Της Αιμιλίας Δρακάκη,
Μία γυναίκα έρχεται αντιμέτωπη με τα σημαντικότερα διλήμματα της ζωής της σε μία από τις πιο αμφιλεγόμενες περιοχές στο κέντρο της Αθήνας, τη λεωφόρο Πατησίων. Η μαμά του Γιάννη, καθώς κατευθύνεται σε μία οντισιόν για τον ρόλο της σαιξπηρικής «Βιόλας», διαπιστώνει πως ο μικρός της γιος έχει βρεθεί μόνος στο σπίτι. Περπατώντας ανάμεσα στους ανθρώπους, τους ήχους και τα γεγονότα της πόλης, η πρωταγωνίστρια παλεύει, ώστε να ισορροπήσει όλους τους ρόλους της ζωής της, με μοναδικό όπλο στα χέρια το κινητό της τηλέφωνο. Η Λεωφόρος Πατησίων έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο 75ο Φεστιβάλ Βενετίας και έκτοτε έχει προβληθεί σε πολλά διεθνή φεστιβάλ, κερδίζοντας υποψηφιότητες και βραβεία.
Ο σκηνοθέτης της ταινίας, Θανάσης Νεοφώτιστος, περιγράφει το έργο του ως «μία ειλικρινή προσπάθεια να κατανοήσει τη δική του μητέρα», καθώς, όπως δηλώνει, στο παρελθόν έχει υπάρξει αρκετές φορές το αγόρι στο τηλέφωνο. Εμπνευσμένη από τις προσπάθειες της μητέρας του να εξισορροπήσει τις επιθυμίες της με τα στερεότυπα που τίθενται για τις γυναίκες, η Λεωφόρος Πατησίων είναι προφανώς ένα βαθιά προσωπικό κομμάτι για τον σκηνοθέτη, ενώ αποτελεί το «προσωπικό του Έβερεστ» σε τεχνικό επίπεδο, αφού κατάφερε να συντονίσει το γύρισμα σε έναν από τους πιο πολυσύχναστους δρόμους της Αθήνας, με τη συμμετοχή 70 επιπλέον συντελεστών και όλα αυτά, για να πραγματοποιήσει μία μόνο ενιαία λήψη σε μονό πλάνο, χρησιμοποιώντας μόνο ήχους που υπήρξαν σε πραγματικό χρόνο.
Η ταινία αρχίζει με εύθυμη και ενεργητική διάθεση, με την πρωταγωνίστρια να προχωρά δυναμικά στον δρόμο, κάνοντας φωνητικές ασκήσεις, ενθουσιασμένη από την προοπτική μίας επιτυχημένης ακρόασης. Δυστυχώς, αυτό δεν διαρκεί πολύ, καθώς ανακαλύπτει απρόσμενα ότι ο γιος της έχει μείνει μόνος του στο σπίτι και πιθανότατα βρίσκεται σε κίνδυνο. Αμέσως γινόμαστε μάρτυρες της επείγουσας ανάγκης της να εξασφαλίσει την ασφάλειά του, καθώς εξακολουθεί να τρέχει απελπισμένη στους δρόμους της Αθήνας. Παρότι, καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας, η κάμερα βρίσκεται από πίσω και δεν βλέπουμε ποτέ το πρόσωπο της πρωταγωνίστριας, δεν χρειαζόμαστε πολύ χρόνο ως θεατές, για να αντιληφθούμε τη γρήγορη εναλλαγή των συναισθημάτων της: ενθουσιασμός, χαρά, φόβος, αγωνία, ανακούφιση, απόγνωση, απογοήτευση, θυμός, αγάπη.
Όλα μπλέκονται με πολύ ιδιαίτερο, μα, πάνω από όλα, ανθρώπινο, τρόπο στο κάδρο και αναμειγνύονται με τα χρώματα και την κίνηση της πόλης. Σε μόλις 13 λεπτά, όσο δηλαδή διαρκεί η ταινία, ο θεατής, ως εξωτερικός παρατηρητής, προλαβαίνει να κινητοποιηθεί και να αντιληφθεί τον χαρακτήρα, εξαιτίας και της ιδιαίτερης χορογραφίας που έχει στηθεί και αποτυπώνει τη συγκρουσιακή κατάσταση, στην οποία βρίσκεται η πρωταγωνίστρια, το δίλημμα δηλαδή που τίθεται για εκείνη σε μια στιγμή, σε κάποια γειτονιά της Αθήνας.
Η ιστορία της Λεωφόρου Πατησίων σίγουρα δεν «ανήκει» μόνο στην Πατησίων. Ωστόσο, το συγκεκριμένο έργο μοιάζει τόσο ελληνικό, ιδιαίτερα για όσους βιώνουν καθημερινά το κέντρο της Αθήνας, συναντούν τους ανθρώπους του και περπατούν ανάμεσα στα γεγονότα, καθώς το εξωτερικό τοπίο αλλάζει με ταχύτητα. Πιο πολύ, όμως, η ιστορία αυτή ανήκει σε κάθε άνθρωπο, κάθε λεωφόρου, ο οποίος κουβαλάει τα δικά του όνειρα, επιθυμίες, στόχους για την ημέρα, αλλά και για τη ζωή, συγκρούεται εσωτερικά για τις μικρές και τις μεγάλες αποφάσεις, ενώ μακροσκοπικά, η πόλη δεν σταματάει ποτέ να κινείται.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- «Λεωφόρος Πατησίων», imbd.com, διαθέσιμο εδώ
- “Leoforos Patision (Patision Avenue)”, shortoftheweek.com, διαθέσιμο εδώ
- “Patision Avenue”, a short film by Thanasis Neofotistos, patisionavenue.com, διαθέσιμο εδώ