16.2 C
Athens
Παρασκευή, 8 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΟι Γότθοι και η άλωση της Ρώμης το 410 μ.Χ.

Οι Γότθοι και η άλωση της Ρώμης το 410 μ.Χ.


Του Ιωάννη Περγαντή,

Κατά τον 4ο και 5ο αιώνα μ.Χ. η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία βρισκόταν σε παρακμή. Όντας ουσιαστικά διαιρεμένη σε δύο διοικητικές περιφέρειες (Ανατολή-Δύση/Ρώμη-Κωνσταντινούπολη), προσπαθούσε να ορθοποδήσει και να αντιμετωπίσει όλες τις δυσκολίες και τους κινδύνους, οι οποίοι την οδηγούσαν σε αδιέξοδο. Αυτοί οι κίνδυνοι μπορούσαν να είναι εσωτερικοί, αλλά τη μεγαλύτερη αποσταθεροποίηση την προκαλούσαν οι κρίσεις στα σύνορα και τις κατεκτημένες περιοχές. Ένας παράγοντας που ήταν υπαίτιος για τέτοιου είδους καταστάσεις και ο οποίος θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο για το μέλλον της Αυτοκρατορίας (της Δυτικής κυρίως) ήταν οι Βησιγότθοι.

Σύμφωνα με πηγές του 6ου αιώνα μ.Χ., οι Βησιγότθοι ήταν κομμάτι της ευρύτερης εθνοτικής ομάδας των Γότθων, οι οποίοι κατά τον 2ο αιώνα μ.Χ. πέρασαν από τη νότια Σκανδιναβία προς τη σημερινή Γερμανία και τη Βαλτική. Μετά από περίπου έναν αιώνα λεηλασιών και επιδρομών στα Βαλκάνια και τη Μικρά Ασία, τελικά, οι Γότθοι υπάκουσαν στον τότε Ρωμαίο αυτοκράτορα Αυρηλιανό και εγκαταστάθηκαν έξω από τα σύνορα της αυτοκρατορίας χωρισμένοι σε δύο ομάδες: στους Βησιγότθους στα σημερινά εδάφη της Ρουμανίας, βόρεια του Δούναβη, και τους Οστρογότθους στη σημερινή Ουκρανία.

Μετά από ένα μεγάλο διάστημα αρμονικής συνύπαρξης, οι Γότθοι άρχισαν ξανά την περιπλάνηση το 376 μ.Χ. λόγω της πίεσης που ασκούσαν στην περιοχή οι ανερχόμενοι τότε Ούνοι. Έτσι, πέρασαν τον Δούναβη και επιδόθηκαν ξανά σε επιδρομές στη βαλκανική ύπαιθρο, κατευθυνόμενοι κυρίως προς την Κωνσταντινούπολη. Αυτή την απειλητική πορεία που είχαν πάρει ήθελε να ανακόψει ο Βάλης, αυτοκράτορας της Ανατολής, αντιμετωπίζοντάς τους στην Αδριανούπολη στις 9 Αυγούστου του 378 μ.Χ. Εξαιτίας της κακής συνεννόησης μεταξύ των στρατηγών και της αποδιοργάνωσης που προκλήθηκε, οι ρωμαϊκές δυνάμεις νικήθηκαν κατά κράτος από τον συνασπισμό Βησιγότθων-Οστρογότθων, με τον ίδιο τον αυτοκράτορα να χάνει τη ζωή του. Για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, συνέχισαν την περιπλάνησή τους στα Βαλκάνια με σκοπό την εύρεση ενός τόπου εγκατάστασης.

Η πορεία των Βησιγότθων. Πηγή εικόνας: ludwigheinrichdyck.files.wordpress.com

Η λύση δόθηκε από τον Θεοδόσιο Α΄ το 388 μ.Χ. Το ίδιο έτος, μετά τη νίκη του επί του σφετεριστή του δυτικού θρόνου Μάγνου Μάξιμου, είχε καταφέρει να επανενώσει την αυτοκρατορία, ανεβάζοντας πάλι στον θρόνο της Δύσης τον εκθρονισμένο Βαλεντινιανό και ασκώντας άμεση επιρροή σε αυτόν μέσω των συμβούλων του. Έτσι, θέλοντας να εξαλείψει τις διαταραχές που προκαλούσαν οι Βησιγότθοι στις περιφέρειές του, σύναψε συμφωνία μαζί τους, παραχωρώντας τους την περιοχή της Κάτω Μοισίας (σημερινή βόρεια Βουλγαρία) με αντάλλαγμα την υποτέλειά τους και την προστασία των συνόρων με την παροχή στρατιωτών, όποτε υπήρχε ανάγκη.

Η κατάσταση άλλαξε για ακόμη μια φορά το 395 μ.Χ. με τον θάνατο του Θεοδοσίου Α΄. Τότε, η αυτοκρατορία διασπάστηκε πάλι σε δύο οντότητες, με τους διαδόχους του, Αρκάδιο και Ονώριο, να χρίζονται αυτοκράτορες της Ανατολής και της Δύσης αντίστοιχα. Ο Ονώριος, όντας ακόμη ανήλικος, δεν μπορούσε να κυβερνήσει. Έτσι, τα ηνία ανέλαβε ο αρχιστράτηγός του, Στιλίχων, ο οποίος είχε ρωμαιο-βανδαλική καταγωγή, ενώ το κέντρο εξουσίας μεταφέρθηκε από τα Μεδιόλανα στη Ραβέννα. Την ίδια στιγμή, η Δύση μαστιζόταν από εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς, αφού οι Αλανοί, οι Βάνδαλοι και οι Σουήβοι (γερμανικά φύλα) διεξήγαγαν επιδρομές στη Γαλλία, ενώ την ίδια στιγμή ο Κωνσταντίνος Γ΄ διεκδικούσε τον θρόνο από τη Βρετανία.

Το ίδιο έτος, οι Βησιγότθοι ανακηρύξαν ως αρχηγό τους τον Αλάριχο, ο οποίος προηγουμένως είχε υπηρετήσει υπό τον Θεοδόσιο Α΄. Στόχος του ήταν να αναθεωρηθεί η προηγούμενη συμφωνία που είχε συναφθεί με τον Θεοδόσιο, ειδικότερα ο όρος που αφορούσε την παροχή στρατιωτών, αφού μετά τον θάνατό του αυτή θεωρούνταν λήξασα. Έτσι, ξέσπασε εξέγερση και αυτός με τον στρατό του και τη στήριξη των Γότθων της ευρύτερης περιοχής επιδόθηκε σε επιδρομές στην περιοχή της Ελλάδας. Αυτές οι πράξεις οδήγησαν την Ανατολική Αυτοκρατορία σε συνθηκολόγηση το 398 μ.Χ. Του παραχωρήθηκαν, μάλιστα, το αξίωμα του στρατιωτικού μαγίστρου της Ιλλυρίας και προμήθειες για τον λαό του.

Πίνακας που απεικονίζει την άλωση της Ρώμης το 410 μ.Χ. Πηγή εικόνας: wikipedia

Αυτή τη θέση δε διατήρησε για πολύ, καθώς το 400 μ.Χ. καθαιρέθηκε από το αξίωμά του, ενώ την ίδια στιγμή λάμβαναν χώρα θηριωδίες σε βάρος των Γότθων στις μεγάλες πόλεις. Αυτό ώθησε τον Αλάριχο να στρέψει το βλέμμα του στη Δύση και το 401 μ.Χ. κινήθηκε προς τη βόρεια Ιταλία, εκμεταλλευόμενος την απουσία του Στιλίχωνος στα βόρεια σύνορα. Ο Αλάριχος έθεσε ως όρους ειρήνης την παραχώρηση ενός αξιώματος στον ρωμαϊκό στρατό, καθώς και τη διανομή περαιτέρω προμηθειών στον λαό του. Ο Στιλίχων δεν τους δέχθηκε. Οι δύο άνδρες θα συγκρουστούν στο πεδίο της μάχης το 402 μ.Χ. σε δύο περιπτώσεις, στην Πολλέντια (ισοπαλία) και τη Βερόνα (νίκη Στιλίχωνος και υποχώρηση Αλάριχου στα Βαλκάνια).

Παρ’ όλα αυτά, το ίδιο έτος θα συναφθεί συνθήκη μεταξύ Στιλίχωνος και Αλάριχου, μέσω της οποίας ο Αλάριχος θα βοηθούσε τον Στιλίχωνα να προσαρτήσει την περιφέρεια της Ιλλυρίας. Έτσι, ο Αλάριχος επέστρεψε στη Μοισία, αναμένοντας τις εντολές του Στιλίχωνος. Πάλι, όμως, εσωτερικοί και εξωτερικοί παράγοντες καθηλώνουν τον Στιλίχωνα και στρέφουν αλλού την προσοχή του.

Μετά την αντιμετώπιση του Ραδάγαισου (Γότθου βασιλιά), ο οποίος είχε εισβάλει στην Ιταλία και την αυτοανακήρυξη του Κωνσταντίνου Γ΄ το 408 μ.Χ. ως αυτοκράτορα της Δύσης από τη Βρετανία μαζί με την προσάρτηση της περιοχής της Γαλλίας και της Ισπανίας, ο Στιλίχων σύναψε ειρήνη με τον Αρκάδιο και επικεντρώθηκε στην αντιμετώπιση του σφετεριστή, με τη συμφωνία που είχε συνάψει με τον Αλάριχο να κηρύσσεται ως άκυρη. Τότε, εκείνος κινήθηκε εναντίον της Ιταλίας, ζητώντας την αποπληρωμή 288.000 σολίδων για τη σύναψη ειρήνης. Μετά από υπεράνθρωπες προσπάθειες του Στιλίχωνος η Σύγκλητος ενέκρινε αυτή τη συμφωνία, οδηγώντας όμως στην ψύχρανση των σχέσεων Στιλίχωνος-Ονώριου.

Ο Αλάριχος στην Αθήνα. Πηγή εικόνας: wikipedia

Την 1η Μαΐου του 408, τον Αρκάδιο διαδέχθηκε στον θρόνο ο Θεοδόσιος Β΄. Ο Ονώριος, θέλοντας να εξασφαλίσει τη θέση του ανιψιού του, ετοιμαζόταν να πάει ο ίδιος στην Κωνσταντινούπολη, αλλά ο Στιλίχων τον συμβούλεψε να πάει αυτός στη θέση του. Ο Ολύμπιος, σύμβουλος του Ονώριου και πολέμιος του Στιλίχωνος, έσπειρε φήμες πως ο Στιλίχων σχεδίαζε να ανατρέψει τον Θεοδόσιο και να ανεβάσει τον γιο του, Ευχέριο, στον θρόνο. Έτσι, ο Ονώριος διέταξε τη σύλληψη και την εκτέλεση του Στιλίχωνος. Τον θάνατό του εκμεταλλεύτηκε ο Αλάριχος, ο οποίος, αφού κατέλαβε τρεις πόλεις της βόρειας Ιταλίας (Κονκορδία, Κρεμόνα, Αριμίνιο), κινήθηκε μαζί με την υποστήριξη του αδελφού του, Αταούλφου, εναντίον της Ρώμης, ξεκινώντας πολιορκία από γη και θάλασσα. Αυτή λύθηκε μετά την αποπληρωμή ενός υπέρογκου ποσού.

Βλέποντας τη δυσμενή θέση του Ονώριου, ο Αλάριχος θέλησε να συνάψει συμμαχία μαζί του. Ο Ονώριος ήταν πρόθυμος, γιατί περίμενε ενισχύσεις από την Ανατολή και ήθελε να καθυστερήσει τον Αλάριχο. Έτσι, μετά από τον πρώτο γύρο των διαπραγματεύσεων στη Ραβέννα, που έληξε με κάποια αισιοδοξία για ειρήνη, ο Αλάριχος στρατοπέδευσε στην Ετρουρία. Εκεί όμως θα ανακόψει την πορεία των 6.000 στρατιωτών που έστειλε ο Ονώριος από την Ανατολή προς τη Ρώμη, εξολοθρεύοντας σχεδόν όλους. Την ίδια στιγμή ο Αταούλφος δέχθηκε επίθεση από τον Ολύμπιο, ο οποίος όμως απέτυχε και ως αποτέλεσμα του αφαιρέθηκαν όλα τα αξιώματα.

Μετά από αυτές τις δύο ήττες ο Ονώριος έστειλε τον στρατηγό Γιόβιο να καλέσει τον Αλάριχο και τον Αταούλφο για νέες διαπραγματεύσεις, καθώς επιθυμούσε να επικεντρωθεί στον Κωνσταντίνο. Οι όροι του Αλάριχου ήταν οι εξής: ετήσια πληρωμή χρυσού και σιτηρών, παραχώρηση των περιοχών του Βενέτο, της Δαλματίας και της Νορικίας κ.α. Ο Ονώριος συμφώνησε σε όλα εκτός από την παραχώρηση γης και αξιώματος. Ο Αλάριχος σε δεύτερη πρότασή του αρκέστηκε μόνο στην παραχώρηση της Νορικίας. Μετά και τη δεύτερη άρνηση του Ονώριου, ο Αλάριχος κινήθηκε και πάλι προς τη Ρώμη.

Ο Αυτοκράτορας Ονώριος από δίπτυχο. Πηγή εικόνας: wikipedia

Αυτή τη φορά ο Αλάριχος επέλεξε τη διπλωματία. Σε συνεννόηση με τη Σύγκλητο ανακήρυξε τον συγκλητικό Άτταλο Πρίσκο αυτοκράτορα, στα τέλη του 409 π.Χ. και έτσι έλυσε την πολιορκία. Πρώτος στόχος του Αλάριχου ήταν η κατάληψη της περιφέρειας της Αφρικής, η οποία ήταν πιστή στον Ονώριο και σημαντική ως προς την παροχή σιτηρών. Αφού ο Άτταλος έστειλε ρωμαϊκά στρατεύματα στην Αφρική, κινήθηκαν προς τη Ραβέννα για διαπραγματεύσεις. Εκεί, παρά την προθυμία του Ονώριου για συγκυβέρνηση, οι διαπραγματεύσεις απέτυχαν, ενώ ο Γιόβιος αυτομόλησε στον Άτταλο. Αφού οι δυνάμεις του Αττάλου νικήθηκαν στην Αφρική, οι δύο σύμμαχοι ήρθαν σε σύγκρουση. Και πάλι, όμως, ξεκίνησαν νέες διαπραγματεύσεις με τον Ονώριο.

Καθώς ήταν στρατοπεδευμένος έξω από τη Ραβέννα, δέχθηκε ενέδρα από τον Σάρο, Γότθο στρατηγό του Ονώριου. Αφού τον απώθησε, εξαγριωμένος ο Αλάριχος από την προδοσία κινήθηκε για τρίτη και τελευταία φορά εναντίον της Ρώμης. Η πόλη δεν είχε αρκετούς αμυνόμενους, ώστε να προστατεύσουν τα μεγάλα τείχη της, ενώ οι κάτοικοί της βρίσκονταν σε δυσμενή θέση. Έτσι, στις 24 Αυγούστου 410 μ.Χ. τα στρατεύματα του Αλάριχου εισέβαλαν από την Πύλη της Σαλάριας Οδού (πιθανότατα επρόκειτο για προδοσία) και επιδόθηκαν σε λεηλασίες τριών ημερών. Ο Αλάριχος μετά την άλωση θέλησε να κινηθεί προς την Αφρική. Λίγους μήνες αργότερα θα πεθάνει ξαφνικά από μια αρρώστια. Την αρχηγία των Βησιγότθων θα αναλάβει ο Αταούλφος, ο οποίος θα τους οδηγήσει στη νοτιοδυτική Γαλλία, ιδρύοντας το πρώτο βησιγοτθικό βασίλειο.

Η συγκεκριμένη άλωση αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα της ιστορίας. Η Ρώμη λεηλατήθηκε από εχθρικές δυνάμεις για πρώτη φορά μετά από 800 χρόνια. Αποτελεί ένδειξη της συνεχόμενης παρακμής της Δυτικής Αυτοκρατορίας, η οποία σταδιακά θα παραχωρήσει τη θέση της στα βασίλεια του Μεσαίωνα.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Heather, Peter (2010), Empires and Barbarian, Oxford University Press
  • Montanelli, Indro (1991), Ιστορία των Ρωμαίων, Αθήνα: Εκδ. Τρία Φύλλα
  • Wasson, Donald (2019), Sack of Rome 410 CE, worldhistory.org. Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ιωάννης Περγαντής
Ιωάννης Περγαντής
Γεννήθηκε στη Ρόδο το 2003. Είναι φοιτητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, με το επιστημονικό του ενδιαφέρον να επικεντρώνεται στην Αρχαία Ελληνική και Ρωμαϊκή Ιστορία. Είναι γνώστης αγγλικών, ενώ στον ελεύθερό του χρόνο αρέσκεται στον αθλητισμό, την ενασχόληση με τη μουσική και την ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων.