Της Γεωργίας Σκαμπελτζή,
Λογοτέχνης με σημαντικό έργο που σφράγισε τη νέα ελληνική λογοτεχνία· μεταφραστής, κριτικός είναι κάποιες από τις ιδιότητες που αποδίδονται στην πολυσχιδή προσωπικότητα του Κώστα Βάρναλη. Γεννήθηκε το 1884 στον Πύργο της Βουλγαρίας, όπου και έζησε μέχρι την ενηλικίωσή του. Στη συνέχεια, μετέβη στην Αθήνα, όπου σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή. Πιστός στις αρχές του κομμουνισμού και με ενεργό συμμετοχή στους αγώνες, βρέθηκε εξόριστος στη Μυτιλήνη και τον Άγιο Ευστράτιο. Το 1956 τιμήθηκε από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών και το 1959 τιμήθηκε με το βραβείο Λένιν.
Η πρώτη του εμφάνιση στα ελληνικά γράμματα πραγματοποιήθηκε το 1904, όταν φιλοξενήθηκε στις σελίδες του περιοδικού Νουμάς. Έναν χρόνο αργότερα, κυκλοφόρησε η πρώτη του ποιητική συλλογή υπο τον τίτλο Κηρήθρες. Ακολουθούν ο Προσκυνητής, Το φως που καίει και Οι σκλάβοι πολιορκημένοι, οι τελευταίες δύο ίσως από τα πιο διαδεδομένα έργα του. Το 1965 εκδόθηκε η τελευταία ποιητική συλλογή του με τίτλο Ελεύθερος κόσμος, ενώ μετά τον θάνατό του κυκλοφόρησε η ποιητική συλλογή του Οργή Λαού. Γνωστός είναι και για το πεζογραφικό του έργο και ειδικότερα, για το Ημερολόγιο της Πηνελόπης και για την Αληθινή απολογία του Σωκράτη.
Σημαντική είναι η παρουσία του Βάρναλη και στο πεδίο της λογοτεχνικής κριτικής, με εξέχουσα θέση να κατέχει η δημοσίευση, το 1925, της μελέτης του Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική στο πλαίσιο ενός διαλόγου με τον Γιάννη Αποστολάκη, ο οποίος λίγα χρόνια νωρίτερα είχε δημοσιεύσει την Ποίηση στη ζωή μας, με αντικείμενο τον «εθνικό ποιητή» μας, Διονύσιο Σολωμό. Ως προς το μεταφραστικό του έργο, απέδωσε στη νέα ελληνική έργα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, αλλά και ξενόγλωσσα.
Η Πραγματική απολογία του Σωκράτη εκδόθηκε το 1931. Χρησιμοποιώντας το γεγονός της δίκης του Σωκράτη και με χαρακτηριστικό του ποιητή να είναι η πύρινη γλώσσα του, καταλήγει σε μια προσπάθεια να καυτηριάσει τα κακώς κείμενα της εποχής του, προσδίδοντας με τον τρόπο αυτό το στοιχείο της διαχρονικότητας. Με βασικό μέσο τη σάτιρα, η οποία αφορά την εποχή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, επιχειρεί να ερμηνεύσει τη σύγχρονή του εποχή, να διαμαρτυρηθεί, όπως δηλώνει χαρακτηριστικά στον πρόλογο της τρίτης έκδοσης, «στην τοτετσινή δημοκρατία του ιδιωνύμου, του Καλπακίου και των διαφόρων στρατιωτικών κινημάτων».
Ο Βάρναλης διατηρεί κάποια βασικά στοιχεία από την Απολογία Σωκράτους του Πλάτωνα, ακόμη και η εκδοτική του κειμένου παραπέμπει στην κλασική φιλολογία. Ο Σωκράτης βρέθηκε στη θέση αυτή, κατηγουρούμενος για διαφθορά των νέων και για ασέβεια, όπως προκύπτει από τις γνώσεις μας από το έργο του Πλάτωνα, του Ξενοφώντα και του Αριστοτέλη.
Στον πρόλογο του έργου ο Βάρναλης παρέχει στον αναγνώστη κάποιες πληροφορίες τόσο για τον Σωκράτη, όσο και για τα μέλη του δικαστηρίου. Ακολούθως, ο αναγνώστης παρακολουθεί τον μονόλογο του Σωκράτη στο δικαστήριο. Η απολογία ξεκινά στο πρώτο μέρος, ενώ στο δεύτερο ο απολογούμενος στρέφεται εναντίον της απόφασης που λήφθηκε, δηλώνοντας ότι χρειαζόταν ένα θύμα που θα τιμωρηθεί για όσα συμβαίνουν. Στη συνέχεια, καταθέτει τις απόψεις του για την κοινωνία και παρουσιάζει τη δική του στάση στο πλαίσιο αυτό. Στο τέταρτο μέρος παρουσιάζει την οπτική του για τον άνθρωπο και τους λόγους για τους οποίους πιστεύει ότι βρίσκεται σε αυτήν τη θέση. Ο λόγος του «βαρναλικού» Σωκράτη καταλήγει με την έκφραση της δυσαρέσκειάς του για το γεγονός ότι δεν κατάφερε να γίνει αντιληπτός ο λόγος του και, παράλληλα, προβαίνει σε έναν απολογισμό του έργου του, επισημαίνοντας τί θα έκανε και πώς θα αντιμετωπιζόταν, αν ζούσε.
Ο Βάρναλης το 1935 αναφέρει για τον δικό του Σωκράτη: «Δεν παραποίησα τον ιστορικό Σωκράτη. Τη σκέψη του και τη δράση του τις άφησα, όπως θέλησε ο Ξενοφώντας και ο Πλάτωνας. Τον έκανα μοναχά ν’ αλλάξει στα τελευταία του. Να ξυπνήσει απότομα από το τράνταγμα της θανατικής του καταδίκης και να ιδεί ξαφνικά τον κόσμο… ανάποδα».
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
-
Βάρναλης Κώστας, Η αληθινή απολογία του Σωκράτη, Εικονογράφηση: Γιάννης Ρίτσος, Κέδρος, Αθήνα.