Του Ιωάννη Περγαντή,
Οι συγκρούσεις στο εσωτερικό της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας δεν ήταν κάτι το ασυνήθιστο. Οι διαμάχες μεταξύ σφετεριστών, φιλόδοξων στρατιωτικών ή ισχυρών αδρών για την κατάληψη της εξουσίας αποτελούσε μία καθημερινότητα. Αυτές οι διενέξεις, όμως, διογκώθηκαν αρκετά κατά τον 3ο και 4ο αιώνα εξαιτίας του θεσμού της Τετραρχίας.
Η Τετραρχία αποτελούσε τη νέα μορφή διοίκησης της αυτοκρατορίας. Ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός το 293 μ.Χ. διαίρεσε το κράτος σε δύο μέρη: το ανατολικό και το δυτικό και όρισε για το κάθε μέρος έναν διοικητή (Αύγουστος) και έναν διάδοχο/σύμβουλο (Καίσαρας). Αν και αρχικά η Τετραρχία είχε θετικά αποτελέσματα και υπηρετούσε τον σκοπό της (καλύτερη διοίκηση και αποκέντρωση), δεν άργησαν να επικρατήσουν οι προσωπικές φιλοδοξίες και να οδηγήσουν την αυτοκρατορία σε έναν αέναο κύκλο συγκρούσεων και αναταραχών, όπου η κάθε πλευρά διεκδικούσε την απόλυτη εξουσία.
Ο θάνατος του Διοκλητιανού, το 311 μ.Χ., οδήγησε την αυτοκρατορία σε μία περίοδο αναταραχών. Αν και είχε αποσυρθεί από το αξίωμα του αυτοκράτορα το 305 μ.Χ., η παρουσία του παρείχε κάποιου είδους σταθερότητα, καθώς οι υπόλοιποι διεκδικητές του θρόνου έτρεφαν αρκετό σεβασμό για το πρόσωπό του. Αφού ο Διοκλητιανός δεν ήταν πια στη ζωή, τα αντίπαλα στρατόπεδα οδηγήθηκαν για μια ακόμη φορά σε διαμάχες και ένοπλες συγκρούσεις. Η αυτοκρατορία ήταν χωρισμένη σε 4 μέρη: τις επαρχίες του Κωνσταντίνου (Ισπανία, Γαλλία, Βρετανία), του Μαξέντιου (Ιταλία, Λιβύη), του Λικίνιου (Βαλκάνια) και του Δάιου (Μικρά Ασία, Συροπαλαιστίνη, Αίγυπτος). Οι τέσσερις αυτοί άνδρες με τους συνεχείς τους πολέμους είχαν τον ίδιο απώτερο σκοπό: τη μονοκρατορία.
Το ίδιο έτος ο εμφύλιος ξεσπά ανάμεσα στους Μαξέντιο, Κωνσταντίνο και Λικίνιο. Οι Κωνσταντίνος και Λικίνιος είχαν συνάψει αμυντική συμμαχία σε περίπτωση που ο Μαξέντιος κήρυττε τον πόλεμο. Έτσι, όταν ο Μαξέντιος ξεκινά εκστρατεία προς τα Βαλκάνια, ο Κωνσταντίνος με τον στρατό του εισβάλλει στη βόρεια Ιταλία, κατακτώντας την πόλη του Σεγούσιου. Ο Μαξέντιος, φοβούμενος τις ικανότητες του Κωνσταντίνου, έστειλε τον Ρουρίκιο Πομπηιανό (ανώτατος στρατηγός του) να τον αντιμετωπίσει στο Τορίνο. Η μάχη έληξε με εμφατική νίκη του Κωνσταντίνου, ο οποίος έπειτα κινήθηκε προς τα Μεδιόλανα, τα οποία τον υποδέχθηκαν με ανοιχτές πύλες. Μετά τα Μεδιόλανα, ο Κωνσταντίνος κατευθύνθηκε προς τη Βερόνα, την οποία προστάτευε ο Ρουρίκιος με τους επιζώντες τη Μάχης του Τορίνο. Και η συγκεκριμένη μάχη έληξε θριαμβευτικά για τον Κωνσταντίνο, καθώς κατέλαβε την πόλη και ο Ρουρίκιος έπεσε στο πεδίο της μάχης.
Όσο συνέβαιναν όλα αυτά, ο Μαξέντιος παρέμενε αδρανής στη Ρώμη. Μόνο όταν πληροφορήθηκε για την πτώση της Βερόνας, κινήθηκε κατά του Κωνσταντίνου στρατοπεδεύοντας στη Μίλβια Γέφυρα, έξω από τη Ρώμη. Οι δύο στρατοί συγκρούστηκαν στις 28 Οκτωβρίου 312 μ.Χ., με τον Κωνσταντίνο να αναδεικνύεται και πάλι νικητής παρά την αριθμητική του κατωτερότητα και τον Μαξέντιο να πνίγεται στα νερά του ποταμού, καθώς προσπαθούσε να διαφύγει τις δυνάμεις του εχθρού. Έτσι, ο Κωνσταντίνος την επόμενη μέρα εισήλθε στη Ρώμη ως θριαμβευτής και ως ο απόλυτος και μοναδικός αυτοκράτορας της Δύσης.
Το επόμενο έτος υπεγράφη μια συμμαχία μεταξύ Κωνσταντίνου και Λικίνιου στα Μεδιόλανα, με την οποία αναγνωριζόταν η νομιμότητα της κατάληψης της Ιταλίας, με αντάλλαγμα ο Κωνσταντίνος να μην κινηθεί ενάντια του Λικίνιου και να διεκδικήσει το αξίωμα του Μεγάλου Αυγούστου. Αυτή η συμφωνία δεν άρεσε καθόλου στον Δάιο, ο οποίος εκστράτευσε πέρα από τον Βόσπορο και πολιόρκησε το Βυζάντιο. Έναν μήνα αργότερα, στις 30 Απριλίου 313, ο Λικίνιος αντιμετώπισε τον Δάιο στη Μάχη του Τριζάλλιου, όπου ο ανώτερος στρατός του Λικίνιου νίκησε κατά κράτος τον αντίστοιχο του Δάιου. Μετά τη νίκη ο Λικίνιος προέλασε στη Μικρά Ασία, καταδιώκοντας τον Δάιο. Τελικά, ο Δάιος υποχώρησε στην πόλη της Ταρσού, όπου μετά από μία δίμηνη πολιορκία έβαλε ο ίδιος τέλος στη ζωή του. Η αυτοκρατορία πια ήταν χωρισμένη σε δύο μέρη: στην επικράτεια του Κωνσταντίνου στη Δύση και σε αυτήν του Λικίνιου στην Ανατολή.
Τον Ιούλιο του 315 ο Λικίνιος αποκτά έναν γιο. Αυτή η εξέλιξη αποτελούσε απειλή για τον Κωνσταντίνο, καθώς ο ίδιος δεν είχε νόμιμο διάδοχο και ο Λικίνιος ήταν σε θέση να εδραιώσει μια ισχυρή δυναστεία. Έτσι, με επιστολή του προς τον Λικίνιο πρότεινε να παραχωρηθεί η Ιταλία στον Βασσιανό (άνδρας της αδελφής του Κωνσταντίνου) σαν ουδέτερο έδαφος μεταξύ τους, με την πραγματική πρόφαση του Κωνσταντίνου να είναι η αποτροπή της επέκτασης του Λικίνιου. Ο Λικίνιος αρνήθηκε, οδηγώντας στη χειροτέρευση των σχέσεών τους. Η πρόταση αυτή κρίθηκε αχρείαστη, καθώς το επόμενο έτος η Φαύστα (αδελφή του Μαξέντιου) γέννησε έναν νόμιμο διάδοχο του Κωνσταντίνου, με τον Βασσιανό να μην διαδραματίζει πια σημαντικό ρόλο. Ο Λικίνιος, θέλοντας να βγάλει από τη μέση τον Κωνσταντίνο, συνωμότησε με τον αδελφό του Βασσιανού, Σενέκιο, για τη δολοφονία του. Το σχέδιο, όμως, αποκαλύφθηκε και ο Κωνσταντίνος, βλέποντας αυτήν την πράξη ως αιτία πολέμου, ξεκίνησε τις προετοιμασίες για εκστρατεία κατά του Λικίνιου.
Τα επόμενα δύο έτη οι δύο άνδρες συγκρούστηκαν δύο φορές στο πεδίο της μάχης: στη Μάχη της Κιβαλίας (8 Οκτωβρίου 316) και στη Μάχη του Campus Ardiensis (Ιανουάριος 317). Και οι δύο μάχες έληξαν νικηφόρα για τον Κωνσταντίνο, αν και η δεύτερη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πύρρειος νίκη. Μετά τη Μάχη του Campus Ardiensis οι δύο άνδρες συναντήθηκαν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων στις 1 Μαρτίου 317 για τη σύναψη μιας συνθήκης ειρήνης. Σύμφωνα με αυτή τη συνθήκη, η επικράτεια του Λικίνιου θα περιοριζόταν στη Θράκη, τη Μικρά Ασία, την Αίγυπτο και τη Συροπαλαιστίνη, ενώ τα υπόλοιπα Βαλκάνια θα περνούσαν στην κυριαρχία του Κωνσταντίνου με μία μορφή διοικητικής-στρατιωτικής κηδεμονίας. Επίσης, για την εξομάλυνση των σχέσεων οι υιοί των δύο Αυγούστων ορίστηκαν ως Καίσαρες. Έτσι, εγκαινιάστηκε μία περίοδος ειρήνης γνωστή ως Concordia Augustorum, η οποία δυστυχώς δεν θα διαρκέσει πολύ.
Το 321 οι Γότθοι, οι οποίοι βρίσκονταν βόρεια του Δούναβη, εισέβαλαν στην αυτοκρατορία και επιδόθηκαν σε επιδρομές στην περιοχή της Θράκης, με τον Κωνσταντίνο να μεταβαίνει εκεί, ώστε να τους αντιμετωπίσει και να τους εκδιώξει. Παρ΄ όλα αυτά, ο Λικίνιος διαμαρτυρήθηκε, καθώς με την είσοδο του Κωνσταντίνου στη Θράκη παραβιαζόταν η συμφωνία του 317. Οι εντάσεις μεταξύ των δύο ανδρών αναζωπυρώθηκαν, με το αποκορύφωμα της αντιπαλότητας να λαμβάνει χώρα τα Χριστούγεννα του 323, όταν ο Κωνσταντίνος δημοσίευσε ένα νόμο περί ελευθερίας των Χριστιανών. Με αυτό τον τρόπο στοχοποιούσε τον Λικίνιο.
Ο Κωνσταντίνος με τον στρατό του ξεκίνησε από τη Θεσσαλονίκη και εισέβαλε στην Θράκη, με τον Λικίνιο, όμως, να ξέρει την πορεία που θα ακολουθούσε. Γι’ αυτό τον λόγο, στρατοπέδευσε στην ανατολική όχθη του Έβρου, έξω από την πόλη της Αδριανούπολης, ενώ ο αντίπαλος απέναντί του. Οι δύο στρατοί έμειναν αδρανείς για αρκετές μέρες παραταγμένοι κατά μήκος του ποταμού. Εντωμεταξύ, ο Κωνσταντίνος έψαχνε ένα ρηχό μέρος, προκειμένου να διέλθει από εκεί ο στρατός του. Όταν βρήκε τελικά, έστειλε ένα απόσπασμα, για να κατασκευάσει μία γέφυρα. Αυτή όμως η κίνηση λειτούργησε ως αντιπερισπασμός, καθώς είχε κρυμμένο ένα μέρος του στρατού του σε ένα άλλο μέρος του ποταμού, το οποίο ήταν πιο ρηχό. Έτσι, όταν ο Λικίνιος έστειλε άνδρες να αποτρέψουν την κατασκευή της γέφυρας, ο Κωνσταντίνος επιτέθηκε στις 3 Ιουλίου 324 στο μέρος που είχε αφήσει ακάλυπτο.
Η έκβαση της μάχης ήταν νικηφόρα για τον Κωνσταντίνο. Αυτή ήταν η πρώτη από τις δύο φορές που οι δύο άνδρες θα συγκρουστούν μεταξύ τους. Τη δεύτερη φορά, στη Μάχη της Χρυσόπολης στις 18 Σεπτεμβρίου, ο Κωνσταντίνος θα επικρατήσει για ακόμη μια φορά έναντι των αντιπάλων του. Αυτή η νίκη υπήρξε καθοριστική, καθώς ο Κωνσταντίνος ήταν ο μόνος νόμιμος διεκδικητής του θρόνου που απέμεινε. Ύστερα από δεκαετίες συγκρούσεων, πολέμων και συνωμοσιών, η αυτοκρατορία ήταν για ακόμη μία φορά ενωμένη κάτω από έναν ηγέτη.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Barnes, Timothy (2014), Constantine Dynasty, Religion and Power in the Later Roman Empire, Chichester: Wiley Blackwell
- Hughes, Ian, (2020), A Military Life of Constantine the Great, Yorkshire: Pen & Sword Military