11 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΗ ιδεολογία ως βασικός αρωγός στην εξέλιξη του οικονομικού συστήματος (Μέρος Γ’)

Η ιδεολογία ως βασικός αρωγός στην εξέλιξη του οικονομικού συστήματος (Μέρος Γ’)


Του Κωνσταντίνου Γκαμπή,

Οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ πάντα εργαλειοποιούσαν την ιδεολογία για να διατηρούν και να επεκτείνουν την ισχύ τους. Αυτό, φυσικά, ισχύει και σήμερα όσο ίσχυε και πριν μία χιλιετία.

Με δεδομένη αυτήν την αρχή είναι εύκολο να κατανοηθεί η σημερινή κατάσταση των οικονομιών και πόσο δε της Ελλάδας, η οποία πρόκειται –ιδίως τα τελευταία χρόνια– για μία χαρακτηριστική περίπτωση χώρας της Ευρώπης, όπου ο φιλελευθερισμός χρησιμοποιείται από τους πλουτοκράτες και την κυβέρνηση για να εφαρμόζονται πολιτικές που οξύνουν τις κοινωνικές ανισότητες.

Η τωρινή ελληνική κυβέρνηση έχει επανειλημμένως αρνηθεί να παρέμβει στη λειτουργία της αγοράς για να τη ρυθμίσει, όπως στην παρούσα ενεργειακή κρίση, την οποία, για να αντιμετωπίσουν άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, έθεσαν διατιμήσεις και έδρασαν γενικότερα νομοθετικά (και αυτές περιορισμένα, άλλα έδρασαν). Φυσικά, η κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη δεν είναι η μόνη η οποία λειτούργησε έτσι. Και η προηγούμενη «αριστερή» κυβέρνηση έδρασε σε πολλές περιπτώσεις προς συμφέρον των ολίγων, αλλά η τωρινή κυβέρνηση το κάνει απροκάλυπτα και ξεπλένει ιδεολογικά την πολιτική της όσο καμία άλλη, τουλάχιστον από όσες θυμάμαι εγώ. Η κυβέρνηση προτάσσει την ιδιωτική πρωτοβουλία και περιουσία και την απουσία του κράτους, όχι επειδή το πιστεύει πραγματικά, αλλά επειδή με αυτό τον τρόπο διασφαλίζει τα συμφέροντα τα δικά της και της ολιγαρχίας. Ναι, στην Ελλάδα, όσο και αν δε θέλουμε να το παραδεχόμαστε αυτήν τη στιγμή υπάρχει μία ολιγαρχία που δηλητηριάζει την οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας.

Πηγή εικόνας: en.wikipedia.org

Προτού το άρθρο αυτό, όμως, καταντήσει ένα φιλιππικό προς την κυβέρνηση, ας επισημάνω εδώ ότι ολόκληρη η Δύση βρίσκεται σε ένα μεταίχμιο αυτήν τη στιγμή. Ή μάλλον πρόκειται για ένα σημείο τριβής ιστορικά ανάμεσα στην αποτυχία του νεοφιλελευθερισμού και της οικονομικής ελίτ, της οποίας τα συμφέροντα κινδυνεύουν από την ενδεχόμενη ιδεολογική αλλαγή. Το αδιέξοδο που προκύπτει από τη σύγκρουση των ιδεολογιών, η οποία είναι βαθιά ταξική, παράγει τις κοινωνικές ανισότητες που ως αποτέλεσμα έχουν τη δυσπιστία στις δυτικές κοινοβουλευτικές δημοκρατίες και την άνοδο της Νέας Δεξιάς. Όπως ακριβώς συνέβη τις δεκαετίες του ‘20 και του ‘30.

Προτού προχωρήσουμε παρακάτω, όμως, είναι απαραίτητο να γίνει σαφές το πώς οι κοινωνικές ανισότητες διαμορφώνονται σήμερα και πώς αυτό έχει οδηγήσει και στην άνοδο των δεξιών κομμάτων.

Αυτές οι ανισότητες δημιουργήθηκαν από τις σοσιαλδημοκρατικές πολιτικές και οξύνθηκαν από τις νεοφιλελεύθερες. Υπάρχουν, λοιπόν, δύο είδη ελίτ που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην πολιτική. Η μία αναδύθηκε εξαιτίας της οικονομικής επιτυχίας της, ενώ η άλλη της ακαδημαϊκής, οι οποίες δεν ταυτίζονται στις περισσότερες περιπτώσεις.

Η σοσιαλδημοκρατία, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, απέτυχε στο να προσφέρει ίσες ευκαιρίες στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Διακρίσεις στις χρηματοδοτήσεις των πανεπιστήμιων, η γεωγραφική θέση τους και η ικανότητα του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού, μαζί με τα κριτήρια εισαγωγής, την ανάγκη για εξωσχολικά μαθήματα (φροντιστήρια κ.λπ.), ενοικίαση φοιτητικού σπιτιού και διάφορα άλλα έξοδα καθιστούν την καλής ποιότητας τριτοβάθμια εκπαίδευση προνόμιο, πόσω μάλλον όταν τα πανεπιστημιακά ιδρύματα είναι ιδιωτικά. Όσοι, όμως, έχουν επωφεληθεί από το εν λόγω σύστημα είναι μία σταθερά στην εκλογική βάση της Αριστεράς.

Από την άλλη, πολλοί ήδη αρκετά πλούσιοι μαζί με μικροϊδιοκτήτες και επιχειρηματίες επωφελήθηκαν από τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία και έτσι τάσσονται με κόμματα όπως η Ν.Δ.

Η τάξη για την οποία δεν έχουμε μιλήσει είναι η κατώτερη, δηλαδή περίπου το 50% του πληθυσμού με το χαμηλότερο εισόδημα. Σε αυτήν τη μάζα ψηφοφόρων, υπάρχει ένα ποσοστό το οποίο εκπροσωπεί η Le Pen και ο Trump και ένα άλλο το οποίο απλώς απέχει από τις εκλογές. Η κατάληξη είναι να εκπροσωπούνται μειονότητες στο Κοινοβούλιο καθιστώντας την πολιτική, και ειδικότερα την οικονομική και δημοσιονομική πολιτική, ελιτιστική.

Μεγάλο κομμάτι της εργατικής τάξης έπεσε θύμα των οικονομικών υποσχέσεων της λαϊκίστικης Δεξιάς. Πηγή εικόνας: TheDigitalArtist / Pixabay

Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, έχουμε δύο κυρίαρχα κόμματα, τη Ν.Δ. και το ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Και τα δύο κόμματα εκπροσωπούν τα συμφέροντα της ολιγαρχίας de facto. Οι εκλογικές βάσεις των δύο αυτών, όμως, διαφέρει σημαντικά πλέον. Η Ν.Δ. βασίζεται σε ανθρώπους καταξιωμένους ή έστω με κάποια επιχειρηματική δραστηριότητα προσφέροντας πολιτικές φιλικές προς αυτούς και σε δεξιούς, πουλώντας πατριωτισμό, θρησκεία κ.λπ. Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. βασίζεται στους καταξιωμένους ακαδημαϊκά ψηφοφόρους και στους πιο αριστερούς ασκώντας και καλά φιλολαϊκές πολιτικές.

Ο καπιταλισμός χρήζει επιδιόρθωσης και, για να γίνει αυτό, θα πρέπει τα δύο βασικά είδη ανισοτήτων, που περιεγράφηκαν παραπάνω, όχι να εξαφανιστούν, αλλά να αμβλυνθούν. Η λύση δεν είναι να επιβληθεί η ισότητα, αλλά η κοινωνική δικαιοσύνη, την οποία εγώ, για τους σκοπούς αυτού το άρθρου, θα όριζα ως την εξασφάλιση αξιοπρεπούς διαβίωσης για όλα τα μέλη της κοινωνίας και ευκαιριών για να ανθίσουν τα ταλέντα τους, είτε αυτό σημαίνει κάποια να γίνει επιστήμονας είτε καλλιτέχνης, είτε επιχειρηματίας ή οτιδήποτε άλλο αυτή μπορεί να επιθυμεί.

Η λύση που προτείνεται εδώ και την οποία προτείνει και ο Piketty είναι η επιστροφή στη σοσιαλδημοκρατία, με ακόμη πιο τολμηρές πολιτικές από ότι στο παρελθόν. Δύο είναι οι βασικοί πυλώνες του συστήματος που προτείνεται εδώ. Η ανακατανομή του πλούτου και η ενίσχυση της θέσης των εργαζομένων.

Η ανακατανομή του πλούτου επιτυγχάνεται κυρίως μέσω της προοδευτικής φορολογίας και του διευρυμένου κοινωνικού κράτους. Και όταν μιλάμε για προοδευτική φορολογία εννοούμε φόρους στα υψηλά εισοδήματα πάνω από 50%, στις ιδιωτικές περιουσίες, είτε αυτές είναι γη είτε είναι ομόλογα ή μετοχές και στη μεταβίβαση αυτών των περιουσιών, οι οποίες και πάλι θα φτάνουν και θα ξεπερνούν το 50%. Επιπλέον, θα είναι απαραίτητο να γίνουν και κρατικοποιήσεις σε διάφορες εταιρείες που ιδιωτικοποιήθηκαν με αποτέλεσμα το κράτος και οι πολίτες να πληγούν οικονομικά, όπως η Δ.Ε.Η. στην Ελλάδα.

Πηγή εικόνας: flickr.com / Πνευματικά δικαιώματα: Haiku575 / Flickr

Ενδεικτικά, μία ιδέα για το πώς το κράτος μπορεί να διαχειριστεί τα χρήματα αυτά είναι το βασικό εισόδημα. Η παροχή δηλαδή ενός χρηματικού ποσού σε όλους τους πολίτες ανεξαρτήτως οικονομικής κατάστασης. Μία αρκετά δημοφιλής και ριζοσπαστική ιδέα, η οποία εφαρμόζεται ήδη στην Ε.Ε., αλλά όπως συμβαίνει και με άλλες τέτοιες πρωτοβουλίες, η εφαρμογή τους δεν είναι αρκετά ριζοσπαστική.

Τώρα, όσον αφορά τη θέση των εργαζομένων, αρχικά θα πρέπει να διασφαλιστούν βασικά δικαιώματα, όπως το δικαίωμα για συνδικαλιστική δράση, το 8ωρο και η ασφάλιση, πράγματα τα οποία στην Ελλάδα, τουλάχιστον ακόμη και σήμερα, δεν είναι καθόλου δεδομένα. Έπειτα, θα πρέπει να αλλάξει η οργανωτική δομή των εταιρειών. Οι εργαζόμενοι, όση διαπραγματευτική δύναμη και αν έχουν μέσω των ενώσεων και όσο και να νοιάζονται για το employer branding τους οι εταιρείες (που αυτήν τη στιγμή δεν το κάνουν και πολλές), δεν γίνεται τα συμφέροντά τους να εκπροσωπούνται πλήρως αν δεν λαμβάνουν μέρος στη λήψη των αποφάσεων. Μιλάμε για την εφαρμογή του co-management, το οποίο έχει λειτουργήσει αρκετά καλά στη Σκανδιναβία και τη Γερμανία. Με το να παραχωρείται ένα μέρος των ψήφων στα διοικητικά συμβούλια όχι μόνο προστατεύονται οι εργαζόμενοι, αλλά πολλές φορές μπορεί να είναι ωφέλιμο και για την εταιρεία, καθώς προσφέρεται μία διαφορετική οπτική από αυτήν των στελεχών.

Αυτά είναι κάποια ενδεικτικά και μόνο μέτρα που θα μπορούσαν να παρθούν από τις κυβερνήσεις. Η γενικότερη ιδέα είναι η εφαρμογή μαρξιστικών πρακτικών στην τωρινή ελεύθερη αγορά και η γέννηση ενός πιο ανθρωπιστικού καπιταλισμού. Μία τέτοια προοπτική μπορεί να φαίνεται σε πολλούς μη ρεαλιστική και η αλήθεια είναι πως, για να πραγματοποιηθεί, θα πρέπει να υπάρξει η ιδεολογική αλλαγή που θα σήμαινε την παραδοχή της ήττας του φιλελευθερισμού, αλλά και την επανεξέταση του σοσιαλισμού, κάτι δύσκολο για πολλούς. Πώς, λοιπόν, θα μπορούσε μια τόσο σημαντική αλλαγή να συμβεί; Λαμβάνοντας υπόψιν το πολιτικό και οικονομικό παρασκήνιο, θα έλεγα πως μόνο μέσω ενός συνταρακτικού γεγονότος θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί (όπως κάθε τέτοια αλλαγή στην ιστορία άλλωστε), είτε αυτό είναι ένας πόλεμος είτε είναι μία επανάσταση. Κάτι το οποίο θα προδώσει για τα καλά την αδυναμία του συστήματος.

Ο Μαρξ έλεγε ότι η πτώση του καπιταλισμού είναι αναπόφευκτη και από τότε έχουν περάσει 150 χρόνια. Τίποτα δεν είναι σίγουρο. Η ιστορία δεν έχει κάποια ροή ούτε είναι μία ευθύγραμμη γραμμή, αλλά παίρνει το σχήμα που εμείς της δίνουμε. Για άλλη μία φορά, θα παροτρύνω τον αναγνώστη να δράσει και να διεκδικήσει αυτός την κοινωνική δικαιοσύνη.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Capital and Ideology, Thomas Piketty, Harvard University Press

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Γκαμπής
Κωνσταντίνος Γκαμπής
Γεννημένος το 2002 στην Κέρκυρα, σπουδάζει στο Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων και Οργανισμών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Θέλει, επίσης, σίγουρα να κάνει κι ένα μεταπτυχιακό, αλλά δεν έχει ιδέα πάνω σε τι. Μιλάει αγγλικά, ενώ πασχίζει να μάθει και ρώσικα. Στον ελεύθερο χρόνο του, ασχολείται με το debate, το μπαλέτο και το διάβασμα, ενώ του αρέσει να περνάει πολλές ώρες σε καφέ, μόνος ή με παρέα.