14.6 C
Athens
Τρίτη, 5 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτικήΓνώμηΟι διμερείς συμφωνίες ως μέσο ανάσχεσης του αναθεωρητισμού

Οι διμερείς συμφωνίες ως μέσο ανάσχεσης του αναθεωρητισμού


Του Κώστα Νωτούδα,

Πάντοτε η εσωτερική πολιτική συνδεόταν άρρηκτα με την εξωτερική, ιδίως όταν οι κυβερνήσεις μπαίνουν στον τελευταίο χρόνο του εκλογικού κύκλου, όπου επιζητούν κάποιες κινήσεις εντυπωσιασμού, προκειμένου να συσπειρώσουν το εκλογικό τους ακροατήριο και να πείσουν τους αναποφάσιστους ψηφοφόρους να τους ψηφίσουν. Οι συνθήκες έφεραν το 2023 να είναι εκλογική χρονιά για Ελλάδα, Κύπρο και Τουρκία. Στο πλαίσιο αυτό, ο Τούρκος Πρόεδρος, βλέποντας τις δημοσκοπήσεις που δεν του δίνουν προβάδισμα νίκης, προσπαθεί να καλλιεργήσει ένα παρατεταμένο κλίμα έντασης τόσο στο Αιγαίο όσο και στην Ανατολική Μεσόγειο, βγάζοντας γεωτρύπανο για έρευνες μέχρι στιγμής σε τουρκικά χωρικά ύδατα, χωρίς, όμως, να αποκλείεται να γίνει αλλαγή πλεύσης. Πέρα από αποφασιστικότητα, όταν απειλείται η εθνική κυριαρχία, χρειάζονται και συμμαχίες. Η ελληνική διπλωματία, μετά τα γεγονότα του 2020, έχει επιδείξει έντονη κινητικότητα και έχει προβεί σε σειρά συμφωνιών με κράτη της Μέσης Ανατολής.

Η πρώτη εξ αυτών υπεγράφη με την Κυβέρνηση των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων τον Νοέμβριο του 2020, πρόκειται για συμφωνία στον τομέα της άμυνας, θωρακίζοντας την ασφάλεια και την εδαφική ακεραιότητα της χώρας. Η συμφωνία επετεύχθη έπειτα από χρονοβόρες διαπραγματεύσεις και αλλεπάλληλες διπλωματικές προσπάθειες και αφορά την από κοινού συνεργασία στην Εξωτερική Πολιτική και την Άμυνα και την Κοινή Διακήρυξη για την ανάπτυξη Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Πιο αναλυτικά, τα δύο συμβαλλόμενα μέρη, η Ελλάδα και τα Η.Α.Ε., είναι υποχρεωμένα να συνεισφέρουν στην άμυνα και τη διατήρηση της ασφάλειας, στον βαθμό του εφικτού και όπου είναι πρακτικά δυνατό. Πρόκειται για μια ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ της Αθήνας και του Αμπού Ντάμπι που έχει καθαρά αμυντικό χαρακτήρα και είναι το μέγιστο που μπορεί να επιτευχθεί μεταξύ δύο χωρών που δεν έχουν κοινά σύνορα και άλλες συμβατικές δεσμεύσεις.

Πηγή εικόνας: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Η εν λόγω Ρήτρα Αμοιβαίας Στρατιωτικής Συνδρομής είναι καινοτόμα, καθώς δεν έχει υπάρξει αντίστοιχη σε διμερείς συμφωνίες που έχει συνάψει η Ελλάδα μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η συμφωνία αυτή θεσπίζει την ασφάλεια και την εδαφική κυριαρχία της Ελλάδας, ενδυναμώνοντας στον μέγιστο βαθμό τις διμερείς σχέσεις με τα Η.Α.Ε. Για την ομαλή πραγματοποίηση της συμφωνίας θεσμοθετούνται τακτικές διαβουλεύσεις σε επίπεδο Υπουργών Εξωτερικών και  δημιουργείται η σύσταση Ανώτατης Κοινής Επιτροπής μεταξύ των δύο χωρών. Συγχρόνως, τίθενται οι βάσεις που θα επιτρέψουν τη στάθμευση στρατιωτικών δυνάμεων της μιας χώρας στην επικράτεια της άλλης, καθώς και την ανταλλαγή διαβαθμισμένων πληροφοριών.

Η Συμφωνία Κοινής Συνεργασίας στην Εξωτερική Πολιτική και την Άμυνα ανοίγει νέους δρόμους, καθώς αφορά, από τη μια, την Ελλάδα, χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε., η οποία δεσμεύεται από τις σχετικές συμβατικές υποχρεώσεις, και, από την άλλη, τα ΗΑΕ, χώρα-μέλος του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου. Η σύναψη συμφωνίας Ελλάδας – ΗΑΕ  έγκειται  στις θεμελιώδεις αρχές του Διεθνούς Δικαίου, ξεκινώντας από τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και δεν στρέφεται εναντίον κανενός τρίτου μέρους. Αντίθετα, στοχεύει στη διαφύλαξη της ασφάλειας, της ειρήνης και της σταθερότητας στην περιοχή. Επιπλέον, η συμφωνία προβλέπει την εκπαίδευση τεχνικών από τα Η.Α.Ε. στην Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία. Ο αρχηγός των εμιρατινών Ενόπλων Δυνάμεων ζήτησε την εκμίσθωση του χώρου εντός ελληνικής στρατιωτικής εγκατάστασης για διάστημα 10 ετών, ώστε να δημιουργηθούν εγκαταστάσεις για τη διαμονή των εκπαιδευόμενων από τα Η.Α.Ε.

Η αμυντική συνεργασία της Ελλάδας με τα Η.Α.Ε. αποτελεί επιτυχία για την ελληνική εξωτερική πολιτική. Επιπροσθέτως, οι δύο χώρες έχουν υπογράψει σημαντικές συμφωνίες και έχουν διεξάγει κοινές στρατιωτικές ασκήσεις, όπως τον Οκτώβριο του 2020, ενώ κομβική ήταν και η παρουσία της πολεμικής αεροπορίας των Εμιράτων στη Σούδα της Κρήτης, όταν το τουρκικό Oruc Reis βρισκόταν στην Ανατολική Μεσόγειο. Από τις 30 Δεκεμβρίου έως και τις 6 Δεκεμβρίου 2020, τα Η.Α.Ε., μαζί με τη Γαλλία, συμμετείχαν στη στρατιωτική άσκηση Ελλάδας, Αιγύπτου και Κύπρου, «ΜΕΔΟΥΣΑ», στον θαλάσσιο χώρο της Αιγύπτου, έξω από την Αλεξάνδρεια, αποδεικνύοντας έμπρακτα την άμεση εφαρμογή της συμφωνίας.

Πηγή εικόνας: vouliwatch.gr

Η Ελλάδα δεν επαναπαύθηκε στη συμφωνία με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και, λίγο καιρό αργότερα, υπέγραψε συμφωνία  με το Ισραήλ που αφορά την  παροχή  αμυντικού εξοπλισμού. Στο πλαίσιο της συμφωνίας, μία ισραηλινή εταιρεία αμυντικών ηλεκτρονικών συστημάτων θα λειτουργεί ένα κέντρο εκπαίδευσης για την ελληνική Πολεμική Αεροπορία, με βάση ένα συμβόλαιο ύψους περίπου 1,65 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η εταιρεία γνωστοποίησε ότι θα προμηθεύσει ολόκληρο τον εκπαιδευτικό στόλο της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας με νέα εκπαιδευτικά αεροσκάφη  και θα τον συντηρεί για περίπου μια εικοσαετία.

Η συνεργασία Ελλάδος-Ισραήλ έχει ασφαλώς κυρίαρχη θέση στην ιεραρχία της θεματικής της εξωτερικής πολιτικής της χώρας. Η σημασία της επιβεβαιώνεται μέσα από τις κοινές προκλήσεις, καθώς και τα κοινά συμφέροντα που ενώνουν τις δύο χώρες. Η δημιουργία οποιασδήποτε σχέσης με το Ισραήλ, και πόσο μάλλον αμυντικής φύσεως, συνεισφέρει στην ενίσχυση ενός πυλώνα σταθερότητας, ασφάλειας και ισορροπίας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Δεν πρέπει να λησμονείται η έντονη τουρκική προκλητικότητα, καθώς και η ασταθής εσωτερική κατάσταση της γειτονικής χώρας, ένα θέμα που απασχολεί συνεχώς την ελληνική εξωτερική πολιτική και, συνεπώς, η εξεύρεση λύσεως εναπόκειται σε ενέργειες που σχετίζονται με την περαιτέρω διεύρυνση της στρατηγικής συνεργασίας της Ελλάδος με τις υπόλοιπες χώρες της περιοχής, ως ανάχωμα στην τουρκική προκλητικότητα.

Λίγο καιρό μετά τη συμφωνία με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Ισραήλ, η Ελλάδα σύναψε εκ νέου συμφωνία με το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας. Πιο συγκεκριμένα, η συμφωνία αφορά την παραχώρηση από την Ελλάδα στη Σαουδική Αραβίας μιας συστοιχίας πυραύλων Patriot, καθώς το Βασίλειο του κόλπου στρέφεται και σε άλλες εναλλακτικές για την προστασία της αεράμυνας του. Η συμφωνία αυτή ενδέχεται να έχει γεωπολιτική σκοπιμότητα για τη Σαουδική Αραβία, καθώς η σύναψη αμυντικών δεσμών με την Ελλάδα εκπέμπει ισχυρό πολιτικό μήνυμα.

Πηγή εικόνας: Eurokinissi/Μιχάλης Καραγιάννης

Μέσω αυτής της συμφωνίας, η Ελλάδα και η Σαουδική Αραβία αναβαθμίζουν τη διπλωματική και αμυντική συνεργασία τους στοχεύοντας στην περιφερειακή σταθερότητα. Επίσης, υπογράφτηκε συμφωνία με το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου, κάτι το οποίο αποτελούσε επιδίωξη και των δύο πλευρών για αρκετό καιρό. Αυτό συνιστά για την Ελλάδα μια μεγάλη πρόοδο στη συνεργασία με τις χώρες του Κόλπου και δείχνει πως στην ευρύτερη περιοχή έχει θεσπιστεί ένα μέτωπο κατανόησης που στηρίζεται στη βάση του διεθνούς δικαίου, όπου όλες οι χώρες της ευρύτερης περιοχής, ουδεμίας εξαιρουμένης, που συνυπογράφουν το Διεθνές Δίκαιο ως τρόπο συνεννόησης και ως τρόπο συμπεριφοράς, είναι ευπρόσδεκτες σε αυτή την ευρύτερη συνεννόηση που επιδιώκεται απέναντι στον αναθεωρητισμό.

Γίνεται, λοιπόν, αντιληπτό πως η Ελλάδα στράφηκε εκτός από τους ευρωπαίους εταίρους της και σε άλλους συμμάχους στην ευρύτερη περιοχή. Αξιοποίησε το γεγονός ότι διαχρονικά είχε συμπάθειες στις χώρες της Μέσης Ανατολής, ενώ θεωρείται ένας παράγοντας σταθερότητας και ειρήνης στην περιοχή. Έτσι, σε μία περίοδο στην οποία η χώρα έπρεπε να δείξει διαλλακτικότητα και ευελιξία ως προς τις συμμαχίες της, οι χώρες αυτές ήταν εκεί για να τη βοηθήσουν με την υπογραφή συμφωνιών, οι οποίες σέβονται τη διπλωματία και επιζητούν την ειρηνική επίλυση των διαφορών των κρατών στην περιοχή.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • H αμυντική συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Σαουδικής Αραβίας εκπέμπει σοβαρό πολιτικό μήνυμα, hellasjournal.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Ελλάδα και Ισραήλ υπέγραψαν αμυντική συμφωνία, kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Κοινό αμυντικό δόγμα της Ελλάδας με τα Εμιράτα – Τι προβλέπει, protothema.gr, διαθέσιμο εδώ

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Νωτούδας
Κωνσταντίνος Νωτούδας
Είναι απόφοιτος του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης και μεταπτυχιακός φοιτητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας στο πρόγραμμα «Διοίκηση Υπηρεσιών Υγείας». Έχει συμμετάσχει σε αρκετές ημερίδες που αφορούν την Πολιτική Επιστήμη και την Διπλωματία. Παράλληλα, έχει λάβει μέρος σε τέσσερις προσομοιώσεις (δήμος, περιφέρεια, βουλή, ευρωκοινοβούλιο), ενώ στην τελευταία είχε βραβευτεί. Υπήρξε εισηγητής σε δύο συνέδρια, το ένα στο ΑΠΘ με θέμα τις τριπλές εκλογές του 2019 και το άλλο στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου με θέμα τις ελληνοτουρκικές διαφορές. Πραγματοποίησε την πρακτική του άσκηση στην περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Είναι μέλος του Ελληνικού Οργανισμού Πολιτικών Επιστημόνων και ιδρυτικό μέλος του σωματείου «Ομάδα ενασχόλησης με την Πολιτική Επιστήμης», που ιδρύθηκε στο ΔΠΘ.