12.1 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΟ ρόλος του συμβολαιογράφου στο ξέπλυμα βρόμικου χρήματος

Ο ρόλος του συμβολαιογράφου στο ξέπλυμα βρόμικου χρήματος


Του Σωτήρη Κολέλη,

Η νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες συνιστά αναντίλεκτα ένα παγκόσμιο φαινόμενο, το οποίο μαστίζει τα σύγχρονα δυτικά κράτη. Όσον αφορά την ελληνική έννομη τάξη, η νομοθεσία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας έχει υποστεί ουκ ολίγες τροποποιήσεις και βελτιώσεις.

Ανάμεσά τους διακρίνονται: α) ο ν. 3691/2008, µε τον οποίο ενσωματώθηκαν στην εσωτερική νομοθεσία οι Οδηγίες 2005/60/ΕΚ και 2006/70/ΕΚ και ορισμένες Συστάσεις της Ομάδας Χρηματοπιστωτικής Δράσης (FATF), β) η τροποποίησή του, µε τον ν. 3875/2010, χάριν αντιμετωπίσεως συγκεκριμένων αδυναμιών του προηγούμενου νόμου, γ) ο ν. 3932/2011, µε τον οποίο συστήθηκε η «Αρχή καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και ελέγχου των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης» και δ) ο ν. 4478/2017, που προέβλεψε την κύρωση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης «για τη νομιμοποίηση, ανίχνευση, κατάσχεση και δήμευση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας».

Τέλος, με τον ν. 4557/2018 ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία η Οδηγία 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Μαΐου 2015 «σχετικά µε την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΕ) 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της Οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της Οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής».

Πηγή Εικόνας: capital.gr

Οι δράστες του «λευκού περιλαίμιου» συνήθως καταφεύγουν σε χώρες όπου τα μέτρα πρόληψης και καταπολέμησης των οικονομικών εγκλημάτων είναι ανεπαρκή και ως αποτέλεσμα η σύλληψή τους φαντάζει λιγότερο πιθανή. Οι μέθοδοι νομιμοποίησης των παράνομων εσόδων που χρησιμοποιούν οι εν λόγω εγκληματίες διακρίνονται σε τρία στάδια, κατά τη διεθνώς επικρατούσα τυπολογία:

  1. Στάδιο τοποθέτησης: Το ρευστό χρήμα διοχετεύεται και αναμειγνύεται με νόμιμα κεφάλαια ή απλά κατατίθεται σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Με την ολοκλήρωση της φάσης αυτής τα έσοδα των εγκληματικών ενεργειών δεν έχουν πλέον μορφή ρευστού χρήματος.
  2. Στάδιο διαστρωμάτωσης: Στόχος σε αυτό το στάδιο είναι η απόκρυψη της εγκληματικής προέλευσης των προϊόντων. Τα χρήματα μεταφέρονται και διαιρούνται συχνά μεταξύ τραπεζικών λογαριασμών χωρών, ατόμων ή εταιρειών.
  3. Στάδιο ενσωμάτωσης: Αρχικά δημιουργείται μία φαινομενικά νόμιμη προέλευση των προϊόντων παράνομης δραστηριότητας, π.χ. αγορά και πώληση ακίνητης περιουσίας, επινόηση κερδών από τυχερά παίγνια, ώστε αυτή να δικαιολογείται. Ακολουθεί χρήση προϊόντων παράνομης δραστηριότητας για ίδιο όφελος, είτε με κατανάλωση (λ.χ. τρόπος ζωής, κοσμήματα, οχήματα) είτε με επένδυση (π.χ. ακίνητη περιουσία, αξιόγραφα, χρηματοδότηση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων).

Στόχος, λοιπόν, της επίμαχης νομοθεσίας είναι η αντιμετώπιση της ως άνω παραβατικής συμπεριφοράς, καταρχήν με την θέσπιση ενός μοντέλου αντεγκληματικής πολιτικής. Επειδή, όμως, ο κρατικός μηχανισμός (ΕΛ.ΑΣ., Αρχή για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικών δραστηριότητες, διοικητικές υπηρεσίες, κλπ.) απεδείχθη ουκ ολίγες φορές αναπερκής, ο νομοθέτης ενίσχυσε το εν λόγω σύστημα πρόληψης με την ανάθεση αστυνομικών, κατ’ ουσίαν, αρμοδιοτήτων σε ιδιώτες, διευρύνοντας έτσι τις δυνατότητες ανίχνευσης των προϊόντων και των δραστών οικονομικών εγκλημάτων.

Πηγή Εικόνας: sofianopoulosvasilis.gr

Στους ανωτέρω ιδιώτες, συμπεριλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, και οι επαγγελματίες νομικοί, όταν συμμετέχουν σε χρηματοοικονομικές ή εταιρικές συναλλαγές, συμπεριλαμβανομένης της παροχής φορολογικών συμβουλών, όπου υπάρχει ο μεγαλύτερος κίνδυνος κατάχρησης των υπηρεσιών αυτών των επαγγελματιών νομικών, με σκοπό τη νομιμοποίηση των εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή για σκοπούς χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2, 4 και 46 της Οδηγίας 2015/849/ΕΕ και του άρθρου 5 Ν. 4557/2018, οι συμβολαιογράφοι εντάσσονται στα υπόχρεα πρόσωπα που υπόκεινται στις υποχρεώσεις του νόμου όταν συμμετέχουν, είτε ενεργώντας εξ ονόματος και για λογαριασμό των πελατών τους σε χρηματοπιστωτικές συναλλαγές ή συναλλαγές επί ακινήτων είτε βοηθώντας στο σχεδιασμό ή στην υλοποίηση συναλλαγών για τους πελάτες τους, σχετικά με αγορές ή πωλήσεις ακινήτων, τη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων πελατών τους, το άνοιγμα ή τη διαχείριση τραπεζικών λογαριασμών, την οργάνωση των αναγκαίων εισφορών για τη σύσταση, λειτουργία ή διοίκηση εταιρειών και τη σύσταση, λειτουργία ή διοίκηση εταιρειών και εμπιστευμάτων (trusts).

Η δραστηριοποίηση του συμβολαιογράφου σε κάποιες από τις ανωτέρω υποθέσεις απαιτεί από τον τελευταίο (τηρώντας τις σχετικές διατάξεις του νόμου για το ξέπλυμα χρήματος) να επιδεικνύει τη δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 11 έως 18 οδηγίας και 12 έως 16 ν. 4557/2018, και να τηρεί αρχεία και κάθε στοιχείο για χρήση στο πλαίσιο έρευνας και διερεύνησης των προβλεπόμενων εγκλημάτων, σύμφωνα με τα άρθρα 40 και 42 οδηγίας και 40 ν. 4557/2018. Παράλληλα, οφείλει να αναφέρει οιαδήποτε ύποπτη συναλλαγή προς τις αρμόδιες αρχές με δική του πρωτοβουλία, καθώς και να χορηγεί στοιχεία που σχετίζονται με τις ως άνω ύποπτες συναλλαγές.

Σκόπιμο είναι, ωστόσο, να προβλεφθούν εξαιρέσεις από οποιαδήποτε υποχρέωση αναφοράς πληροφοριών που αποκτήθηκαν πριν, κατά τη διάρκεια, ή έπειτα από νομικές διαδικασίες, ή κατά τη διάρκεια της διαπίστωσης της νομικής θέσης του πελάτη. Συνεπώς, η παροχή νομικών συμβουλών θα πρέπει να εξακολουθεί να υπόκειται στην υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου, εκτός εάν ο ίδιος ο επαγγελματίας νομικός συμμετέχει σε νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή σε χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, εάν οι νομικές συμβουλές παρέχονται με σκοπό τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, ή εάν ο επαγγελματίας νομικός γνωρίζει ότι ο πελάτης ζητά νομικές συμβουλές, με σκοπό τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

Πηγή Εικόνας: naftemporiki.gr

Σε κάθε περίπτωση, ο συμβολαιογράφος πρέπει να βρίσκεται σε συνεχή εγρήγορση, δεδομένου ότι αναλόγως του βαθμού που τα προϊόντα παράνομων δραστηριοτήτων έχουν ήδη υποβληθεί σε διαδικασία ξεπλύματος, ενδεχομένως να μην υπάρχουν ουσιαστικά προειδοποιητικοί δείκτες για τον συμβολαιογράφο κατά τη διάρκεια της συναλλαγής, ή ο πελάτης να μπορεί να παρέχει πειστικές εξηγήσεις για οποιονδήποτε γενικά προειδοποιητικό δείκτη προκύψει. Σε άλλες υποθέσεις, ενδεχομένως να υπάρχουν προειδοποιητικοί δείκτες, αλλά, λόγω της έλλειψης ενημέρωσης ή κατάλληλων συστημάτων, ο συμβολαιογράφος να μην είναι σε θέση να εκτιμήσει τη σοβαρότητα αυτών.

Ο συμβολαιογράφος οφείλει να ενημερώνεται συνεχώς για τις σύγχρονες μορφές της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, να σχεδιάζει και να εφαρμόζει τα πλέον πρόσφατα, ανάλογα και κατάλληλα συστήματα ασφάλειας και ελέγχου για την αποτροπή της νομιμοποίησης παράνομων εσόδων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, αλλά και να καθοδηγεί διαρκώς τους υπαλλήλους και συνεργάτες του, τόσο για τις μεθόδους που χρησιμοποιούν οι δράστες της νομιμοποίησης παράνομων εσόδων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας όσο και για τις υποχρεώσεις που προκύπτουν.

Εν κατακλείδι, η αντιμετώπιση των εσόδων από παράνομες δραστηριότητες συνιστά μια συνεχή πρόκληση, στην οποία ο συμβολαιογράφος έχει ευθύνη ως υπόχρεο πρόσωπο. Στη σύγχρονη κοινωνία, ο Ευρωπαίος συμβολαιογράφος πρέπει να βοηθηθεί και να έχει στη διάθεσή του αποτελεσματικά μέσα, ούτως ώστε να ανταποκριθεί με ασφάλεια στον καινούριο ρόλο και αποστολή που αναλαμβάνει. Ο συμβολαιογράφος που είναι ο εγγυητής της ασφάλειας των συναλλαγών, της ασφάλειας του πολίτη, θα πρέπει να έχει και ο ίδιος τη νομική ασφάλεια κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Συμβολαιογραφική Επιθεώρηση, τόμος ΛΑ΄, Αρ. φύλλου 7-8
  • Αρχή Kαταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, Hellenic F.I.U, διαθέσιμο εδώ


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Σωτήρης Κολέλης
Σωτήρης Κολέλης
Κατάγεται από την Αθήνα και είναι απόφοιτος της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ. Πλέον εργάζεται σε συμβολαιογραφείο. Έχει εμπειρία από επιστημονικά συνέδρια νομικού ενδιαφέροντος, ενώ αγαπημένες του θεματικές αποτελούν ζητήματα γύρω από το ποινικό δίκαιο. Γνωρίζει άριστα αγγλικά και στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται με τον αθλητισμό.