Του Δημήτρη Καρυδάκη,
Επισήμως από τις 20 Αυγούστου του 2022 έρχεται το τέλος του καθεστώτος ενισχυμένης εποπτείας που είχε επιβληθεί στη χώρα μας από τους ευρωπαίους δανειστές. Ένα καθεστώς το οποίο επιβλήθηκε στην Ελλάδα, προκειμένου να παρακολουθεί στενά την πορεία της ελληνικής οικονομίας και με απώτερο στόχο να την βοηθήσει να αποπληρώσει τα χρέη που είχε απέναντι στα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ε.Ε. αλλά και να επιστρέψει το Ελληνικό Α.Ε.Π. σε φυσιολογικά ποσοστά. Με αφετηρία την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 και με απότοκο αυτής την καταβαράθρωση της ελληνικής οικονομίας, οι ελληνικές κυβερνήσεις των τότε ετών προέβησαν, με στόχο την αποτροπή της πτώχευσης της Ελληνικής οικονομίας, στην λήψη δανείων από τους διεθνείς ευρωπαϊκούς θεσμούς, δάνεια τα οποία όμως σε καμία περίπτωση δεν αποτέλεσαν θετικό στοιχείο για την ελληνική οικονομία.
Σύμφωνα με το πρώτο «πακέτο στήριξης» (μνημόνιο) να υπογράφεται από την κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου στις 8 Μαΐου του 2010 με τα κράτη μέλη της Ε.Ε. και το ΔΝΤ, η Ελλάδα λάμβανε το ποσό των 52,9 δις. ευρώ από τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη συνολικά, και δύο μέρες μετά στις 10 Μαΐου του 2010 με υπογραφή συνθήκης ανάμεσα στην κυβέρνηση Παπανδρέου και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Ελλάδα λαμβάνει ένα «μπόνους» ύψους 20 δις. Ευρώ. Με το πρώτο αυτό «πρόγραμμα/πακέτο στήριξης» εισέρχεται και στην ουσία η Ελλάδα στο καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, με τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας μετά από το πρώτο μνημόνιο να επιβλέπονται από τον «βραχνά» του μέσου Έλληνα πολίτη της εποχής, την Τρόικα, του θεσμού εκείνου που αποτελούνταν κατ’ ουσίαν από τους δανειστές της Ελλάδας (ΔΝΤ, ΕΕ, ΕΚΤ).
Τα μέτρα λιτότητας, τα οποία εισήγαγε η κάθε κυβέρνηση έκτοτε, δεν είναι άγνωστα στον μέσο Έλληνα. Πάγωμα των μισθών, περικοπές των συντάξεων, μείωση του κατώτατου μισθού και ούτω καθ’ εξής. Με την ανεργία να καλπάζει και να φθάνει να ακουμπάει ακόμα και το 27,8 % το 2013, την πλειοψηφία του νεαρού πληθυσμού της Ελλάδας να φεύγει στο εξωτερικό και την αδυναμία πλέον της χώρας μας να εμπνεύσει εμπιστοσύνη στους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οίκους για επενδύσεις, το μέλλον της Ελλάδας φαινόταν δυσοίωνο.
Με το δεύτερο μνημόνιο να υπογράφεται στις 9 Μαρτίου 2012 από την Ελλάδα με τις χώρες μέλη της ΕΕ μέσω του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας και να φτάνει το ύψος των 141,8 δις. ευρώ και τα 153,8 δις ευρώ με το επιπρόσθετο μπόνους των 12 δις από το ΔΝΤ, το δεύτερο πακέτο στήριξης έληξε επισήμως τον Ιούνιο του 2015, κατά το πρώτο πεντάμηνο της διακυβέρνησης της χώρας μας από την κυβέρνηση συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ με Πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα.
Το τρίτο και τελευταίο μνημόνιο ξεκίνησε επισήμως στις 19 Αυγούστου του 2015 , με την Ελλάδα να λαμβάνει δάνειο του ύψους των 46,9 δις ευρώ από την ΕΕ, με το ΔΝΤ αυτή τη φορά να έχει τον ρόλο του απλού παρατηρητή και συμβούλου. Να σημειωθεί πως το τρίτο και τελευταίο αυτό πακέτο στήριξης αιτήθηκε επισήμως από την κυβέρνηση Τσίπρα ήδη από τις 8 Ιουλίου του 2015, με τους όρους του δανείου αυτού να διαμορφώνονται από όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την διάρκεια της Συνόδου Κορυφής στις 12 με 13 Ιουλίου του ίδιου έτους. Με τα capital controls να έχουν επιβληθεί από την Κυβέρνηση Τσίπρα ήδη από τις 28 Ιουνίου του 2015 και την διενέργεια του πανελλαδικού δημοψηφίσματος στις 5 Ιουλίου του 2015, σύμφωνα με το οποίο το 61,31% του Ελληνικού πληθυσμού ψήφισε «ΟΧΙ» στην αποδοχή των όρων του Eurogroup για το τρίτο μνημόνιο, το οποίο όμως όπως γνωρίζουμε όλοι έγινε απευθείας «ΝΑΙ», η Ελληνική κυβέρνηση διαιώνισε τον φαύλο κύκλο της αυστηρής λιτότητας και της χρεοκοπίας, το οποίο όπως είδαμε είχε ξεκινήσει από τον Μάη του 2010.
Παρόλα αυτά, και κλείνοντας το παρόν άρθρο, και ανεξαιρέτως των δυσμενειών και της πικρίας που αναγκάστηκε να υποστεί ο ελληνικός λαός την τελευταία δωδεκαετία, η Ελλάδα, μετά την λήξη του τρίτου μνημονίου στις 20 Αυγούστου του 2018, μπήκε σε μια περίοδο «μετα-μνημονιακής παρακολούθησης», η οποία έληξε και επίσημα πριν από τέσσερις μέρες, στις 20 Αυγούστου του 2022. Η Ελλάδα πλέον δεν θα υπόκειται σε τρίμηνες αξιολογήσεις από τους Ευρωπαϊκούς θεσμούς και θα εξετάζεται πλέον ανά εξάμηνο, μπαίνοντας σε ένα καθεστώς απλής παρακολούθησης μέχρι να αποπληρώσει και το 75% του δημοσίου χρέους της. Πλέον, η Ελλάδα θα έχει μεγαλύτερη ελευθερία στο να χαράξει την δική της δημοσιονομική πολιτική (εντός πάντα των πλαισίων που ορίζει η ΕΕ), καθώς γίνεται και πάλι πιο προσιτή και αξιόπιστη απέναντι στους χρηματοπιστωτικούς οίκους και στις διεθνείς χρηματαγορές.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Το χρονικό από την ένταξη στα μνημόνια έως την έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία, naftemporiki.gr, διαθέσιμο εδώ
- Ενισχυμένη Εποπτεία: Τι σημαίνει η έξοδος για την Ελλάδα, in.gr, διαθέσιμο εδώ