Του Μάριου Κριτίδη,
Η αφρικανική ήπειρος έχει υπάρξει για αιώνες πεδίο συγκρούσεων και ανταγωνισμού για τις Μεγάλες Δυνάμεις της εκάστοτε εποχής. Από τις αποικιακές δυνάμεις που συγκρούονταν και μοιράζονταν τις αχανείς εκτάσεις της Μαύρης Ηπείρου μέχρι σήμερα, λίγα πράγματα έχουν αλλάξει με τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρωπαϊκή Ένωση, τη Ρωσία και την Κίνα. Όπως θα δούμε, θέλουν, με τη σειρά τους, στη σύγχρονη εποχή, το δικό τους μερίδιο επιρροής πάνω στις χώρες της Αφρικής. Πολλά άρθρα και αναλύσεις μπορούν να γραφτούν για το συγκεκριμένο φαινόμενο στο σήμερα, όμως, θα αναφερθούμε στον νεότερο «παίχτη» των αγώνων επιρροής στην ήπειρο αυτή, που δεν είναι άλλη από την Κίνα, η οποία την τελευταία δεκαετία έχει γιγαντώσει τις προσπάθειές προσέγγισης των αφρικανικών χωρών.
Η Κίνα, στα πλαίσια της πρωτοβουλίας «μίας ζώνης και ενός δρόμου» (Belt and Road Initiative), έχει επενδύσει τεράστια κεφάλαια σε έργα υποδομών σε πολλές χώρες του κόσμου, από την Κεντρική Ασία και τα Βαλκάνια, μέχρι την Αφρική. Ταυτόχρονα, έχει πραγματοποιήσει επενδύσεις στον τομέα της ενέργειας, των μεταφορών, και του διαστήματος, ενώ, παράλληλα, έχει δημιουργήσει «ειδικές οικονομικές ζώνες» σε διάφορες περιοχές του πλανήτη. Με τον όρο «ειδικές οικονομικές ζώνες», εννοούμε περιοχές στις οποίες ισχύουν συγκεκριμένες εργασιακές σχέσεις, ενώ η ελεύθερη αγορά υποβάλλεται σε ειδικό φορολογικό καθεστώς, με σκοπό τη διευκόλυνση των επενδύσεων. Μία τέτοια αφρικανική «οικονομική ζώνη» είναι η οικονομική ζώνη του Σουέζ, της οποίας μέλος από την Αφρική είναι και η Αίγυπτος. Σκοπός των μελών είναι να εκμεταλλευτούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις ευκαιρίες (εμπορικές, ναυτιλιακές, μεταφορικές κ.λπ.) που ενυπάρχουν στη διώρυγα, δημιουργώντας ένας ασφαλές και κερδοφόρο οικονομικό περιβάλλον. Γενικότερα, όμως, στην Αφρική η παρουσία των κινεζικών κεφαλαίων έχει γίνει αισθητή τα τελευταία χρόνια και σε χώρες, όπως η Γκάνα, η Νιγηρία και η Αιθιοπία, ενώ διατηρεί την πρώτη στρατιωτική της βάση εκτός συνόρων της στο Djibouti.
Η Αιθιοπία, συγκεκριμένα, έχει αποτελέσει πόλο έλξης των κινεζικών κεφαλαίων για έργα υποδομής και όχι μόνο. Υπολογίζεται ότι 4 δισεκατομμύρια δολάρια έχουν επενδυθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο, με αποτέλεσμα οι υποδομές της Αιθιοπίας σε γη, αέρα και θάλασσα να χρηματοδοτούνται πλέον κατά αποκλειστικότητα από κινεζικά κεφάλαια. Η πρόοδος της χώρας έχει σημειώσει γεωμετρική πρόοδο, με τους ρυθμούς ανάπτυξης να αγγίζουν επίπεδα 10% ετησίως παρά την πανδημία και παρά τον ρωσοουκρανικό πόλεμο, που δε φαίνεται να παρεμποδίζει την ανοδική εξέλιξή της. Πέρα, όμως, από έργα υποδομής (και αυτό ίσως αποτελεί την ειδοποιό διαφορά στις σχέσεις της Κίνας με τις άλλες αφρικανικές χώρες), η Κίνα και η Αιθιοπία έχουν αναπτύξει σημαντικό πλαίσιο συνεργασίας σε πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο.
Σύμφωνα με την κινεζική πρεσβεία στην Αιθιοπία, οι στρατιωτικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών προχωρούν σταδιακά και έχουν συνεργαστεί αποτελεσματικά στους τομείς της εκπαίδευσης του προσωπικού και της παροχής στρατιωτικής ιατρικής περίθαλψης. Επιπλέον, μέσω των συχνών επισκέψεων σε διπλωματικό και όχι μόνο επίπεδο, καταφέρνουν να διατηρούν την ειρήνη στην ευρύτερη περιοχή της Αφρικής. Ακόμη, από μεριάς της Αιθιοπίας, ειπώθηκε πως η Κίνα είναι ο πιο σημαντικός και αξιόπιστος στρατηγικός συνεργάτης της, ενώ διατηρούν ισχυρά κοινά συμφέροντα και χαρακτηρίζονται από παρόμοιο μοντέλο ανάπτυξης. Σημαντικό είναι, επίσης, να τονίσουμε πως ενώ τα περισσότερα από τα βαρέα όπλα της είναι ρωσικής ή ουκρανικής κατασκευής, ο στρατός της Αιθιοπίας πρόσφατα προμηθεύτηκε κινεζικό πυροβολικό και οχήματα μεταφοράς. Τέλος, σε ένα γενικότερο πλαίσιο, ο πρώην Πρόεδρος της Αιθιοπίας, Mulatu Teshome, εξέφρασε το έντονο ενδιαφέρον της χώρας του να συνεργαστεί με την Κίνα για την ενίσχυση της πολιτικής εμπιστοσύνης, των οικονομικών και εμπορικών δεσμών και την προώθηση των διμερών στρατιωτικών σχέσεων, αναπτύσσοντας μία καλά θεμελιωμένη διακρατική φιλία.
Αναφορικά με τον εμφύλιο πόλεμο που διεξάγεται από τον Νοέμβριο του 2020, η στάση της Κίνας παρουσιάζει ενδιαφέρον. Η ίδια, μετά από έναν περίπου χρόνο, στις αρχές Δεκέμβρη 2021, επεσήμανε πως στηρίζει την Αιθιοπία και πως μπορεί να λύσει το ζήτημα δίχως την εμπλοκή περιφερειακών παραγόντων. Αυτό, όμως, που χρήζει αναφοράς είναι το γεγονός πως λίγες εβδομάδες αργότερα, η ίδια μετέβαλε τη στάση της και κράτησε μία πιο σκληροπυρηνική εικόνα. Πιο συγκεκριμένα, στη σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε από τα Ηνωμένα Έθνη, αναφορικά με τον σχηματισμό επιτροπής για τη διερεύνηση υποτιθέμενων καταχρήσεων από τη μεριά της Αιθιοπίας, η Κίνα ψήφισε ένα κατηγορηματικό «όχι», υποστηρίζοντας πως μία τέτοια έρευνα θα αποτελούσε λαβή για την εισδοχή τρίτων κρατών στον εσωτερικό κορμό της Αιθιοπίας.
Στο συγκεκριμένο ζήτημα, σημαντικό ρόλο παίζει και η ψυχρότητα που παρουσιάζουν το τελευταίο διάστημα οι Ηνωμένες Πολιτείες. Ειδικότερα, με την αλλαγή της σκυτάλης στην κυβέρνηση Biden, υπήρξαν δύο απεσταλμένοι που αποχώρησαν από τη θητεία τους, σε λιγότερο από έναν χρόνο εργασίας. Παράλληλα, οι Ηνωμένες Πολιτείες απέσυραν πρόσφατα εμπορικά οφέλη που η Αιθιοπία επιθυμούσε να διατηρήσει και εγκρίθηκαν οι κυρώσεις της που στοχεύουν συνένοχους κυβερνητικούς αξιωματούχους της Αιθιοπίας. Το αποκορύφωμα της έντασης στις μεταξύ τους σχέσεις ήταν ότι ο Πρωθυπουργός της Αιθιοπίας, Abiy Ahmed, αρνήθηκε να συναντηθεί με τη διαχειρίστρια του USAID, Samantha Power, κατά την επίσκεψή της στην Αιθιοπία, για να αντιμετωπίσει την ανθρωπιστική κρίση στο Tigray, αναδεικνύοντας εμφανώς τις τεταμένες σχέσεις και την αποστασιοποίηση που πρόκειται να υπάρξει μεταξύ των δύο κρατών. Πλέον, η Αμερική δε λαμβάνεται υπόψη από την Αιθιοπία ως ένας «ουδέτερος παίκτης», αλλά μάλλον ως ένας εξωτερικός «ρυθμιστής» των εσωτερικών της ζητημάτων, ένα εκ των οποίων είναι και ο εμφύλιος του Tigray. Έτσι, είναι λογικό και επόμενο να αναζητήσει στήριξη από μία άλλη χώρα, εξ ίσου ισχυρή οικονομικά και πολιτικά, η οποία, όμως, υποστηρίζει την ουδετερότητα και αντιτίθεται στην «εμπλοκή τρίτων».
Όλα κατανοητά έως εδώ. Τι σημαίνουν, όμως, όλα αυτά σε διπλωματικό επίπεδο; Θα καταφέρει το Πεκίνο να γίνει μέρος της λύσης στην αφρικανική κρίση;
Οι επενδύσεις της Κίνας στην Αφρική, αν και ομολογουμένως καίριες για την τοπική οικονομία, δεν καταφέρνουν να επιφέρουν το τέλος της διχόνοιας. Ήδη η Αιθιοπία έχει βρεθεί να χρωστάει πολλαπλά κονδύλια σε κινεζικούς φορείς, ενώ η ίδια δεν έχει δει ιδιαίτερα οφέλη στην οικονομία της. Από την άλλη, η βία δεν δείχνει να ελαττώνεται, ενώ η Κίνα αν και καλεί τους διεθνείς φορείς να μην εμπλέκονται στα εσωτερικά της Αιθιοπίας, η ίδια δε φαίνεται να καταβάλλει τα μέγιστα, προκειμένου να τερματιστεί η υπάρχουσα κατάσταση. Προσπαθεί, θα λέγαμε, να λειτουργήσει ως «προστάτης», που θέλει να οδηγήσει την Αιθιοπία προς την ανεξαρτησία, δίχως, όμως, να παραθέτει τις κατάλληλες κατευθύνσεις. Και τι γίνεται, όταν ένα αποτυχημένο κράτος βαδίζει σε αχαρτογράφητα νερά; Ως επί το πλείστον, αποτυγχάνει, λόγω των συνθηκών. Ούτως ώστε, όταν βρει τη δύναμη να σταθεί ξανά, ο «προστάτης» να είναι εκεί … έτοιμος να στηρίξει τον «αδύναμο» με το ανάλογο αντάλλαγμα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Despite High Stakes in Ethiopia, China Sits on the Sidelines of Peace Efforts, usip.org, διαθέσιμο εδώ
- China Says It Is Willing to Help End Conflict in Horn of Africa, voanews.com, διαθέσιμο εδώ
- Beijing Seeks Mediator Role in Turbulent Horn of Africa, voanews.com, διαθέσιμο εδώ
- What Does China Want in Ethiopia?, foreignpolicy.com, διαθέσιμο εδώ
- China, Ethiopia agree to augment military cooperation, mfa.gov.cn, διαθέσιμο εδώ
- China says Ethiopia capable of handling Tigray conflict, theeastafrican.co.ke, διαθέσιμο εδώ
- China votes ‘no’ on Tigray abuses probe by UN team, calls it interference in Ethiopia’s affairs, scmp.com, διαθέσιμο εδώ