωτική απογοήτευση, οι συζυγικές φιλονικίες, το συναίσθημα μοναξιάς και απομόνωσης, η ανίατη σωματική ασθένεια, η αποτυχία ή ο φόβος αποτυχίας στο σχολείο, στο επάγγελμα (ανεργία) στον έρωτα ή στον γάμο κ.λπ.
Με βάση τα προλεγόμενα, αντιλαμβανόμαστε πως η αυτοκτονία είναι ένα σύνθετο φαινόμενο και υπάρχουν πολλοί αιτιολογικοί παράγοντες για τους οποίους κάποιος μπορεί να προσπαθήσει να δώσει τέλος στη ζωή του. Καθώς λοιπόν πολλοί παράγοντες (σωματικοί, ψυχικοί και κοινωνικοί) μπορούν να οδηγήσουν σ’ αυτήν την πράξη και συνδετικός κρίκος μεταξύ αυτών είναι η αίσθηση της απομόνωσης από το κοινωνικό σύνολο που νιώθει ο αυτόχειρας, η αίσθηση του ότι είναι μόνος του στο κόσμο είναι ικανή να οδηγήσει κάποιον σε μια τέτοια πράξη. Η αυτοκτονία, λοιπόν, είναι ένα σύμπτωμα κοινωνικής ασθένειας. Γι’ αυτό θεωρείται ότι συνυπεύθυνη είναι και η κοινωνία.
Ένα από τα μεγαλύτερα έργα του σπουδαίου κοινωνιολόγου Εμίλ Ντιρκέμ ήταν η «Αυτοκτονία» (Le suicide). Για την εποχή του, το έργο αυτό ήταν αρκετά ριζοσπαστικό και προκλητικό. Μέσα από την επιστήμη της κοινωνιολογίας κατάφερε να αναλύσει τις αιτίες και τους παράγοντες που οδηγούν στην αυτοκτονία, που για τον ίδιο αποτελεί ένα κοινωνικό φαινόμενο. Υπό τον όρο «αυτοκτονία» ή «εκούσιο θάνατο» ο Ντιρκέμ περιέλαβε και τον θάνατο που συμβαίνει ως αποτέλεσμα ανδρείας ή αυτοθυσίας. Ακόμα, συμπεριέλαβε και τις περιπτώσεις του εθιμικού θανάτου, όπως τελετές σε διάφορες προβιομηχανικές κοινωνίες. Μελετώντας τις μη αστικές, μη βιομηχανικές κοινωνίες παρατήρησε ότι η αυτοκτονία αποτελούσε φυσιολογικό φαινόμενο και σχετιζόταν με τη συλλογικότητα και πώς η συλλογική συνείδηση επηρέαζε την ατομική συμπεριφορά. Σε όλες τις κοινωνίες παρουσιάζεται μία συχνότητα των αυτοκτονιών, οι οποίες είναι στενά συνδεδεμένες με τις κοινωνικές συνθήκες, δείχνοντας ότι η αυτοκτονία είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο. Βέβαια, στη μελέτη του το βάρος έπεσε στη σύγχρονη κοινωνία.
Η μελέτη του φαινομένου στις μη αστικές κοινωνίες έγινε κατά κύριο λόγο για να επιβεβαιώσει τον κοινωνικό χαρακτήρα της αυτοκτονίας, ότι δηλαδή οι αιτίες του φαινομένου είναι κοινωνικές και δεν ανάγονται στην ατομική ψυχολογία. Ο Ντιρκέμ πίστευε ότι η αύξηση των αυτοκτονιών στην Ευρώπη στα τέλη του προπερασμένου αιώνα συνδεόταν με μία γενικότερη κρίση που διερχόταν στην κοινωνία και ότι οι κοινωνικές ρυθμίσεις είχαν χαλαρώσει. Προσδιορίζοντας τους παράγοντες που προκαλούν το φαινόμενο της αυτοκτονίας και των ειδών που αυτή εμφανίζει, συνδέει το φαινόμενο με τη δομή, το «εσωτερικό περιβάλλον» της κοινωνίας στην οποία συμβαίνει. Σαν γενικό συμπέρασμα, ο Ντιρκέμ θεωρεί ότι η αυτοκτονία είναι αντιστρόφως ανάλογη με τον βαθμό συνοχής μιας κοινωνικής ομάδας ή μιας ευρύτερης κοινωνίας. Η εξέταση, λοιπόν, του βαθμού συνοχής της κοινωνικής ομάδας ή μεγαλύτερου συνόλου, ο προσδιορισμός της σημασίας παραγόντων, όπως οι θρησκευτικές δοξασίες, η οικογενειακή κατάσταση των ατόμων, η αλτρουιστική ή η εγωιστική συμπεριφορά επιτρέπουν στον Ντιρκέμ να διακρίνει τρία είδη αυτοκτονιών: την εγωιστική, την αλτρουιστική και την ανομική.
Η εγωιστική αυτοκτονία συναντάται στις σύγχρονες, αστικές κοινωνίες. Σχετίζεται με την ανάπτυξη του εγωισμού και του ατομισμού, την επιδίωξη από τη μεριά των ατόμων των ιδιαίτερων, των ατομικών τους συμφερόντων και κατ’ επέκταση της αποδέσμευσής τους από ισχυρές κοινωνικές επιταγές. Η αλτρουιστική αυτοκτονία εμφανίζεται σε κοινωνίες υψηλού βαθμού αφομοίωσης του ατόμου στη συλλογική ζωή. Ένας ολοκληρωτικός τρόπος επιβολής της συλλογικής συνείδησης έναντι της ατομικής μπορεί να οδηγήσει τα άτομα σε ηθικές δεσμεύσεις. Η αυτοκτονία μπορεί να εμφανιστεί έτσι ως θυσία, καθήκον των ατόμων και σε αντίθεση με την εγωιστική αυτοκτονία, το «εγώ» δεν αποτελεί κτήμα του εαυτού μας, αλλά υπακούει σε κάτι εξωτερικό, στην ομάδα στην οποία συμμετέχει.
Επίσης, μια άλλη παρόμοια κατηγορία αυτοκτονίας που εντάσσεται στην αλτρουιστική είναι η μοιρολατρική αυτοκτονία, η οποία αποτελεί κάτι σαν έθιμο σε κοινωνίες, όπου οι κανόνες είναι πάρα πολύ ισχυροί. Τέλος, η ανομική αυτοκτονία σημειώνεται εκεί όπου οι κανόνες που διέπουν την κοινωνική ζωή έχουν απαξιωθεί και δεν γνωρίζουμε πλέον πώς να συμπεριφερθούμε ή τι αρμόζει σε μία περίσταση και τι όχι. Αυτό παρατηρείται συχνά σε περιόδους κρίσεων και ξαφνικών αλλαγών. Αυτές οι μεταβατικές περίοδοι ή περίοδοι κρίσης δεν συμβάλλουν στην κοινωνική ολοκλήρωση των ατόμων και επικρατεί μια γενικότερη σύγχυση με τους παλιούς και νέους κανόνες και κοινωνικές επιταγές.
Συμπερασματικά, η αυτοκτονία μπορεί να προκληθεί από πάρα πολλούς παράγοντες και είναι όντως ένα κοινωνικό φαινόμενο. Πρόκειται για ένα τραυματικό γεγονός γι’ αυτόν που τη διαπράττει, αλλά και για τους οικείους του. Η αυτοκτονία δεν γνωρίζει ηλικιακούς περιορισμούς και συνήθως δεν προκαλείται από ένα μεμονωμένο γεγονός, αλλά θα λέγαμε πως πρόκειται για ένα αποτέλεσμα της συνάθροισης πολλών αρνητικών γεγονότων. Είναι ένα σύνθετο πρόβλημα και η αντιμετώπισή της απαιτεί τη συνεργασία πολλών φορέων και εν γένει της κοινωνίας της ίδιας.
Σε περίπτωση αυτοκτονικού ιδεασμού καλέστε στο: 1018 -24ωρη Γραμμή Παρέμβασης για την Αυτοκτονία.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Αυτοκτονία, el.wikipedia.org, διαθέσιμο εδώ
- Η αυτοκτονία στον Ντυρκέμ- Κοινωνιολογία Γ’ Λυκείου, criticeduc.blogspot.com, διαθέσιμο εδώ