Του Σταύρου Μητσιάνη,
Αμέσως μετά από τον Β΄ Καρχηδονιακό πόλεμο (218-201 π.Χ.), οι Ρωμαίοι προσπάθησαν να εξασφαλίσουν την κυριαρχία τους στην βόρεια Αφρική, βοηθώντας στην ίδρυση του βασιλείου της Νουμιδίας. Για την πολύτιμη βοήθεια ενός ημινομά πολεμάρχου, του Μαζινίσα, ενάντια στους Καρχηδονίους, οι Ρωμαίοι του επέτρεψαν να κρατήσει τα εδάφη που κατέκτησε και να ιδρύσει το νουμιδικό βασίλειο, το οποίο βρισκόταν στην Αλγερία και την Τυνησία. Ο διάδοχός του, ο Μικήψας, διακατέχονταν από μια μετριοπαθή πολιτική, πιο συγκεντρωμένη στην οικονομία και την σταθεροποίηση πάρα στους πολέμους. Ο Μικίψας έκανε την πόλη Σίρτα πρωτεύουσά του, στην οποία, επειδή ήταν παραθαλάσσια και κέντρο της αγροτικής παραγωγής, προσέλκυσε πολλούς Ρωμαίους και Έλληνες εμπόρους.
Ο Μικίψας είχε δύο γιούς, τον Ιεμψάλ και τον Αδερβάλ, καθώς και έναν θετό γιο και ανιψιό, ονόματι Ιουγούρθα (160-104 π.Χ.). Ο τελευταίος, είχε μεγάλη επιρροή στον θετό του πατέρα, καθώς του θύμιζε τον Μαζινίσα, στην αντοχή του και την πολεμική υπεροχή. Αυτό αποδείχτηκε πιο άμεσα, όταν ο Μικίψας τον έστειλε στο πλευρό της Ρώμης, έτσι ώστε να βοηθήσει στην πολιορκία της Ισπανικής πόλης Νουμάντιας. Σε αυτήν την εκστρατεία, ο Ιουγούρθας διέπρεψε στο πεδίο της μάχης, ενώ όλοι επευφημούσαν την στρατιωτική του νοημοσύνη, αλλά το πιο σημαντικό γεγονός ήταν η γνωριμία του με σημαντικά πρόσωπα του ρωμαϊκού κράτους.
Το 118 π.Χ. απεβίωσε ο Βασιλιάς της Νουμιδίας, Μικίψας, και τον διαδέχτηκαν όπως είχε συμφωνηθεί οι τρεις γιοί του. Βέβαια, η φιλοδοξία του Ιουγούρθα δεν τον επέτρεπε να συμβιβαστεί με αυτήν την απόφαση και έτσι αρχικά δολοφόνησε τον αδερφό του Ιεμψάλ και προχώρησε σε εμφύλιο πόλεμο με τον άλλο αδελφό του, τον Αδερβάλ. Κατά την διάρκεια του εμφυλίου, ο Αδερβάλ κατέφυγε στην Ρώμη για να παρακαλέσει του Ρωμαίους να περιορίσουν τον αδερφό του. Ενώ εικονικά υπήρξε ειρήνη ανάμεσα στους δύο, αφού επενέβησαν οι Ρωμαίοι, ο Αδερβάλ επέστρεψε στην Σίρτα από την Ρώμη. Η συμφωνία που έγινε ανάμεσα στους δύο αδελφούς με την βοήθεια του αυστηρού συγκλητικού Λουσίου Οπίμιου, προέβλεπε ο Αδερβάλ να κρατήσει το ανατολικό κομμάτι της Νουμιδίας και ο ιουγούρθας το δυτικό.
Ο Ιουγούρθας όμως επιτέθηκε ξανά στον αδελφό του και πολιόρκησε την πρωτεύουσα. Παρά τις προσπάθειες των Λατίνων εμπόρων να καθησυχάσουν τον Αδερβάλ, η Ρώμη επειδή δεχόταν πιέσεις και στα βόρεια και δυτικά σύνορά της, δεν έστειλε καθόλου στρατεύματα στην περιοχή, παρά μόνο δύο πρεσβείες για να συνθηκολογήσουν με τον Ιουγούρθα. Ενώ όμως ο στρατός του Αφρικανού βασιλιά πολιορκούσε την πόλη, ο ίδιος προσπαθούσε να κερδίσει χρόνο και έτσι δεν έδινε σαφείς απαντήσεις στους Ρωμαίους πρέσβεις. Όταν η πόλη κατακτήθηκε τελικά (112 π.Χ.), ο Ιουγούρθας αν και δεσμεύτηκε να μην προβεί σε σφαγές, βασάνισε τον αδερφό του μέχρι θανάτου και έσφαξε όλες τις λατινικές οικογένειες της πόλης.
Η Ρώμη ζημιώθηκε από αυτήν την εξέλιξη, καθώς οι οικογένειες των Λατίνων που σφαγιάσθηκαν συνδεόταν άμεσα με την εξαγωγή σιτηρών προς τη Ρώμη. Η σύγκλητος και ο λαός εξαγριώθηκαν και προσκάλεσαν τον Ιουγούρθα στη Ρώμη, για να απολογηθεί για τις πράξεις του. Κατά την παραμονή του στην Ρώμη αναφέρεται πως ο Ιουγούρθας χρημάτισε πολλούς από τους συγκλητικούς για να μην τον βλάψουν, ακόμα και έναν δήμαρχο, αποκαλύπτοντας έτσι την διαφθορά που μάστιζε την ρωμαϊκή πολιτεία εκείνη την περίοδο. Επιπλέον, ενώ ήταν στην Ρώμη δολοφόνησε έναν εξάδελφό του, ο οποίος προσπαθούσε να τον υπονομεύσει. Αυτή του η πράξη ξεχείλισε το ποτήρι και άνοιξε τον δρόμο προς τον πόλεμο. Ο Ρωμαίος συγγραφέας Σαλλούστιος αναφέρει πως φεύγοντας ο Ιουγούρθας από την Ρώμη παρατήρησε πως: «Η Ρώμη είναι μια πόλη προς πώληση και θα εξαφανιστεί σύντομα, όταν βρεθεί ο κατάλληλος αγοραστής».
Το 111-109 π.Χ. πραγματοποιήθηκαν δύο μεγάλες στρατιωτικές επιχειρήσεις, οι οποίες απέτυχαν οικτρά, καθώς ο ρωμαϊκός στρατός δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει στις αντιξοότητες της αφρικανικής ηπείρου, όπως επίσης και ενάντια στο ιππικό τοξοτών του Ιουγούρθα. Η Ρώμη ήταν σε αναβρασμό και δεν άργησαν να φανούν οι διαμάχες ανάμεσα στους populares (λαϊκούς) και τους optimates (αριστοκράτες). Ενώ βέβαια κατηγορούσαν ο ένας τον άλλον για διαφθορά και ανικανότητα, όλοι συμφωνούσαν πως ο πόλεμος με τον Ιουγούρθα έπρεπε να λήξει σύντομα.
Το 109 π.Χ. τα ηνία του αφρικανικού στρατού, πέρασαν στον εμπειρότατο αριστοκράτη Καικίλλιο Μέτελλο, ο οποίος δεν έχασε χρόνο και αντί να προσπαθεί να συγκρουσθεί με τον Ιουγούρθα σε ανοικτό πεδίο, πολιόρκησε και λεηλάτησε πολλές πόλεις και ανάκτορα της Νουμιδίας, συμπεριλαμβανομένης και της Σίρτας, υπονομεύοντας έτσι την δύναμη και την οικονομία του. Έπειτα, ο Ιουγούρθας προσπάθησε να αιφνιδιάσει τον ρωμαϊκό στρατό, καθώς αυτός περνούσε από τον ποταμό Μουθούλ, χωρίς όμως αποτέλεσμα, διότι οι Ρωμαίοι, αν και με μεγάλες απώλειες, κατάφεραν να αντισταθούν και να τον αποκρούσουν.
Οι συνέπειες της εκστρατείας του 109 π.Χ. δεν αργήσαν να φανούν. Ο Μέτελλος προσπάθησε να πείσει τον Ιουγούρθα να παραδοθεί, ακόμα και να τον δολοφονήσει, αλλά τελικά ο Ιουγούρθας αρχικά αναπλήρωσε τα χαμένα του στρατεύματα με άνδρες από την Γαετουλία από τα νοτιά και έπειτα σύναψε συνθήκη συμμαχίας με τον Βόκχο Α΄ της Μαυριτανίας, με αντάλλαγμα εδάφη στην Νουμιδία όταν θα τελείωνε ο πόλεμος.
Για άλλη μια φορά η δυσαρέσκεια στην Ρώμη άρχισε να εξαπλώνεται. Η λύση στο πρόβλημα εμφανίστηκε όταν ο Γάιος Μάριος (157-86 π.Χ.), ο διοικητής του ιππικού της Αφρικής και γαμπρός του Μετέλλου, ζήτησε να αποχωρήσει από την Αφρική με σκοπό να κάνει αίτηση για ύπατος. Ο Μέτελλος αρχικά δεν δέχτηκε και τον χλεύασε, καθώς η οικογένειά του δεν ήταν πλούσια και ο ίδιος δεν είχε πολιτική πείρα. Αυτό που είχε όμως ήταν στρατιωτική πείρα, η οποία αποδείχτηκε, όπως και του Ιουγούρθα, στην πολιορκία της Νουμάντιας. Το 108 π.Χ. ο Μέτελλος τελικά τον άφησε να πάει στην Ρώμη, όπου όντως εκλέχτηκε σε ύπατο και τονίζοντας την ανικανότητα των συγκλητικών στην επίλυση του ζητήματος, καθώς και παίρνοντας το μέρος των populares, ζήτησε να αντικαταστήσει τον Μέτελλο, ως ηγέτης στον πόλεμο με τον Ιουγούρθα.
Το αίτημά του μετά από λαϊκή πίεση έγινε δεκτό. Όμως, αντί να χρησιμοποιήσει τις κλασσικές μεθόδους στρατολόγησης, προσέλκυσε εθελοντές από όλες τις κοινωνικές τάξεις, χωρίς περιουσιακά ή οικονομικά κριτήρια, υποσχόμενος ότι θα τους προσφέρει γη στην βόρεια Αφρική ως ανταμοιβή για τις υπηρεσίες τους. Αφού δημιούργησε έναν ημιεπαγγελματικό και άρτια εκπαιδευμένο στρατό, το 106 π.Χ. ξεκίνησε την εκστρατεία του. Διεκπεραιώθηκε βαθιά στην Νουμιδία και κατέστρεψε πολλά φρούρια του Ιουγούρθα, με πιο αξιοσημείωτο, το βασιλικό του Θησαυροφυλάκιο. Παράλληλα, άρχισε διαπραγματεύσεις με τον Βόκχο για την παράδοση του Ιουγούρθα. Έτσι, όταν ο Μάριος έστειλε τον τιμητή (quaestor) του, Κορνήλιο Σύλλα, να διαπραγματευτεί μαζί του, ο Βόκχος τελικά πρόδωσε τον Ιουγούρθα με αντάλλαγμα εδάφη στην Νουμιδία και τον παρέδωσε στους Ρωμαίους.
Ο Μάριος γυρνώντας στην Ρώμη νικηφόρος, περιέφερε τον Αφρικανό βασιλιά ως τρόπαιό του κατά την διάρκεια του θριάμβου του, τον φυλάκισε στις φυλακές Tullianum και έναν χρόνο αργότερα, το 104 π.Χ., ο Ιουγούρθας στραγγαλίστηκε στην φυλακή, λήγοντας έτσι άδοξα μια ζωή διαφθοράς.
Οι συνέπειες του Ιουγουρθικού πολέμου ήταν σημαντικές. Μέσα από αυτόν τον πόλεμο αποκαλύφθηκε η διαφθορά στην ρωμαϊκή πολιτεία και άρχισε να βράζει η εμφύλια διαμάχη, η οποία θα χαρακτήριζε την ρωμαϊκή δημοκρατία στα τελευταία της χρόνια. Επιπλέον, με τον νέο τρόπο στρατολόγησής, που αργότερα θα γίνονταν γνωστή ως «Μαρριανές μεταρρυθμίσεις», ο στρατός της Ρώμης ανανεώθηκε και έγινε πιο ισχυρός και αξιόπιστος από ποτέ, ενώ στους κόλπους του πια μπορούσαν να ενταχθούν και να ανελιχθούν όλοι οι Ρωμαίοι άνδρες ανεξαρτήτου καταγωγής, εισοδήματος και πλούτου, αυξάνοντας δραματικά τον αριθμό του. Η τελευταία και πιο επικίνδυνη συνέπεια βέβαια, υπήρξε η δημιουργία δημαγωγών και πολεμάρχων, αφού ο έλεγχος του στρατού έφυγε από τα χέρια της συγκλήτου και συγκεντρώθηκε σε χέρια ικανών στρατιωτικών διοικητών, οι οποίοι επηρέασαν ανεπανόρθωτα τους θεσμούς της πολιτείας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Συλλογικό Έργο (2004), The Romans: From Village to Empire, New York & Oxford: Oxford University Press
- Χατζόπουλος, Δ. Διονύσιος (2015), Ιστορία του Ρωμαϊκού Κράτους, Αθήνα: Εκδόσεις Ηρόδοτος
- Sallust (2013), The War with Catiline. The War with Jugurtha, Edited by John T. Ramsey, Translated by J. C. Rolfe, Cambridge, MA: Harvard University Press
- Scullard, Howard Hayes & Cary, Max (1976), A history of Rome: Down to the reign of Constantine, Boston & New York: Bedford/St. Martin’s