Της Συμέλας Θεοδοσιάδου,
Το έβδομο βιβλίο του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (εφεξής «ΚΠΔ») φέρει τον τίτλο Έκτακτα ένδικα μέσα. Αφορά έκτακτες διαδικασίες και στο παρόν άρθρο θα παρουσιαστεί ευσυνόπτως το δεύτερο κεφάλαιο αυτού, που διαρθρώνεται στα άρθρα 535 έως 544 του ισχύοντος ΚΠΔ. Στο δεύτερο αυτό κεφάλαιο, προβλέπεται η υποχρέωση του Δημοσίου σε αποζημίωση όσων κρατήθηκαν προσωρινώς ή φυλακίστηκαν και μετέπειτα αθωώθηκαν. Η υποχρέωση αυτή θεμελιώνεται και σε υπερνομοθετικά κείμενα που έχει κυρώσει η χώρα μας, όπως αυτό του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα.
Οι δικαιούχοι της αποζημίωσης προβλέπονται στο άρθρο 535 ΚΠΔ και είναι οι εξής: α) οι προσωρινά κρατηθέντες, που αθωώθηκαν αμετάκλητα με βούλευμα ή απόφαση δικαστηρίου
β) οι κρατηθέντες με καταδικαστική απόφαση, η οποία μετέπειτα εξαφανίσθηκε αμετάκλητα συνεπεία ενδίκου μέσου και
γ) οι καταδικασθέντες και κρατηθέντες, που αθωώθηκαν με δικαστική απόφαση, ύστερα από επανάληψη της διαδικασίας.
δ) όσα πρόσωπα από τις ανωτέρω περιγραφείσες περιπτώσεις τιμωρήθηκαν μετέπειτα με ποινή μικρότερης διάρκειας από αυτή που εξέτισαν αρχικά
ε) οι κρατηθέντες, για τους οποίους στη συνέχεια έπαυσε οριστικά η ποινική δίωξη ή κηρύχθηκε απαράδεκτη με αμετάκλητη απόφαση ή βούλευμα, εφόσον οι λόγοι της οριστικής παύσης ή του απαραδέκτου της ποινικής δίωξης ήταν πρόδηλο ότι συνέτρεχαν κατά τον χρόνο έκδοσης της καταδικαστικής απόφασης ή του παραπεμπτικού βουλεύματος ή η ποινική δίωξη θεωρήθηκε σαν να μη έγινε κατ’ άρθρο 77.
στ) όπως προσθέτει το άρθρο 537 ΚΠΔ και εκείνοι απέναντι στους οποίους ο καταδικασμένος ή ο προσωρινά κρατούμενος είχε σύμφωνα με τον νόμο υποχρέωση διατροφής.
Εντούτοις, δεν δικαιούται αποζημίωση εκείνος που, βάσει του άρθρου 536 ΚΠΔ, έγινε παραίτιος της προσωρινής κράτησης ή της καταδίκης του. Η πρόθεση και, κατά συνέπεια, η αιτιότητα για την επιβολή προσωρινής κράτησης ή την καταδίκη εν προκειμένω, δεν πρέπει να είναι απόρροια της υπερασπιστικής διαχείρισης της υπόθεσης, αλλά να είναι απότοκος ενέργειας ή παράλειψης του ιδίου του προσωρινώς κρατηθέντος ή φυλακισθέντος, που να συνδέεται αιτιωδώς με το αποτέλεσμα της προσωρινής κράτησης ή καταδίκης του.
Για το αίτημα της αποζημίωσης, ακολουθείται η διαδικασία του άρθρο 538 ΚΠΔ, δηλαδή ο εν δυνάμει δικαιούχος υποβάλλει αίτηση γραπτώς ή προφορικώς στην ίδια δικαστική σύνθεση (δικαστήριο ή δικαστικό συμβούλιο) που είχε εξεδώσει την απόφαση για την υπόθεσή του, που θεμελιώνει το δικαίωμά του προς αποζημίωση (ήτοι την αθωωτική απόφαση ή αθωωτικό βούλευμα ή ένδικο μέσο που εξαφάνισε καταδικαστική απόφαση ή απόφαση επιβολής μικρότερης ποινής). Επί απόφασης δικαστηρίου με μικτή σύνθεση (μικτό ορκωτό), εφόσον η σύνοδος έχει λήξει, αρμόδια είναι το Τριμελές ή Πενταμελές Εφετείο. Η αίτηση αυτή πρέπει να υποβληθεί εντός της ανατρεπτικής προθεσμίας των 30 ημερών στον εισαγγελέα του αρμόδιου δικαστικού σχηματισμού, από το αμετάκλητο της απόφασης ή βουλεύματος ή εκδόσεως απόφασης επί της διαδικασίας του άρθρου 525επόμ. ΚΠΔ.
Όσον αφορά την εκδίκαση της αίτησης, αυτή εισάγεται αμέσως στον αρμόδιο δικαστικό σχηματισμό. Όπως ορίζει σχετικώς το άρθρο 539 ΚΠΔ, απαιτείται προηγουμένως ειδοποίηση από τη Γραμματεία της Εισαγγελίας προς τον αιτούντα ή τον αντίκλητό του με κάθε πρόσφορο μέσο, προκειμένου ο αιτών ή ο αντίκλητός του να υποβάλλει έκθεση των απόψεών του τουλάχιστον 24 ώρες πριν την εισαγωγή της υπόθεσης στον αρμόδιο δικαστικό σχηματισμό —ο οποίος κατά προτίμηση συγκροτείται από τους δικαστές που είχαν αποφανθεί επί της ποινικής υπόθεσης— που θα αποφανθεί επ’ αυτής. Πριν την έκδοση της απόφασης για το εάν το Δημόσιο είναι υπόχρεο έναντι του αιτούντος, ακούγονται τόσο ο αιτών την αποζημίωση όσο και ο Εισαγγελέας.
Η δικαστική απόφαση μπορεί να είναι απορριπτική, με το αιτιολογικό ότι δεν συντρέχουν οι όροι που εκτέθηκαν ανωτέρω, δηλαδή ο αιτών να μην ανήκει στις περιπτώσεις του άρθρου 535 ΚΠΔ ή 537 ΚΠΔ ή να ανήκει στην περίπτωση του άρθρου 536 ΚΠΔ. Μπορεί, όμως, να δεχτεί την αίτηση του προσωρινώς κρατουμένου ή φυλακισμένου που αθωώθηκε τελικά. Στην περίπτωση αυτή, βάσει του άρθρου 540 ΚΠΔ, επιδικάζεται στον αιτούντα αμετακλήτως κατ’ αποκοπή αποζημίωση συνολικά για τεκμαρτή περιουσιακή ζημία και για ηθική βλάβη, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο. Η επιδικασθείσα αποζημίωση μπορεί να επιστραφεί στο Δημόσιο, όταν συντρέξει η περίπτωση που περιγράφεται στο άρθρο 543 ΚΠΔ.
Νομολογιακά, ως επίλογος του παρόντος, έχει κριθεί από τον Άρειο Πάγο ότι η διάγνωση της υποχρέωσης ή μη του Δημοσίου να καταβάλει στον αιτούντα αποζημίωση κατ’ άρθρο 535επόμ ΚΠΔ αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα των ποινικών δικαστηρίων. Τα πολιτικά δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία ως προς τον προσδιορισμό του ύψους της ζημίας και την επιδίκαση της αποζημίωσης, εφόσον πρώτα έχει προηγηθεί η σχετική ποινική απόφαση (ΑΠ 41/2020, ΑΠ 260/2019, ΑΠ 444/2015). Γενικώς, ως προς το ύψος της αποζημίωσης, ισχύει και εν προκειμένω η στάθμιση της ζημίας με το επιδικασθέν ποσό, βάσει της αρχής της αναλογικότητας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Πόπη Η. Παπανδρέου, Διαγράμματα Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, 5η έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη