Της Νεφέλης Τσιλοπούλου,
Ο βράχος της Ακρόπολης που βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας, είναι ένα από τα πιο επισκέψιμα σημεία στον κόσμο και όχι άδικα. Κοινή παραδοχή είναι πως αποτελεί το σύμβολο της Δημοκρατίας και του γνωστού σε όλους Δυτικού Κόσμου. Η προσωπικότητα του Περικλή δεν είναι τυχαίο που έμεινε στην Ιστορία ως μία από τις κορυφαίες στον πολιτικό κόσμο. Ο επονομαζόμενος «Χρυσός αιώνας του Περικλή» άφησε ανεξίτηλο το σημάδι του, όπως ακριβώς είχε προβλέψει και ο ίδιος. Το μεγάλο οικοδομικό πρόγραμμα που ξεκίνησε στην Αθήνα, σύμφωνα με το όραμα του Περικλή, είχε δύο στόχους: αρχικά, να προσφέρει εργασία στους κατοίκους της πόλης και έπειτα, να κάνει την Αθήνα αθάνατη, δηλαδή, η φήμη της να παραμείνει γνωστή και στους επόμενους αιώνες – όπως και έγινε.
Μετά την ίδρυση τη νέου ελληνικού κράτους, ο χώρος του βράχου της Ακρόπολης ουσιαστικά «καθαρίστηκε» από κάθε μουσουλμανικό στοιχείο και παρέμειναν μόνο τα κλασικά μνημεία της αρχαιότητας.
Ανάπλαση στην Ακρόπολη
Μόλις η χώρα έδειξε σημάδια ανάκαμψης, από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο πραγματοποίησε έργα στην Ακρόπολη. Συγκεκριμένα, το διάστημα ανάμεσα στο 1953 και το 1959, ανατέθηκε στον αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη η διαμόρφωση των χώρων γύρω από τον βράχο. Η τότε κυβέρνηση αποφασίζει να γίνει ένας δρόμος που να ενώνει τον λόφο του Φιλοπάππου με την Ακρόπολη, γεγονός που αποτέλεσε την πρώτη και μεγαλύτερη παραγγελία αρχιτεκτονικής που γίνεται μεταπολεμικά. Το σχέδιο αφορά το πλακόστρωτο του δρόμου που οδηγεί στο μνημείο, το λεγόμενο «αναπαυτήριο» και την ανάπλαση του Αγ. Δημήτρη Λουμπαρδιάρη. Ο Πικιώνης δίνει ένα χαρακτήρα φιλικό προς την παράδοση, για να διαμορφώσει ένα από εμβληματικότερα μνημεία του Δυτικού Κόσμου.
Τα προπύλαια
Φτάνοντας κάποιος στον βράχο, το πρώτο πράγμα που αντικρίζει είναι τα Προπύλαια που κατασκευάστηκαν μετά την ολοκλήρωση του Παρθενώνα, το πενταετές διάστημα μεταξύ του 437-432 π.Χ.· την ακριβή χρονολόγηση τη γνωρίζουμε από οικοδομικές επιγραφές. Αποτελούν έργο του Μνησικλή. Ο επισκέπτης προσκαλείται να μπει στο ιερό από ένα ψηλότερο επίπεδο. Η ανύψωση του εδάφους είναι συμβολική και εντάχθηκε από τον αρχιτέκτονα με την προσθήκη πέντε βαθμίδων μπροστά από τον θυραίο τοίχο. Η διαδρομή χαράζεται από τη λεγόμενη «πομπική οδό», πρόκειται ακριβώς για τον δρόμο που ακολούθησε η πομπή στη μεγάλη γιορτή προς τιμήν της Αθηνάς. Αυτό που δεν είναι ευρέως γνωστό για τα μνημειώδη προπύλαια, είναι πως εκατέρωθεν των προπυλαίων υπήρχε αντίστοιχα η βόρεια και η νότια πτέρυγα. Η βόρεια λειτουργούσε ως πινακοθήκη για την έκθεση πινάκων των σπουδαιότερων Ελλήνων ζωγράφων – φυσικά δεν έχει διασωθεί κάποιος πίνακας. Επίσης, ήταν τοποθετημένο και το άγαλμα του Ερμού Προπυλαίου, που ήταν προστάτης των εισόδων και των προπυλών.
Ο ναός της Αθηνάς Νίκης
Δεξιά των προπυλαίων, όπως μας πληροφορεί και ο Παυσανίας, υπάρχει ο ναός της άπτερου Νίκης, σύμφωνα με τον μύθο, το σημείο που αυτοκτόνησε ο Αιγεύς. Βέβαια, έχει προκύψει πως, εν τέλει, είναι αφιερωμένος στην Αθηνά Νίκη, τη νικηφόρο θεά της πόλης. Πρόκειται για έναν μικρό ναό που είναι στην κυριολεξία χτισμένος πάνω σε έναν πύργο. Αυτό συνέβη, γιατί η περσική εισβολή κατέστρεψε τον προηγούμενο ναό, οπότε κάλυψαν τον παλιό και έχτισαν έναν νέο. Φαίνεται πως πρέπει να ιδρύθηκε στην πρώτη παύση των Πελοποννησιακών πολέμων με τη συνθήκη ειρήνης του Νικία το 421 π.Χ.
Το Ερέχθειον
Στη βόρεια πλευρά του Ιερού βράχου βρίσκεται ο τελευταίος κατά σειρά ναός που κτίστηκε στην Ακρόπολη. Ένα αρκετά σύνθετο οικοδόμημα, που δεν παρουσιάζει την τυπική εσωτερική αρχιτεκτονική ναού. Είναι προς τιμή του πρώτου μυθικού βασιλιά της Αθήνας, του Ερεχθέα. Η ιδιότυπη αρχιτεκτονική προκύπτει ακριβώς από το γεγονός ότι προσαρμόστηκε στην ανισότητα του εδάφους του βράχου. Τα θεμέλιά του συναντούν τα τείχη του αρχαίου ναού της Αθηνάς. Βόρεια και νότια το κοσμούν δύο ομάδες έξι κιόνων, ενώ η νότια πλευρά στηρίζεται από τις γνωστές σε όλους Καρυάτιδες.
Το θέατρο του Διόνυσου
Στους νότιους πρόποδες της Ακρόπολης, το μεγάλο θέατρο του Διόνυσου, αντικατέστησε το πολύ πιο απλό θέατρο που υπήρχε στην ίδια θέση και στο οποίο παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά τα έργα του Αριστοφάνη, του Ευριπίδη και του Σοφοκλέους. Το παλιό οικοδόμημα χρονολογείται τον 5ο αιώνα π.Χ. και θεωρείται το πρώτο θέατρο του κόσμου. Το νέο οικοδόμημα οφείλει τη μορφή του στον Λυκούργο και ανάγεται στον 4ο αιώνα, περίπου στο 330 π.Χ. Είχε χωρητικότητα έως και δέκα εφτά χιλιάδων θεατών. Το κοίλο επεκτάθηκε μέχρι τη βάση του βράχου της Ακρόπολης, ενώ στην πρώτη σειρά τοποθετήθηκαν μαρμάρινοι θρόνοι για τα τιμώμενα πρόσωπα της πόλης. Οι παραστάσεις θεατρικών έργων και χορικής ποίησης πραγματοποιούνταν στο πλαίσιο αγώνων και όλος ο χώρος του ιερού ήταν διακοσμημένος με μνημεία που έστηναν οι νικητές των αγώνων.
Ο Παρθενώνας
Το 447 π.Χ. ξεκίνησε η ανέγερση του Παρθενώνα από τον Ικτίνο και τον Καλλικράτη. Πρόκειται για έναν μεγάλο ναό, ο οποίος είναι εξ ολοκλήρου φτιαγμένος από μάρμαρο. Είναι αφιερωμένος στη θεά Αθηνά Παρθένο, προστάτιδα της πόλης. Η αλήθεια είναι ότι μεγαλώνουμε με τη βεβαιότητα πως ο ναός αυτός είναι το σπουδαιότερο δείγμα αρχιτεκτονικής (δωρικού ρυθμού) στην κλασική αρχαιότητα. Πράγματι είναι, αν μελετηθεί στο πλαίσιο της ναοδομίας. Το σημαντικό, όμως, είναι πως αποτελεί ένα επίτευγμα της εποχής, πως συμβολίζει την ολοκλήρωση της ανθρώπινης σκέψης.
Οι πρώιμοι ναοί ήταν πολύ απλές κατασκευές, φτιαγμένες από ξύλο. Λόγω της φθαρτότητάς του, άρχισαν να αντικαθιστούν τα μέλη με αντίστοιχα λίθινα. Μάλιστα, ο Παυσανίας μάς ενημερώνει πως όταν επισκέφτηκε τον ναό της Ήρας στην Ολυμπία, είδε έναν τελευταίο ξύλινο κίονα. Στην πορεία των αιώνων, ο άνθρωπος άρχισε να δίνει νόημα σε αυτό που κάνει και από απλές ξύλινες κατασκευές, η επιθυμία του τον οδήγησε σε λαμπρά οικοδομήματα. Ο Παρθενώνας συμβολίζει την ακμή αυτής της νοηματοδότησης, την πραγμάτωση της ανθρώπινης σκέψης.
Προσωπικά, όταν μελέτησα την αρχαία ναοδομία, βίωσα αυτή την ολοκλήρωση. Με γοήτευσε η κλασική Αθήνα, όπως και σχεδόν ολόκληρο τον κόσμο.
Το όραμα του Περικλή πέτυχε.