Του Γιώργου Σαλπιγγίδη,
Ο αθλητισμός και η εκγύμναση του σώματος είναι διαδικασίες που θα λέγαμε ότι στις μέρες μας έχουν ως επίκεντρο τις περισσότερες φορές την ψυχαγωγία και την εκτόνωση. Αυτό φαίνεται να διαφέρει στην Αρχαία Ελλάδα, τουλάχιστον για τα αγόρια, που είχαν ως μέσο εκπαίδευσης και τη γυμναστική, με τους παιδοτρίβες να επωμίζονται το καθήκον αυτό. Η αντίληψη του «νους υγιείς εν σώματι υγιεί» είχε μεγάλη βαρύτητα για την εποχή σε όλον τον ελλαδικό χώρο και, μάλιστα, είχε φτάσει στο σημείο να συνδεθεί και με θρησκευτικά ζητήματα. Κάπως έτσι, εμφανίζονται στο προσκήνιο σταδιακά οι Μεγάλοι Πανελλήνιοι Αγώνες, με τέσσερις εξ αυτών να ξεχωρίζουν. Έχουμε, λοιπόν, κατά χρονολογική σειρά, τους Ολυμπιακούς Αγώνες, τα Πύθια, τα Ίσθμια και, τέλος, τα Νέμεα.
Η θέσπιση των αγώνων αυτών έφερε στην επιφάνεια και ένα άλλο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, την επονομαζόμενη «ιερή εκεχειρία». Η εκεχειρία βασιζόταν σε έναν παλαιό μύθο, κατά τον οποίο ο βασιλιάς της Ηλίδας, Ίφιτος, ανησυχώντας για τους συνεχείς πολέμους μεταξύ των Ελλήνων, αποφάσισε να πάει στο μαντείο των Δελφών για να βρει τον τρόπο, έτσι ώστε να σταματήσουν οι εχθροπραξίες των πόλεων-κρατών. Η απάντηση που έλαβε ήταν πως θα έπρεπε να θεσπιστούν αθλητικοί αγώνες που θα είναι σημείο αναφοράς και άμβλυνσης των όποιων διαφόρων. Ο Ίφιτος ακολούθησε τον χρησμό της Πυθίας και με αυτόν τον τρόπο έχουμε την ίδρυση των Ολυμπιακών Αγώνων, το 776 π.Χ., ενώ για να εδραιωθεί η πολυπόθητη εκεχειρία συνομολογήθηκε ένα ιερό κείμενο –αντίγραφο του οποίου σώζεται σε χάλκινο δίσκο στο ναό της Ήρας στην Ολυμπία– με το οποίο διασφαλιζόταν πως όταν πραγματοποιούνταν κάποιοι από τους μεγέθους αγώνες, θα σταματούσαν οι πολεμικές συγκρούσεις, ώστε να μπορέσουν οι αθλητές να επισκεφτούν τους τόπους που διεξαγόταν ο κάθε αγώνας και να επιστρέψουν μετά πάλι πίσω στις εστίες τους ασφαλείς.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες, λοιπόν, που είναι ο παλαιότερος θεσμός αυτού του είδους, ξεκίνησαν να πραγματοποιούνται στο ιερό του Δία στην Ολυμπία, με τους νικητές να λαμβάνουν στέφανο από άγρια ελιά, που θεωρούνταν ιερό φυτό. Συνολικά οι αγώνες κρατούσαν για 5 μέρες, αλλά οι αθλητές πήγαιναν νωρίτερα στον χώρο, για να προλάβουν να προετοιμαστούν και να κάνουν τις προπονήσεις τους. Ο αριθμός που έχει υπολογιστεί πως πήγαινε είναι κοντά στις 40.000, με τις γειτονικές περιοχές της Πίσσας και της Ήλιδας να τους φιλοξενούν. Στους αγώνες είχαν δικαίωμα να συμμετέχουν μόνο όσοι ήταν Έλληνες, ενώ αποκλείονταν οι δούλοι, όσοι είχαν διαπράξει φόνο ή είχαν κλέψει αντικείμενα από ιερό και, τέλος, οι πόλεις-κράτη που είχαν παραβιάσει τη συνθήκη της εκεχειρίας.
Κατά την πρώτη μέρα των αγώνων λάμβαναν χώρα οι εγγραφές των αθλητών, καθώς και οι αφιερωματικές τελετές προς τους θεούς. Την επόμενη, στον αγωνιστικό χώρο έμπαιναν τα παιδιά που ήταν κοντά στο 10ο έτος της ζωής τους και συναγωνίζονταν στο τρέξιμο και στα λεγόμενα βαρέα αθλήματα (πυγμαχία, πάλη, παγκράτιο), κάτι που είχε μεγάλη σημασία, αφού θεωρούνταν ένα είδος προπαρασκευής για τον πόλεμο. Έπειτα, την τρίτη μέρα, πραγματοποιούνταν οι αρματοδρομίες και το πένταθλο (άλμα εις μήκος, ακόντιο, δίσκος, τρέξιμο και πάλη). Την τέταρτη μέρα, πραγματοποιούνταν τα υπόλοιπα αγωνίσματα και την τελευταία, έχουμε τη στέψη των νικητών και τις θυσίες προς τον Δία που επόπτευε τους αγώνες. Οι αγώνες αυτοί επαναλαμβάνονταν ανά τέσσερα χρόνια.
Ο χρονολογικά επόμενος Μεγάλος Πανελλήνιος αγώνας ήταν τα Πύθια, στους Δελφούς, με έτος καθιέρωσης το 586 ή 582 π.Χ., που ήταν προς τιμήν του θεού Απόλλωνα. Το ενδιαφέρον με τους αγώνες αυτούς είναι πως περιλάμβαναν και ένα μουσικό μέρος, μιας και ο θεός που τις επόπτευε ήταν ο προστάτης της μουσικής, ενώ αυτό το μαρτυρούν και οι διασωθείσες επιγραφές με τις μελωδίες. Οι μέρες που διαρκούσαν και σε αυτήν την περίπτωση είναι 5, με τους νικητές να στεφανώνονται με δάφνες, ενώ πραγματοποιούνταν κάθε τέσσερα χρόνια.
Η πρώτη μέρα περιλάμβανε τις συνηθισμένες θυσίες και τελετουργίες, την επόμενη, όμως, παρατηρούμε την κατανάλωση των κρεάτων που σφαγιάστηκαν. Κατά την τρίτη μέρα, διεξάγονταν οι μουσικοί αγώνες στο θέατρο που υπήρχε πλησίον του ναού (κτίσμα του 2ου αιώνα π.Χ.), με τους κιθαριστές και τους αυλιτές. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε και τη συνοδεία τραγουδιού, ενώ στη δεύτερη υπήρχε η εξιστόρηση ενός συγκεκριμένου μύθου. Αυτός ήταν ο μύθος που συνδεόταν με την ίδρυση του ιερού και την εγκατάσταση του Απόλλωνα στον τόπο. Πριν από την έλευσή του, το ιερό ήταν αφιερωμένο στη Γαία, που είχε θέσει ως φρουρό τον γιο της Πύθωνα, ένα γιγαντιαίο φίδι. Ο Απόλλωνας σκότωσε τον Πύθωνα και κατέκτησε το ιερό, με αποτέλεσμα να λάβει και το προσωνύμιο «Πύθιος» και, με τη σειρά τους, οι αγώνες παίρνουν το ίδιο όνομα. Τις επόμενες δύο μέρες διεξάγονται οι υπόλοιποι αγώνες.
Σειρά τώρα έχουν τα Νέμεα. Χρονικά τοποθετούνται το 573 π.Χ. στην περιοχή της Νεμέας και διεξάγονταν κάθε δύο χρόνια. Ο θεός στον οποίο ήταν αφιερωμένοι ήταν ο Νέμειος Δίας, ως προστάτης των κτηνοτρόφων. Στο ιερό που είχε ανεγερθεί τοποθετούνταν αφιερώματα όπλων από πολλές πόλεις-κράτη. Ως προς την ίδρυση των αγώνων υπάρχουν δύο βασικοί μύθοι.
Ο πρώτος αναφέρει πως ο βασιλιάς της περιοχής, Λυκούργος, είχε έναν γιο, τον Οφέλτη, και προκειμένου να μάθει τη μοίρα του παιδιού του, ζήτησε από το μαντείο των Δελφών να του δώσει έναν χρησμό. Η απόκριση της Πυθίας ήταν πως μέχρι το μωρό να είναι σε θέση να περπατήσει, δεν θα έπρεπε να ακουμπήσει το έδαφος. Για τον λόγο αυτόν, ο Λυκούργος προσέλαβε μια παραμάνα που θα ήταν υπεύθυνη για τον Οφέλτη. Σε μια βόλτα που είχαν βγει, συνάντησαν τους επτά στρατηγούς που πήγαιναν να κατακτήσουν τη Θήβα. Αυτοί ζήτησαν από την παραμάνα να τους δώσει λίγο νερό, προκειμένου, όμως, να το κάνει, άφησε το μωρό σε μια περιοχή γεμάτη από αγριοσέλινα. Από το σημείο, όμως, αυτό πρόβαλε ένα φίδι που δάγκωσε τον Οφέλτη, με αποτέλεσμα να πεθάνει. Οι στρατηγοί, αισθανόμενοι υπεύθυνοι για το συμβάν αυτό, αποφάσισαν να θεσπίσουν λαμπρούς ταφικούς αγώνες προς τιμήν του νεαρού βασιλόπουλου, με τα ενδύματα που φορούσαν οι αθλητές να είναι μαύρα, σε ένδειξη πένθους. Ο δεύτερος μύθος συνδέεται με τον Ηρακλή, που, όταν σκότωσε το λιοντάρι της Νεμέας, καθιέρωσε τους αγώνες, για να ευχαριστήσει τον πατέρα του για τη βοήθεια που του προσέφερε. Τέλος, να πούμε πως οι νικητές των αγώνων αυτών λάμβαναν μέχρι την περίοδο των μηδικών πολέμων στεφάνι αγριελιάς, ενώ από την κλασική περίοδο και μετά το στεφάνι ήταν από άγριο σέλινο.
Ο τελευταίος Μεγάλος Πανελλήνιος αγώνας που θα εξετάσουμε είναι τα Ίσθμια. Αυτά χρονολογούνται το 582 π.Χ. και γίνονταν για χάρη του θεού Ποσειδώνα, με τους νικητές να στεφανώνονται με άγριο σέλινο, ενώ διεξάγονταν κάθε δύο χρόνια. Η επικρατέστερη ιστορία γύρω από την ίδρυσή τους είναι η πάλη μεταξύ Ποσειδώνα και Ήλιου, για το ποιος θα επικρατήσει στην περιοχή. Ο θεός της θάλασσας βγήκε, τελικά, νικητής και, έτσι, έδωσε εντολή να τελούνται αγώνες σε ανάμνηση της νίκης του. Τα αγωνίσματα ήταν τα ίδια με αυτά των Ολυμπιακών, με την προσθήκη, όμως, και κωπηλατικών αγώνων με πολεμικά πλοία.
Αυτοί ήταν εν συντομία οι τέσσερις Μεγάλοι Πανελλήνιοι αγώνες της Αρχαίας Ελλάδας και όλοι όσοι λάμβαναν μέρος σε αυτούς θεωρούνταν από τις πόλεις τους σπουδαία μέλη, ακόμα κι αν δεν κέρδιζαν σε κάποιο αγώνισμα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Burkert, W. (1993), Αρχαία Ελληνική Θρησκεία: Αρχαϊκή και Κλασσική Εποχή, Εκδόσεις Καρδαμίτσα
- Συλλογικό έργο (1975), Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος Β´, Εκδόσεις Εκδοτική Αθηνών
- Βαλαβάνης, Π. (2017), Ιερά και αγώνες στην αρχαία Ελλάδα, Ολυμπία, Δελφοί, Ισθμία, Νεμέα, Αθήνα, Εκδόσεις Κάπον