Της Μαρίας Σπαράκη,
Σύμφωνα με τελευταία ανακοίνωση της Europol, οι δραστηριότητες της λαθρεμπορίας μεταναστών αυξήθηκαν σημαντικά από το 2021, καθώς η αυξημένη ψηφιοποίηση που επέφερε η πανδημία έχει επηρεάσει σημαντικά τη λειτουργία κάθε πτυχής της κοινωνίας μας. Το 2021 σημειώθηκε, παράλληλα, αύξηση του ρόλου που διαδραματίζουν οι ψηφιακές τεχνολογίες στο λαθρεμπόριο μεταναστών και στην εμπορία ανθρώπων. Οι λαθρέμποροι μεταναστών έχουν επεκτείνει τη χρήση πλατφορμών μέσων κοινωνικής δικτύωσης και εφαρμογών για κινητά, προκειμένου να προσφέρουν τις παράνομες υπηρεσίες τους.
Όπως αντιλαμβανόμαστε, πρόκειται για ένα διασυνοριακό έγκλημα, το οποίο αντιμετωπίζεται τόσο σε κρατικό όσο και διεθνές, ευρωπαϊκό επίπεδο. Όσον αφορά το ευρωπαϊκό επίπεδο, αξίζει να σημειωθεί το σχέδιο δράσης της Ε.Ε. για την περίοδο 2021-2025.
Πρόκειται για ένα νέο σύμφωνο της Ε.Ε. για τη μετανάστευση και το άσυλο, το οποίο θέτει την πρόληψη και την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης στο επίκεντρο της συνολικής προσέγγισής της για τη μετανάστευση. Το ανανεωμένο σχέδιο δράσης της Ε.Ε. ενισχύει την επιχειρησιακή συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. και των υπηρεσιών επιβολής του νόμου της Ε.Ε. για τη διερεύνηση και τη δίωξη δικτύων λαθρεμπορίας μεταναστών. Καλύπτει τομείς, όπως οι οικονομικές έρευνες, η ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων, η απάτη εγγράφων και το ψηφιακό λαθρεμπόριο. Το ανανεωμένο σχέδιο δράσης της Ε.Ε. υιοθετεί μια συνολική προσέγγιση και επιδιώκει ακόμη στενότερη συνεργασία με τις χώρες εταίρους κατά μήκος των μεταναστευτικών οδών προς την Ε.Ε.
Επομένως, αυτή η καινοτόμα πρωτοβουλία της Ε.Ε. στηρίζεται στην ενισχυμένη συνεργασία, την εφαρμογή νομικών πλαισίων εντός και εκτός της Ε.Ε. και την ανταλλαγή πληροφοριών.
Παράλληλα, σημαντικό ρόλο στην καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης μεταναστών διαδραματίζει η Europol, με τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Λαθρεμπορίας Μεταναστών και η επιχειρησιακή συνεργασία για το λαθρεμπόριο μεταναστών μεταξύ των χωρών της Ε.Ε., ιδίως μέσω της Ευρωπαϊκής Πολυεπιστημονικής Πλατφόρμας Συνεργασίας κατά των Εγκληματικών Απειλών (EMPACT).
Απαιτείται, επομένως, μια διεθνής αντιμετώπιση του εγκλήματος, καθώς δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις όπου τα δίκτυα λαθρεμπορίας μεταναστών συνδέονται στενά με άλλες μορφές σοβαρού και οργανωμένου εγκλήματος, συμπεριλαμβανομένης της τρομοκρατίας, της εμπορίας ανθρώπων και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Υπό αυτές τις συνθήκες αυξάνεται ο κίνδυνος και ο επείγων χαρακτήρας. Το λαθρεμπόριο μεταναστών συνδέεται ολοένα και περισσότερο με σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θανάτους, ιδίως όταν συμβαίνει δια θαλάσσης. Η απώλεια ζωών μεταναστών από τους λαθρεμπόρους στη Μεσόγειο Θάλασσα μας υπενθυμίζει την έντονη ανάγκη αντιμετώπισης του λαθρεμπορίου μεταναστών, χρησιμοποιώντας όλους τους διαθέσιμους νομικούς, επιχειρησιακούς και διοικητικούς μοχλούς.
Με την επιδίωξη να καταπολεμηθεί το φαινόμενο της υποβοήθησης της παράνομης μετανάστευσης μέσα από τη θεμελίωση μίας ολοκληρωμένης μεταναστευτικής πολιτικής, η Ευρωπαϊκή Ένωση προσπάθησε να δώσει λύσεις και με τα όπλα του ποινικού δικαίου. Πιο συγκεκριμένα, η παράνομη διέλευση προσώπων από τα σύνορα και η διαμονή πολιτών τρίτων χωρών στην ελληνική επικράτεια ρυθμίζεται από τον ειδικό ποινικό νόμο 4251/2014.
Το τυποποιημένο στο άρθρο 30 παρ. 1 του Κώδικα Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης: 1. Πλοίαρχοι ή κυβερνήτες πλοίου, πλωτού μέσου ή αεροπλάνου και οδηγοί κάθε είδους μεταφορικού μέσου που μεταφέρουν από το εξωτερικό στην Ελλάδα πολίτες τρίτων χωρών, που δεν έχουν δικαίωμα εισόδου στο ελληνικό έδαφος ή στους οποίους έχει απαγορευθεί η είσοδος για οποιαδήποτε αιτία, καθώς και αυτοί που τους παραλαμβάνουν από τα σημεία εισόδου, τα εξωτερικά ή εσωτερικά σύνορα, για να τους προωθήσουν στο εσωτερικό της χώρας ή στο έδαφος κράτους-μέλους της Ε.Ε. ή τρίτης χώρας ή διευκολύνουν τη μεταφορά τους ή εξασφαλίζουν σε αυτούς κατάλυμα για απόκρυψη, τιμωρούνται:
α. με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή τριάντα χιλιάδων (30.000) έως εξήντα χιλιάδων (60.000) για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο,
β. με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή εξήντα χιλιάδων (60.000) έως εκατό χιλιάδων (100.000) για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο, αν ο υπαίτιος ενεργεί εκ κερδοσκοπίας, κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια ή είναι υπότροπος ή έχει την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου ή τουριστικού ή ναυτιλιακού ή ταξιδιωτικού πράκτορα ή αν δύο ή περισσότεροι ενεργούν από κοινού,
γ. με κάθειρξη τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο, αν από την πράξη μπορεί να προκύψει κίνδυνος για άνθρωπο,
δ. με ισόβια κάθειρξη και χρηματική ποινή τουλάχιστον επτακοσίων χιλιάδων (700.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο, αν στην περίπτωση γ επήλθε θάνατος
Ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 30 παρ. 6 :
Οι ανωτέρω κυρώσεις δεν επιβάλλονται στις περιπτώσεις διάσωσης ανθρώπων στη θάλασσα, της μεταφοράς ανθρώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας, κατά τις επιταγές του διεθνούς δικαίου, καθώς και στις περιπτώσεις προώθησης στο εσωτερικό της χώρας ή διευκόλυνσης της μεταφοράς, προς το σκοπό υπαγωγής στις διαδικασίες των άρθρων 83 του ν. 3386/2005 ή του άρθρου 13 του ν. 3907/2011, κατόπιν ενημέρωσης των αρμοδίων αστυνομικών και λιμενικών αρχών
Από τις διατάξεις προκύπτει ότι θεσμοθετείται ένα αδίκημα υπαναλλακτικώς μικτό κακουργηματικού χαρακτήρα. Το άρθρο 30 παρ. 1 ρυθμίζει τη βασική μορφή του αδικήματος της υποβοήθησης της παράνομης εισόδου του αλλοδαπού. Eίναι αναμφίβολο ότι η ανάγκη προστασίας και άλλων μονάδων εννόμων αγαθών, όπως της σωματικής ακεραιότητας ή της ζωής των (μεταφερόμενων) αλλοδαπών, οδηγεί σε εύλογη επίταση του αδίκου και, συνακόλουθα, σε επαύξηση της απειλούμενης στη βασική μορφή κάθειρξης. Άξιο λόγου είναι ότι το έγκλημα της παράνομης διακίνησης μεταναστών ως τομέας δραστηριοποίησης μιας εγκληματικής οργάνωσης πολιτικοποιείται αυτοτελώς, ανεξάρτητα από τυχόν συρρέοντα αλλά εγκλήματα, όπως η εμπορία ανθρώπων η δουλεία κτλ.
Όσον αφορά τη νομοτυπική μορφή του εγκλήματος και τα υποκείμενα από τα οποία αποτελείται, πρόκειται για ένα κοινό έγκλημα, καθώς δεν αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο δράστη ούτε απαιτείται μια συγκεκριμένη ιδιότητα. Αξιοσημείωτο είναι ότι παρότι δεν υπάρχει ρητή αναφορά στον νόμο το άρθρο 30 παρ. 1 εφαρμόζεται πέραν της αναφερθείσας κατηγορίας των υπηκόων πολιτών τρίτων χωρών και επί ανιθαγενών.
Για την πραγμάτωση του εγκλήματος του άρθρου 30 παρ. 1 απαιτείται ένας από τους ακόλουθους τρόπους τέλεσης: μεταφορά, διευκόλυνση μεταφοράς, παραλαβή για προώθηση, εξασφάλιση καταλύματος για απόκρυψη.
Βέβαια, στην περίπτωση της διευκόλυνσης μεταφοράς ως τρόπος τέλεσης του αδικήματος, τόσο στα ενωσιακά όσο και στα εθνικά νομοθετήματα, επιβάλλεται να δεχθεί κανείς ότι διευκόλυνση μεταφοράς σημαίνει επί της ουσίας παροχή του οχήματος σε αλλοδαπό δράστη για να εισέλθει παράνομα από το εξωτερικό προς την Ελλάδα, ούτως ώστε να καταφάσκεται και στην περίπτωση αυτή η απαιτούμενη βλάβη του εννόμου αγαθού. Επομένως, η απλή παροχή μεταφορικού μέσου δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίζεται ως πράξη με κακουργηματική ποινή.
Ωστόσο, περισσότερο θα ήθελα να εστιάσω σε έναν λόγο άρσης του αδίκου. Σύμφωνα με το άρθρο 30 παρ. 6, σε συνδυασμό με το άρθρο 25 του Ποινικού Κώδικα, η κατάσταση ανάγκης αποτελεί λόγο άρσης του αδίκου. Αναφορικά με την περίπτωση της συνδρομής κατάστασης ανάγκης, αξίζει να επισημανθεί ότι η εφαρμογή της στα εγκλήματα του 30 παρ. 1 έχει προβληματίσει ιδιαίτερα τον εφαρμοστή του δικαίου, ενόψει της ρητής πρόβλεψης περί διάσωσης του άρθρου 30 παρ. 6. Σύμφωνα με την τελευταία αυτή διάταξη, οι ανωτέρω κυρώσεις δεν επιβάλλονται στις περιπτώσεις διάσωσης ανθρώπων στη θάλασσα, της μεταφοράς ανθρώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας, κατά τις επιταγές του διεθνούς δικαίου, καθώς και στις περιπτώσεις προώθησης στο εσωτερικό της χώρας ή διευκόλυνσης της μεταφοράς, προς τον σκοπό υπαγωγής στις διαδικασίες των άρθ. 83 Ν 3386/2005 ή του άρθ. 13 Ν 3907/2011179, κατόπιν ενημέρωσης των αρμοδίων αστυνομικών και λιμενικών αρχών.
Εν κατακλείδι, γίνεται δεκτό ότι η χρήση της διατύπωσης διάσωση στη θάλασσα θέλει να τονίσει την αμεσότητα του κινδύνου ζωής δια θαλάσσης, ωστόσο, δεν αποκλείει την υπαγωγή στη διάταξη κινδύνων μη ευρισκομένων στη θάλασσα. Επομένως, είτε πρόκειται περί κινδύνου υπάρχοντος στη θάλασσα, είτε στη στεριά, είτε ακόμη και στον αέρα, η διάταξη του άρθρου 30 παρ. 6 θα ενεργοποιείται σε κάθε περίπτωση, ούτως ώστε ο άδικος χαρακτήρας της πράξης του μεταφορέα να αίρεται, όταν αυτή γίνεται με σκοπό τη διάσωση του αλλοδαπού.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- «Η οριοθέτηση της ποινικής ευθύνης των μεταφορέων κατά το άρθρο 30 παρ. 1 του Κώδικα Μετανάστευσης (Ν 4251/2014)», Διπλωματική Εργασία της Μαρίας Γ. Σαΐτη, διαθέσιμη εδώ
- Έκθεση Europol: Οι λαθρέμποροι μεταναστών και διακινητές ανθρώπων έχουν γίνει πιο ψηφιακοί και εξαιρετικά ευπροσάρμοστοι, διαθέσιμη εδώ