17.6 C
Athens
Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΥγείαΆγχος: Μια ασθένεια της οποίας την εξέταση αμελούμε

Άγχος: Μια ασθένεια της οποίας την εξέταση αμελούμε


Της Ελευθερίας Τσιρώνη,

Συχνά, ακούμε τις φράσεις «σιγά δεν είναι κάτι, μην αγχώνεσαι» ή «πνίγεται σε μία κουταλιά νερό». Αυτές οι φράσεις δείχνουν μια προσπάθεια του ανθρώπου να απλουστεύσει αυτό το βασικό του συναίσθημα, προκειμένου να το κατανοήσει. Προσπαθεί, λοιπόν, να το απλουστεύσει, προκείμενου να αντιληφθεί πιο αντικειμενικά αυτό το συναίσθημα, ώστε να αποβάλλει τυχόν προκαταλήψεις του τύπου «οι έντονα αγχώδεις άνθρωποι είναι έτσι από τη φύση τους και δεν μπορούν να κάνουν κάτι για αυτό» ή «οι έντονα αγχώδεις άνθρωποι είναι πιο αδύναμοι».

Το άγχος, λοιπόν, είναι ένα αρχέγονο συναίσθημα με εξελικτική σημασία, καθώς βοηθάει τον οργανισμό να κινητοποιηθεί άμεσα σε κάποια επερχόμενη απειλή. Ένας ορισμός του θα ήταν: «H αντίδραση σε κάποια προσδοκώμενη απειλή, είτε σωματική είτε ψυχολογική». Παρεμφερείς έννοιες είναι ο φόβος και η ανησυχία, αλλά είναι σημαντικό να γίνει ο διαχωρισμός, καθώς ο φόβος αφορά αποκλειστικά τη συναισθηματική αντίδραση στην επερχόμενη απειλή, ενώ η ανησυχία είναι η γνωστική αντίδραση σε αυτήν (American Psychiatric Association, 2013, όπως αναφ. στον Crocq, 2015, παρ. 1). Με απλά λόγια, το άγχος είναι ένας «όρος ομπρέλα», ο οποίος αποτελείται από τα στοιχεία του φόβου (συναισθήματα που μας προκαλεί η απειλή) και την ανησυχία, που αφορά αυτά που σκεφτόμαστε για την απειλή, δηλαδή πόσο την αναμασάμε κλπ.

Παρόλη την εξελικτική αξία του άγχους, σε καταστάσεις υπερβολικής έντασης ή/και διάρκειας μπορεί να καταστεί παθολογικό, κάτι που έγινε αντιληπτό από την επιστημονική κοινότητα μόλις τον 20ο αιώνα, όποτε και ξεκίνησε να αποτελεί μέρος των ψυχιατρικών διαταραχών (American Psychiatric Association, 2013, όπως αναφ. στον Crocq, 2015).

Πηγή Εικόνας: mitella.gr

Το DSM, το οποίο είναι από τα σημαντικότερα διαγνωστικά εγχειρίδια ψυχικών διαταραχών, έχει κάνει πολλά βήματα στην αναγνώριση και τη σύνθεση ορισμένων κριτηρίων για το παθολογικό άγχος. Σύμφωνα με το DSM-5, στην τελευταία έκδοση του διαγνωστικού αυτού εγχειριδίου στις αγχώδεις διαταραχές συμπεριλαμβάνονται οι ειδικές φοβίες, η κοινωνική φοβία, η διαταραχή πανικού και η αγοραφοβία, η διαταραχή αποχωρισμού, η επιλεκτική αλαλία και η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή. Για να πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε διάγνωση, τα συμπτώματα πρέπει να διαρκούν τουλάχιστον 6 μήνες, τόσο στα παιδιά όσο και στους ενήλικες. Θα πρέπει να επηρεάζουν τη λειτουργικότητα του ατόμου σε τουλάχιστον 1 από τους βασικούς τομείς (προσωπικός, επαγγελματικός/ακαδημαϊκός, κοινωνικός) ή/και να προκαλούν έντονη δυσφορία (Hooley et al., 2017).

Ένας ορισμός της ειδικής φοβίας είναι η άμεση αντίδραση άγχους, φόβου ή αποφυγής για ένα συγκεκριμένο αντικείμενο ή περίσταση. Η αντίδραση πρέπει να είναι δυσανάλογη του πραγματικού κινδύνου και επίμονη (Hooley et al., 2017). Ένα από τα πιο συχνά παραδείγματα είναι η αραχνοφοβία ή η υψοφοβία.

Η κοινωνική φοβία αφορά κοινωνικές καταστάσεις στις οποίες το άτομο φοβάται πως «θα εκτεθεί σε εξονυχιστικό έλεγχο από τους άλλους». Επίσης, φοβάται πως τα όποια συμπτώματα άγχους ενδέχεται να εκφράσει θα αξιολογηθούν αρνητικά από τους άλλους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αποφεύγει κοινωνικές καταστάσεις. Σημαντικό είναι να ληφθεί υπόψη το κοινωνικοπολιτισμικό πλαίσιο, προκείμενου να αξιολογηθεί άμα ο φόβος είναι δυσανάλογος του πραγματικού κινδύνου (Hooley et al., 2017, p.206). Για παράδειγμα, σε κάποιες κοινωνίες πιο ατομοκεντρικές, όπως χώρες της κεντρικής Ευρώπης, το έντονο άγχος π.χ. για το «πώς θα ντυθώ σε ένα οικογενειακό τραπέζι» μπορεί να είναι παθολογικό, αλλά σε πιο συλλογικές κοινωνίες, όπου η γνώμη των άλλων μετράει περισσότερο, το άγχος είναι φυσιολογικό να αυξάνεται ακόμα και σε σχετικά απλές κοινωνικές εκδηλώσεις.

Στη διαταραχή πανικού το άτομο βιώνει επανειλημμένες απροσδόκητες προσβολές πανικού και καταλήγει να νιώθει μία μόνιμη ανησυχία ότι θα επαναληφθούν, με συνέπεια την αποφυγή καταστάσεων, όπου ενδέχεται να συμβεί κάποια τέτοια κρίση. «Οι κρίσεις πανικού είναι ένα απότομο ξέσπασμα έντονου φόβου ή δυσφορίας που κορυφώνεται μέσα σε λίγα λεπτά και περιλαμβάνει συμπτώματα όπως τρέμουλο, ναυτία, φόβος επερχόμενης τρέλας κλπ.» (Hooley et al., 2017, p.212). Η διαταραχή πανικού, όμως, διαφέρει από την κρίση πανικού, καθώς δεν περιορίζεται σε μία μόνο κρίση, αλλά στη μετέπειτα ψυχολογική κατάσταση. Το άτομο χαρακτηρίζεται από ένα συνεχές και έντονο άγχος ότι μπορεί να πάθει ξανά μία κρίση.

Πηγή Εικόνας: Verywell / Cindy Chung

Η αγοραφοβία στο DSM-5 αποτελεί ξεχωριστή διαγνωστική κατηγορία από τη διαταραχή πανικού (Kupfer, 2015) και ορίζεται ως «ένας έκδηλος, επίμονος φόβος σε τουλάχιστον 2 από τις 5 καταστάσεις:

  • Μ.Μ.Μ.
  • Ανοιχτούς χώρους
  • Κλειστούς χώρους
  • Αναμονή στην ουρά ή μέσα σε πλήθος
  • Μόνος έξω από το σπίτι» (Hooley et al., 2017, p.213)

Το άτομο φοβάται ότι δε θα μπορέσει να διαφύγει, άμα συμβεί κάποια κρίση πανικού ή δε θα είναι δυνατό να του παρασχεθεί βοήθεια. Ο φόβος πρέπει να είναι δυσανάλογος του πραγματικού κινδύνου (Hooley et al., 2017). Για παράδειγμα, μπορεί να φοβάται να πάει σε μία συναυλία με πολύ κόσμο, φόβος ο οποίος μπορεί να είναι και εύλογος, καθώς σε πολλές περιπτώσεις έχει υπάρξει δύσκολο να παρασχεθεί βοήθεια σε τέτοιες περιστάσεις. Όμως, άμα φοβάται ακόμα και να μπει σε λεωφορείο, τότε μπορεί να αποτελεί παθολογική κατάσταση η οποία επηρεάζει έντονα την καθημερινότητά του.

Τέλος, θα μιλήσουμε για τη γενικευμένη αγχώδη διαταραχή, η οποία χαρακτηρίζεται από ένα υπερβολικό άγχος ή/και ανησυχία, διάχυτο σε διάφορους τομείς της ζωής και μία δυσκολία ελέγχου του. Επίσης, μπορεί να περιλαμβάνει και πολλά σωματικά ή/και συναισθηματικά συμπτώματα, όπως εύκολη κόπωση, ευερεθιστότητα, δυσκολία στη συγκέντρωση ή στον ύπνο κλπ. (Hooley et al., 2017). Είναι αυτά τα άτομα που δεν μπορούν να ηρεμήσουν, μια ποικιλία προβλημάτων, ακόμα και μικρών καθημερινών τους προκαλούν έντονη δυσφορία και οι ίδιοι δυσκολεύονται πραγματικά να τα διαχειριστούν, αφού τους «κατατρώγουν».

Σημαντικό να επισημανθεί ξανά είναι πως το άγχος είναι ένα φυσιολογικό συναίσθημα σε γενικές γραμμές και προκειμένου να καθοριστεί κατά πόσο μία αντίδραση είναι φυσιολογική ή όχι, πρέπει να ληφθεί υπόψη η κατάσταση την οποία βιώνει το άτομο, τις διάφορες κοινωνικοπολιτισμικές συνθήκες, το χρονικό διάστημα που συμβαίνει, την ένταση, αλλά και το πόσο αυτές επηρεάζουν την ζωή του ατόμου. Σε κάθε περίπτωση, είτε υπάρχει κάποια διαταραχή είτε όχι, είναι σημαντικό να παρασχεθεί βοήθεια στα άτομα με άγχος, προκειμένου βελτιωθεί η ποιότητα ζωής τους.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Crocq, M.-A. (2015). A history of anxiety: from Hippocrates to DSM. Dialogues in Clinical Neuroscience, 17 (3), 319–325. Διαθέσιμο εδώ
  • Hooley, J. M., James Neal Butcher, Nock, M. K., & Mineka, S. (2017). Abnormal psychology. Pearson.
  • Kupfer, D. J. (2015). Anxiety and DSM-5. Dialogues in Clinical Neuroscience, 17(3), 245–246. Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ελευθερία Τσιρώνη
Ελευθερία Τσιρώνη
Γεννήθηκε το 2000 στα Ιωάννινα και μεγάλωσε στην Παραμυθιά. Σπουδάζει Ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, στο Ρέθυμνο, και φοίτησε ένα εξάμηνο στην Λευκωσία στο Πανεπιστήμιο Κύπρου μέσω του προγράμματος Erasmus+. Στο κοντινό μέλλον θα κάνει την πρακτική της άσκηση στο Λονδίνο, καθώς κάθε καινούριο μέρος είναι και μια νέα αρχή. Λατρεύει τις προκλήσεις και να ξεπερνά τον εαυτό της, δουλεύει σκληρά συνδυάζοντας την φοίτηση στο πανεπιστήμιο με άριστες επιδόσεις και την δουλειά, ώστε να είναι ανεξάρτητη. Παρακολουθεί, επίσης, σεμινάρια πάνω στο αντικείμενο της και εργάζεται εθελοντικά ως βοηθός έρευνας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, πάνω σε διδακτορική διατριβή της Γνωστικής Ψυχολογίας. Στις απολαύσεις της περιλαμβάνονται η λογοτεχνία, η γυμναστική, τα ταξίδια και η εκμάθηση γαλλικών.