Του Μενέλαου Γιώτη,
Η πορεία της Οικονομίας της Γερμανίας πριν τον Χίτλερ
Τα πρώτα χρόνια μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο η οικονομία της Γερμανίας βρίσκεται αντιμέτωπη με πολύ μεγάλα προβλήματα. Η συνθήκη των Βερσαλλιών παίζει τον καθοριστικό ρόλο και διαμορφώνει τις συνθήκες για το ποια θα είναι η οικονομική πολιτική που θα εφαρμοστεί. Από το τέλος του πολέμου το 1918 έως 1924, σύμφωνα με τη συνθήκη των Βερσαλλιών, η κατεστραμμένη Γερμανία δεσμεύτηκε να αποζημιώσει τις συμμαχικές χώρες με 20 δισεκατομμύρια χρυσά μάρκα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να διεθνοποιηθούν τα μεγαλύτερα ποτάμια της Γερμανίας, ενώ η αξία του μάρκου κατρακύλησε σε εξαιρετικά μεγάλο βαθμό. Το μεγαλύτερο πρόβλημα, όμως, ήταν ότι το δημόσιο χρέος αυξήθηκε σε τέτοιο βαθμό που κινδύνευσε να βγει εκτός ελέγχου.
Το 1919 ακολουθείται μια σειρά από κρατικές παρεμβάσεις, δηλαδή, η έκδοση κρατικών ομολόγων με την εγγύηση να αποπληρώσει κι επιπλέον το 65% της αξίας τους και, έναν χρόνο μετά, πραγματοποιείται μια δυναμική φορολογική μεταρρύθμιση, αυξάνοντας τους άμεσους και έμμεσους φόρους. Το 1924 τα μέτρα άρχισαν να αποδίδουν και η γερμανική οικονομία μπήκε σε έναν πιο ομαλό δρόμο. Ο κύριος λόγος ήταν η ανοδική πορεία των άλλων ευρωπαϊκών οικονομιών, καθώς από το 1924 έως το 1929 επετεύχθη κοινωνική και νομισματική σταθερότητα δεδομένων των συνθηκών. Αυτό, όμως, που έπαιξε έναν ακόμα κρίσιμο ρόλο ήταν ότι η Γερμανία ήρθε σε συμφωνία με τις αμερικανικές τράπεζες, καθώς αυτές της δάνεισαν χρηματικά ποσά με αντάλλαγμα τα κρατικά ομόλογα και βάζοντας σε υποθήκη τους σιδηροδρόμους, την Γερμανική Εθνική Τράπεζα, καθώς και πολλές από τις βιομηχανικές μονάδες τους.
Παρ’ όλη αυτήν την περίοδο ομαλότητας και ανακούφισης της οικονομίας, οι παρεμβάσεις που έγιναν δεν απέδωσαν στον βαθμό που ήταν αναγκαίο τόσο για τα νούμερα όσο και για τους πολίτες. Το μόνο που πέτυχαν οι μεταρρυθμίσεις ήταν να δημιουργήσουν το κλίμα στον λαό ότι η κατάσταση ομαλοποιούταν και ότι η γερμανική κυβέρνηση μπορούσε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις.
Η άνοδος του Χίτλερ στην εξουσία και η Οικονομική Πολιτική
Το 1930 η παγκόσμια οικονομία αντιμετώπιζε τη μεγαλύτερη δοκιμασία στην Ιστορία μέχρι τότε. Όπως ήταν φυσικό, η οικονομική κρίση που προκάλεσε το κραχ του 1929 της Wall Street είχε απρόβλεπτες συνέπειες και στις οικονομίες των ευρωπαϊκών χωρών. Στη Γερμανία, Καγκελάριος ανέλαβε ο Heinrich Brüning και η νέα οικονομική πολιτική απέκτησε ένα πιο συντηρητικό χαρακτήρα. Η πρώτη κίνηση της νέας κυβέρνησης ήταν να περικόψει δραστικά τις δημόσιες δαπάνες. Τελικά, τα μέτρα αυτά αποδείχθηκαν τελείως αναποτελεσματικά, καθώς δεν αντιμετώπισαν στο ελάχιστο τις συνέπειες της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής δεν άργησαν να φανούν, καθώς η ανεργία έφτασε σε επίπεδα υψηλότερα από αυτά που ήταν αμέσως μετά τον πόλεμο.
Ο λαός της Γερμανίας αναζητούσε διέξοδο από το οικονομικό αδιέξοδο που την οδήγησαν οι αποτυχημένες πολιτικές των κυβερνήσεων μέχρι τότε. Ο Χίτλερ, όντας ο ηγέτης του Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος, εκμεταλλεύτηκε τη δυσαρέσκεια και με τους πολίτες να απαιτούν την τιμωρία των αποτυχημένων πολιτικών, δεν ήταν καθόλου δύσκολο να τους εξαπατήσει και να τους χειραγωγήσει. Με αυτό τον ρυθμό κατάφερε να κερδίσει τις εκλογές του 1933 και να γίνει ο επόμενος καγκελάριος. Η πλέον ναζιστική οικονομική πολιτική είχε ένα σταθερό χαρακτηριστικό. Το κράτος άρχισε να παρεμβαίνει δυναμικά στην οικονομία. Προφανώς οι βάσεις του συστήματος του καπιταλισμού δεν τέθηκαν ποτέ σε αμφισβήτηση, απλώς ο Χίτλερ είχε μια ρητορική ίσων αποστάσεων μεταξύ καπιταλισμού και κομμουνισμού. Θα μπορούσε κανείς να τη χαρακτηρίσει και ως ρητορική των δύο άκρων της οικονομίας, καθώς κατηγορούσε και τα δύο ως εβραϊκά κατασκευάσματα. Παρ’ όλα αυτά, τα μέσα παραγωγής παρέμεναν σε ιδιώτες, μόνο που το κράτος ήταν συνεχώς εκεί για θέσει του κανόνες, τους στόχους και τις εργασιακές σχέσεις.
Το 1933 Υπουργός Οικονομικών αναλαμβάνει ο Hialmar Schacht. Ο Schacht, ακολουθώντας πολιτικές του Κέυνς, ανέλαβε πρωτοβουλία να δημιουργήσει μεγάλα δημόσια έργα, με σκοπό να φέρουν νέες θέσεις εργασίας και, φυσικά, ως αποτέλεσμα να μειώσουν και την ανεργία. Επιπλέον, το ότι ο κανόνας του χρυσού έπαψε να ισχύει, επετεύχθη ο στόχος να κρατηθούν τα επιτόκια σε σταθερά επίπεδα. Μέσα σε όλο αυτό το κλίμα, οι Ναζί απαγόρευσαν κάθε είδος απεργίας και στάσης εργασίας, ενώ επιχειρήθηκε επιτυχώς να κλείσουν όσα πολυκαταστήματα ανήκαν σε Εβραίους. Αυτή ήταν η αρχή των διωγμών των Εβραίων.
Το 1936 δεδομένου ότι η οικονομία συνέχιζε την ανοδική πορεία που είχε αποκτήσει, ξεκίνησε να αναπτύσσεται και η πολεμική βιομηχανία. Τη χρονιά εκείνη υπήρξε μια τεράστια άνοδος των εξοπλιστικών δαπανών. Πιο συγκεκριμένα, παραβιάστηκε με αυτό τον τρόπο η συνθήκη των Βερσαλλιών, καθώς οι δαπάνες ξεπέρασαν τις άλλες χώρες κατά 10%, κάτι το οποίο ονομάστηκε «στρατιωτικός κεϋνσιανισμός». Αυτή η οικονομική πολιτική προσέφερε δύο κρίσιμα πράγματα στον Χίτλερ. Το πρώτο ήταν να κερδίσει την εμπιστοσύνη του γερμανικού λαού, έτσι ώστε να εδραιωθεί στην εξουσία και μετά το 1936, και το δεύτερο ήταν ότι δημιουργώντας τέτοιο κλίμα στο εσωτερικό της Γερμανίας, εξασφάλισε τον χρόνο που απαιτούταν, ώστε να ξεκινήσει από θέση ισχύος τα μεγαλύτερα εγκλήματα στη σύγχρονη παγκόσμια Ιστορία, που δεν ήταν άλλα από τη γενοκτονία των Εβραίων και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Τα Συμπεράσματα – Κριτική Προσέγγιση
Σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, η οικονομική πολιτική στη ναζιστική Γερμανία ήταν αρκετά ιδιαίτερη. Θα πίστευε κάποιος πως ο Χίτλερ θα ακολουθούσε από την αρχή της εξουσίας του μια αυταρχική οικονομική πολιτική. Στην πραγματικότητα, προσπάθησε και κατάφερε να εξαπατήσει ολοκληρωτικά έναν ολόκληρο λαό. Η αλήθεια είναι ότι η οικονομική πολιτική που εφαρμόστηκε βασίστηκε στα επιτυχημένα σοσιαλδημοκρατικά πρότυπα και εν μέρει στο “New Deal”, μέχρι τη στιγμή που περάσαμε στη φάση της αύξησης των εξοπλιστικών δαπανών. Με αυτό τον τρόπο, η γερμανική οικονομία πήρε μπρος, η ανεργία μειώθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό και οι εισπράξεις από τους φόρους σημείωσαν ρεκόρ από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά. Μέσα σε αυτό το κλίμα ευημερίας, βρέθηκε η κατάλληλη ευκαιρία για να υλοποιηθούν τα σκοτεινά και απρόβλεπτα σχέδια του Χίτλερ και, φυσικά, να περάσουν εντελώς απαρατήρητα από τον λαό. Σε αυτό βοήθησε και η ναζιστική προπαγάνδα, επιχείρηση την οποία είχε αναλάβει ο Γιόσεφ Γκέμπελς. Η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε μέχρι τη στιγμή που ήταν αδύνατον να κρύψει κάποιος την πραγματικότητα. Η πραγματικότητα ήταν η εξής: στο τέλος της ημέρας, αυτοί που βγήκαν οικονομικά κερδισμένοι ήταν οι μεγάλοι βιομήχανοι και ιδιαίτερα οι πολεμικοί βιομήχανοι.
Οι μεγάλοι χαμένοι, όπως ήταν φυσικό, ήταν οι λαοί της Ευρώπης που δοκιμάστηκαν σε έναν πολυετή πόλεμο, αλλά και γενικά ολόκληρη η ανθρωπότητα, καθώς δεν είχε ξαναζήσει τέτοια τραγωδία και τόση καταστροφή. Το πιο σημαντικό, όμως, είναι τα διδάγματα που πήραμε από όλη αυτή την ιστορία. Και ευτυχώς, μέχρι στιγμής δείχνουμε ως λαοί να έχουμε αντανακλαστικά και ότι διαθέτουμε μνήμη, λογική και συνείδηση, κι έτσι οφείλουμε να συνεχίσουμε.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Η οικονομική πολιτική του ναζισμού, Διαθέσιμο εδώ
- Ο Χίτλερ ανεβαίνει στην εξουσία, Διαθέσιμο εδώ
- Η Οικονομία της Χιτλερικής Γερμανίας, Διαθέσιμο εδώ