Της Ευγενίας Σαχινιάν,
Το ταξίδι των φημισμένων άθλων του Ηρακλή, ενός ήρωα με σθένος και ισχυρή προσωπικότητα, ενός πολεμιστή που ποτέ δεν παραδόθηκε στους πελώριους και μοχθηρούς εχθρούς του, φτάνει στο τέλος του. Σε αυτό το σημείο, ο Ευρυσθέας αφήνει το τελευταίο του χαρτί στο τραπέζι, με την ελπίδα ότι επιτέλους θα καταφέρει τον σκοπό που τόσο καιρό περιμένει. Έχοντας επιβιώσει εδώ και έντεκα άθλους και πολεμώντας με τα πιο γνωστά τέρατα της μυθολογίας, είναι πλέον ανίκητος και αναμφισβήτητα πιο δυνατός από τον κάτοχο του θρόνου. Έτσι, λοιπόν, ο Ευρυσθέας διέταξε τον τελευταίο και πιο θανατηφόρο άθλο που θα μπορούσε να τεθεί σε άνθρωπο.
Ο ήρωάς μας θα έπρεπε να επισκεφθεί τον κάτω κόσμο, την αυτοκρατορία του Πλούτωνα, συγκεκριμένα στο παλάτι της Τίρυνθας, για να παγιδεύσει και να ανεβάσει στον κόσμο των ζωντανών τον Κέρβερο. Ο Κέρβερος ήταν ένας σκύλος με τρία κεφάλια και μια μακριά ουρά, που κατέληγε σε κεφάλι δράκου, και οι τρίχες του ήταν φαρμακερά φίδια. Επρόκειτο, λοιπόν, για ένα εξαιρετικά επικίνδυνο ον και ακόμη πιο επικίνδυνο ήταν το μέρος που έπρεπε να ταξιδέψει ο Ηρακλής, αφού ο Πλούτωνας ήταν γνωστός για την ιδιότητά του να παίρνει τις ψυχές των ανθρώπων. Παρ’ όλα αυτά, ταξίδεψε μέχρι εκεί και φτάνοντας στο ακρωτήριο Ταίναρο, δηλαδή στην πύλη του κάτω κόσμου, συνάντησε απευθείας τον Κέρβερο. Εκείνος, όμως, τρόμαξε από το σκληρό και θυμωμένο βλέμμα του Ηρακλή και, κατατρεγμένος, έφτασε ως τον θρόνο του θεού του κάτω κόσμου, ζητώντας καταφύγιο.
Ο Ηρακλής κατάφερε να περάσει την πύλη και προχώρησε μέχρι να βρει τον θρόνο. Στο πέρασμά του συνάντησε πολλές ψυχές νεκρών προσώπων, άλλων γνωστών και άλλων αγνώστων. Ανάμεσα σε αυτές ήταν και η ψυχή του Μελέαγρου. Ο Μελέαγρος είχε μια όμορφη αδελφή, τη Δηιάνειρα, την οποία άφησε πίσω του, όταν πέθανε. Ζήτησε, λοιπόν, μια χάρη από τον Ηρακλή, να παντρευτεί την αδελφή του και να ζήσουν μαζί. Ο Ηρακλής, συγκινημένος, αποκρίθηκε και συμφώνησε να το κάνει. Στη συνέχεια, ήρθε σε επαφή με τον θεό Πλούτωνα, εξηγώντας του τον λόγο για τον οποίο κατέβηκε μέχρι τον κάτω κόσμο. Στην αρχή, ο Πλούτωνας οργίστηκε σφοδρά, γιατί ένας θνητός εισήλθε αυθαίρετα στο παλάτι του. Στο πλάι του, όμως, στεκόταν η Περσεφόνη, επίσης κόρη του Δία, η οποία φοβόταν για την έκβαση της υπόθεσης και δεν επιθυμούσε το κακό του Ηρακλή.
Ο Πλούτωνας το σκέφτηκε πάλι και δέχτηκε να αφήσει τον Ηρακλή να οδηγήσει τον Κέρβερο στον Ευρυσθέα, με την υπόσχεση, όμως, πως θα τον δαμάσει ο ίδιος και προπαντών θα τον γύριζε πίσω. Έτσι, καθώς έφτασε στον Αχέροντα ποταμό, ο Ηρακλής βρήκε τον Κέρβερο να πίνει νερό και σκέφτηκε πως είναι η ευκαιρία του να τον πιάσει. Τον άρπαξε από τον λαιμό, τον έσφιξε με δύναμη και ενώ πήγε να τον δαγκώσει, τον ακινητοποίησε με επιτυχία.
Στον γυρισμό, λοιπόν, για την Τίρυνθα και εισερχόμενος στο παλάτι, αντίκρισε τον φόβο του Ευρυσθέα, που κρύφτηκε στο γνωστό πιθάρι του. Με αυτό τον τρόπο κλείνει ένας πολύ γνωστός κύκλος της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, ο κύκλος των Άθλων του Ηρακλή, που με ακατάπαυστες προσπάθειες και κόπο έφερε εις πέρας. Ο σκοπός του εκτελέστηκε με επιτυχία και του δόθηκε συγχώρεση για τα φρικτά εγκλήματα που είχε διαπράξει στο παρελθόν.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Προβατάκης, Θ. (2002), Η μυθολογία των Ελλήνων, Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Ρέκος
- sites.google.com, Εισαγωγή στην ελληνική μυθολογία – Λήμμα «Ηρακλής». Διαθέσιμο εδώ