Του Δημήτρη Βασιλειάδη,
Αποτελεί κοινή γνώση η πορεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, κατά την εκστρατεία του Μακεδόνα βασιλιά εναντίον της Περσικής Αυτοκρατορίας. Κατά τη διάρκεια της πολυετούς εκστρατείας του διέβη πλήθος περιοχών, προσεγγίζοντας τα εδάφη του σύγχρονου ινδικού κράτους. Μία από τις περιοχές που γνώρισε τον νεαρό στρατηλάτη ήταν η Βακτρία. Η τελευταία υπήρξε για περίπου 2 αιώνες Σατραπεία της Περσικής Αυτοκρατορίας. Στη συνέχεια, όπως και όλες οι υπόλοιπες Σατραπείες, εντάχθηκε στην επικράτεια της αυτοκρατορίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Ένα γεγονός το οποίο επίσης αποτελεί κοινή γνώση είναι ότι μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, το 323 π.Χ., ξεκίνησε μία σειρά συγκρούσεων μεταξύ των στρατηγών του. Το έπαθλο του «νικητή» δεν ήταν άλλο από τη διαδοχή στον θρόνο και την εξουσία της αχανούς αυτοκρατορίας του Μακεδόνα στρατηλάτη. Όμως οι στρατιωτικές συμπλοκές που έλαβαν χώρα, δεν ανέδειξαν κάποιον ουσιαστικό νικητή. Η αυτοκρατορία διασπάστηκε σε μικρότερα βασίλεια, τα οποία κυβερνούνταν από Έλληνες βασιλείς. Ένα από αυτά τα βασίλεια ήταν αυτό των Σελευκιδών. Το όνομά του προκύπτει από την ομώνυμη δυναστεία που ανέλαβε τα ηνία του νεοσύστατου κράτους. Επρόκειτο για το μεγαλύτερο σε έκταση ελληνιστικό βασίλειο, αποτελώντας τη «ραχοκοκαλιά» της διαμελισμένης αλεξανδρινής αυτοκρατορίας.
Η μεγάλη έκταση του άνωθεν βασιλείου συνεπαγόταν ενός πολυπολιτισμικού συνόλου υπηκόων. Η ύπαρξη διαφορετικών εθνών, γλωσσών, εθίμων και ηθών, σε συνδυασμό με την απειρία των Ελλήνων βασιλέων να διαχειριστούν μία τέτοια κατάσταση, δυσκόλευε τη διατήρηση της συνοχής του βασιλείου. Αποτέλεσμα της προαναφερθείσας συνθήκης ήταν το ξέσπασμα πλήθους εξεγέρσεων, με αποσχιστικές τάσεις.
Μία από αυτές τις εξεγέρσεις σημειώθηκε στη Βακτρία. Συγκεκριμένα, ο Σατράπης της τοπικής Σατραπείας, Διόδοτος Α΄, ξεκίνησε μία ακόμα επανάσταση στην πολυτάραχη ζωή του βασιλείου των Σελευκιδών. Οι ενέργειες του Σατράπη κρίνονται επιτυχείς, καθώς κατάφερε να αποσχίσει τη Σατραπεία του από το βασίλειο, στο οποίο υπαγόταν και να ιδρύσει το δικό του ανεξάρτητο κράτος. Δεν γνωρίζουμε την ακριβή χρονολογία ανεξαρτητοποίησης της άνωθεν Σατραπείας. Ωστόσο, μπορούμε με ασφάλεια να υποστηρίξουμε ότι αυτή έλαβε χώρα γύρω στα 250 π.Χ.
Έτσι λοιπόν, ο Διόδοτος από Σατράπης καταφέρνει να εξελιχθεί σε βασιλιάς. Όμως, η ανοδική του πορεία δεν θα σταματήσει εδώ. Άλλωστε, δεν είχε να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της Αυτοκρατορίας των Σελευκιδών. Το νεοσύστατο βασίλειό του διέθετε μεγάλο πλούτο και έντονο ελληνικό στοιχείο, με αρκετά μακρά παράδοση στην περιοχή. Το τελευταίο στοιχείο ίσως προβληματίσει ορισμένους, κυρίως λόγω της μεγάλης απόστασης από τη μητροπολιτική Ελλάδα. Ωστόσο, οι όποιες απορίες απαντώνται από το γεγονός ότι στην Περσική Αυτοκρατορία συνήθιζαν να εξορίζουν στην ακριτική αυτή Σατραπεία τους αντιφρονούντες Έλληνες, με αποτέλεσμα οι τελευταίοι να αποτελούν μία σημαντική πληθυσμιακή κοινότητα κατά την εξεταζόμενη εποχή.
Η γρήγορη ανάπτυξη του βασιλείου το βοήθησε να δείξει σύντομη και τη στρατιωτική ισχύ που διέθετε. Οι γειτονικές περιοχές υπέκυψαν στη δύναμή του, επεκτείνοντας κυρίως την επικράτειά του στην επίσης εξεγερθείσα Σατραπεία της Παρθίας. Η τελευταία είχε και αυτή κηρύξει την ανεξαρτησία της από την αυτοκρατορία των Σελευκιδών. Όντας 2 νεοσύστατα και γειτονικά βασίλεια, η μεταξύ τους σύγκρουση ήταν αναπόφευκτη. Η νικηφόρα για τη Βακτριανή έκβαση της σύγκρουσης έδωσε στον Διόδοτο το προσωνύμιο «Σωτήρ».
Η παραπάνω κατάσταση ανατράπηκε από τον διάδοχο του Διόδοτου Α΄, τον Διόδοτο Β΄. Ο νέος βασιλιάς θα αλλάξει πλήρως την εξωτερική πολιτική του κράτους, συνάπτοντας συμμαχία με τους Πάρθες. Το γεγονός αυτό δυσαρέστησε μεγάλο μέρος του βασιλείου, με αποτέλεσμα την κατακόρυφη πτώση της δημοτικότητας του Διόδοτου Β΄. Τη συνθήκη αυτή θα εκμεταλλευτεί ο Ευθύδημος, Σατράπης της Σογδιανής, ο οποίος θα ανατρέψει τον αντιδημοφιλή βασιλιά και θα αναλάβει ο ίδιος την εξουσία.
Όμως, ο νέος βασιλιάς αναλαμβάνει τα αξιώματά του σε μία ιδιαίτερα ταραγμένη περίοδο. Ειδικότερα, η πίεση που δεχόταν το βασίλειο από τους Σελευκίδες ολοένα και μεγάλωνε. Μάλιστα η ήττα στον Άριο ποταμό οδήγησε το βασίλειο ένα βήμα πριν την πλήρη διάλυση. Ωστόσο, τα δεδομένα ανατράπηκαν μετά την τριετή πολιορκία της πρωτεύουσας του βασιλείου, ονόματι Βάκτρα. Οι αμυνόμενοι αντιμετώπισαν επιτυχώς τα στρατεύματα του Αντίοχου Γ΄. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την επιτυχή αντιμετώπιση ορισμένων νομαδικών ομάδων, οδήγησε τον Σελευκίδη βασιλέα να τερματίσει την πολιορκία, αναγνωρίζοντας τη βασιλεία του Ευθύδημου στην περιοχή και κατ’ επέκτασιν το ίδιο το βασίλειο. Μάλιστα, ο Αντίοχος προσέφερε την κόρη του στο γιο του Ευθύδημου και διάδοχο του θρόνου, ώστε να τελεστεί ένας γάμος που θα εξυπηρετούσε φυσικά πολιτικούς σκοπούς.
Ο τερματισμός των συγκρούσεων με ένα τόσο ισχυρό βασίλειο όπως αυτό των Σελευκιδών, άνοιξε νέους ορίζοντες για τον Ευθύδημο. Ο τελευταίος οδήγησε ξανά τη Βακτριανή σε καιρούς ακμής, επεκτείνοντας την επικράτειά της στα εδάφη των, ηττημένων από τον Αντίοχο Γ΄, Πάρθων. Έτσι λοιπόν, στις αρχές του 2ου αιώνα π.Χ. ο Ευθύδημος κληροδοτεί στον γιο του ένα κράτος ισχυρό για την ευρύτερη περιοχή και διατηρώντας καλές σχέσεις με το βασίλειο των Σελευκιδών, το 200 π.Χ.
Όμως, ο διάδοχος του θρόνου, Δημήτριος, είχε υψηλότερες βλέψεις. Συγκεκριμένα, ο νέος βασιλιάς επιθυμούσε την προσάρτηση περιοχών ανατολικά του βασιλείου, στην Ινδία. Για τον λόγο αυτό, οργάνωσε μία μεγάλη εκστρατεία το 186 π.Χ., η οποία ήταν επιτυχής, προσαρτώντας έτσι περιοχές της Ινδίας άγνωστες μέχρι τότε στον ελληνικό κόσμο. Ωστόσο, το 180 π.Χ. ο Δημήτριος πεθαίνει και έτσι διακόπτεται η νικηφόρα πορεία ενός ικανότατου βασιλέα-στρατηγού.
Λίγες πληροφορίες μας σώζονται για τους διαδόχους του μέχρι τον Δημήτριο Β΄. Ωστόσο, οι λόγοι που οι γραπτές μαρτυρίες μας ενημερώνουν για αυτόν τον βασιλιά δεν είναι ευχάριστοι. Συγκεκριμένα, πίσω στη Βακριανή ξέσπασε εξέγερση με επικεφαλής έναν στρατηγό του Δημητρίου, τον Ευκρατίδη, γύρω στο 170 π.Χ. Ο Δημήτριος έσπευσε να αντιμετωπίσει τον εξεγερθέντα, συγκεντρώνοντας ένα πολυπληθές στράτευμα, της τάξης των 60.000 ανδρών. Στο πεδίο της μάχης, όμως, υπέστη συντριβή από τον Ευκρατίδη, με τον βασιλιά μάλιστα να πεθαίνει κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης.
Ωστόσο, ο Ευκρατίδης δεν κατάφερε να προσαρτήσει το σύνολο της επικράτειας του βασιλείου, καθώς η πορεία του ανακόπηκε από τον Μένανδρο Α΄. Έτσι, το μεγάλο σε έκταση βασίλειο της Βακτριανής διασπάστηκε σε 2 κράτη. Το ένα διατήρησε την ονομασία του βασιλείου, ενώ το άλλο ονομάστηκε Ινδοελληνικό βασίλειο. Παράλληλα, ο Ευκρατίδης δέχθηκε ένα ακόμα πλήγμα, καθώς οι Πάρθες απέσπασαν τα δυτικά εδάφη του βασιλείου του.
Τα επόμενα χρόνια κύλησαν χωρίς ιδιαίτερες εδαφικές μεταβολές, με τη Βακτριανή να γνωρίζει σημαντική εμπορική και οικονομική ανάπτυξη. Σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξε η γεωγραφική θέση του βασιλείου. Το τελευταίο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί η γέφυρα που συνέδεε τον τότε γνωστό κόσμο, ένα σταυροδρόμι μεταξύ της Άπω ανατολής με τη δυτική Ασία και την Ευρώπη. Η οικονομική άνθηση όμως υποχωρεί σταδιακά, λόγω των συνεχών εισβολών από διάφορες νομαδικές ομάδες. Αυτές τελικά θα μειώσουν δραματικά την ισχύ του βασιλείου, το οποίο γύρω στο 120 π.Χ. θα πάψει να υφίσταται.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Συλλογικό Έργο (2001), The Oxford Illustrated History of Greece and the Hellenistic World, U.K.: Oxford University Press
- Συλλογικό Έργο (1989), The Cambridge Ancient History, vol. VII, second edition, U.K.: Cambridge University Press
- Tarn, W. W. (1966), The Greeks in Bactria and India, 2nd Edition, U.K.: Cambridge University Press