Του Νικόλαου Τσελέντη,
Η ρωσο-ουκρανική κρίση προκάλεσε αναμφίβολα τριγμούς στο διεθνές στερέωμα, καθότι η μέχρι πρότινος κραταιά Δύση απέτυχε να αποτρέψει την εκτράχυνση της κατάστασης και να πειθαναγκάσει τον Vladimir Putin, προτού ξεκινήσει την επέλασή της η «Αρκούδα». Με την έναρξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων, το σκηνικό άλλαξε άρδην και, ξεπερνώντας το επίπεδο των μύδρων και των ανυπόστατων απειλών, τα κράτη προέβησαν σε ραγδαία μέτρα, με σκοπό την απομόνωση της Ρωσίας. Μάλιστα, χρησιμοποίησαν τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών για την επισημοποίηση της καταδίκης της ειδεχθούς ενέργειας της Ρωσίας, προχωρώντας σε μία φαινομενικά τυπική ψηφοφορία. Ίσως και όχι.
Από τα 193 κράτη-μέλη, τα 141 στήριξαν το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, το οποίο ζητούσε από την επιτιθέμενη Ρωσία να διακόψει οριστικά και αμετάκλητα τις επιθέσεις σε ουκρανικό έδαφος. Αντιθέτως, μόνον 5 χώρες (Συρία, Ερυθραία, Βόρεια Κορέα, Λευκορωσία και σαφέστατα η Ρωσία), που δεν φημίζονται για τα δημοκρατικά τους ιδεώδη και ορισμένα εξ αυτών διατηρούν δεσμούς με το Κρεμλίνο, καταψήφισαν την πρόταση του Οργανισμού. Άλλα 35 κράτη επέλεξαν την αποχή και 12 δεν ήταν παρόντα στην όλη διαδικασία και άρα δεν ψήφισαν καθόλου. Ιδιαίτερης μνείας χρήζει το γεγονός ότι η Αφρικανική Ήπειρος ήταν εκείνη που αμφιταλαντεύτηκε περισσότερο, αφού 26 από τις 54 οντότητές της προτίμησαν την ουδετερότητα με κάποια μορφή (1 ψήφος κατά, 16 ψήφοι αποχής και 9 απουσίες). Φυσικά, το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας επιδέχεται ερμηνείας και καταδεικνύει την αύξηση της ρωσικής επιρροής στην Αφρική, όπου η Δύση συντηρεί μια σχέση αγάπης-μίσους στην περιοχή.
Με τη στάση τους στη Γενική Συνέλευση, τα αφρικανικά κράτη εξέφρασαν τη δυσαρέσκειά τους απέναντι στους δυτικοτραφείς θεσμούς, όπως το ΝΑΤΟ. Για πολλούς ηγέτες, το ΝΑΤΟ ευθύνεται για τον πόλεμο στην Ουκρανία, διότι η επέκτασή τους προς ανατολάς έθιγε τα ζωτικά συμφέροντα της Ρωσίας, τα οποία είχε υπερτονίσει στο παρελθόν. Κατά τον Πρόεδρο της Νοτίου Αφρικής, Cyril Ramaphosa, η σύρραξη θα είχε αποφευχθεί, εάν η Βορειοατλαντική Συμμαχία εμπιστευόταν τους αξιωματούχος του, που επεσήμαναν ότι η νατοϊκή διεύρυνση θα άνοιγε τον «Ασκό του Αιόλου» και θα οδηγούσε σε μεγαλύτερη αστάθεια στην Ευρώπη. Βέβαια, δεν είναι η πρώτη φορά που ο σκεπτικισμός προς τις δραστηριότητες του ΝΑΤΟ γεννάται στη Μαύρη Ήπειρο. Χαρακτηριστικά, η εισβολή στη Λιβύη και η επακόλουθη εξόντωση του δικτάτορα Muammar Gaddafi προ δεκαετίας είχαν δημιουργήσει ειλικρινή αντι-δυτικά συναισθήματα, αφενός επειδή οι «εθνοσωτήρες» Δυτικοί μπορούσαν να επεμβαίνουν στα εσωτερικά ζητήματα τρίτων χωρών με την πρόφαση της δημοκρατίας, αφετέρου γιατί η Βόρεια Αφρική και το Σαχέλ βυθίστηκαν σε έναν φαύλο αβεβαιότητας και βίας με το πέρας της αποστολής τους.
Ως απόρροια των ανωτέρω, την τελευταία δεκαετία αρκετά αφρικανικά κράτη έχουν προχωρήσει στη σύναψη στρατιωτικών – αμυντικών συμφωνιών με τη Ρωσία, προκειμένου να εξασφαλίσουν την εδαφική τους ακεραιότητα, μα και την κυριαρχία τους έναντι εξεγέρσεων στην επικράτειά τους. Η Ρωσία, με τη σειρά της, προσφέρει πολύτιμους εξοπλισμούς σε ευνοϊκές τιμές, αποτελώντας τον μεγαλύτερο εξαγωγέα όπλων σε τουλάχιστον 15 χώρες της εν λόγω ηπείρου, ενώ αναμειγνύεται και στην εκπαίδευση πραξικοπηματικών δυνάμεων. Προς επίρρωση των ειρημένων, η στρατιωτική κυβέρνηση του Μάλι, υπό τον Assimi Goïta, ανανέωσε τη φιλία της με τη Ρωσία, αφ’ ης στιγμής καθαίρεσε τους νόμιμα εκλεγμένους πολιτικούς, και ζήτησε την αρωγή της για την απομάκρυνση των ισλαμιστών ανταρτών ελέω της άτακτης φυγής των γαλλικών δυνάμεων. Ακόμη, η ομάδα Wagner, απαρτιζόμενη από ιδιώτες μισθοφόρους, έχει εμπλακεί ποικιλοτρόπως σε εμφύλιες συγκρούσεις στην Αφρική, εγείροντας ερωτήματα γύρω από τους ανιδιοτελείς σκοπούς της, μιας και η χρηματοδότηση φαίνεται πως προέρχεται από Ρώσους ολιγάρχες, φίλα προσκείμενους στην κυβέρνηση Putin.
Στο οικονομικό επίπεδο, η σύμπλευση Ρωσίας και Αφρικής εντοπίζεται στους τομείς της γεωργίας και των λιπασμάτων, των εξορύξεων, της ενέργειας και της ναυτικής παρουσίας. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ΟΗΕ στη διάσκεψη για το εμπόριο και την ανάπτυξη, κατά τα έτη 2018-2020 οι αφρικανικές χώρες εισήγαγαν σιτάρι από τη Ρωσία και την Ουκρανία αξίας περίπου 5,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η Ρωσία αντιπροσωπεύει το 16% της παγκόσμιας παραγωγής σιταριού και το 13% της παραγωγής λιπασμάτων κι, επομένως, η πιθανότητα διακοπής των εμπορικών δεσμών φαντάζει απίθανη τη δεδομένη στιγμή, όπου τόσο η πανδημία όσο και ο πόλεμος εξακολουθούν να υφίστανται. Επιπλέον, η ρωσική κρατική εταιρεία Rosatom, με αντικείμενό της τη στρατιωτική και πολιτική χρήση της πυρηνικής ενέργειας, προσεγγίζει ολοένα και περισσότερα αφρικανικά κράτη, λόγω της ενεργειακής κρίσης που μαστίζει τον πλανήτη. Σχετικά με τις εξορύξεις και τη ναυτική παρουσία, το βλέμμα όλων μεταφέρεται στο πολυτάραχο Σουδάν, καθώς η Ρωσία βρίσκεται σε εντατικές συνομιλίες με τη στρατιωτική διοίκηση, αναφερόμενη σε σχέδια εξόρυξης χρυσού, αλλά και στην ίδρυση της πρώτης ναυτικής βάσης στην περιοχή μεταψυχροπολεμικά, αποκτώντας πρόσβαση στην Ερυθρά Θάλασσα.
Η βοήθεια που παρέχει η Ρωσία στα αφρικανικά κράτη, τούς υπενθυμίζει ότι η Δύση τείνει να «κλείνει τα μάτια» μπροστά στην ανάγκη των λαών του κόσμου, ιδίως σε έκτακτες περιπτώσεις, όπως η πανδημία του κορωνοϊού. Αυτό το αίσθημα τονώθηκε έτι περαιτέρω με το ρωσο-ουκρανικό ζήτημα και την αναδυόμενη ενεργειακή κρίση, όπου οι παραδοσιακοί δυτικοί σύμμαχοι αδιαφόρησαν απροκάλυπτα για τις αρχές τους, στρεφόμενοι προς τη Σαουδική Αραβία και τη Βενεζουέλα για τη μείωση της επιβάρυνσης των πολιτών τους. Έτσι, οι αφρικανικές χώρες διείδαν ότι το οικουμενικό ενδιαφέρον υπάρχει μόνο όταν καλύπτονται τα εθνικά συμφέροντα των υπερδυνάμεων και είναι κερδοφόρα η στήριξη των αδυνάμων. Για τον λόγο αυτόν, με έναν νέο «Ψυχρό Πόλεμο» να αναβιώνει, έχοντας ως επίκεντρο την Αφρική, και έχοντας βιώσει τις συνέπειες της επιλογής στρατοπέδου τον περασμένο αιώνα, εύλογα οι Αφρικανοί ηγέτες αποφεύγουν την ευθυγράμμιση με κάποιο από τα δύο μπλοκ και στρέφονται προς αξιόπιστους εταίρους (Κίνα, Ρωσία).
Τέλος, η ρωσική δραστηριότητα στην Αφρική επεκτείνεται διαρκώς, παράλληλα με την κυβερνητική διαφθορά της ηπείρου. Με άλλα λόγια, τα αυταρχικά πολιτεύματα τάσσονται όλα αυτά τα χρόνια στο πλευρό του Putin, έχοντας ως αντικειμενικό σκοπό τους την αύξηση της επιρροής τους στο πολιτικό γίγνεσθαι και την αποκόμιση κερδών. Η Ρωσία, μέσω ιδιωτικών στρατιωτικών αντιπροσώπων, σφυρηλατεί ευκαιριακές σχέσεις με κυβερνητικά στελέχη, εκτελεί αποστολές που χαρακτηρίζονται για τη φρικαλεότητά τους και επηρεάζει τα εκλογικά αποτελέσματα κατά τρόπο ευνοϊκό προς εκείνη. Η απόδειξη ότι μπορεί να υποστηρίξει τους συμμάχους της και να τους παγιώσει στην εξουσία, με τρανταχτό παράδειγμα τη Συρία του Assad, βρίσκει συχνά υποστηρικτές σε αφρικανικά κράτη, στα οποία οι αρχηγοί τους μονοπωλούν στα αξιώματα (από το 1986 έως σήμερα είναι Πρόεδρος ο Museveni στην Ουγκάντα).
Συνοψίζοντας, η Αφρικανική Ήπειρος χωρίζεται σε δύο στρατόπεδα, παίρνοντας θέση (ρητά ή σιωπηρά) υπέρ ενός εκ των δύο μεγάλων πόλων που βρίσκονται σε ρήξη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Δύση προσπαθούν να διαβεβαιώσουν τα κράτη για τη σημαντικότητα της ένωσης ενάντια στη Ρωσία, ούτως ώστε να λήξουν οι εχθροπραξίες όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα. Στον αντίποδα, η Ρωσία εστιάζει στην οικονομική δυσπραγία και τη διαφθορά των Αφρικανών, στήνοντας ένα επιχειρησιακό δίκτυο που δημιουργεί μία win-win κατάσταση. Σε αυτόν τον ορυμαγδό, λοιπόν, οι αφρικανικοί λαοί καλούνται να χαράξουν τη δική τους πορεία, εξασφαλίζοντας περίσσια προνόμια για τους εαυτούς τους, αφού η έννοια του ανθρωπισμού είναι ντυμένη εκατέρωθεν με υποκρισία.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Why African countries are standing by Vladimir Putin, The Week, διαθέσιμο εδώ
- Putin’s Exploitation of Africa Could Help Him Evade Sanctions, Time, διαθέσιμο εδώ
- Cold war echoes as African leaders resist criticising Putin’s war, The Guardian, διαθέσιμο εδώ
- Analysis: Why some African countries are thinking twice about calling out Putin, CNN, διαθέσιμο εδώ
- Russia’s war with Ukraine: Five reasons why many African countries choose to be ‘neutral’, The Conversation, διαθέσιμο εδώ