Του Γιάννη Μυταυτσή,
Η χώρα, παρά τις διαψεύσεις του κυβερνώντος κόμματος, φαίνεται πως βρίσκεται σε προεκλογική περίοδο, η οποία πιθανόν θα ολοκληρωθεί το ερχόμενο φθινόπωρο. Ωστόσο, η κυβέρνηση έμμεσα ανοίγει την αυλαία αυτής της προεκλογικής περιόδου, τη στιγμή που η χώρα μαστίζεται από μεγάλη ακρίβεια σε όλα τα απαραίτητα για την επιβίωση αγαθά και προϊόντα.
Την ίδια στιγμή που ο ελληνικός λαός προσπαθεί να εξασφαλίσει τα αναγκαία, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη ετοιμάζεται να ζητήσει την ανανέωση της λαϊκής εντολής. Μια απόφαση που πιθανόν θα του κοστίσει από τη μερίδα των πολιτών, που αδυνατεί να αντιμετωπίσει τη συνεχιζόμενη αυξανόμενη ακρίβεια. Σε μια συγκυρία που ο μισθός είναι δυσανάλογος του κόστους ζωής και η κυβέρνηση με ημίμετρα προσπαθεί να καταλαγιάσει την οικονομική εξάντληση του πληθυσμού. Συγκεκριμένα, η τιμή της βενζίνης φτάνει να έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο και συνεχώς αυξάνεται, με αποτέλεσμα άμεσα αρνητικά αποτελέσματα στον οδικό τουρισμό, τους επαγγελματίες και όχι μόνο. Επιπλέον, οι τιμές των αγαθών στα σουπερ μάρκετ έχουν αυξηθεί κατά πολύ, εκτινάσσοντας το κόστος διαβίωσης των νοικοκυριών, ενώ, συγχρόνως, οι τιμές του ρεύματος είναι αντικειμενικά υπέρογκες. Θα είναι εξαιρετικά λυπηρό, λόγω της μη αντιμετωπιζόμενης ακρίβειας από την κυβέρνηση, εργαζόμενοι και οι ιδιοκτήτες στην εστίαση να αναγκαστούν να χάσουν τη δουλειά τους, ενώ κατάφεραν να επιβιώσουν από τη δεκάχρονη οικονομική κρίση και την προηγηθείσα υγειονομική.
Συνεπώς, αντί σε αυτήν την προεκλογική περίοδο να εστιάσουμε και πάλι στο δίπολο του νέου ψεύτο-δικομματισμού, τα ελληνικά πολιτικά κόμματα και πόσω μάλλον τα κοινοβουλευτικά, να εστιάσουν στα πραγματικά προβλήματα του ελληνικού λαού, στην μη διαχειριζόμενη, από τα ελληνικά νοικοκυριά, ακρίβεια και όχι να αναλωθούμε και πάλι αν ο ΣΥΡΙΖΑ ή η ΝΔ έχουν την καλύτερη κυβερνητική λύση για τον τόπο. Γεγονός που δεν ενδιαφέρει πρωτίστως τον ελληνικό λαό, από τη στιγμή που οι πολιτευτές δεν μπορούν να αφουγκραστούν από ό,τι φαίνεται τα πραγματικά προβλήματα των πολιτών και αυτό αποτυπώνεται κατά έναν βαθμό στις δημοσκοπήσεις. Το κυβερνών κόμμα εμφανίζει μικρή και σταδιακή πτώση εδώ και μήνες, ενώ η Αξιωματική Αντιπολίτευση τρία χρόνια μετά την ήττα των εκλογών του 2019 δεν μπορεί να ανακάμψει.
Βέβαια, σημαντικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα της χώρας φαίνεται ότι θα αποτελέσει ο τρίτος πόλος, που, όπως αναμένεται θα είναι το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, το οποίο, μετά την εκλογή του Ν. Ανδρουλάκη στην ηγεσία του κόμματος, έχει λάβει νέα πνοή. Δημοσκοπικά, ξεπερνά το 13% και η νέα ηγεσία, σε συνδυασμό με την κοινοβουλευτική ομάδα και τα όργανα του κόμματος, είναι αποφασισμένη να «οργώσει» κάθε γειτονιά και να αφουγκραστεί από κοντά τα προβλήματα των εργαζόμενων στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Χαρακτηριστικό είναι ότι η κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ, με τα κατά τόπους όργανα των νομών, επισκέπτονται τις αγορές, τα καταστήματα και τις γειτονιές, όχι μόνο για να ανοίξουν ξανά το ΠΑΣΟΚ στην κοινωνία, αλλά για να γνωρίσουν και να προσαρμοστούν πάνω στα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας.
Με άλλα λόγια, τη δεδομένη στιγμή ύψιστη σημασία έχει η Ελλάδα να γίνει βιώσιμη για τους πολίτες της και περί αυτού πρέπει να γίνεται λόγος.