Της Νάντας Σπηλιωτοπούλου,
Το βιολί κρύβει πίσω του μεγάλη ιστορία, καθώς εμφανίζεται για πρώτη φορά τον 16ο αιώνα και χαρακτηρίζεται ως η εξέλιξη του μεσαιωνικού Φιντλ, του ιταλικού Λίρα ντα μπράτσο και του Ρεμπέκ. Όμως, την κύρια ευθύνη για τη σημερινή μορφή του βιολιού την έχει η Ιταλία και πιο συγκεκριμένα ορισμένες οικογένειες ιταλικής προέλευσης, όπως οι Στραντιβάριους, οι οποίες κατασκευάζουν όργανα με εξαιρετική ακουστική. Επίσης, κατά την περίοδο της Αναγέννησης αναπτύσσονται σε διάφορες ιταλικές πόλεις, όπως είναι η Μπολόνια και η Ρώμη, σχολές που έχουν ως αντικείμενο την εκμάθηση βιολιού.
Στο σημείο αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό να επισημάνουμε ότι χρησιμοποιούνται για να εκτελέσουν ένα είδος μουσικής που διαφέρει από την κλασική μουσική. Πιο συγκεκριμένα, τα πρώτα βιολιά συνοδεύουν έργα τόσο λαϊκής όσο και χορευτικής μουσικής. Επιπλέον, τον 17ο αιώνα το βιολί αρχίζει να αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα, αν όχι το σημαντικότερο έγχορδο μουσικό όργανο, καθώς αντικαθιστά τη βιόλα ντα γκάμπα. Πρόκειται για ένα έγχορδο μουσικό όργανο που εξελίσσεται κατά την περίοδο της Αναγέννησης και του Μπαρόκ. Όπως είναι ήδη γνωστό, η βιόλα είναι ένα από τα μουσικά όργανα που ανήκει στην οικογένεια του βιολιού.
Παρόλο που το βιολί είναι όργανο μεγάλης αξίας, αφού καθορίζει την εξέλιξη της μουσικής, στην Ελλάδα λίγοι είναι εκείνοι που θα θελήσουν να μάθουν. Το γεγονός αυτό ίσως οφείλεται στο ότι η κλασική μουσική δεν είναι τόσο διαδεδομένη στη χώρα μας. Όμως, η Ελλάδα έχει βγάλει καταξιωμένους βιολιστές, ένας εκ των οποίων είναι ο Λεωνίδας Καβάκος. Πρόκειται για έναν καλλιτέχνη που γεννήθηκε στην Αθήνα και ασχολήθηκε για πρώτη φορά με το βιολί σε ηλικία μόλις πέντε ετών. Βέβαια, προέρχεται από καλλιτεχνική οικογένεια, καθώς η μητέρα του ήταν πιανίστρια, ενώ ο παππούς του και ο πατέρας του ήταν βιολιστές, με αποτέλεσμα το καλλιτεχνικό μικρόβιο να μεταδοθεί και σε εκείνον. Όσον αφορά τις σπουδές του, οφείλουμε να αναφέρουμε ότι σπούδασε στο Ελληνικό Ωδείο, όπου υπήρξε μαθητευόμενος του Στέλιου Καφαντάρη. Έπειτα, οι σπουδές του στο βιολί καθόρισαν την εξέλιξή του, αφού λαμβάνει υποτροφία από το Ίδρυμα Ωνάση, η οποία του δίνει την ευκαιρία να λάβει μέρος στα μαθήματα που διδάσκει ο ταλαντούχος Τζόζεφ Γκίνγκολντ στο Πανεπιστήμιο της Ιντιάνα.
Η πρώτη του εμφάνιση σε συναυλία πραγματοποιείται το 1984, η οποία λαμβάνει χώρα στην Αθήνα στο πλαίσιο ενός φεστιβάλ. Δεν αργεί να έρθει η στιγμή που θα αποκτήσει διεθνή φήμη, καθώς στην Ευρώπη γίνεται ιδιαίτερα γνωστός μέσα από τη συμμετοχή του στον διαγωνισμό «Γιαν Σιμπέλιους». Στον συγκεκριμένο διαγωνισμό κατέχει την πρώτη θέση. Σήμερα πραγματοποιεί συναυλίες σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο, όπου συνεργάζεται με κορυφαίες ευρωπαϊκές ορχήστρες, όπως είναι η Φιλαρμονική του Βερολίνου και της Βιέννης. Επίσης, είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι οι κληρονόμοι του Γιαν Σιμπέλιους δίνουν την ευκαιρία στον Λεωνίδα Καβάκο να εκτελέσει και να ηχογραφήσει την κύρια εκδοχή του «Κοντσέρτου για βιολί σε ρε μινόρε».
Έπειτα, ακολουθεί η Αμερική, όπου περιοδεύει σε διάφορες πολιτείες των Η.Π.Α. Όπως στην Ευρώπη, έτσι και στην Αμερική, διεξάγονται συναυλίες, στις οποίες κεντρικό ρόλο διαδραματίζει ο Καβάκος. Σε πολλές από τις συναυλίες αυτές εκτός από τον Καβάκο συμμετέχουν και διάφορες ορχήστρες, μία από τις οποίες είναι και η Συμφωνική Ορχήστρα του Μόντρεαλ. Ωστόσο, η επιτυχία του Καβάκου δεν περιορίζεται στην Ευρώπη και την Αμερική. Πιο συγκεκριμένα, το 1988, επισκέπτεται την πρωτεύουσα της Ιαπωνίας, το Τόκιο, όπου σημειώνει τεράστια επιτυχία με ένα ρεσιτάλ στο Casals Hall. Ύστερα από αυτή την επιτυχία περιοδεύει στην Ιαπωνία συνοδευόμενος από την Αγγλική Ορχήστρα Δωματίου. Επιπρόσθετα, το 2014 δέχεται μία πρόταση του Χονγκ Κονγκ να παίξει στο 42ο Φεστιβάλ Τεχνών.
Ένα άλλο σημαντικό γεγονός που τίθεται άξιο αναφοράς και δεν πρέπει να παραλειφθεί είναι ότι ο Καβάκος εκτελεί μουσική δωματίου και ουκ ολίγες φορές παρουσίασε στη γενέτειρά του το δικό του φεστιβάλ. Η μουσική δωματίου αποτελεί ένα μουσικό είδος, το οποίο είναι γραμμένο για μικρά σύνολα μουσικών οργάνων. Επίσης, το συγκεκριμένο μουσικό είδος είναι διαμορφωμένο με τέτοιον τρόπο, ώστε να εκτελείται σε μικρούς χώρους. Επιπλέον, όταν γίνεται λόγος για τη μουσική δωματίου πρέπει να έχουμε υπόψιν μας ότι αποτελείται από ένα βιολί, ένα πιάνο και ένα βιολοντσέλο. Όμως, αυτό δεν είναι απαραίτητο, καθώς στη μουσική δωματίου μπορεί να συναντήσουμε μόνο βιολιά (τρία για την ακρίβεια) και ένα πιάνο. Επομένως, διαπιστώνουμε ότι πρόκειται για μία συναυλία που περιέχει μικρό αριθμό οργάνων.
Ένα άλλο στοιχείο που διακρίνει τη μουσική δωματίου είναι ότι παραλείπεται η έννοια του σόλο και δεν γίνεται χρήση της φωνής. Ο Καβάκος στις συναυλίες του χρησιμοποιεί το δικό του βιολί, το λεγόμενο “Abergavenny”, το οποίο κατασκευάζεται το 1724 από τα μέλη της οικογένειας Στραντιβάριους. Επίσης, έχει στην κατοχή του άλλα τέσσερα σύγχρονα βιολιά, ένα εκ των οποίων είναι του Leonhard. Επιπλέον, έχει λάβει αμέτρητα βραβεία, όπως το Α΄ Βραβείο Διεθνούς Διαγωνισμού Βιολιού (Γιαν Σιμπέλιους) στο Ελσίνκι το 1985 και το Α΄ Βραβείο Διαγωνισμού Naumburg που διεξήχθη στη Νέα Υόρκη το 1988.
Έτσι, από τα παραπάνω συμπεραίνουμε πως ο Καβάκος είναι ένας καλλιτέχνης που δεν επαναπαύεται με τις επιτυχίες του και προσπαθεί κάθε φορά να βγάλει το καλύτερο αποτέλεσμα. Για τον λόγο αυτόν δουλεύει πολύ σκληρά για να βελτιώνει συνεχώς την τεχνική του. Επιπλέον, από τις συνεντεύξεις που δίνει κατά καιρούς φαίνεται ότι σκοπός του είναι να μεταφέρει τις γνώσεις του στους νέους, προκειμένου να τους μυήσει σε αυτό το είδος μουσικής.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Μάμαλης, Ν., «Η μουσική στην Ευρώπη», στο Η ιστορία των τεχνών στην Ευρώπη, Πάτρα, τόμος Γ΄, 2008.
- Λεωνίδας Καβάκος, sansimera.gr, διαθέσιμο εδώ.