Του Αθανάσιου Ρούτση,
Όπως είναι ευρέως γνωστό, το κίνημα του εθνικοσοσιαλισμού γεννήθηκε στη Γερμανία μετά την ήττα και τους ταπεινωτικούς, για τη χώρα, όρους της συνθήκης των Βερσαλλιών, με την οποία δόθηκε τέλος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και διαμόρφωνε τον μεταπολεμικό κόσμο. Μέσα σε ένα κλίμα αμφισβήτησής της, ιδρύθηκε το 1919 το Γερμανικό Εργατικό Κόμμα (DAP), πρόδρομος του μετέπειτα Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού Εργατικού Κόμματος (NSDAP), στο οποίο ο νεαρός τότε Αδόλφος Χίτλερ έσπευσε να εγγραφεί. Βασική διακήρυξη του γερμανικού εθνικοσοσιαλισμού ήταν ο ακραίος εθνικισμός και η επιθυμία για ένωση όλων των αληθινών Γερμανών σε ένα κράτος. Στόχος δεν ήταν η κολεκτιβοποίηση της οικονομίας, καθώς η ατομική ιδιοκτησία και πρωτοβουλία έπαιζε σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του κρατικού καπιταλισμού, ωστόσο σήμαινε αντίθεση με τους αργόσχολους πλούσιους. Στόχευε, επίσης, στην ανατροπή της Συνθήκης των Βερσαλλιών.
Η ιστορία του συγκεκριμένου κόμματος άλλαξε, όταν τον Ιούλιο του 1921 ο Χίτλερ, χωρίς καμία αμφισβήτηση, ανέλαβε την απόλυτη ηγεσία του κόμματος. Ο λεγόμενος Führer έδωσε έμφαση στα σύμβολα, τις τελετουργίες και στη δημιουργία μαζικού δημόσιου ενθουσιασμού. Τότε ήταν που υιοθετήθηκε η σβάστικα ως κεντρικό σύμβολο, ενώ εισήχθησαν και κομματικοί χαιρετισμοί. Το 1923 το NSDAP έφτασε να αριθμεί 55.000 μέλη, εκ των οποίων σχεδόν το ένα τρίτο –συγκεκριμένα το 36%– ήταν εργάτες. Τα περισσότερα, βέβαια, μέλη προέρχονταν από τις κατώτερες και μεσαίες τάξεις –φτάνοντας σε ποσοστό το 56%–, ενώ υπήρχαν και λίγοι αγρότες –περίπου 11%–.
Το 1926, στην εσωτερική οργάνωση του κόμματος επικράτησε η Führerprinzip (αρχή της ηγεσίας), η οποία μετέφερε όλες τις εξουσίες στον Χίτλερ. Με αυτόν στην πλήρη ηγεσία του κόμματος, ιδρύθηκε το σώμα των φαιοχιτώνων (Sturmabteilung), μια παραστρατιωτική οργάνωση με στόχο την επιβολή και διατήρηση της τάξης στο εσωτερικό της χώρας. Ωστόσο, δεν σταμάτησε εκεί. Δημιουργήθηκαν και πολλές κλαδικές οργανώσεις, στις οποίες περιλαμβάνονταν η Χιτλερική Νεολαία, η Ένωση των Εθνικοσοσιαλιστών Γυναικών, καθώς και ενώσεις για δικηγόρους, γιατρούς, καθηγητές, αλλά και μαθητές. Παράλληλα, το 1928, δημιουργήθηκε η NSBO, η ναζιστική οργάνωση του εργατικού προσωπικού των εργοστασίων. Μέχρι και το 1928, το κόμμα προσπαθούσε να προσεγγίσει τους εργάτες, όμως η αποτυχία του στις εκλογές του ίδιου έτους οδήγησε τον Χίτλερ στο να αλλάξει τακτική και να προσπαθήσει να προσεταιριστεί ένα μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας, μετατρέποντας το κίνημα σε διαταξικό, πράγμα το οποίο και κατάφερε, ανεβαίνοντας το 1933 στην εξουσία, μετά από διενέργεια εκλογών.
Μετά την κατάκτηση της εξουσίας, ιδρύθηκε το Γερμανικό Εργατικό Μέτωπο, μια νέα οργάνωση για όλους τους εργάτες, ενώ και οι αγρότες οργανώθηκαν στην Τάξη Σίτισης του κράτους. Οι φαιοχιτώνες, όταν ο Χίτλερ έγινε καγκελάριος, αριθμούσαν 450.000 μέλη, ενώ το 1934 είχαν φτάσει τα 2,9 εκατομμύρια. Μεγάλο κομμάτι της πολιτικής του Χίτλερ και, επίσης, όργανο διατήρησης της τάξης ήταν και η Sturmabteilung, ευρέως γνωστή με τη συντομογραφία SS. Πρόκειται, στην ουσία για μετεξέλιξη της SA, που λειτουργούσε ως παραστρατιωτικό σκέλος του NSDAP. Το πιο γνωστό της παρακλάδι αποτέλεσε η Waffen-SS (ένοπλα SS). Τα μέλη της, αρχικά, στρατολογούνταν αποκλειστικά από στελέχη της αρείας καταγωγής. Κατά τη διάρκεια, ωστόσο, του πολέμου επιτράπηκε η στρατολόγηση και μη Γερμανών. Παράλληλα, έπρεπε να επιδεικνύουν τυφλή αφοσίωση στο Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα και στον ηγέτη του.
Με την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και την εξάπλωση της εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας στην ηπειρωτική Ευρώπη, πολλοί ήταν αυτοί που αντιμετώπισαν με συμπάθεια τα προτάγματα του ναζιστικού, όπως αποκαλέστηκε, κόμματος. Πιο συγκεκριμένα, ο αντισημιτισμός, ο εθνικισμός, ο αντικομμουνισμός και ο καιροσκοπισμός οδήγησαν πολλούς πολίτες, στα υπό γερμανική κατοχή εδάφη, να συνεργαστούν με το ναζιστικό καθεστώς στην προσπάθειά του να αφανίσει τους Εβραίους της Ευρώπης, καθώς και σε άλλες ναζιστικές φυλετικές πολιτικές.
Τόσο στα υπό γερμανική κατοχή εδάφη όσο και στα εδάφη των ευρωπαίων συνεργατών της Γερμανίας, ντόπιοι προπαγανδιστές συνεργάστηκαν με τις γερμανικές κατοχικές αρχές ή με τις κυβερνήσεις τους, στην προσπάθεια νομιμοποίησης της επιθετικής επεκτατικής πολιτικής του Άξονα και των υποκινούμενων από τον Άξονα φυλετικών και εποικιστικών πολιτικών. Σε ορισμένα κράτη του Άξονα, φασιστικές παραστρατιωτικές οργανώσεις τρομοκρατούσαν, λήστευαν και δολοφονούσαν τους ντόπιους Εβραίους, με γερμανική καθοδήγηση ή με δική τους πρωτοβουλία.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιων ομάδων ή οργανώσεων μπορούμε να συναντήσουμε σε διάφορες χώρες. Η Φρουρά του Hlinka στη Σλοβακία, η Σιδηρά Φρουρά στη Ρουμανία, οι Ουστάσι στην Κροατία και το κόμμα Σταυρωτά Βέλη (Nyilaskeresztes) στην Ουγγαρία ευθύνονται για τους θανάτους χιλιάδων Εβραίων στις χώρες τους. Σε αυτά, καθώς και σε άλλα κράτη, το στρατιωτικό προσωπικό, η αστυνομία και η χωροφυλακή διαδραμάτισαν κεντρικό ρόλο στην απαλλοτρίωση των περιουσιών, τη συγκέντρωση και την απέλαση των Εβραίων κατοίκων τους. Στην Ουγγαρία, τη Σλοβακία, την Κροατία, τη Βουλγαρία και στο κράτος του Βισύ στη Γαλλία, αξιωματούχοι της αστυνομίας, του στρατού και της χωροφυλακής διαδραμάτισαν ζωτικό ρόλο στην εφαρμογή της εκ Γερμανίας υποκινούμενης πολιτικής εκτοπισμού των Εβραίων, που κατοικούσαν σε εδάφη υπό την επιρροή ή τον έλεγχό τους προς τα κέντρα εξόντωσης στην Ανατολική Ευρώπη.
Η κυβέρνηση των Ουστάσι στην Κροατία έχτισε δικά της στρατόπεδα συγκέντρωσης. Έως τα τέλη του 1942, οι κροατικές αρχές είχαν σκοτώσει περισσότερα από τα 2/3 των Εβραίων της Κροατίας. Η κροατική αστυνομία και η πολιτοφυλακή των Ουστάσι σκότωσαν 320.000 έως 340.000 άτομα σερβικής εθνοτικής ταυτότητας. Το ίδιο, βέβαια, συνέβαινε και σε άλλα κράτη. Επί παραδείγματι, κατά τη διάρκεια του 1942, Σλοβάκοι αξιωματούχοι εκτόπισαν περίπου το 80% του σλοβακικού εβραϊκού πληθυσμού, σε συνεργασία με τους Γερμανούς.
Ίδιο υπήρξε και το σκηνικό στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης. Εσθονοί, Λετονοί, Λιθουανοί, Ουκρανοί και γερμανικής καταγωγής συνεργάτες διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στη δολοφονία Εβραίων σε όλη την ανατολική και νοτιοανατολική Ευρώπη. Πολλοί υπηρέτησαν ως φρουροί περιμετρικά των κέντρων εξόντωσης και συμμετείχαν στη δολοφονία με δηλητηριώδη αέρια εκατοντάδων χιλιάδων Εβραίων. Λιθουανοί, Λετονοί, Εσθονοί, Λευκορώσοι και Ουκρανοί αυθόρμητα δημιούργησαν ομάδες, τις οποίες, στη συνέχεια, τα γερμανικά SS και η αστυνομία εκκαθάρισαν και αναδιοργάνωσαν. Οι ομάδες που αναδιοργάνωσαν οι Γερμανοί μετετράπησαν σε αδίστακτα και αξιόπιστα βοηθητικά αστυνομικά τάγματα που παρείχαν υποστήριξη στις γερμανικές αρχές, είτε αυτές ήταν πολιτικές είτε στρατιωτικές.
Δεν έλλειψαν, φυσικά, τέτοια φαινόμενα και από την Ελλάδα. Ένας αριθμός Ελλήνων συνεργάστηκε και προσέφερε υπηρεσίες στους κατακτητές. Πίσω από αυτή τη στάση κρύβονταν άλλοτε ιδεολογική ταύτιση με τον ναζισμό και άλλοτε καιροσκοπισμός και υλικά κίνητρα. Προς το τέλος της κατοχής, ένας ακόμα λόγος που ώθησε ένα μέρος των Ελλήνων σ’ αυτήν τη στάση ήταν ο αντικομμουνισμός που καλλιεργήθηκε, τόσο από τους Γερμανούς όσο και από τους Άγγλους.
Η δράση των συνεργατών των Γερμανών κινείται σε πολλά επίπεδα και η στήριξη που παρείχαν υπήρξε πολιτική, αλλά και στρατιωτική. Πολιτική στήριξη παρείχαν πολλοί Έλληνες των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων (για παράδειγμα καθηγητές, αξιωματικοί του στρατού, διπλωμάτες κ.ά.), στελεχώνοντας τις κατοχικές κυβερνήσεις, ενώ στρατιωτική προσέφεραν κυρίως τα Τάγματα Ασφαλείας. Πρόκειται για παραστρατιωτικές ομάδες που οργανώθηκαν και εξοπλίστηκαν από τις αρχές της κατοχής και κύριος στόχος τους ήταν η καταπολέμηση του ΕΑΜ. Μεταπολεμικά, οι συνεργάτες των Γερμανών καταδικάστηκαν και νομικά, αλλά και στη συνείδηση της κοινής γνώμης και χαρακτηρίστηκαν με τον όρο δωσίλογοι. Ένας αριθμός από αυτούς, συνολικά 2.225 άτομα, πέρασαν από τα Ειδικά Δοσιλογικά Δικαστήρια.
Μπορούμε, λοιπόν, να πούμε πως σε καμία περίπτωση η διαδικασία εξάπλωσης της ναζιστικής Γερμανίας δεν θεωρείται ούτε τυχαίο γεγονός ούτε κάτι το οποίο επιβλήθηκε στο σύνολο του κατεκτημένου πληθυσμού. Πολλοί ήταν αυτοί που συνεργάστηκαν και δέχτηκαν αβίαστα τη γερμανική κατάκτηση και ακόμα περισσότεροι αυτοί που βοήθησαν στο να επιτευχθεί γρηγορότερα. Πολλοί, βέβαια, κατηγορήθηκαν μετέπειτα, και ίσως όχι άδικα, για προδοσία της πατρίδας τους και συμμετοχή σε εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις η ταμπέλα αυτή ακολούθησε και τους απογόνους τους. Ωστόσο, το πλάνο της εξάπλωσης ξεκίνησε μέσα από την ίδια τη Γερμανία με το σύστημα διοίκησης που επέβαλε ο Χίτλερ και το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα του, με τις κλαδικές και παραστρατιωτικές οργανώσεις που ιδρύθηκαν να επιτυγχάνουν τους στόχους τους, παρά την τελική ήττα της χώρας στον Πόλεμο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Payne, Stanley (2000), Η Ιστορία του Φασισμού (1914-1945), Μετάφραση Γεωρμάς Δ. Κωνσταντίνος, Εκδόσεις: Φιλίστωρ
- Χονδροματίδης, Ιάκωβος (2009), Συνεργάτες των Ναζί στην Ευρώπη (1939-1945), Επίμ. Νούσιας Θωμάς, Εκδόσεις: Περισκόπιο