Της Μαρίας Πολίτου,
Ένα πλήθος ερευνών διενεργείται εδώ και πολλά χρόνια σχετικά με το ζήτημα του διαζυγίου. Οι επιπτώσεις που ακολουθούν το παιδί είναι πολλές και αρκετές έρευνες δείχνουν ότι τα παιδιά χωρισμένων γονιών μπορεί να αντιμετωπίσουν περισσότερα προβλήματα επικοινωνίας και προσαρμογής, σε σχέση με τα παιδιά τα οποία απαρτίζουν μία μη διαζευγμένη οικογένεια.
Αρχικά, πρέπει να επεξηγήσουμε τι σημαίνει ο όρος διαζύγιο, διότι πολλές φορές παρερμηνεύεται. Διαζύγιο ορίζεται ο φυσικός χωρισμός μεταξύ ενός ζευγαριού, η αίτηση διαχωρισμού της κοινής περιουσίας, καθώς και η απομάκρυνση του ενός από τους δύο γονείς από την σπιτική στέγη. Ύστερα από την απόφαση του διαζυγίου, τα παιδιά βιώνουν μία πολύ δύσκολη περίοδο. Ιδιαίτερα τον πρώτο καιρό νιώθουν σε μεγάλο βαθμό την εγκατάλειψη και τον παραγκωνισμό, ενώ συνεχώς κυριαρχεί ο φόβος της αδιαφορίας από τους γονείς τους. Ένας παράγοντας, ο οποίος παρατηρείται είναι η συνεχής επιβεβαίωση που αναζητά το παιδί, καθώς διακατέχεται από τις αμφιβολίες ότι κάποιος από τους δύο γονείς μπορεί να μην το υπολογίζει και μπορεί να απουσιάζει από το πλάι του.
Άλλωστε, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις στις οποίες το παιδί αναγκάζεται να ρίξει τύψεις στον εαυτό του και να τον θεωρήσει υπεύθυνο γι’ αυτόν τον χωρισμό. Αυτομάτως, παίρνει τον ρόλο του ενήλικα και αναλαμβάνει ευθύνες οι οποίες δεν αρμόζουν στην ηλικία του. Επομένως, φυσικό επακόλουθο αυτών των πραγμάτων είναι το παιδί να διακατέχεται από συναισθήματα λύπης, στεναχώριας και άγχους. Πρόκειται για πολύ εμφανή συμπτώματα, τα οποία δεν αργούν να γίνουν αντιληπτά κυρίως από το σχολείο, καθώς και από τους ίδιους τους γονείς.
Είναι εμφανές, ότι το διαζύγιο αποτελεί ένα πολυσύνθετο ψυχοπιεστικό γεγονός, μέσω του οποίου καλούνται και οι γονείς να δείξουν την υπευθυνότητά τους. Ορισμένα παιδιά το ξεπερνούν πιο εύκολα, ενώ άλλα πιο δύσκολα. Είναι μία διαδικασία, η οποία έχει ως αποτέλεσμα να χάνεται η καθημερινή επαφή με τον έναν από τους δύο γονιούς και συνήθως αυτός είναι ο πατέρας, αφού τα παιδιά πιστεύουν ότι με την έξοδό του από το σπίτι, αυτός θα πάψει να τα αγαπάει και δεν θα τους δίνει την δέουσα προσοχή.
Μία άλλη παράμετρος, η οποία αντιμετωπίζεται ως εξαιρετικά δύσκολη από τα παιδιά, είναι η πιθανότητα επανεύρεσης συντρόφου από τους γονείς. Πολλές μελέτες δείχνουν ότι οι περισσότεροι γονείς ξαναπαντρεύονται μέσα στα επόμενα τέσσερα με πέντε χρόνια. Ένας θετός γονέας μπορεί να προκαλέσει μεγάλες αλλαγές στο δυναμικό μιας οικογένειας και η πιθανότητα ανατροφής τους με μία μητριά ή έναν πατριό, κάνει την ψυχική κατάσταση του παιδιού χειρότερη. Σύμφωνα με έρευνες που έχουν διενεργηθεί με επικεφαλής τη Δρ. Λένα Χογού του πανεπιστημίου του Άαρχους, διαπιστώθηκε ότι οι σύντροφοι των γονιών ενός παιδιού παρατηρούνται ως επιβαλλόμενοι στη ζωή του ίδιου και αυτά τα συμπτώματα γίνονται έντονα αντιληπτά από τον κοινωνικό περίγυρο. Αυτό δείχνει ότι περίπου ένα στα τρία παιδιά βιώνει άσχημα τον χωρισμό των γονιών τους και αργεί πολύ να διαχειριστεί αυτήν την κατάσταση, καθώς και την ομαλή ένταξη ενός νέου συντρόφου στην οικογενειακή καθημερινότητα.
Αντιθέτως, υπάρχουν και παιδιά τα οποία αντιμετωπίζουν το διαζύγιο των γονιών τους ως μία εύκολη υπόθεση. Πολλές φορές τα παιδιά καταλαβαίνουν και αναγνωρίζουν ότι το να μένουν οι γονείς τους μαζί και να υπάρχουν συνεχείς καυγάδες είναι χειρότερη λύση από το να χωρίσουν. Επιπλέον, είναι ευτυχισμένοι με την δημιουργία ενός ήρεμου κλίματος στην οικογένεια και η είσοδος ενός νέου συντρόφου αποτελεί μία αχτίδα αισιοδοξίας.
Επιπρόσθετα, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι οι συνέπειες δεν είναι πάντοτε ψυχολογικές, αλλά και οικονομικές. Πολλές οικογένειες αντιμετωπίζουν μεγάλες οικονομικές δυσκολίες μετά από έναν χωρισμό. Μπορούμε να σκεφτούμε όλοι πολλαπλά παραδείγματα, στα οποία αρκετές οικογένειες έχουν αναγκαστεί να μετακομίσουν, να συντηρούν δύο σπίτια και γενικότερα να έχουν πολύ λιγότερα υλικά αγαθά, με αποτέλεσμα το οικονομικό μερίδιο να τελματώνεται.
Μία λύση την οποία προτείνουν διάφοροι ειδικοί ψυχολόγοι και ψυχίατροι, είναι η ατομική ψυχοθεραπεία. Αυτό το είδος θεραπείας μπορεί να βοηθήσει το παιδί να εξωτερικεύσει τα συναισθήματά του και να μιλήσει για το τι αισθάνεται. Ένα άλλο είδος θεραπείας είναι η οικογενειακή ψυχοθεραπεία, μέσω της οποίας το παιδί πηγαίνει για συνεδρία με έναν από τους δύο γονείς ή σε κάποιες περιπτώσεις και με τους δύο, και έχει ως σκοπό να προσαρμόσει το παιδί στις οικογενειακές αλλαγές.
Συνοψίζοντας, το διαζύγιο αποτελεί μία πολύ σημαντική υπόθεση για όλα τα μέλη της οικογένειας. Ο οργανικός αντίκτυπος που αποτυπώνεται είναι εμφανής σε κάθε περίπτωση, αλλά το κάθε άτομο τον βιώνει διαφορετικά. Σκοπός όλων είναι η μέγιστη προφύλαξη του παιδιού και η ομαλή ένταξή του στις συνεχόμενες οικογενειακές αλλαγές.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Διαζύγιο. Επιπτώσεις στο παιδί και τρόποι χειρισμού, paidiatros.com, διαθέσιμο εδώ
- Οι επιπτώσεις του διαζυγίου στα παιδιά, iatronet.gr, διαθέσιμο εδώ
- Kroll, B., (1994), Children, Divorce and Loss, εκδοτική εταιρεία: Dorset Russel House Publishing