Του Δημήτρη Καρυδάκη,
Βρισκόμαστε στον 6ο αιώνα μ.Χ. Με το δυτικό κομμάτι της πάλαι πότε Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας να έχει διαλυθεί ολοσχερώς από τις βαρβαρικές επιδρομές των Βανδάλων, των Ούννων, των Οστρογότθων και των Βησιγότθων, εδώ και έναν αιώνα περίπου (ο τελευταίος αυτοκράτορας του δυτικού κομματιού Ρωμύλος Αυγουστύλος εκθρονίστηκε το 476 μ.Χ. από τον βάρβαρο Φλάβιο Οδόακρο), το ανατολικό κομμάτι της αυτοκρατορίας, η λεγόμενη «Ρωμανία» ή «Βασιλεία Ρωμαίων», βρίσκεται σίγουρα σε πολύ καλύτερη κατάσταση. Ενδεδυμένη άτυπα τον μανδύα του Χριστιανισμού ήδη από την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου και του διατάγματος των Μεδιολάνων το 313 μ.Χ. και επισήμως το 380 μ.Χ. υπό τον Θεοδόσιο Α΄, η Ρωμανία (ή κοινώς το Βυζάντιο) δεν γλίτωσε από τις βαρβαρικές επιδρομές, τις οποίες, όμως, σαφέστατα χειρίστηκε καλύτερα από τους πρώην αυτοκράτορες του δυτικού τμήματος της Ρώμης.
Την περίοδο, στην οποία αναφερόμαστε (6ος αιώνας μ.Χ.), ο νέος επικίνδυνος εχθρός της Αυτοκρατορίας είναι οι Άβαροι. Με τουρκο-μογγολικές καταβολές οι νομάδες των Αβάρων, κατόπιν της εκδίωξής τους από τα βάθη της κεντρικής Ασίας από τις φυλές των «Μπλε Τούρκων», καταφθάνουν στην Ευρώπη περίπου στα μέσα του 6ου αιώνα μ.Χ., στη λεκάνη της Παννονίας (τοποθετείται στη σημερινή Ουγγαρία) και καθυποτάσσουν τους εναπομείναντες Γέπιδες και τις διάφορες γερμανικές, σλαβικές, ουννικές και λομβαρδικές φυλές.
Με την ίδρυση της δικής τους νομαδικής «αυτοκρατορίας», ήδη από το 535 μ.Χ., με βάση την Κριμαία και επτά αιώνες σχεδόν πριν από την ίδρυση της Μογγολικής Αυτοκρατορίας του Τζένγκις Χαν το «Χαγανάτο των Αβάρων» μεταφέρθηκε από την Κριμαία στην Ευρώπη, λόγω του φόβου των απειλητικών Ρουρανών Τούρκων. Με το Χαγανάτο να εκτείνεται από τις πεδιάδες της Παννονίας και, περνώντας από τη σημερινή Σερβία, τη Ρουμανία και τη Μολδαβία, να φτάνει και να αγγίζει μέχρι και τα βάθη της σημερινής Ουκρανίας, οι νεήλυδες Άβαροι δεν άργησαν να έρθουν σε επαφές με τους Ρωμαίους γείτονές τους στον νότο.
Η πρώτη αναμέτρηση των δύο λαών έλαβε χώρα το 568 μ.Χ. στη ρωμαϊκή πόλη του Σίρμιου (τοποθετείται στη σημερινή Sremska Mitrovica της Σερβίας). Το Σίρμιο αποτελούσε ένα από τα ισχυρότερα οχυρά της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στην περιοχή της Παννονίας, το οποίο κατοικούνταν τόσο από Ιλλυριούς, όσο και από Κέλτες. Με την οικειοθελή παράδοση της πόλης από τους τελευταίους Γέπιδες στους Βυζαντινούς, οι τελευταίοι ανέλαβαν την οργάνωση της άμυνας της πόλης απέναντι στους Άβαρους, επιτυγχάνοντας, εν τέλει, να την διατηρήσουν υπό τον έλεγχό τους. Με τον Ιουστίνο Β΄ στον θρόνο της Ρωμανίας η πρώτη πολιορκία του Σίρμιου από τους Άβαρους απέβη ανεπιτυχής.
Είναι αναγκαίο να σημειωθεί πως από την εποχή του Ιουστινιανού τόσο οι Άβαροι, όσο και διάφορες σλαβικές φυλές λεηλατούσαν τον ρωμαϊκό βορρά, ζητώντας συνήθως λύτρα ως αντάλλαγμα για την παύση των επιδρομών από τους Βυζαντινούς αυτοκράτορες. Παρόλα αυτά, η πρώτη επίσημη ρωμαιο-αβαρική ρήξη καταγράφηκε το 570 μ.Χ., όταν ο Αυτοκράτορας Ιουστίνος Β΄ αρνήθηκε να πληρώσει στους Αβάρους τα απαιτούμενα χρήματα για τη μη διεξαγωγή επιδρομών, προκαλώντας το ξέσπασμα του πρώτου ρωμαιο-αβαρικού πολέμου, ο οποίος διήρκεσε τέσσερα χρόνια και έληξε με την σύναψη συνθήκης ειρήνης, η οποία υποχρέωνε τους Βυζαντινούς να πληρώνουν στους Αβάρους ενιαύσιες πολεμικές αποζημιώσεις ύψους 80.000 σόλιδων. Παράλληλα, δύο χρόνια πριν από τη λήξη του πρώτου πολέμου με του Αβάρους, η Ρωμανία εισέρχεται σε πόλεμο με τους Σασσανίδες Πέρσες στα ανατολικότερα σύνορά της το 572 μ.Χ. και αναγκάζεται να μεταφέρει το μεγαλύτερο μέρος των στρατευμάτων της από τα Βαλκάνια στα περσικά σύνορα.
Επομένως, με τα βυζαντινά Βαλκάνια άδεια το πεδίο ήταν πλέον ελεύθερο για τους Σλάβους και τους Αβάρους, ώστε να λεηλατούν με την άνεσή τους. Μετά τη σύναψη ειρήνης το 574 μ.Χ. με τους Αβάρους και την πρώτη, ουσιαστικά, ήττα των Ρωμαίων, συνάπτεται το 578 μ.Χ. επί αυτοκράτορα Τιβερίου Β΄ Κωνσταντίνου η πρώτη συμμαχία του βυζαντινού κράτους με τους Αβάρους. Ο λόγος για την απρόσμενη αυτή εξέλιξη των γεγονότων ήταν οι ολοένα και αυξανόμενοι ρυθμοί των επιδρομών των Σλάβων, τους οποίους μισούσαν τόσο οι Ρωμαίοι, όσο και οι Άβαροι. Κατόπιν κοινής συνεννόησης μεταξύ του Τιβερίου και του Χαγάνου των Αβάρων Μπαγιάν Α΄ ο βυζαντινός στόλος στην περιοχή της Δαλματίας (σημερινή Κροατία) επιβίβασε ίσως 60.000 Αβάρους ιππείς (ενδεχομένως ο αριθμός να είναι φουσκωμένος) και, διασχίζοντας τον Δούναβη, τους αποβίβασε στη σημερινή Δοβρουτζά (ανάμεσα σε Βουλγαρία και Ρουμανία). Αυτό το στράτευμα κατέκαυσε σλαβικά χωριά και κατέσφαξε τον πληθυσμό τους.
Η συμμαχία αυτή προφανώς και ήταν ευκαιριακού χαρακτήρα, καθώς λίγα χρόνια μετά, το 582 μ.Χ., το Σίρμιο πολιορκήθηκε ξανά από τους Αβάρους και τελικά κατακτήθηκε από αυτούς. Η απώλεια του Σίρμιου αποτέλεσε μία από τις τραγικότερες ήττες των Ρωμαίων, καθώς άνοιγε τον δρόμο για την κάθοδο των Αβάρων στα Βαλκάνια.
Με την ανύψωση του στρατηγού Μαυρικίου στον θρόνο του Βυζαντίου και τη συνέχιση των νικών επί των Περσών στην Ανατολή, έχουμε την επιτυχημένη απώθηση των Σλάβων και των Αβάρων από τη Θεσσαλονίκη το 586 μ.Χ. και το τέλος του βυζαντινό-περσικού πολέμου το 591 μ.Χ. με τη σύναψη ειρήνης μεταξύ των αντιμαχόμενων και την καθοριστική νίκη των Βυζαντινών. Το 601 μ.Χ. ο Μαυρίκιος κατατροπώνει τους Αβάρους στο Βιμινάκιο (οχυρό κοντά στη σημερινή πόλη Kostolac της Σερβίας) και μετά την άνοδο του αυτοκράτορα Ηρακλείου στον βυζαντινό θρόνο το 610 μ.Χ. διεξήχθη ίσως η σημαντικότερη μάχη. Η πολιορκία της Κωνσταντινούπολης το 626 μ.Χ. από τους Αβάρους, τους Σλάβους και τους Πέρσες ταυτόχρονα ήταν ίσως από τις σημαντικότερες στιγμές στην ιστορία του Βυζαντίου.
Με την περικύκλωση της Πόλης τόσο από τους Πέρσες από την απέναντι όχθη, τη Χαλκηδόνα, και από τους Αβαροσλάβους, που αριθμούσαν τους 80.000 έξω από τα τείχη της, η αυτοκρατορία απειλήθηκε με ολοκληρωτικό αφανισμό. Παρόλα αυτά και κόντρα σε όλες τις πιθανότητες, η βυζαντινή άμυνα των 12.000 ανδρών υπό τον Πατριάρχη Σέργιο (ο Ηράκλειος πολεμούσε τους Πέρσες στην Μεσοποταμία, εξ ου και η απουσία του) απέναντι στους πολιορκητές αποδείχθηκε επιτυχής, με τους Βυζαντινούς να αποδίδουν τη νίκη στην Παναγία, της οποίας την εικόνα περιέφεραν σε όλη την Πόλη κατά τη διάρκεια της πολιορκίας, τονώνοντας το ηθικό των αμυνόμενων πολεμιστών. Λέγεται ότι μετά τη λήξη της πολιορκίας στον ναό της Παναγίας των Βλαχερνών έξω από τα τείχη της Πόλης, ο Πατριάρχης Σέργιος εκφώνησε έναν ύμνο στην Παναγία, με τους παρευρισκόμενους να μένουν όλη την ώρα όρθιοι. Από το συμβάν αυτό, λοιπόν, έλαβε και ο «Ακάθιστος Ύμνος» το όνομά του.
Μετά από την ανεπιτυχή πολιορκία της Πόλης, οι Άβαροι θα αποσυρθούν πάλι πίσω στην Παννονία, χάνοντας σταδιακά κύρος και εδάφη, παραμένοντας, ωστόσο, υπολογίσιμη δύναμη στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη. Μετά το 800 θα διαλυθούν από τις εκστρατείες των Βουλγάρων, αλλά και των Φράγκων του Καρλομάγνου. Όπως και να έχει, όμως, οι Άβαροι υπήρξαν από τους ισχυρότερους εχθρούς των Ρωμαίων, με τους οποίους είχαν διαρκώς τεταμένες σχέσεις με μία μόνο εξαίρεση, όπως είδαμε.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Byzantine Battles, Capture of Sirmium. Διαθέσιμο εδώ
- Byzantine Battles, Siege of Constantinople. Διαθέσιμο εδώ
- David, Ariel (2022), Study Reveals Origin of the Mysterious Avars, Who Crushed the Roman Empire, haaretz.com. Διαθέσιμο εδώ
- Kardaras, Georgios (2006), “The Byzantine-Avar Cooperation against the Slavs (578)”, στο: Jozef Zábojník (επιμ.), Aevum Medium: Zborník na počesť Jozefa Hošša, Bratislava, σελ. 31-33
- The Byzantine Legacy, Church of Panagia Blachernai. Διαθέσιμο εδώ
- The Byzantine Legacy, Walls of Blachernai. Διαθέσιμο εδώ
- Γιαννόπουλος, Χρήστος (2009), Πολεμιστές της Αρχαιότητας και του Μεσαίωνα, Αθήνα: Εκδ. Περισκόπιο