Της Ιωάννας Μπινιάρη,
Πριν μερικές εβδομάδες, με την απόφαση υπ’ αριθμ. ΣτΕ 1500/2022, δικαίωση αποδόθηκε στη Μυρτώ Παπαδομιχελάκη, ή όπως είναι γνωστή πανελληνίως ως «Μυρτώ της Πάρου», με την οποία το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο της χώρας δέχθηκε το αίτημα της μητέρας της, Μαρίας Κοτρώτσου, που ζητούσε αποζημίωση από το Δημόσιο για τo αποτρόπαιο έγκλημα, στο οποίο έπεσε θύμα η κόρη της, αλλά και μηνιαία πρόσοδο για να καλύπτει τις ανάγκες της.
Όσον αφορά τα πραγματικά περιστατικά της εν λόγω υπόθεσης, η άτυχη Μυρτώ έπεσε θύμα βιασμού και βάναυσης επιθετικής συμπεριφοράς το 2012 στην παραλία Χρυσή Άμμος της Πάρου από τον νεαρό πακιστανικής καταγωγής Αχμέτ Βακάς, που είχε εισέλθει παράνομα στη χώρα και παρείχε εξαρτημένη εργασία, ο οποίος, αφού τη λήστεψε και τη ξυλοκόπησε αφήνοντάς την ημιλιπόθυμη, στη συνέχεια ασέλγησε πάνω της. Έκτοτε, η νεαρή κοπέλα έμεινε καθολικά ανάπηρη, συγκεκριμένα με αναπηρία 100%, αφήνοντας, έτσι, στη μητέρα της το βαρύ φορτίο να βοηθήσει και να φροντίσει το παιδί της, αλλά και να επιδιώξει δικαστικά την εύρεση δικαιοσύνης.
Στην αγωγή που άσκησε η Μυρτώ Παπαδομιχελάκη –από κοινού με τη μητέρα και την αδερφή της–, ζήτησε, κατ’ επίκληση του άρθρου 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (ΕισΝΑΚ), χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη, κατά τις διατάξεις του άρθρου 932 του Αστικού Κώδικα, αλλά και ένα μηνιαίο ποσό αποζημίωσης για την κάλυψη των εξόδων διαβίωσης και φροντίδας της, λόγω ανεπανόρθωτης βλάβης της υγείας της, κατά τις διατάξεις των άρθρων 929 και 930 του Αστικού Κώδικα.
Σε αυτούς τους νομικούς ισχυρισμούς, προέβαλε, επίσης, ότι η ανεπανόρθωτη βλάβη που υπέστη λόγω του βαρύτατου τραυματισμού της οφείλεται και σε παράνομες παραλείψεις των αρμοδίων οργάνων του ελληνικού Δημοσίου, καθώς η Ελληνική Αστυνομία όφειλε να είχε λάβει τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία των συνόρων και ειδικότερα την πρόληψη και την αποτροπή της παράνομης εισόδου του δράστη, αλλά και να είχε διενεργήσει τους απαραίτητους ελέγχους, προκειμένου ν’ αποτραπεί ή, και μετέπειτα, να εντοπισθεί η παράνομη παραμονή και εργασία του στην χώρα.
Μάλιστα, η ΕΛ.ΑΣ. έπρεπε να είχε κινήσει τις διαδικασίες που έχουν θεσμοθετηθεί κατά νόμο προκειμένου να πραγματοποιηθεί η διοικητική απέλασή του, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 44 του ν. 2910/2001 και 76 του ν. 3386/2005, αφού με την παράνομη είσοδο και παραμονή του παραβιάσθηκαν οι ισχύουσες διατάξεις περί παράνομης εισόδου και διαμονής στη χώρα μας υπηκόων τρίτων χωρών. Το γεγονός, όμως, ότι η ΕΛ.ΑΣ. παρέλειψε, ως όφειλε, να προβεί στις παραπάνω ενέργειες, είχε ως αποτέλεσμα ο δράστης να κυκλοφορεί παρανόμως στη χώρα, χωρίς να έχει γίνει έλεγχος των στοιχείων του, χωρίς να έχει καταγραφεί η είσοδός του και χωρίς να γίνουν οι απαιτούμενες ενέργειες για την επαναπροώθηση ή την απέλασή του από τη χώρα.
Άρα, μεταξύ των παραπάνω παρανόμων πράξεων και παραλείψεων των οργάνων του Δημοσίου και της ζημίας των τριών γυναικών, υφίσταται αιτιώδης συνάφεια και ειδικότερα, εάν είχαν ληφθεί τα αναγκαία μέτρα από την Ελληνική Αστυνομία τόσο για την αποτροπή εισόδου του δράστη στη χώρα, όσο και για τη σύλληψη και απέλασή του, λόγω παράνομης παραμονής στην Ελλάδα, δε θα βρισκόταν στη χώρα ο δράστης και δε θα λάμβανε χώρα το τραγικό γεγονός του βιασμού και της ανεπανόρθωτης βλάβης της υγείας της.
Αρχικά, η εν λόγω αγωγή απορρίφθηκε και σε πρώτο και σε δεύτερο βαθμό από τα διοικητικά δικαστήρια, με το σκεπτικό ότι ναι μεν τα όργανα του Ελληνικού Δημοσίου δεν προέβησαν στις απαραίτητες και νόμιμες ενέργειες για την αποτροπή εισόδου και απέλαση του αλλοδαπού δράστη, ωστόσο, πρόσφορη αιτία για τον τραυματισμό της νεαρής κοπέλας δεν ήταν η παράνομη είσοδός του στη χώρα, σε συνδυασμό με τη διετή διαμονή και κυκλοφορία του, αλλά οι πράξεις του βιασμού και η απόπειρα ανθρωποκτονίας του τέλεσε ο εν λόγω αλλοδαπός σε βάρος της. Στο Συμβούλιο της Επικρατείας, όμως, που οδηγήθηκε, εν τέλει, η υπόθεση, προσδίδεται νέα νομολογιακή αξία στο νομικό καθεστώς της αστικής ευθύνης του Δημοσίου, καθώς τέθηκε σε προτεραιότητα η τελολογική ερμηνεία του άρθρου 105 ΕισΝΑΚ, με βάση την οποία οι διατάξεις πρέπει να ερμηνεύονται κυρίως για τον σκοπό που επιδιώκουν ή οφείλουν να επιδιώκουν.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο, εν τέλει, αναίρεσε τις απορριπτικές για την αγωγή της Μυρτούς αποφάσεις του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών (αρ. 14010/2019) σε πρώτο βαθμό και του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών (αρ. 468/2021) σε δεύτερο βαθμό, δεν ακολούθησε τη στενή ερμηνεία του άρθρου 105 του ΕΙσΝΑΚ που είχαν ενστερνιστεί τα προαναφερόμενα δικαστήρια. Μάλιστα, στηρίχτηκε στο συνταγματικό θεμέλιο της αστικής ευθύνης του Δημοσίου, ήτοι το άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος, όπου γίνεται λόγος για την αρχή της ισότητας στα δημόσια βάρη, και προέβη σε ευρεία ερμηνεία της κρίσιμης νομοθετικής διάταξης.
Ειδικότερα, έκρινε ότι: «η είσοδος στη Χώρα αλλοδαπών/υπηκόων τρίτης χώρας και η περαιτέρω διαμονή τους –η οποία μπορεί να είναι και μακρά– δεν είναι ελεύθερη ούτε ανεξέλεγκτη, αλλά διέπεται από κανονιστικό καθεστώς (του ν. 3386/2005) που επιβάλλει σ’ αυτούς την υποχρέωση εφοδιασμού τους με διαβατήριο/ταξιδιωτικό έγγραφο, θεώρηση εισόδου και άδεια διαμονής για συγκεκριμένο σκοπό (για εργασία, ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα, σπουδές ή άλλο νόμιμο σκοπό) και καθιδρύει δεσμία αρμοδιότητα των αστυνομικών οργάνων για την έκδοση πράξεως απελάσεως σε περίπτωση, μεταξύ άλλων, που ο αλλοδαπός έχει παραβιάσει τις σχετικές διατάξεις, μετά δε την έναρξη ισχύος του ν. 3907/2011 πράξεως επιστροφής για τους παρανόμως διαμένοντες.
Οι ρυθμίσεις των διατάξεων του ν. 3386/2005 αποσκοπούν όχι μόνον στην προστασία του γενικού (δημόσιου) συμφέροντος (της διασφαλίσεως της δημόσιας τάξεως, ασφάλειας, κοινωνικής ειρήνης, δημόσιας υγείας), αλλά και στην προστασία του συμφέροντος των ιδιωτών με την αποτροπή της προσβολής των συνταγματικώς προστατευόμενων έννομων αγαθών (της ζωής, της υγείας, της σωματικής ακεραιότητας, της τιμής, της υπολήψεως, της προσωπικής ελευθερίας, της γενετήσιας ελευθερίας, της περιουσίας, της ιδιοκτησίας τους) από τη συμπεριφορά των παρανόμως εισελθόντων, διαμενόντων και εργαζόμενων στη Χώρα αλλοδαπών.
Επίσης, αποσκοπούν και στην προστασία του συμφέροντος των προσώπων αυτών, τα οποία, όπως επισημαίνεται στην οικεία αιτιολογική έκθεση, «παραμένουν στο περιθώριο της κοινωνικής ζωής ορισμένες μάλιστα φορές σε συνθήκες κατώτερες του ελαχίστου που υπαγορεύει η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, με αποτέλεσμα να εξωθούνται μοιραία σε ποικίλες μορφές παραβατικότητας, τροφοδοτώντας έτσι ακούσια, κατά καιρούς, τάσεις επιφυλακτικότητας εκ μέρους του ημεδαπού πληθυσμού». Άλλωστε, όσο τα αστυνομικά όργανα παραβιάζουν τις υποχρεώσεις τους και δεν εκδίδουν κατ’ ενάσκηση της δεσμίας αρμοδιότητάς τους πράξη απελάσεως ή μετά τις 26.1.2011 πράξη επιστροφής για τους παρανόμως διαμένοντες, δημιουργείται η βεβαιότητα σε όποιον αλλοδαπό εισήλθε λάθρα, διαμένει παρανόμως στη Χώρα και επιθυμεί να συμπεριφερθεί παρανόμως και να προσβάλει κάποιο έννομο αγαθό ότι ποτέ δεν θα τιμωρηθεί. Και τούτο, διότι η ταυτότητά του δεν είναι γνωστή στις ελληνικές αρχές ούτε έχουν ληφθεί τα δακτυλικά αποτυπώματά του (αφού δεν συνελήφθη ούτε κατά την παράνομη είσοδό του στη Χώρα ούτε κατά τη διάρκεια της παράνομης διαμονής του).
Ενόψει των επιδιωκόμενων ως άνω προστατευτικών σκοπών των ρυθμίσεων του ν. 3386/2005, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, σε περίπτωση παρανόμως εισελθόντος στη Χώρα αλλοδαπού που επί μακρόν διαμένει και εργάζεται παρανόμως σε περιορισμένο κατ’ έκταση τόπο (λ.χ. νησί), η παράλειψη των αστυνομικών οργάνων να άρουν την παράνομη κατάσταση που προκλήθηκε από την παράνομη είσοδο και παραμονή του επί μακρόν στη Χώρα, μη εκδίδοντας, ενώ έχουν υποχρέωση και μπορούν, πράξη απελάσεως κατά παράβαση του άρθρου 76 παρ. 1 περ. β΄ του ν. 3386/2005 ή μετά τις 26.1.2011 πράξη επιστροφής κατά παράβαση του άρθρου 21 παρ. 1 εδ. τρίτο του ν. 3907/2011, μπορεί να θεωρηθεί αντικειμενικώς και κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων ως πρόσφορη αιτία του παραχθέντος επιζήμιου αποτελέσματος (εγκλήματος).
Συνεπώς, υπάρχει γενικώς και αφηρημένως αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παράνομης αυτής παραλείψεως των οργάνων του Δημοσίου και της ζημίας (λ.χ. βλάβης του σώματος ή της υγείας ή θανατώσεως) τρίτου προσώπου, η οποία προκαλείται όταν ο παρανόμως εισελθών και διαμένων στην Ελλάδα υπήκοος τρίτης χώρας προσβάλει απολύτως προστατευόμενο έννομο αγαθό. Αυτό προκύπτει και από άλλες αποφάσεις του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου της χώρας που αφορούσαν περιπτώσεις παραλείψεων των αστυνομικών οργάνων να λάβουν τα αναγκαία, κατάλληλα και πρόσφορα μέτρα για την αποτροπή ζημιών εις βάρος φυσικών ή νομικών προσώπων κατά τη διάρκεια βίαιων επεισοδίων στο πλαίσιο μαζικής κινητοποιήσεως πολιτών ή διαδηλώσεων ή εξαιτίας τρομοκρατικών ενεργειών».
Εν κατακλείδι, με την παραπάνω αναφερόμενη κρίσιμη σκέψη του δικαστηρίου, όχι μόνο δικαιώθηκε η άτυχη Μυρτώ για το κακό που συνέβη τόσο στην ίδια, αλλά αναπόφευκτα και στην οικογένειά της, αλλά και καθιερώθηκε μια ιδιαίτερη σημαντική νομολογιακή στροφή ως προς την ερμηνεία των διατάξεων για την αστική ευθύνη του Δημοσίου. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που λήφθηκε κυρίως υπόψη είναι ότι οι επίμαχες διατάξεις δεν τέθηκαν μόνο για την προστασία του δημοσίου συμφέροντος, αλλά και για την προστασία των εννόμων συμφερόντων των ιδιωτών και συνταγματικά προστατευόμενων αγαθών, όπως η ζωή, η υγεία, η τιμή, η αξιοπρέπεια, η γενετήσια ελευθερία, η σωματική ακεραιότητα και η περιουσία.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Αποζημίωση για τη Μυρτώ της Πάρου από το ΣτΕ, kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ
- Μυρτώ της Πάρου: Το ΣτΕ έκρινε πως πρέπει να καταβληθεί αποζημίωση από το Δημόσιο, huffingtonpost.gr, διαθέσιμο εδώ
- Η εξέλιξη της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας ως προς το νομικό καθεστώς της αστικής ευθύνης του Δημοσίου. Σχόλιο στην απόφαση ΣτΕ (Α’) 1500/2022 (υπόθεση Μυρτούς Παπαδομιχελάκη), constitutionalism.gr, διαθέσιμο εδώ