Της Φένιας Γιαννακοπούλου,
Ενώ η παγκόσμια κοινότητα βρίσκεται σε έναν αγώνα δρόμου προς την πλήρη απολιγνιτοποίηση, την ανάπτυξη και την ενίσχυση βιώσιμων μορφών παραγωγής ενέργειας, η Ινδία δείχνει να αδυνατεί να τερματίσει προς αυτή την κατεύθυνση. Ένα ιστορικό κύμα καύσωνα ήταν αρκετό, ώστε το όραμα του Πρωθυπουργού της χώρας, Narendra Modi, περί μετατροπής της Ινδίας σε ηγέτιδα στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, να καταρρεύσει. Αξίζει να αναφερθεί ότι η Ινδία αποτελεί την τρίτη μεγαλύτερη πηγή εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και μέλλει να αποτελέσει μία από τις πρώτες χώρες, στην οποία θα γίνουν σύντομα αισθητές οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.
Η αλήθεια είναι ότι ο Modi δεν έμεινε στo επίπεδο της θεωρίας, αλλά προέβη και σε πράξεις. Χαρακτηριστικό είναι ότι κατά τη διάρκεια της θητείας του ολοκληρώθηκε η κατασκευή του μεγαλύτερου ηλιακού πάρκου στην περιφέρεια του Gujarat και ξεκίνησε μία ευρείας κλίμακας εμπορία ηλιακής ενέργειας. Το 2010 στη Σύνοδο του Κανκούν, η Ινδία δήλωσε για πρώτη φορά πρόθυμη να υποβληθεί σε περιορισμούς εκπομπών αερίων. Το 2015, κατά τη διάρκεια της κρίσιμης Συνόδου Κορυφής του Παρισίου για την κλιματική αλλαγή, τα κράτη κατέληξαν στη σύναψη μίας εξαιρετικά φιλόδοξης συμφωνίας, για την τήρηση της οποίας θεσμοθετήθηκαν υποχρεώσεις εκπληρωτέες εντός στενών χρονικών ορίων. Η Ινδία δεσμεύτηκε, αφενός, να μειώσει τις εκπομπές αεριών του θερμοκηπίου κατά 33-35% και να εξασφαλίσει ετήσιο απόθεμα 450 gigawatt ανανεώσιμης ενέργειας μέχρι το 2030, αφετέρου, να ενισχύσει τη δασική κάλυψη της χώρας, προκειμένου να υπάρξει αποτελεσματικότερη απορρόφηση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα.
Τον Απρίλιο του 2021, ο Υπουργός Περιβάλλοντος της χώρας, Prakash Javadekar, ανακοίνωσε ότι ο στόχος περί μείωσης εκπομπών έχει επιτευχθεί σε ποσοστό 21%. Η πορεία της Ινδίας προς την εκπλήρωση των δεσμεύσεών της δεν ακολούθησε, ωστόσο, την ίδια σταθερή πορεία. Υπό το πρόσχημα των ολοένα αυξανόμενων ενεργειακών αναγκών, η ηγεσία της χώρας κατέφυγε συχνά σε παλινδρομικές νομοθετήσεις, οι οποίες εισήγαγαν εξαιρέσεις στους περιβαλλοντικούς κανονισμούς και τα διεθνή πρότυπα.
Tο Νοέμβριο του 2021, στη Σύνοδο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή, Ινδία και Κίνα κατόρθωσαν να επιβάλλουν μία αλλαγή στη γραμματική διατύπωση της τελικής αναφοράς. Συγκεκριμένα, αντικατέστησαν τον όρο «εξάλειψη» με αυτόν της «σταδιακής μείωσης» της χρήσης άνθρακα. Η εν λόγω τροποποίηση της τελευταίας στιγμής προκάλεσε τη διεθνή κατακραυγή και ανάγκασε τον Προεδρεύοντα της Συνόδου, Alok Sharma, σε απολογία για το άκρως απογοητευτικό αποτέλεσμα. Αυτό που δείχνουν να παρορούν οι διεθνείς παράγοντες είναι το γεγονός ότι Κίνα και Ινδία κατέχουν τα πρωτεία στην παραγωγή άνθρακα και, συνεπώς, το εγχείρημα της πλήρους απεξάρτησης από αυτό το πολύτιμο ορυκτό είναι ακόμη πιο δύσκολο γι’ αυτές.
Πρέπει να αναφερθεί δε, ότι στην Ινδία δραστηριοποιείται ένα ισχυρότατο lobby άνθρακα, το οποίο, όπως είναι αναμενόμενο, αντιμετωπίζει με ιδιαίτερο σκεπτικισμό και προβληματισμό την πράσινη μετάβαση της χώρας. Οι σχέσεις του lobby με την ινδική κυβέρνηση είναι εκ των πραγμάτων ιδιαιτέρως στενές, καθώς το 80% της εγχώριας παραγωγής άνθρακα ελέγχεται από την κρατική εταιρεία “Coal India”. Από τα ανωτέρω καθίσταται σαφές ότι αυτό που καλείται να πράξει η Ινδία είναι να πολεμήσει τον ίδιο τον εαυτό της. Παρά την αρχική καλή της θέληση, δεν φαίνεται πλέον διατεθειμένη να θυσιάσει την ενεργειακή αυτονομία και τα υπέρογκα κέρδη που αποκομίζει από το εμπόριο άνθρακα στον βωμό της προστασίας του περιβάλλοντος. Αυτό αποδεικνύει και η απόφαση του Υπουργείου Άνθρακα τον Μάιο του 2022 να επιτρέψει την εκ νέου λειτουργία παλαιών ανθρακωρυχείων και την αύξηση του ρυθμού παραγωγής αυτών που ήδη λειτουργούν κατά 50%.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- India reaffirms pledge to 2015 Paris climate change accord, phys.org, διαθέσιμο εδώ
- Paris Climate Change Summit: India’s Moment to Shine, Foreignpolicy.com, διαθέσιμο εδώ
- India Eases Green Rules for Coal Mines to Tackle Fuel Crisis, Bloomberg, διαθέσιμο εδώ
- Facing a power crisis and searing heat, India falls back on coal, Washington Post, διαθέσιμο εδώ