Tης Λυδίας Μπελαούρη,
Το 2009 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συγκλόνισε την κοινή γνώμη, όταν επέβαλε στην Intel να πληρώσει πρόστιμο που αγγίζει τα 1,06 δισεκατομμύρια ευρώ —πρόκειται για ποσό- ρεκόρ—, καθώς απεφάνθη πως παραβίασε το άρθρο 102 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο απαγορεύει την κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης που τυχόν κατέχει μία εταιρεία στη σχετική αγορά όπου δραστηριοποιείται. Συγκεκριμένα, η Intel είχε κατηγορηθεί πως έκανε διευκολύνσεις στις πληρωμές στους πελάτες της, καθώς και μεγάλες εκπτώσεις, οι οποίες περιόριζαν τη δράση της ανταγωνίστριας εταιρίας παραγωγής chip Advanced Micro Devices Inc. (AMD).
Στις 26 Ιανουαρίου 2022, το Ευρωπαϊκό Γενικό Δικαστήριο, μετά από αναπομπή της υπόθεσης από το Δικαστήριο της Ε.Ε., ακύρωσε το πρόστιμο που είχε επιβληθεί και απαίτησε από την Επιτροπή να πληρώσει πίσω στην εταιρεία το ποσό των 1,2 δις, δηλαδή το πρόστιμο που επέβαλε, καθώς και κάποιους τόκους με το επιτόκιο αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να βρίσκεται στο ποσοστό του 1,25% από τον Μάιο του 2009. Σε αυτό το σημείο, πρέπει να σημειωθεί οτι πρόκειται για ένα αυξημένο με τιμωρητικό επιτόκιο της τάξεως του 3,5%, αλλαγή που συντελέσθηκε στο χρονικό διάστημα από τον Αύγουστο του 2009, όταν καταβλήθηκε δηλαδή το πρόστιμο από την Intel, μέχρι και τις 25 Φεβρουαρίου 2022. Θεωρήθηκε πως η Επιτροπή δεν διεξήγαγε ενδελεχή έρευνα, ώστε να αποδείξει πως πράγματι οι πρακτικές της εταιρίας-κολοσσού προκαλούσαν ζημιά στην αγορά.
Επιπροσθέτως, η Intel ζητάει αυτή τη στιγμή 593 εκατομμύρια σε τόκους, μετά την ακύρωση του προστίμου. Αυτό το αίτημα έρχεται μετά από απόφαση δικαστηρίου που επέτρεψε στις εταιρίες που έχουν κερδίσει σε εφέσεις να διεκδικούν τόκους για τα πρόστιμα που τους είχε επιβάλει η Επιτροπή. Όπως είναι προφανές, η απόφαση αυτή έχει δημιουργήσει έναν ουσιαστικό οικονομικό κίνδυνο στις ρυθμιστικές αρχές της Ε.Ε., σε περίπτωση που τα δικαστήρια της Ε.Ε. ανατρέψουν προηγούμενες αποφάσεις τους σε υποθέσεις που αφορούν την εφαρμογή του δικαίου του ανταγωνισμού.
Εκτός από τους οικονομικούς κινδύνους που έχει να αντιμετωπίσει η Επιτροπή, αναμένεται διαφοροποίηση και στον τρόπο αιτιολόγησης των αποφάσεων της Επιτροπής και στα κριτήρια που πρέπει να λαμβάνει υπόψη της πριν την επιβολή του προστίμου. Συγκεκριμένα, το δικαστήριο απαιτεί από την Επιτροπή να προβαίνει σε πιο εμβριθή οικονομική ανάλυση, πριν καταλήξει σε τυχόν συμπέρασμα κατάληψης δεσπόζουσας θέσης από μία εταιρεία που ερευνά.
Καθώς φαίνεται, οι παραλείψεις της Επιτροπής δημιούργησαν ένα παράθυρο το οποίο εκμεταλλεύτηκε ορθά και με έξυπνο τρόπο η Intel, ώστε όχι μόνο να πάρει πίσω το πρόστιμο που της επεβλήθη, αλλά και να ανοίξει τον δρόμο και για εκκρεμείς υποθέσεις, των οποίων ερευνάται η κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης και της τυχόν ανατροπής τους από το δικαστήριο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- “Case T‑286/09 RENV, Intel v Commission, or the sign of an effective competition law system”, Chilling Competition, διαθέσιμο εδώ