Της Ιωάννας Μπινιάρη,
Μια νέα λογοτεχνική πρόταση έρχεται από τις Eκδόσεις Μπαρμπουνάκη, υπογεγραμμένη από τον συγγραφέα Χάρη Βαφόπουλο, που φέρει τον τίτλο Λαστ Σονγκ. Πρόκειται για μια ολιγοσέλιδη ιστορία που αφηγείται τη ζωή ενός νεαρού, του Μάικ, που φιλοδοξεί να εκπληρώσει το όνειρό του να γίνει τραγουδιστής μιας ροκ μπάντας, παρά τη θλίψη και τη λύπη που τον κυριεύει. Συνοδοιπόροι του σε αυτό το ταξίδι είναι ο αγαπημένος του φίλος, Παύλος, και η φίλη-ερωμένη του, Εύα.
Αναγιγνώσκοντας αυτή τη νουβέλα, έρχεται κανείς σε επαφή με τα πιο μύχια συναισθήματα που μπορεί να κρύβει ένας πληγωμένος άνθρωπος, που απασχολείται σε μια ανιαρή εργασία, ενώ έχει άλλα όνειρα. Ειδικότερα, βλέπουμε τον Μάικ, γύρω από τον οποίο περιστοιχίζεται κυρίως η εν λόγω νουβέλα, να προσπαθεί να διαχειριστεί την επιθετικότητα και τον ατίθασο χαρακτήρα του, που ξεδιπλώνονται μέσα από μια σειρά γεγονότων, στα οποία προσπαθεί να βρει τον εαυτό του.
Παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες της Εύας να τον συνεφέρει και να του συμπαρασταθεί στις δυσκολίες του, εκείνος μοιάζει να απομακρύνεται από όλους και από όλα, καθώς ο εγωισμός του και η τάση του να θεωρεί τον εαυτό του ως το κέντρο του κόσμου πληγώνει τους ανθρώπους, που δεν μπορούν να διαχειριστούν αυτή τη συμπεριφορά του. Ο Παύλος παλεύει, επίσης, να προσφέρει την απαραίτητη συμπαράσταση στον φίλο του, όσο του το επιτρέπουν το νεαρό της ηλικίας του και οι ακαδημαϊκές του υποχρεώσεις, ωστόσο, οι πολύωρες συζητήσεις στα καφέ και τα μπαρ της πόλης αποβαίνουν μάταιες μπροστά σε αυτόν τον χείμαρρο συναισθημάτων που καλείται να διαχειριστεί ο ονειροπόλος και ατίθασος ήρωάς μας.
Βουτηγμένος στις καταχρήσεις και τη μελαγχολία, ο Μάικ καταφεύγει στο χωριό του, όπου ανταμώνει με τη γιαγιά, τον παππού και τον θείο του και μάχεται να αποσυμφοριστεί, να συλλογιστεί σοβαρά κάποια πράγματα και, εν τέλει, να πάρει κάποιες καθοριστικές για τη ζωή του αποφάσεις. Ώσπου, αποφασίζει να καταστρώσει ένα σχέδιο πόνου και εκδίκησης. Μάλιστα, αφοσιώνεται σε τέτοιο βαθμό σε αυτήν την αψεγάδιαστη εκδίκηση, που φτάνει σε σημείο να είναι η μόνη σκέψη που υπερισχύει στο μυαλό του και του προσφέρει αγαλλίαση και παρηγοριά.
Αυτό, πάντως, που προσπαθεί ο Παύλος να δώσει στον Μάικ να καταλάβει είναι πως όσο κι αν φαίνεται ότι δεν τον βοηθάει καθόλου, αυτό που χρειάζεται πραγματικά ο καθένας από εμάς είναι ένα δένδρο να ακουμπάμε, όταν ο δρόμος της ζωής μάς έχει εξουθενώσει. Με αυτόν τον τρόπο, μεταφέρεται έντονα στο αναγνωστικό κοινό και ένα ηχηρό μήνυμα για την αξία της πραγματικής φιλίας και της σημασίας του να μην εγκαταλείπουμε τα άτομα που νοιαζόμαστε, ακόμα κι όταν εκείνα δεν δέχονται τη βοήθειά μας.
Ένα άλλο στοιχείο που κυριαρχεί στο παρόν έργο είναι και η «σκοτεινή» ατμόσφαιρα που το κατακλύζει, αφού μεταφέρεται κανείς στις βαθιές και μακάβριες σκέψεις αυτού του αντισυμβατικού καλλιτέχνη, που προσπαθεί να προσαρμοστεί στην εποχή του και να βρει τον έρωτα. Αν και το κουβάρι της ηδονής, του εγωισμού και του έρωτα ξετυλίγεται με τρομερή δεξιοτεχνία μέσα στις σελίδες αυτής της νουβέλας, εν τέλει, βλέπουμε ότι η πίεση, η απόλυτη λογική και η έλλειψη κατανόησης στον άλλο μπορεί να σκοτώσει κάθε λογής ερωτικό συναίσθημα.
Κλείνοντας, όταν ολοκληρώνει κανείς την ανάγνωση αυτής της μικρής, αλλά πλούσιας σε μηνύματα και συναισθήματα νουβέλας, εντυπωσιάζεται και από την ικανότητα του συγγραφέα να αποδίδει τα συναισθήματα, τις σκοτεινές σκέψεις και το μυστήριο που κυριαρχεί μέσα σε αυτήν την πόλη, όπου άλλοι βυθίζονται στα σκοτεινή μέρη του καπιταλισμού και άλλοι ξεδιπλώνουν τον μποέμ χαρακτήρα τους σε μια εποχή που δεν δείχνει να αποδέχεται τον εγωκεντρισμό.