13.8 C
Athens
Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΗ Ναυμαχία στα Σύβοτα

Η Ναυμαχία στα Σύβοτα


Του Ιωάννη Περγαντή,

Παρά την υπογραφή της Τριακονταετούς Ειρήνης το 446/5 π.Χ., η οποία έθεσε τέρμα στον Α΄ Πελοποννησιακό Πόλεμο, οι κόντρες και οι αντιπαλότητες μεταξύ των ελληνικών πόλεων δεν έπαψαν να υφίστανται. Ο ελλαδικός χώρος διασπάστηκε σε δύο αντίπαλες συμμαχίες. Από τη μία πλευρά, έχουμε τη Συμμαχία της Δήλου, όπου στην κεφαλή βρισκόταν η Αθήνα, η οποία συνεχώς επεδίωκε την εξάπλωση της επιρροής και της δύναμής της στον ελλαδικό και μικρασιατικό χώρο με την προσάρτηση όλο και περισσοτέρων πόλεων, είτε με τη διπλωματία είτε με τη βία. Από την άλλη, έχουμε την Πελοποννησιακή Συμμαχία με αρχηγό τη Σπάρτη, η οποία δυσανασχετούσε βλέποντας την αυξανόμενη δύναμη και ισχύ της Αθήνας και η οποία έψαχνε τρόπους, ώστε να ανακόψει την επεκτατική πολιτική της Συμμαχίας της Δήλου. Η σύγκρουση μεταξύ των δύο πλευρών ήταν αναπόφευκτη, με το μόνο που απέμενε να είναι η εύρεση μιας αφορμής.

Μία από τις κυριότερες αφορμές για την έναρξη του Πελοποννησιακού Πολέμου εντοπίζεται στις ακτές της σημερινής Αλβανίας, εκεί όπου βρισκόταν η πόλη της Επιδάμνου. Η συγκεκριμένη πόλη αποτελούσε μεικτή αποικία Κερκυραίων και Κορινθίων. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι Κερκυραίοι άποικοι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή με τη στήριξη και βοήθεια της Κορίνθου (να σημειωθεί ότι και η Κέρκυρα ήταν αποικία της Κορίνθου). Περί το 436 π.Χ., ξέσπασε μια επανάσταση που οργανώθηκε από τη δημοκρατική μερίδα των πολιτών και η οποία έληξε με απόλυτη επιτυχία. Ως απόρροια αυτής της επανάστασης, όσοι πολίτες της Επιδάμνου είχαν ολιγαρχικά φρονήματα εξορίστηκαν. Έτσι, μέχρι και το 435 π.Χ. οι εξόριστοι ολιγαρχικοί, με τη στήριξη των γειτονικών βαρβαρικών φύλων, προέβαιναν σε συνεχείς επιδρομές στα περίχωρα της πόλης, προκαλώντας αρκετά προβλήματα.

Οι δημοκρατικοί, οι οποίοι δεν ήταν σε θέση να αντιμετωπίσουν τους ολιγαρχικούς με τις δικές τους δυνάμεις, απευθύνθηκαν στην Κέρκυρα για την παροχή βοήθειας. Παρ’ όλα αυτά, η Κέρκυρα αρνήθηκε και έτσι οι Επιδάμνιοι κατέφυγαν στην Κόρινθο, η οποία δέχθηκε να στείλει βοήθεια. Η Κόρινθος δέχθηκε το αίτημα της Επιδάμνου για δύο κυρίως λόγους: πρώτον, η Επίδαμνος συνέχιζε να αποτελεί αποικία της και, δεύτερον, οι σχέσεις Κορίνθου και Κέρκυρας είχαν από καιρό διαρραγεί (θέλησε να επιβληθεί επί της Κέρκυρας ως εγγυήτρια δύναμη της περιοχής). Έτσι, η Κόρινθος έστειλε ένα εκστρατευτικό σώμα στην Επίδαμνο μέσω ξηράς, καθώς φοβήθηκε μια πιθανή ενέδρα από τον ισχυρό κερκυραϊκό στόλο, ο οποίος απαριθμούσε 120 πλοία. Η Κέρκυρα, αντιδρώντας σε αυτή την εξέλιξη, εξέπλευσε προς την Επίδαμνο και απαίτησε την επιστροφή των εξόριστων ολιγαρχικών, καθώς και την αποχώρηση της κορινθιακής στρατιωτικής δύναμης από την πόλη. Οι Επιδάμνιοι αρνήθηκαν και, ως αποτέλεσμα, οι Κερκυραίοι έθεσαν την πόλη σε καθεστώς πολιορκίας. Αυτή η πράξη θεωρήθηκε από την Κόρινθο ως αφορμή πολέμου και εξέπλευσε προς την Επίδαμνο με 75 τριήρεις, θέλοντας να λύσει την πολιορκία της πόλης.

Χάρτης με τις παρατάξεις των στόλων κατά τη ναυμαχία στα Σύβοτα. Πηγή εικόνας: arxaia-ellinika.blogspot.com

Το 435, διεξήχθη η ναυμαχία στο ακρωτήρι της Λευκίμμης, όπου το ισχυρό κερκυραϊκό ναυτικό επιβλήθηκε στο αντίστοιχο κορινθιακό. Μετά από αυτή την ήττα οι Κορίνθιοι, οι οποίοι επιδίωκαν εκδίκηση, επιδόθηκαν σε εκτεταμένες εξοπλιστικές προετοιμασίες, οι οποίες διήρκησαν 2 χρόνια. Οι Κερκυραίοι, φοβούμενοι αυτή την αντίδραση των Κορινθίων, έστειλαν πρεσβεία στην Αθήνα, ζητώντας τη σύναψη συμμαχίας μεταξύ των δύο πόλεων. Προέβαλαν το ζήτημα του επερχόμενου πολέμου, ο οποίος θα έπαιρνε μεγάλες διαστάσεις, θέτοντας το ισχυρό τους ναυτικό ως εγγυήτρια δύναμη, για τη διασφάλιση της ειρήνης στην περιοχή και την εξασφάλιση ελεύθερου περάσματος προς τη Δύση. Την ίδια περίοδο και η Κόρινθος έστειλε πρεσβεία στην Αθήνα, με την οποία ήθελε να της υπενθυμίσει την Τριακονταετή Ειρήνη, που είχε υπογραφεί περίπου δέκα χρόνια πρωτύτερα και, πιο συγκεκριμένα, τον όρο περί της μη εμπλοκής τρίτης πόλης σε ζητήματα μεταξύ συμμάχων και ότι η παραβίασή του αποτελούσε αιτία πολέμου.

Μετά από πολλές συζητήσεις μεταξύ των τριών πλευρών, η Αθήνα αποφάσισε να μην συνάψει συμμαχία με την Κέρκυρα, αλλά επιμαχία, δηλαδή αμυντική συμμαχία, στην οποία η εκάστοτε πόλη θα επενέβαινε σε περίπτωση παραβίασης της εδαφικής κυριαρχίας του ενός κράτους από κάποιο τρίτο, πιστεύοντας πως κάτι τέτοιο δεν παραβιάζει τον όρο της Ειρήνης. Έτσι, η Αθήνα έστειλε 10 πλοία στην Κέρκυρα με στόχο τη διασφάλιση της ακεραιότητας του νησιού και των κτήσεών της, έχοντας δώσει ως εντολή την επέμβαση μόνο σε περίπτωση επίθεσης από κάποια τρίτη πόλη.

Το καλοκαίρι του 433 π.Χ., ο Κορινθιακός στόλος με αρχηγό τον Ξενοκλείδη και 150 πλοία (110 Κορινθιακά – 40 συμμαχικά Μεγαρέων – Αμβρακιώτων) έπλευσαν προς τη Λευκάδα και από εκεί στην περιοχή του Χειμέριου στη Θεσπρωτία, όπου και έστησαν το στρατόπεδό τους. Από την άλλη, οι Κερκυραίοι με 100 πλοία και στρατηγούς τους Μεικιάδη, Αισιμίδη και Ευρύβατο αγκυροβόλησαν στα νησιά Σύβοτα. Οι Κερκυραίοι δεν περίμεναν να αντιμετωπίσουν τους Κορινθίους στη συγκεκριμένη θέση, αλλά μέσω αυτής εμπόδιζαν την πλεύση των Κορινθίων προς τη Λευκίμμη και την πόλη της Κέρκυρας, καθώς ήταν πλεονεκτικό σημείο, από το οποίο παρενοχλούσαν τα κορινθιακά πλοία. Οι Αθηναίοι ήταν σταθμευμένοι στη Λευκίμμη.

Χάρτης της Ηπείρου. Πηγή εικόνας: hellenicaworld.com

Έτσι, κατά τη διάρκεια της νύχτας, οι Κορίνθιοι αναχώρησαν από το Χειμέριο και αντίκρισαν τους Κερκυραίους αναπτυγμένους στα Σύβοτα, σηματοδοτώντας ουσιαστικά την έναρξη της ναυμαχίας. Και οι δύο στόλοι ήταν αναπτυγμένοι σε τρεις πτέρυγες. Από την πλευρά των Κορινθίων, στα δεξιά βρίσκονταν οι Μεγαρείς – Αμβρακιώτες, στο κέντρο άλλοι σύμμαχοι και στα αριστερά οι ίδιοι οι Κορίνθιοι με τα καλύτερα πλοία που διέθεταν. Από την άλλη, οι Κερκυραίοι κάλυπταν την αριστερή και κεντρική πτέρυγα, με τους Αθηναίους να αναλαμβάνουν τη δεξιά, αντικριστά των Κορινθίων.

Στο πλαίσιο της διεξαγωγής της μάχης, η διαχρονική τακτική του εμβολισμού και της μάχης σώμα με σώμα στα καταστρώματα των πλοίων επικράτησε, χωρίς να εισαχθεί κάποια νέα καινοτομία. Η δεξιά πτέρυγα των Κορινθίων, η οποία αποτελούταν από τους συμμάχους, υπέφερε πολύ κάτω από την πίεση των Κερκυραίων, υποχρεώνοντάς τους κιόλας σε άτακτη υποχώρηση προς το στρατόπεδό τους στο Χειμέριον, στο οποίο αποβιβάστηκαν οι Κερκυραίοι και προέβησαν σε επιδρομή. Η εικόνα στην αριστερή πτέρυγα ήταν πολύ διαφορετική. Οι Αθηναίοι, παρόλο που είχαν λάβει εντολή να επέμβουν σε περίπτωση εμπλοκής εις βάρους της Κέρκυρας, αρχικά, δίστασαν να πλεύσουν προς την υποστήριξη του νησιού και, τελικά, εξέπλευσαν, παρά μόνο όταν οι Κορίνθιοι είχαν πάρει το πάνω χέρι. Αυτό το λάθος απέβη μοιραίο, καθώς οι Κορίνθιοι καταδίωξαν τους Κερκυραίους μέχρι τις ακτές του νησιού και ετοιμάστηκαν για απόβαση.

Χάρτης με την παράταξη των δυνάμεων και τον τόπο διεξαγωγής της ναυμαχίας. Πηγή εικόνας: cawarstudies.com

Την απόβαση αυτή απέτρεψε ένας δεύτερος αθηναϊκός στόλος 20 πλοίων, ο οποίος μόλις έφτανε στο νησί, για να ενισχύσει την ήδη υπάρχουσα αθηναϊκή δύναμη, καθώς θεώρησαν πως δεν ήταν αρκετή. Εξαιτίας της ομίχλης που επικρατούσε, οι Κορίνθιοι φοβήθηκαν πως τα αθηναϊκά πλοία ήταν πολύ περισσότερα και, έτσι, υποχώρησαν προς το Χειμέριον. Από αυτό το σημείο οι δύο στόλοι έμειναν αδρανείς, χωρίς να παίρνουν την πρωτοβουλία για επίθεση, καθώς πίστευαν πως η αντίπαλη πλευρά βρισκόταν σε πιο πλεονεκτική θέση. Έτσι, αφού οι δύο πλευρές ήρθαν σε επαφή για διαπραγματεύσεις, συμφωνήθηκε πως οι Κορίνθιοι θα μπορούσαν να φύγουν ελεύθερα από το Χειμέριον, καθώς οι Αθηναίοι θα επενέβαιναν, μόνο εάν αυτοί κινούνταν εναντίον της Κέρκυρας.

Το αποτέλεσμα αυτής της ναυμαχίας έγερνε προς τη μεριά της Κορίνθου. Έχοντας βυθίσει 70 πλοία και μαζί με τους περίπου 1.000 αιχμαλώτους εξέπλευσαν ως νικητές από τα Σύβοτα, παρά τα 30 πλοία που έχασαν και τη μη επίτευξη του αρχικού στόχου για κατάληψη της Κέρκυρας. Αυτή, όμως, η νίκη δεν ήρθε και χωρίς διπλωματικό κόστος, καθώς όξυνε τις σχέσεις μεταξύ των ήδη αντιμαχόμενων παρατάξεων, οδηγώντας, τελικά, σε μια καταστροφική σύρραξη μεγάλων διαστάσεων, τον Πελοποννησιακό Πόλεμο.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Lefevre, François (2016), Ιστορία του Αρχαίου Ελληνικού κόσμου, μτφρ. Αναστασία Κεφαλά & Μίνα Καρδαμίτσα, Αθήνα: Ινστιτούτο του Βιβλίου-Καρδαμίτσα
  • Συλλογικό Έργο (2021), Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. 5, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών
  • Συλλογικό Έργο (1992), The Cambridge Ancient History, τ. 5, Cambridge

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ιωάννης Περγαντής
Ιωάννης Περγαντής
Γεννήθηκε στη Ρόδο το 2003. Είναι φοιτητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, με το επιστημονικό του ενδιαφέρον να επικεντρώνεται στην Αρχαία Ελληνική και Ρωμαϊκή Ιστορία. Είναι γνώστης αγγλικών, ενώ στον ελεύθερό του χρόνο αρέσκεται στον αθλητισμό, την ενασχόληση με τη μουσική και την ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων.