Του Κωνσταντίνου Γκότση,
Με το τέλος του εμφύλιου Πολέμου της Κορέας το 1953, η χώρα χωρίστηκε σε δύο ξεχωριστά κράτη, τη Βόρεια και Νότια Κορέα. Το Βόρειο τμήμα τάχθηκε στο πλευρό του Ανατολικού μπλοκ, κατά τη διάρκεια του «Ψυχρού» Πολέμου μέχρι και σήμερα, αναπτύσσοντας μια αυταρχική σοσιαλιστική οικονομία. Αντιθέτως, το Νότιο τμήμα έγινε σύμμαχος της Δύσης, επιλέγοντας την καπιταλιστική δομή για την οικονομία.
Τα πρώτα χρόνια, η Νότια Κορέα, όπως και κάθε χώρα που βγαίνει από έναν σκληρό πόλεμο, δυσκολεύτηκε να ανακάμψει από τα δεινά και τις καταστροφές που της προκάλεσε η εμφύλια διαμάχη. Η μεγάλη άνοδος στην ανάπτυξη της οικονομίας της ξεκίνησε έπειτα από το μιλιταριστικό πραξικόπημα που πραγματοποιήθηκε το 1961, με ηγέτη τον Park Chung Hee.
Οι πολιτικές που εισήγαγε στόχευαν στην ανάπτυξη της χώρας, μέσω της εκβιομηχάνισής της. Διαμόρφωσε ένα καπιταλιστικό σύστημα, με αρκετά ενεργή παρέμβαση του κράτους, η οποία στόχευε αποκλειστικά στην ενίσχυση των μεγάλων επιχειρήσεων, καθώς ο δικτάτορας πίστευε πως μόνο έτσι θα επέλθει η τόνωση της οικονομίας. Πιο συγκεκριμένα, το κράτος παρείχε στις μεγάλες εταιρείες (π.χ. Samsung) δάνεια με χαμηλό κόστος και ευνοϊκούς όρους, φοροαπαλλαγές, καθώς και προστατευτικές πολιτικές από εξωτερικούς ανταγωνιστές (π.χ. με δασμούς, εμπάργκο, κίνητρα κατανάλωσης κορεάτικων προϊόντων κ.λπ.).
Από τη μία, τέτοιου είδους πολιτικές «σκότωναν» τη νεοφυή καινοτομία και επιχειρηματικότητα, εμπόδιζαν την ανάπτυξη του ανταγωνισμού στις αγορές και περιόριζαν τις καταναλωτικές επιλογές. Ουσιαστικά, ενώ υπήρχε καπιταλισμός, δεν υπήρχαν οικονομικές ελευθερίες για τον περισσότερο κόσμο. Από την άλλη, όμως, επετεύχθη τεράστια οικονομική μεγέθυνση με ισχυρή μείωση του επιπέδου φτώχειας και δημιουργήθηκαν εταιρείες με διαχρονική διεθνή εμβέλεια (Miracle on the Han River).
Όπως παρατηρείται στην παραπάνω εικόνα, το Α.Ε.Π. της Νότιας Κορέας από το 1970 και μετά διογκώνεται συνεχώς, με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Μόνο σε τρεις περιόδους ύφεσης υπέστη ισχυρή πτώση το A.Ε.Π. της. Η πρώτη ήταν κατά την διάρκεια της κρίσης των ασιατικών «τίγρεων» το 1997, η δεύτερη στη παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση το 2008 και η τρίτη στην πρόσφατη κρίση που προκάλεσε η πανδημία του COVID-19. Ήδη, βέβαια, από τα προηγούμενα χρόνια, οι ρυθμοί ανάπτυξής της είχαν αρχίσει να επιβραδύνονται, κατά τη διάρκεια των ετών 2017 με 2019, καθώς τα περιθώρια ανάκαμψης στενεύαν. Το 2021, παρουσίασε ξανά άνοδο στο Α.Ε.Π. της.
Μία από τις οικονομικά πιο ελεύθερες χώρες διεθνώς
Η Νότια Κορέα κατατάσσεται στην 5η θέση μεταξύ 39 χωρών στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού και στη 19η παγκοσμίως σε βαθμούς οικονομικής ελευθερίας, με τη συνολική της βαθμολογία να είναι πάνω από τον περιφερειακό και παγκόσμιο μέσο όρο. Τα τελευταία 5 περίπου έτη, οι βαθμοί οικονομικής ελευθερίας έμειναν σταθεροί. Παρατηρήθηκαν σημαντικά στοιχεία προόδου για τα δικαιώματα ιδιοκτησίας και τη δικαστική αποτελεσματικότητα, τα οποία, όμως, αντισταθμίστηκαν από απώλειες στην επιχειρηματική ελευθερία και υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές. Παρ’ όλα αυτά, θεωρείται ακόμα μία από τις “Mostly Free” χώρες διεθνώς. Συγκεκριμένα, ο φορολογικός συντελεστής επιχειρήσεων, από το 2017, έχει αυξηθεί στο 25% και ο ανώτερος φορολογικός συντελεστής εισοδήματος φυσικών προσώπων βρίσκεται από πέρυσι στο 45%. Επίσης, ο αντιστοίχως με την Ελλάδα Φ.Π.Α. βρίσκεται σταθερά εδώ και χρόνια στο 10%.
Από δημοσιονομικής πλευράς, βρίσκεται σε ένα υγιές και λογικό επίπεδο, παρά τη δημοσιονομική επέκταση που άσκησε η κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει την κρίση, με τον λόγο χρέους προς Α.Ε.Π. πριν το 2020 να βρίσκεται στο ποσοστό του 36,4%, ενώ το 2020 αυξήθηκε ελαφρώς στο 42,6%. Διαχρονικά έχει μείνει σε αρκετά χαμηλό επίπεδο.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας, η Κεντρική της Τράπεζα άσκησε επεκτατική νομισματική πολιτική, θέτοντας τα επιτόκια δανεισμού προς τις εμπορικές τράπεζες στο χαμηλό επίπεδο του 0,5%. Πριν από το 2022, έχει ξεκινήσει τη σταδιακή αύξηση των επιτοκίων, ώστε να περιορίσει την υπερβολική ρευστότητα στις αγορές και να συγκρατήσει τον πληθωρισμό, ο οποίος βρίσκεται στο 6,3%.
Αποδοχή των ξένων κεφαλαίων
Ο χρηματοπιστωτικός τομέας της Νότιας Κορέας θεωρείται ανταγωνιστικός, αλλά οι νεοσύστατες επιχειρήσεις εξακολουθούν να αγωνίζονται να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση. Τις τελευταίες δεκαετίες, διευκόλυναν την εξωτερική χρηματοδότηση πολλών νεοφυών επιχειρήσεων οι επενδύσεις των private equity firms.
Το 2021, η αξία των deals των private equities της Νότιας Κορέας διπλασιάστηκε στο υψηλό ρεκόρ των σχεδόν $30 δις, ξεπερνώντας τη γειτονική Ιαπωνία κατά περίπου $2 δις και υστερώντας μόνο από την Κίνα και την Ινδία, ως προς τη συνολική αξία των deals, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Bain & Company. Αυτές οι επενδύσεις αποτελούν τρανταχτό στοιχείο της αλλαγής πλεύσης της οικονομικής πολιτικής της χώρας. Έπειτα από τον «φόβο» που είχε τα πρώτα χρόνια της οικονομικής της επέκτασης στην εξωτερική χρηματοδότηση, σήμερα δείχνει πως έχει υιοθετήσει στοιχεία μιας πιο ελεύθερης αγοράς, που δέχεται το ξένο κεφάλαιο.
Η εισχώρηση του ξένου κεφαλαίου στην κορεάτικη οικονομία ξεκίνησε μετά τη χρηματοοικονομική κρίση του 1997. Τον Ιανουάριο του 1999, η Newbridge Capital, μια κοινοπραξία μεταξύ της T.P.G., της Blum Capital και της Acon Investments, πλήρωσε περίπου $500 εκατ. για μερίδιο 51% στην Korea First Bank, η οποία είχε κρατικοποιηθεί δύο χρόνια πριν. Το επόμενο έτος, μια κοινοπραξία με επικεφαλής την Carlyle πλήρωσε $412,3 εκατ. για το 40% της KorAm, μιας άλλης κορυφαίας τράπεζας της Νότιας Κορέας.
Για τους Κορεάτες, αυτά τα ξένα “venture funds” (τύπος private equity firm), απλά κερδοσκοπούσαν με επιθετικές εξαγορές σε μια άσχημη στιγμή της χώρας. Η οργή του κόσμου φάνηκε, όταν η εταιρεία ιδιωτικών κεφαλαίων του Τέξας Lone Star Funds πλήρωσε $1,2 δις το 2003, για ένα υψηλό μερίδιο στην Korea Exchange Bank, ένα από τα σημαντικότερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα του κορεατικού τραπεζικού συστήματος
Τα ξένα, όμως, private equities, με την εισροή των κεφαλαίων τους στη Νότια Κορέα, ανακεφαλαιοποίησαν τις κορυφαίες της τράπεζες με δική τους ευθύνη, εισάγοντας σύγχρονα συστήματα αξιολόγησης κινδύνου και πιστωτική πειθαρχία σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, που για δεκαετίες δάνειζαν απερίσκεπτα σε πολιτικά συνδεδεμένους ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων.
Πλέον, τα ιδιωτικά κεφάλαια (P.E.) αντιμετωπίζονται ευνοϊκότερα από το κράτος, αλλά και τον ίδιο τον λαό της Νότιας Κορέας. Αυτό συμβαίνει, διότι εκσυγχρόνισαν τις πρακτικές των τραπεζών της χώρας τους, οι οποίες τους έφεραν στη μεγάλη κρίση στα τέλη της προηγούμενης χιλιετίας. Επίσης, συνέβαλλαν σημαντικά στη γρήγορη ανάκαμψη που εμφάνισαν μετά την ύφεση. Από το 2005, αποδέχτηκαν την επιχειρηματική τους παρουσία και μεταρρύθμισαν το νομοθετικό τους πλαίσιο, ώστε να διευρύνουν τις επενδυτικές τους δραστηριότητες.
Παρά τη συνεχή μεγάλη ανάπτυξη, ανθεκτικότητα και ελευθερία της οικονομίας της, η Νότια Κορέα έχει να αντιμετωπίσει ακόμα σοβαρά προβλήματα. Οι προκλήσεις της περιλαμβάνουν τη γήρανση του πληθυσμού, τη χαμηλή παραγωγικότητα των εργαζομένων και την ανάγκη εφαρμογής μιας διαρθρωτικής αλλαγής από την υπερβολική εξάρτηση του μοντέλου ανάπτυξής της, που ωθείται από τις εξαγωγές και την επεκτατική δημοσιονομική πολιτική. Επιπρόσθετα, οι ολοένα και πιο παρεμβατικές πολιτικές στην οικονομία της από το κράτος πρέπει να ελαττωθούν, καθώς υπονομεύουν τις δυνατότητες ανάπτυξης της ιδιωτικής επιχειρηματικής δραστηριότητας και περιορίζουν τις οικονομικές ελευθερίες των ατόμων.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- How South Korea learned to love private equity, ft.com, διαθέσιμο εδώ
- 2022 Index o Economic Freedom, South Korea, heritage.org, διαθέσιμο εδώ
- South Korean economy data, tradingeconomics.com, διαθέσιμο εδώ