17 C
Athens
Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΤο χρονικό της Μικράς Ασίας: 100 χρόνια από τον ξεριζωμόΚαλοκαίρι 1920: Η δυναμική του ελληνικού στρατού και οι επιτυχείς επιχειρήσεις στη...

Καλοκαίρι 1920: Η δυναμική του ελληνικού στρατού και οι επιτυχείς επιχειρήσεις στη Μικρά Ασία


Της Παρασκευής Θεοδωρίδου,

Ο Ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1919-1922 αποτελεί γεγονός-σταθμό, τόσο για τη σύγχρονη Ελλάδα και Τουρκία, όσο και για τις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών. Επιπλέον, θεωρείται η αρχή του τέλους του ελληνισμού στις περιοχές της Μικράς Ασίας, καθώς το αποτέλεσμα του πολέμου ήταν ευνοϊκό για την Τουρκία. Το παρόν άρθρο θα εστιάσει στις στρατιωτικές επιχειρήσεις που διεξήγαγε ο ελληνικός στόλος από τον Ιούνιο, έως και τις αρχές Αυγούστου του 1920.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, έχοντας την υποστήριξη των Μεγάλων Δυνάμεων, φιλοδοξούσε να επιτύχει τον βασικό στόχο της Μεγάλης Ιδέας, την κατάληψη και προσάρτηση περιοχών της Μικράς Ασίας εντός της ελληνικής επικράτειας. Μέρος του σχεδίου ήταν μάλιστα και η υπογραφή συνθήκης ειρήνης με τον ηττημένο Μουσταφά Κεμάλ, αφού πρώτα διαμελιζόταν η χώρα.

Πριν προχωρήσουμε στην περαιτέρω ανάλυση των γεγονότων, κρίνεται σημαντικό να αναφερθεί η απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων να στείλουν τον ελληνικό στρατό στη Σμύρνη το 1919. Σκοπός αυτής της απόφασης ήταν κατά κύριο λόγο η αποκατάσταση της τάξης στη περιοχή, παρά η εξασφάλιση των εθνικών συμφερόντων της Ελλάδας, όπως πολλοί είχαν πιστέψει. Ο κύριος λόγος που οι Μεγάλες Δυνάμεις είχαν επιλέξει την Ελλάδα για τη συγκεκριμένη απόβαση ήταν τόσο η βοηθητική παρουσία της χώρας στο ρωσικό μέτωπο του 1919, όσο και οι στρατιωτικές νίκες στο Μακεδονικό μέτωπο κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ο αρχιστράτηγος Λεωνίδας Παρασκευόπουλος. Πηγή εικόνας: Η Καθημερινή

Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, ουσιαστικά, ξεκινά η αλλαγή στη δομή του στρατού. Ο Βενιζέλος γνωστοποίησε την πρόθεσή του να ενισχύσει τη δυναμική του, αυξάνοντας τόσο το ανθρώπινο δυναμικό, όσο και τον εξοπλισμό. Τόνισε δε πως η μόνη βοήθεια που θα δεχόταν από τις Μεγάλες Δυνάμεις επί του θέματος, ήταν μόνο χρηματικής και εξοπλιστικής φύσεως. Έτσι, οι Μεραρχίες αριθμούσαν πλέον τις πέντε, με την προσθήκη του Συντάγματος Βαρέως Πυροβολικού και του Συντάγματος Ιππικού.

Τον Φεβρουάριο προστέθηκε η Μεραρχία Σμύρνης, ενώ το Γενικό Στρατηγείο μεταφέρθηκε από τη Θεσσαλονίκη στη Μικρά Ασία. Επικεφαλής του στρατού που θα συγκεντρωνόταν στη Μικρά Ασία, προκειμένου να ξεκινήσουν οι επιδρομές, ορίστηκε ο αρχιστράτηγος Λεωνίδας Παρασκευόπουλος. Ένα μήνα αργότερα ο Πρωθυπουργός της Αγγλίας Lloyd George ζήτησε από τον Βενιζέλο να στείλει μεραρχία στη Νικομήδεια, αίτημα στο οποίο ο Έλληνας ομόλογός του αποκρίθηκε θετικά.

Στις 9 Ιουνίου 1920 και αφού στάλθηκε βοήθεια στους Άγγλους, όπως αναφέρθηκε πρωτύτερα, το Ανώτατο Συμμαχικό Συμβούλιο έδωσε εντολή στον ελληνικό στρατό να καταλάβει τη σιδηροδρομική γραμμή Σμύρνης-Πανόρμου. Όπως διαπίστωσαν και οι Σύμμαχοι που παρακολουθούσαν τις προετοιμασίες του στρατού, έγινε αντιληπτό ότι οι επιδρομές είχαν διττό στόχο. Ο πρώτος ήταν προς την κατεύθυνση Αξάριο-Σόμα-Πάνορμος, τα οποία και καταλήφθηκαν, ενώ ο δεύτερος ήταν η κατάληψη της Φιλαδέλφειας. Ο Βενιζέλος σε τηλεγράφημά του προς τον Υπουργό Εξωτερικών, μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι στόχος του ήταν και η κατάληψη της παραλίας του Μαρμαρά.

Ο στρατιωτικός Στυλιανός Γονατάς. Πηγή εικόνας: Εθνικό Ιστορικό Μουσείο

Η Φιλαδέλφεια θεωρούνταν στρατηγικής σημασίας περιοχή, αφού εάν περνούσε υπό τον έλεγχο του ελληνικού στρατού, αυτόματα η πλάστιγγα θα έκλινε σημαντικά προς το μέρος του. Πιο συγκεκριμένα, η μάχη στη Φιλαδέλφεια διήρκησε από τις 9 έως τις 12 Ιουνίου και στέφθηκε με μεγάλη επιτυχία. Στις 9 Ιουνίου απόσπασμα της 13ης Μεραρχίας εισέβαλε και κατέκτησε τη γραμμή Σαραχανλί-Μάρμαρα, ενώ, παράλληλα, η Μεραρχία Αρχιπελάγους κατόρθωσε να εξασφαλίσει τον έλεγχο στη γραμμή Περγάμου-Κινίκ.

Στις 10 Ιουνίου καταλήφθηκε το Σαλιχλί, με πολλούς αντίπαλους στρατιώτες, μάλιστα, να αιχμαλωτίζονται. Αφού η κατάληψη της Φιλαδέλφειας στέφθηκε από επιτυχία, επόμενος στόχος ήταν η επιδρομή προς τα βόρεια, με στόχο την κατάληψη της Πανόρμου. Στις 16 Ιουνίου μεραρχίες από βόρεια, νότια και ανατολικά συγκεντρώθηκαν, ούτως ώστε να καταλάβουν την Πάνορμο και την Προύσα. Η επίθεση στις δύο περιοχές έγινε εφικτή, εφόσον ο στρατός είχε προηγουμένως εξασφαλίσει τη σιδηροδρομική γραμμή Ντερέκιοϊ-Αχμετλί, καθώς και το Άκ Χισάρ. Ακόμη μία επιδρομή ήταν αυτή της 17ης Ιουνίου, όταν με τη συμβολή του αγγλικού στρατού καταλήφθηκε η Αδριανούπολη.

Από τη στιγμή που ο ελληνικός στρατός εξασφάλιζε τις εδαφικές κατακτήσεις δίχως ιδιαίτερη δυσκολία, η στρατιωτική ηγεσία εξέφρασε στον Βενιζέλο το σχέδιό της για την επέκταση του ελληνικού ελέγχου και στη γραμμή Εσκί Σεχίρ-Αφιόν Καραχισάρ. Παρόλα αυτά, ο Πρωθυπουργός αρνήθηκε την πρόταση αυτή, καθώς θεωρούσε ότι προτεραιότητα είχε η κατάληψη της Ανατολικής Θράκης.

Ο Λ. Παρασκευόπουλος (καθιστός) με τον επιτελάρχη του Θ. Πάγκαλο (δεξιά του) και άλλους επιτελείς μελετούν τον χάρτη των επιχειρήσεων που ξεκίνησαν τον Ιούνιο του 1920 (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα). Πηγή εικόνας: Η Καθημερινή

Έπειτα από αυτή την ανταλλαγή απόψεων για την επόμενη κίνηση του στρατού, ακολούθησε μια απροσδόκητη κίνηση της στρατιωτικής ηγεσίας. Συγκεκριμένα, το  Ελληνικό Επιτελείο, δίχως να εξασφαλίσει τη σύμφωνη γνώμη του Βενιζέλου, ξεκίνησε την επιχείρηση για την κατάληψη της Προύσας. Όπως αποδείχθηκε μετέπειτα, το σχέδιο επέφερε καρποφόρα αποτελέσματα παρά την αρνητική αντίδραση του Πρωθυπουργού, αφού στις 25 Ιουνίου ο ελληνικός στρατός κατόρθωσε να καταλάβει την περιοχή. Με την τελευταία αυτή κατάκτηση τερματίστηκαν οι επιχειρήσεις του στρατού στο βόρειο μέτωπο.

Στις 21 Ιουλίου το Α΄ Σώμα Στρατού διετάχθη να προχωρήσει προσωρινά βαθύτερα στη γραμμή του μετώπου Σιμάβ-Ουσάκ-Σαράκιοϊ, όπου δεν συνάντησε αντίσταση του κεμαλικού στρατού. Μια εβδομάδα αργότερα, στις 28 Ιουλίου, αποφασίστηκε η σύναψη ειρήνης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Πριν την υπογραφή της συνθήκης οι συζητήσεις των Μεγάλων Δυνάμεων στο Συνέδριο της Ειρήνης για την ελληνική ζώνη στη Σμύρνη και τη Μικρά Ασία ευρύτερα κατέληγαν σε αντιπαραθέσεις. Οι Αμερικανοί δεν δίστασαν να προβάλουν την αντίρρησή τους αναφορικά με την προσάρτηση της Σμύρνης στην Ελλάδα. Έκριναν πως οι σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Σμύρνης δεν είχαν ουσία, ώστε η τελευταία να προσαρτηθεί εντός των ελληνικών συνόρων. Παρόμοια αντίθεση εξέφρασε και ο Γάλλος Πρωθυπουργός Κλεμανσώ.

Μετά από τις δυσχερείς διπλωματικές συζητήσεις και τη μεγάλη στρατιωτική επιχείρηση της Ελλάδας το καλοκαίρι του 1920, υπογράφηκε η συνθήκη ειρήνης με την Τουρκία, γνωστή ως «Συνθήκη των Σεβρών», στις 10 Αυγούστου 1920. Η συνθήκη, μεταξύ άλλων, προέβλεπε την παραχώρηση μεγάλου μέρους της ευρωπαϊκής Τουρκίας στην Ελλάδα. Η Συνθήκη των Σεβρών, όμως, δεν διήρκησε πολύ, καθώς μία επαναστατική-εθνικιστική κυβέρνηση με έδρα την Άγκυρα και υπό τη στήριξη του Μουσταφά Κεμάλ αποφάσισε τη μη εφαρμογή της συνθήκης. Το αποτέλεσμα ήταν η κατάληψη όλων των εδαφών που κέρδισε η Ελλάδα από τις κεμαλικές δυνάμεις.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Συλλογικό έργο (1978), Ιστορία του Ελληνικού Έθνους: Νεώτερος Ελληνισμός από το 1913 ως το 1941, τόμος ΙΕ’, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών
  • Γονατάς, Στυλιανός (1958), Απομνημονεύματα Στυλιανού Γονατά 1897-1957, Αθήνα: Εκδ. Αθήναι
  • Στρατηγός, Ξενοφών (1999), Η Ελλάδα στη Μικρά Ασία, Αθήνα: Δημιουργία, Απ. Α. Χαρίσης
  • Burns, Edward (2020), Ευρωπαϊκή Ιστορία, Ο Δυτικός Πολιτισμός: Νεότεροι Χρόνοι, Αθήνα: Εκδ. Επίκεντρο

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Παρασκευή Θεοδωρίδου
Παρασκευή Θεοδωρίδου
Γεννηθείσα το 2000. Απόφοιτη του τμήματος Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, με κατεύθυνση τις Πολιτικές, Κοινωνικές και Πολιτισμικές Επιστήμες. Διαθέτει άριστες γνώσεις αγγλικών, ενώ στο πρόγραμμα σπουδών της έχει διδαχθεί τη ρουμανική γλώσσα. Κύρια ενδιαφέροντα είναι το Δίκαιο του πολέμου, η στρατηγική ανάλυση και το Διεθνές Δίκαιο.