12.1 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΠροϋποθέσεις κήρυξης αναγκαστικής απαλλοτρίωσης και προστασία του διοικούμενου

Προϋποθέσεις κήρυξης αναγκαστικής απαλλοτρίωσης και προστασία του διοικούμενου


Της Μαριάννας Καλτσά,

Το άρθρο 17 παράγραφος 1 του Συντάγματος κατοχυρώνει ρητά την προστασία της ιδιοκτησίας, ως κλασσικό ατομικό δικαίωμα που προστάζει την αποχή του κράτους από οποιαδήποτε επέμβαση στη σφαίρα της ιδιωτικής αυτονομίας (status negativus). Παράλληλα, το ίδιο άρθρο εισάγει και μια θεσμική εγγύηση της προστασίας της ιδιοκτησίας, που σημαίνει πως αν και η ιδιοκτησία αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα της έννομης τάξης μας, το κράτος μπορεί να επιβάλλει μέτρα και περιορισμούς επ’ αυτού προκειμένου να προαχθεί το δημόσιο συμφέρον, υπό την προϋπόθεση ότι θα εξασφαλιστεί η προστασία του κυρίου μέρους του δικαιώματος. Άρα, το ακριβές περιεχόμενο της συγκεκριμένης έννοιας καθορίζεται εν τέλει από τον κοινό νομοθέτη, ο οποίος αν κρίνει ότι δικαιολογείται βάσει του Συντάγματος ή άλλου νόμιμου ερείσματος, δύναται να περιορίσει το εν λόγω δικαίωμα για την εξυπηρέτηση του κοινωνικού συμφέροντος. Εντούτοις, σε περιπτώσεις που οι εν λόγω περιορισμοί κρίνονται ανεπαρκείς, υπάρχει η δίοδος κήρυξης ακίνητης έκτασης σε απαλλοτρίωση, που συνεπάγεται πλήρη αποστέρηση του ιδιοκτησιακού δικαιώματος.

Για μια ενδελεχή προσέγγιση του θέματος, σκόπιμο θα ήταν να γίνει εξέταση των προϋποθέσεων κήρυξης της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης. Αρχικά, απαραίτητη προϋπόθεση κήρυξης μιας έκτασης ως απαλλοτριωτέας είναι η εξυπηρέτηση σκοπού δημόσιας ωφέλειας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 παράγραφος 2 του συντάγματος. Πρόκειται για μια αόριστη έννοια που διαμορφώνεται βάσει των εκάστοτε κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών συνθηκών. Η δημόσια ωφέλεια όπως ορίζεται στη συγκεκριμένη διάταξη αντιδιαστέλλεται από το πνεύμα επιδίωξης πλουτισμού προς όφελος του δημοσίου και συνάμα τονίζεται ότι δεν κηρύσσεται αποκλειστικά υπέρ του Δημοσίου αλλά και υπέρ ιδιωτών. Όσον αφορά τη διαδικασία διαπίστωσής της, αξίζει να σημειωθεί, πως η δημόσια ωφέλεια χρειάζεται αφενός να ορίζεται, κατά συνταγματική επιταγή, σε κείμενο νόμου γενικά κι αφηρημένα και αφετέρου να εξειδικεύεται από τη διοικητική πράξη που κηρύσσει την αναγκαστική απαλλοτρίωση. Μάλιστα, είναι απαραίτητο η πράξη κήρυξης της απαλλοτρίωσης να συνοδεύεται με αιτιολόγηση, προκειμένου να τεκμηριωθεί ότι η στέρηση της ιδιοκτησίας από τον διοικούμενο δικαιολογείται από λόγο δημόσιας ωφέλειας, ακόμα και για την περίπτωση που η απαλλοτρίωση κηρύσσεται προς όφελος ιδιώτη.

Πηγή Εικόνας: pvlawyers.gr

Εκτός από την ύπαρξη της δημόσιας ωφέλειας και την αιτιολόγηση της, ανάγεται σε επιβεβλημένη ανάγκη να εξετασθεί αν η πράξη απαλλοτρίωσης συνιστά μια προσηκόντως ενδεδειγμένη ενέργεια, υπό το πρίσμα της αρχής της αναλογικότητας. Ειδικότερα, η αναγκαστική απαλλοτρίωση πρέπει να αποτελεί, έναντι άλλων λύσεων, αν όχι τη μοναδική, πάντως ενόψει των περιστάσεων, τη σαφώς υπερέχουσα λύση από άποψη δημοσίου συμφέροντος. Υπό αυτήν την έννοια, καθώς η αναγκαστική απαλλοτρίωση αποτελεί την ultima ratio, το έσχατο δηλαδή μέσο για την επίτευξη του δημοσίου συμφέροντος, μιας και συνεπάγεται όχι απλό περιορισμό στο ιδιοκτησιακό καθεστώς αλλά ακούσια στέρηση του δικαιώματος ατομικής ιδιοκτησίας, είναι σημαντικό να προκύπτει ότι δεν μπορεί να ικανοποιηθεί με διαφορετικό, λιγότερο επαχθή τρόπο, λόγου χάρη μέσω της περιουσίας του δημοσίου.

Πέραν αυτών, επιπλέον όροι που καθορίζουν την αναγκαιότητα αναγκαστικής απαλλοτρίωσης ακινήτου συνιστούν από τη μία πλευρά ο σκοπός χρήσης του ακινήτου, αφότου λάβει χώρα η απαλλοτρίωση κι από την άλλη η καταβολή αποζημίωσης. Σημειωτέον, ιδιαίτερα κρίσιμο είναι η χρησιμοποίηση του απαλλοτριωμένου ακινήτου να μην παρεκκλίνει από τον σκοπό δημόσιας ωφέλειας για τον οποίο αυτό αποξενώθηκε. Επιπροσθέτως, η καταβολή πλήρους αποζημίωσης από τον υπέρ ου η απαλλοτρίωση, Δημόσιο ή ιδιώτη, συνιστά αναγκαίο όρο για να θεωρηθεί συντελεσμένη η εν λόγω διαδικασία, ενώ παράλληλα απαιτείται να καταβληθεί και η δικηγορική αμοιβή.

Αναντίρρητα, εφόσον πληρούνται οι προαναφερθείσες προϋποθέσεις η αναγκαστική απαλλοτρίωση που συντελείται είναι θεμιτή και βρίσκει συνταγματικό έρεισμα, καθώς έπειτα από στάθμιση των συγκρουόμενων εννόμων αγαθών, από την μια πλευρά του δικαιώματος στην ιδιοκτησία κι από την άλλη του δημοσίου συμφέροντος, μεγαλύτερη βαρύτητα αποδίδεται στο τελευταίο, κατά αντικειμενική κρίση του νομοθέτη. Τι γίνεται, ωστόσο, στην περίπτωση που οι παραπάνω όροι δεν στοιχειοθετούνται; Για μια τέτοιου είδους προβληματική, υποδεικνύονται τρόποι έννομης προστασίας των διοικούμενων ούτως ώστε να αμυνθούν κατά της ολοκληρωτικής στέρησης της ιδιοκτησίας τους.

Πηγή Εικόνας: taxheaven.gr

Κατ’ αρχήν, κατα της πράξης κήρυξης της απαλλοτρίωσης ο διοικούμενος, εφόσον έχει έννομο συμφέρον, δύναται να προσφύγει ενώπιον του ΣτΕ εντός προθεσμίας εξήντα ημερών αιτούμενος την ακύρωση της διοικητικής πράξης. Συμπληρωματικά, ειδικά για την περίπτωση που το ακίνητο χρησιμοποιήθηκε για σκοπό προδήλως διαφορετικό απ’ αυτόν για τον οποίο κηρύχθηκε απαλλοτριωτέο κι έχοντας ως δεδομένο ότι καταβλήθηκε κι η σχετική αποζημίωση, ο παλαιός ιδιοκτήτης δικαιούται να υποβάλει αίτηση εντός προθεσμίας ενός έτους μετά την παρόδου πενταετίας από την καταβολή της αποζημίωσης, αφού ανακύπτει υποχρέωση ανάκλησης της συντελεσμένης απαλλοτρίωσης υπέρ ιδιώτη ή νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου από τη Διοίκηση. Επίσης, κατά το άρθρο 11 παρ. 2 του Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων, η απαλλοτρίωση αίρεται υποχρεωτικά ύστερα από αίτηση κάθε ενδιαφερομένου που πιθανολογεί εμπράγματο δικαίωμα στο απαλλοτριωμένο ακίνητο, αν μέσα σε τέσσερα έτη από την κήρυξή της δεν ασκήθηκε αίτηση για τον δικαστικό καθορισμό της αποζημίωσης. Επιπλέον, γίνεται δεκτό πως η αποζημίωση πρέπει να καταβάλλεται εντός εύλογου χρόνου. Σε περίπτωση αδικαιολόγητης καθυστέρησης καταβολής της, η απαλλοτρίωση αίρεται αυτοδικαίως καθώς παραβιάζεται το άρθρο 1 του (πρώτου) Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, σύμφωνα με το άρθρο 17 παρ. 4 Συντάγματος.

Συμπερασματικά, δεν χωρεί αμφιβολία ότι οι απαλλοτριώσεις αποτελούν αναγκαίο στάδιο για την επίτευξη της κρατικής ανάπτυξης, ιδίως στους τομείς του τουρισμού και των υποδομών, λόγου χάριν με την απαλλοτρίωση αγροτεμαχίου με σκοπό την ίδρυση ξενοδοχειακής μονάδας ή επέκτασης της ήδη υπάρχουσας καθώς και για την κατασκευή νέων οδικών δικτύων αντιστοίχως. Εντούτοις, δεν πρέπει να λησμονηθεί ότι παραμένει μια επίπονη διαδικασία κυρίως για τον καθ΄ ου η απαλλοτρίωση, που αποξενώνεται από το ιερό δικαίωμα στην ιδιοκτησία.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, Κώστας Χρυσόγονος, Σπύρος Βλαχόπουλος, 4η έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη

  • Κώδικας Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων ν. 2882/2001


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μαριάννα Καλτσά
Μαριάννα Καλτσά
Γεννήθηκε το 2001 στην Λαμία και σπουδάζει στο τμήμα Νομικής του ΑΠΘ. Γνωρίζει αγγλικά και ενδιαφέρεται να ενισχύει το γνωστικό της επίπεδο λαμβάνοντας μέρος σε συνέδρια και σεμινάρια πάνω στο αντικείμενο σπουδών της. Έχει κλίση προς το εμπορικό και το διοικητικό δίκαιο.