Της Νάντας Σπηλιωτοπούλου,
Η κωμωδία είναι ένα είδος θεάτρου το οποίο αναδύεται κατά τη διάρκεια του 14ου και 17ου αιώνα. Είναι αρκετά δύσκολο να δώσουμε μία σαφή ερμηνεία για τον όρο της κωμωδίας. Ωστόσο, ο Αριστοτέλης έκανε μία απόπειρα προκειμένου να προσδιορίσει την έννοιά της. Έτσι, διατυπώνεται η άποψη ότι η κωμωδία μιμείται τις πράξεις που είναι λιγότερο αξιοθαύμαστες, αλλά η μίμηση πραγματοποιείται με τέτοιο τρόπο, ώστε να προκαλείται το γέλιο. Το γελοίο στοιχείο που συναντάμε στην κωμωδία, σχετίζεται με κάποιο «αμάρτημα» που διέπραξε ένας ήρωας, το οποίο, όμως, δεν προκαλεί φθορά. Η έννοια του «αμαρτήματος» χρησιμοποιείται εκτός από την τραγωδία και στην κωμωδία, κάτι που δείχνει ότι αυτά τα δύο είδη συγγενεύουν. Οι ήρωες τόσο της τραγωδίας όσο και της κωμωδίας αντιμετωπίζουν μία δυσκολία στο να δεχθούν τις συνέπειες των πράξεών τους. Στην κωμωδία, πολύ συχνά παρατηρούμε τους ανθρώπους να φτάνουν στα όριά τους, όμως, τις δύσκολες καταστάσεις που βιώνουν δεν τις αντιμετωπίζουν με τραγικότητα, αλλά επιδιώκουν να ελευθερωθούν από το ζήτημα της λύτρωσης.
Έπειτα, θα αναφερθούμε σε ένα άλλο είδος θεάτρου, το οποίο αναπτύσσεται στη δυτική Ευρώπη και ασκεί ιδιαίτερη επιρροή στην κωμωδία, το λεγόμενο κομέντια ντελ άρτε. Τα κείμενα αυτού του είδους των παραστάσεων είναι σύντομα και το μεγαλύτερο μέρος τους περιέχει τον αυτοσχεδιασμό. Επίσης, παρατηρούμε ότι εστιάζουν στις κινήσεις του σώματος, καθώς και στην αναπαράσταση χρησιμοποιώντας μάσκες και ακροβατικά. Η υπόθεση των έργων είναι παρόμοια με της κωμωδίας που συναντάμε στην ελληνιστική ή τη ρωμαϊκή εποχή και την ύστερη αρχαιότητα. Βασικό χαρακτηριστικό αυτού του είδους θεάτρου είναι οι ήρωες, καθένας από τους οποίους επιχειρεί να δημιουργήσει μία διαφορετική έκδοση του στερεότυπου ρόλου του.
Στη συνέχεια, θα προχωρήσουμε στον γαλλικό κλασικισμό και θα εστιάσουμε στον σπουδαίο Γάλλο συγγραφέα κωμωδιών, τον Μολιέρο. Το 1666, εκδίδεται η κωμωδία του, με τίτλο «Ο Μισάνθρωπος», στην οποία πρωταγωνιστεί ο Αλσέστ. Στον συγκεκριμένο χαρακτήρα, αντανακλάται η απέχθεια που νιώθει ο Μολιέρος για τους ανθρώπους, καθώς και η άρνησή του να ενταχθεί στη βασιλική αυλή, όπου επικρατούν το ψεύδος, οι ίντριγκες, η υποκρισία και οι κολακείες. Ο Αλσέστ, έχει ως στήριγμα τον φίλο του, Φιλέντ, ο οποίος μπαίνει στη διαδικασία να κατανοήσει τον λόγο, για τον οποίο ο φίλος του μισεί τους ανθρώπους. Ο Αλσέστ μπορεί να νιώθει απέχθεια για τους ανθρώπους της αυλής, όμως, αυτό δεν τον εμποδίζει να εκφράσει τον έρωτά του για μία γυναίκα, η οποία, σύμφωνα με τον φίλο του, Φιλέντ, δεν διαφέρει από τους υπόλοιπους ανθρώπους, κάτι που φαίνεται στους συγκεκριμένους στίχους: «Αυτής που η κακεντρέχεια μα κι η κοκεταρία τόσο πολύ θυμίζουνε τα ήθη μας τα αχρεία. Πώς γίνεται θανάσιμα να τα μισείς ακραία, ωστόσο να τ’ ανέχεσαι σε τούτη την ωραία;».
Έπειτα, ο Αλσέστ καλείται να παρευρεθεί σε μία δίκη ως εναγόμενος, όμως αρνείται να ετοιμάσει την απολογία του, όπως τον συμβουλεύει ο φίλος του, διότι δεν περιμένει ότι οι συκοφάντες του θα έχουν το θράσος να τον κατηγορήσουν δημοσίως. Η συγκεκριμένη σκέψη, διατυπώνεται ως εξής: «Σ’ αυτό το δικαστήριο αν θα ‘χουν θράσος τόσο και θα’ ναι τόσο ποταποί, κακούργοι, διεστραμμένοι, [ν]α μ’ αδικήσουν μπροστά σ’ όλη την οικουμένη». Η άρνησή του αυτή έχει ως συνέπεια να χάσει τη δίκη και να εγκαταλείψει την πόλη ζητώντας από τη γυναίκα, με την οποία είναι ερωτευμένος να τον ακολουθήσει, όμως, εκείνη δεν αποδέχεται την πρότασή του. Έτσι, αποφασίζει να φύγει μόνος του, όμως, για μια ακόμη φορά, ο Φιλέντ τον στηρίζει. Τέλος, στο συγκεκριμένο έργο παρατηρούμε ότι ο Μολιέρος περιγράφει τις ανθρώπινες σχέσεις και διαπιστώνουμε ότι σε μία τέτοια κοινωνία είναι δύσκολο να εμπιστευτεί κανείς τους συνανθρώπους του διότι οι περισσότεροι γίνονται ιδιοτελείς και ατομικιστές. Ωστόσο, η σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στον Φιλέντ και τον Αλσέστ είναι ξεχωριστή, καθώς η φιλία τους χτίστηκε πάνω σε γερά θεμέλια.
Με βάση τα παραπάνω, διαπιστώνουμε ότι ο Μολιέρος παρατηρούσε τις αντιδράσεις των συμπολιτών του, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται και να προσπαθεί να κατανοήσει τόσο τα δικά του συναισθήματα όσο και των συμπολιτών του. Όσον αφορά τις ανθρώπινες σχέσεις, έχουν γίνει επιδερμικές και επιφανειακές και η φιλία εξυπηρετεί ιδιοτελείς σκοπούς, εξαιτίας της ηθικής έκπτωσης του αμοραλισμού του καιρού μας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Αποστολή Π., Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας, Πάτρα: 2008, τόμος: Ανθολόγιο Κριτικών Κειμένων
- Βάρσος Γ., Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας, Πάτρα: 2008, τόμος: Α΄.
- Βλαβιανού Α., Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας, Πάτρα: 2008, τόμος: Ανθολόγιο Λογοτεχνικών Κειμένων.