Της Δήμητρας Αργυρού,
Προσχεδιασμένη αχρήστευση (Planned Obsolescence) ονομάζεται η πρακτική σκόπιμου σχεδιασμού προϊόντος, είτε με περιορισμένη διάρκεια ζωής είτε επιθυμώντας τη σταδιακή κατάργησή του ή αδυναμία ανεύρεσης ανταλλακτικών μετά από ένα ορισμένο χρονικό διάστημα. Με τον τρόπο αυτό οι καταναλωτές εξαναγκάζονται να αντικαταστήσουν το παλιό με ένα καινούριο, αναβαθμισμένο και σαφώς πιο ακριβό μοντέλο, κάτι που θα αποβεί στο τέλος ιδιαίτερα κερδοφόρο για τις σχεδιάστριες εταιρίες. Είναι μια κοινή επιχειρηματική στρατηγική, με εκτεταμένες οικολογικές και κοινωνικές συνέπειες.
Αν ανατρέξουμε στο παρελθόν, θα αντιληφθούμε ότι αυτή η επιχειρηματική πρακτική πραγματοποιούταν σε τόσο παλιούς χρόνους όσο τον Δεκέμβριο του 1924, όταν οι μεγαλύτεροι παραγωγοί λαμπτήρων στον κόσμο (Philips, General Electric κ.τλ.) συνεννοήθηκαν να περιορίσουν τεχνητά τη διάρκεια ζωής των προϊόντων τους. Η διάρκεια ζωής 2.500 ωρών καύσης των λαμπτήρων μειώθηκε σε 1.000 έως το 1940, πολύ κάτω από την προβλεπόμενη διάρκεια ζωής πολλών δεκαετιών για τους λαμπτήρες πυρακτώσεως που εφευρέθηκαν από τους Thomas Edison και Adolphe Chaillet. Αυτό το γεγονός ονομάσθηκε η Συνωμοσία του Λαμπτήρα.
Η εστίαση των νομικών μελετητών στο θέμα είναι πιο πρόσφατη και ακολουθεί τόσο τις ομαδικές αγωγές, που σχετίζονται με την προγραμματισμένη αχρήστευση, όσο και τις πρωτοβουλίες που έχουν παρθεί σε ορισμένες χώρες για την απαγόρευσή της.
Αγωγές λόγω Προσχεδιασμένης Αχρήστευσης
Η Ιταλική Αρχή Ανταγωνισμού (Autorità Garante della Concorrenza e del Mercato – AGCM) επέβαλε, το 2017, πρόστιμα 5 εκατ. ευρώ στην Apple και τη Samsung για αθέμιτες εμπορικές πρακτικές. Η Apple έλαβε πρόσθετο πρόστιμο 5 εκατομμυρίων ευρώ για παράλειψη ορθής ενημέρωσης του καταναλωτή (Malinauskaite & Erdem, 2021). Περαιτέρω, η Apple υποστήριξε ότι η σκόπιμη επιβράδυνση των παλαιότερων iPhone μέσω ενημερώσεων λογισμικού ήταν απαραίτητη για την αποφυγή απρόβλεπτων τερματισμών, παρόλο που ένα τέτοιο πρόγραμμα θα απενεργοποίησε τη χρησιμότητα μιας συσκευής πολύ πριν από τη διάρκεια ζωής του φυσικού προϊόντος. Ακόμη, η εταιρία αρνήθηκε ρητά ότι είχε στόχο να συντομεύσει την διάρκειας ζωής του προϊόντος (White, 2017). Η Samsung αρνήθηκε εντελώς τις κατηγορίες και ανακοίνωσε ότι θα ασκήσει έφεση κατά της απόφασης (Gibbs, 2018).
Ένα ακόμη παράδειγμα συνιστά η αγωγή που κατέθεσε το Ινστιτούτο Πολιτικής και Νομικού Λογισμικού της Βραζιλίας κατά της Apple, μετά την κυκλοφορία του iPad τέταρτης γενιάς, μόλις επτά μήνες από την κυκλοφορία της πιο πρόσφατης έκδοσης. Πιο συγκεκριμένα, το Ινστιτούτο ισχυρίστηκε ότι η τόσο γρήγορη έκδοση του νέου μοντέλου, με την οθόνη αμφιβληστροειδούς και κάποιες αναβαθμίσεις (π.χ. FaceTime HD κάμερα), ήταν προγραμματισμένη-προσχεδιασμένη αχρήστευση και άσκηση αθέμιτων επιχειρηματικών πρακτικών. Οι ενημερώσεις αυτές θα μπορούσαν να είχαν εφαρμοστεί στο προηγούμενο μοντέλο, έτσι ώστε να μην καθίστανται παρωχημένα τόσο άμεσα τα προηγούμενα iPad.
Παρόμοιες ομαδικές αγωγές είχαν κατατεθεί στο Βέλγιο, την Ιταλία και την Ισπανία, το 2020 και το 2021, με συντονισμό από την οργάνωση καταναλωτών “Euroconsumers”.
Λήψη μέτρων για την Προσχεδιασμένη Αχρήστευση
Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ), συμβουλευτικό όργανο της Ε.Ε., έχει λάβει ορισμένα μέτρα για την απαγόρευση προϊόντων που έχουν ενσωματωμένα ελαττώματα με απώτερο στόχο τη γρήγορη λήξη τους. Αναλυτικότερα, έχουν δοθεί κάποιες λύσεις κατά της προγραμματισμένης αχρήστευσης, οι οποίες έχουν εισαχθεί στην Ε.Ε., με την Οδηγία 2012/19/ΕΕ της 4ης Ιουλίου 2012 για τα απόβλητα ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού (ΑΗΗΕ). Ωστόσο, όπως παρατηρούμε, δεν επικεντρώνονται στα δικαιώματα των καταναλωτών και την προστασία τους. Παράλληλα, η ίδια Επιτροπή ανακοίνωσε το 2013 ότι σχεδιαζόταν να μελετηθεί «μια πλήρης απαγόρευση της αχρήστευσης».
Επιπροσθέτως, η Επιτροπή επιθυμεί οι κατασκευαστές να προσφέρουν ανταλλακτικά για τα προϊόντα και περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την εκτιμώμενη διάρκεια ζωής τους, ώστε οι καταναλωτές να μπορούν να λαμβάνουν επαρκή ενημέρωση για την απόφαση αγοράς ενός προϊόντος. Επιπλέον, τα προϊόντα πρέπει να έχουν εγγύηση ότι θα διαρκέσουν ένα ορισμένο ελάχιστο χρονικό διάστημα, κάτι που επί του παρόντος δεν αποτελεί νομική απαίτηση.
Κομβικό σημείο αποτελεί η νομοθεσία που ψήφισε η Γαλλία το 2015, η οποία απαιτεί από τους κατασκευαστές και τους πωλητές συσκευών να δηλώνουν την προβλεπόμενη διάρκεια ζωής του προϊόντος και να ενημερώνουν τους αγοραστές για πόσο καιρό θα παραχθούν ανταλλακτικά για ένα συγκεκριμένο προϊόν. Από το 2016, οι κατασκευαστές συσκευών υποχρεούνται να επισκευάσουν ή να αντικαταστήσουν δωρεάν οποιοδήποτε ελαττωματικό προϊόν, εντός δύο ετών από την αρχική ημερομηνία αγοράς του. Αυτό ουσιαστικά δημιουργεί δύο χρόνια εγγύησης. Επίσης, το ίδιο έτος, η Γαλλική Εθνοσυνέλευση καθόρισε πρόστιμο έως και 300.000 ευρώ και ποινές φυλάκισης έως δύο ετών για κατασκευαστές που σχεδίαζαν την αποτυχία των προϊόντων τους.
Καταληκτικά, ακόμη και αν δεν υπάρχουν ειδικοί νόμοι αναφορικά με την προσχεδιασμένη αχρήστευση, ενδέχεται να χρησιμοποιούνται άλλοι νόμοι για να διασφαλιστεί ότι τα προϊόντα θα διαρκούν περισσότερο. Συζητείται, επίσης, κατά πόσο η προγραμματισμένη αχρήστευση θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μορφή εταιρικού εγκλήματος, κάτι το οποίο θα αναπτύξουμε μελλοντικά.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
-
Planned Obsolescence – Should Be an Offense Punishable like Any Deception, διαθέσιμο εδώ
- Spain: Planned Obsolescence and Consumers’ Rights, διαθέσιμο εδώ
-
Designed to break: planned obsolescence as corporate environmental crime, διαθέσιμο εδώ