Της Ελευθερίας Τσιρώνη,
Το πένθος χωρίζεται σε παθολογικό και φυσιολογικό. Τι σημαίνει, όμως, φυσιολογικό πένθος; Είναι η κατάσταση που βιώνει το άτομο μετά την απώλεια ενός ατόμου, αντικειμένου, συνήθειας ή δραστηριότητας και αποτελείται από 4 στάδια, την άρνηση, την επιθυμία επανασύνδεσης με τον εκλιπόντα, την κατάθλιψη και, τέλος, την αποδοχή (Kübler-Ross & Kessler, 2009). Φυσικά, δεν είναι απαραίτητο ένας πενθούντας να περάσει από όλα αυτά τα στάδια, ή άμα αυτά συμβούν να έχουν αυτήν ακριβώς τη σειρά. Αυτά τα συμπτώματα θεωρούνται φυσιολογικά μόνο στην περίπτωση που το άτομο έχει φτάσει στην αποδοχή πριν τους 6 μήνες, ή περίπου εκείνο το διάστημα (Bacque, 2001).
Όταν μιλούμε για αποδοχή, δεν σημαίνει πως το άτομο που χάθηκε θα ξεχαστεί και δεν θα τον σκέφτονται, σημαίνει όμως πως θα έχουν σταματήσει τα βαριά συμπτώματα κατάθλιψης και απομόνωσης που μπορούν να παρατηρηθούν αρχικά και ο πενθών θα έχει εσωτερικεύσει τον εκλιπόντα, δηλαδή θα τον νιώθει κοντά του και ας μην υπάρχει φυσικά η παρουσία του. Θα παίρνει από αυτόν τη δύναμη που χρειάζεται, ακόμη και αν δεν είναι εκεί να τον καθησυχάζει.
Από την άλλη, το παθολογικό πένθος είναι πολύ πιο δύσκολο και υποκειμενικό πολλές φορές για να οριστεί (Stroebe et al., 2000). Μία ιδέα είναι πως το παθολογικό πένθος είναι αυτό που παρεκκλίνει από τις κοινωνικά αποδεκτές αντιδράσεις στο θάνατο και συνεπώς, διαφέρει από πολιτισμό σε πολιτισμό. Ρωτώντας τους ίδιους τους ανθρώπους, λοιπόν, βρέθηκε πως μία κατάσταση θεωρείται παθολογική όταν συμβαίνει για μεγάλο χρονικό διάστημα, όταν υπάρχει σαφής πτώση της λειτουργικότητας, όταν προβαίνει σε «περίεργες» συμπεριφορές, όταν υπάρχει κίνδυνος να κάνει ο πενθών κακό στον εαυτό του ή όταν υπάρχουν επιπτώσεις στη σωματική υγεία. Οι απόψεις των ανθρώπων βρίσκονται πολύ κοντά σε αυτό που η επιστημονική κοινότητα προσδιορίζει ως παθολογικό (Breen et al., 2015).
Τα συμπτώματα του παθολογικού πένθους θα μπορούσαμε να πούμε πως προσομοιάζουν αυτά του φυσιολογικού, αλλά είναι πιο έντονα και ξεπερνούν σε διάρκεια τους 6 μήνες (Bacque, 2001). Ένας από τους τύπους παθολογικού πένθους, μεταξύ άλλων, είναι αυτό που ονομάστηκε «Παθολογικό Πένθος» και, σύμφωνα με τον Prigerson et al. (1995), τα συμπτώματα περιλαμβάνουν «άρνηση του ατόμου να συνειδητοποιήσει τον θάνατο του αγαπημένου του προσώπου, τη συνεχή αναζήτηση και λαχτάρα για τον νεκρό, το ασταμάτητο κλάμα, την εμμονή με ό,τι έχει σχέση με το νεκρό άτομο και το αίσθημα συνεχούς έκπληξης και αποχαύνωσης λόγω του θανάτου. Σε κάποιες μορφές παθολογικού πένθους ο πενθών μπορεί να φτάσει να βιώσει μέχρι και σωματικά συμπτώματα» (σ. 26).
Ξεκινώντας με την άρνηση, που είναι ένα από τα κυρίαρχα συμπτώματα του «Παθολογικού Πένθους», καλό είναι να επαναληφθεί πως το ίδιο σύμπτωμα είναι από τα πρώτα του φυσιολογικού πένθους (Kübler-Ross & Kessler, 2009), αλλά άμα παραταθεί αρχίζει να υποδεικνύει μία προβληματική για το άτομο κατάσταση (Middleton et al., 1993; Stroebe et al., 2000). Σύμπτωμα της άρνησης μπορεί να είναι και οι ψευδαισθήσεις, ο πενθών μπορεί να πιστεύει ότι ένας ήχος, για παράδειγμα ένα θρόισμα, προέρχεται από τον νεκρό, να αισθάνεται την παρουσία του, να τον βλέπει μπροστά του, να τον ακούει να μιλάει κλπ. Ειδικά στην περίπτωση τυχαίων ήχων που τους αποδίδει στον νεκρό, φαίνεται πως παλεύει να πιαστεί από οποιαδήποτε ευκαιρία παρουσιαστεί για να αρνηθεί πως το αγαπημένο του πρόσωπο απεβίωσε και να συνεχίσει να πιστεύει ότι είναι δίπλα του. Άλλο ένα παράδειγμα άρνησης είναι να μην αγγίζει τίποτα στο δωμάτιο, να κρατάει τα αντικείμενα φυλαγμένα σαν ιερά κειμήλια, γιατί ελπίζει πως μπορεί να ξαναχρησιμοποιηθούν από το άτομο που χάθηκε.
Άλλη μία κατηγορία συμπτωμάτων είναι η αναζήτηση, η διακαής επιθυμία και η έμμονη προσήλωση σε ό,τι αφορά τον νεκρό. Στην πράξη, αυτό μπορεί να σημαίνει πως ο πενθών καλεί συνέχεια στο κινητό τον νεκρό, γεμίζει το σπίτι με φωτογραφίες και αντικείμενά του μετατρέποντάς το σε μαυσωλείο, ντύνεται με τα ρούχα και ασχολείται με τις δραστηριότητες που συνήθιζε να κάνει ο εκλιπών και γενικά υιοθετεί παθολογικές συμπεριφορές προσκόλλησης στον νεκρό, που τον αποτρέπουν να φτάσει στην αποδοχή.
Το άτομο μπορεί, επίσης, να βιώσει αποχαύνωση εξαιτίας του γεγονότος, δηλαδή να μπει σε μία κατάσταση καταστολής, να μείνει στάσιμος, να μην είναι λειτουργικός, για παράδειγμα να μένει στο σπίτι βλέποντας ταινίες και αναπολώντας τις στιγμές με το χαμένο πρόσωπο, ενώ δυσκολεύεται να δουλέψει, να διαβάσει, ακόμα και να προσέξει τον εαυτό του. Επίσης, στα συμπτώματα συγκαταλέγεται και το ακατάσχετο κλάμα, όταν πλέον αυτό φτάσει σε έναν υπερβολικό βαθμό, όπως για παράδειγμα να κλαίει κάθε φορά που το αγαπημένο πρόσωπο περνά από τις σκέψεις του και να δυσκολεύεται να σταματήσει για ώρες, μία συμπεριφορά που δεν περιορίζεται στις πρώτες στιγμές της απώλειας, αλλά μπορεί να διαρκέσει μήνες έως και χρόνια.
Συνοψίζοντας, αν κάτι πρέπει να κρατήσετε είναι πως το κάθε άτομο βιώνει διαφορετικά το πένθος, ανάλογα με την προσωπικότητα, την ηλικία, τη σχέση με το άτομο που έχασε, και είναι μία φυσιολογική διεργασία, η οποία είναι πιθανό να συμβεί σε όλους. Σημαντικό θεωρώ πως είναι επίσης να επαναληφθεί πως τα προαναφερθέντα συμπτώματα είναι φυσιολογικά, εκτός άμα εκτροχιαστούν σε ένταση και διάρκεια, και ακόμη τότε θα ήταν φρόνιμο να παρέμβει κάποιος ειδικός ώστε να βοηθήσει το άτομο, παρά να μπουν ταμπέλες. Τα άτομα που δυσκολεύονται με τη διαχείριση του πένθους χρειάζονται την στήριξη από τον περίγυρό τους, τόσο έμπρακτη (όπως βοήθεια με τις οικιακές δουλείες ή οικονομική) όσο και συναισθηματική (όπως μια συζήτηση χωρίς επικριτική διάθεση, η εμπλοκή σε δραστηριότητες που απολαμβάνει κ.ά.)
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Bacque, M. (2001). Πένθος και Υγεία Άλλοτε και Σήμερα. Θυμάρι.
- Breen, L. J., Penman, E. L., Prigerson, H. G., & Hewitt, L. Y. (2015). Can Grief be a Mental Disorder? Journal of Nervous & Mental Disease, 203(8), 569–573. Διαθέσιμο εδώ
- Kübler-Ross, E., & Kessler, D. (2009). The five stages of grief. In Library of Congress Cataloging in Publication Data (Ed.), On grief and grieving (pp. 7-30). Διαθέσιμο εδώ
- Middleton, W., Raphael, B., Martinek, N., & Misso, V. (1993). Pathological grief reactions. Handbook of bereavement: Theory, research, and intervention, 44-61.
- Prigerson, H. G., Frank, E., Kasl, S. V., Reynolds, C. F., Anderson, B., Zubenko, G. S., … & Kupfer, D. J. (1995). Complicated grief and bereavement-related depression as distinct disorders: preliminary empirical validation in elderly bereaved spouses. American Journal of Psychiatry, 152(1), 22-30.
- Stroebe, M., van Son, M., Stroebe, W., Kleber, R., Schut, H., & van den Bout, J. (2000). On the classification and diagnosis of pathological grief. Clinical Psychology Review, 20(1), 57–75. Διαθέσιμο εδώ