Του Θοδωρή Μπουλούμπαση,
Η γενικευμένη σύρραξη στην Ουκρανία τους τελευταίους τέσσερις μήνες, καθώς και το κλίμα πολέμου που προϋπήρχε αυτής στη γειτονιά μας, έχει επιφέρει ένα ντόμινο οικονομικών επιπτώσεων στο σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών, όπως και στην Ελλάδα. Η αγορά στην οποία παρατηρείται εντονότερα από όλες ένα γενικευμένο ράλλυ ανατιμήσεων, με «γνησίως αύξουσα» κατεύθυνση, που απασχολεί ιδιαίτερα την επικαιρότητα, είναι αυτή των καυσίμων.
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που δημοσιεύει το Υπουργείο Ανάπτυξης σε καθημερινή βάση, σχετικά με τις τιμές των καυσίμων στη χώρα, η μέση τιμή της αμόλυβδης (ανά λίτρο) έχει αυξηθεί κατά 25%, φτάνοντας το 2,40 € από 1,918 € που ήταν την 1η Μαρτίου του 2022. Συγκριτικά με τον Σεπτέμβρη του 2019 και την προ-Covid εποχή, έχει ανέβει περίπου κατά 50%, μιας και η τότε τιμή ανερχόταν στο 1,596 €. Η, κατά γενική ομολογία, εκρηκτική αύξηση των τιμών στα καύσιμα δεν έχει επιφέρει μείωση στη ζήτησή τους, όπως θα ήταν αναμενόμενο. Βάσει των στοιχείων του Υπουργείου Οικονομικών, σχετικά με τα έσοδα του πολυσυζητημένου ειδικού φόρου κατανάλωσης, τα νούμερα δείχνουν τεράστια αντοχή στη ζήτηση. Η σύγκριση με την περσινή χρονιά δεν είναι ουσιαστική, καθώς πέρυσι ακόμα ίσχυαν περιορισμοί στις μετακινήσεις, οπότε, για πιο ασφαλή συμπεράσματα, τα τωρινά δεδομένα είναι προτιμότερο να συγκριθούν με αυτά του 2019.
Μολονότι οι συνθήκες της αγοράς μετά από την αύξηση στην τιμή περί τα 70 λεπτά ανά λίτρο έχουν αλλάξει ριζικά, δεν παρατηρείται το ίδιο και στη ζήτηση. Η αγορά δείχνει, λοιπόν, να παρουσιάζει ανελαστική ζήτηση. Βασικό γνώρισμα της ανελαστικής ζήτησης είναι η χαμηλή ευαισθησία που παρουσιάζει ένα αγαθό σε μια αλλαγή της τιμής του. Ο λόγος για τον οποίο συμβαίνει αυτό στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι διότι δεν υπάρχουν υποκατάστατα στα καύσιμα κίνησης (βενζίνη, πετρέλαιο, υγραέριο). Η ηλεκτροκίνηση προχωρά με αργά βήματα στη χώρα μας, η οποία υπολείπεται σημαντικά στο ποσοστό διείσδυσης των ηλεκτρικών αυτοκινήτων σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης. Αξίζει να σημειωθεί πως μέσα στο 2021 στη Γηραιά Ήπειρο έγιναν 1,3 εκατομμύρια πωλήσεις υβριδικών οχημάτων. Επιπροσθέτως, η έντονη εξάρτησή μας οφείλεται και στο γεγονός ότι δεν έχουν αναπτυχθεί ακόμα κάποιες εναλλακτικές μορφές μετακίνησης, όπως για παράδειγμα η χρήση ποδηλάτου, που στην πλειονότητα των ευρωπαϊκών πόλεων αποτελεί ένα από τα βασικότερα μέσα μετακίνησης. Τέλος, η ζήτηση αναμένεται να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα και τους επόμενους μήνες. Οι προβλέψεις για την τουριστική σεζόν και η έως τώρα εικόνα δείχνουν αύξηση της κινητικότητας στους δημοφιλείς προορισμούς, γεγονός το οποίο αναμένεται να αυξήσει περεταίρω τη ζήτηση για καύσιμα.
Η Ελλάδα παρουσιάζει την πέμπτη υψηλότερη τιμή της Ευρωπαϊκής Ηπείρου στην αμόλυβδη βενζίνη, με τις χώρες που συμπληρώνουν το Τop-5 ακρίβειας να είναι η Δανία, η Ισλανδία, η Φινλανδία και η Νορβηγία. Η υψηλή θέση της χώρας μας στη συγκεκριμένη κατάταξη οφείλεται στον τέταρτο μεγαλύτερο φόρο κατανάλωσης στην Ε.Ε., μετά από τη Φινλανδία, την Ιταλία και την Ολλανδία. Συγκεκριμένα, η τιμή του καυσίμου στη χώρα μας διαμορφώνεται ως εξής: 63,25% το ποσοστό φόρων/δασμών, 31,05% η τιμή αγοράς από το διυλιστήριο και στο 5,70% ανέρχεται το κέρδος των πρατηριούχων και των μεταφορέων. Αξίζει να αναφερθούμε στην περίπτωση της Ισπανίας και στα μέτρα που έχουν ληφθεί στη χώρα της Ιβηρικής. Κατά τον Απρίλιο, η κυβέρνηση ανακοίνωσε μπόνους 20 λεπτών ανά λίτρο στις τιμές βενζίνης και πετρελαίου, με ένα μέρος του κόστους (5 στα 20 λεπτά) να επωμίζεται στις εταιρείες πετρελαιοειδών. Παρόμοιες ήταν οι κινήσεις των κυβερνήσεων και άλλων χωρών της Ευρώπης (Γαλλία, Ιταλία), με τη Γερμανία, εκτός από τη μείωση στον ειδικό φόρο κατανάλωσης, να υιοθετεί ένα φθηνό εισιτήριο των 9 ευρώ για να δώσει κίνητρα, ώστε να αυξηθούν οι μεταφορές με τρένα στη χώρα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ