Του Γιώργου Σαλπιγγίδη,
«Βιομηχανική επανάσταση», μια έννοια αρκετά διαδεδομένη, που, όμως, εμπεριέχει μια μακρά ιστορία και πολλές διαφορετικές πτυχές. Λίγο πολύ έχουμε μια γενική εικόνα για το τι καλύπτει αυτή η έννοια, αλλά πόσο καλά τη γνωρίζουμε τελικά; Πού, πότε και γιατί εμφανίστηκε; Ποιοι παράγοντες ευνόησαν την άνθησή της; Τι αλλαγές έφερε; Ποια είναι τα πλεονεκτήματα και ποια τα μειονεκτήματά της; Είναι, τελικά, μόνο μια η Βιομηχανική Επανάσταση; Αυτά είναι ορισμένα βασικά ερωτήματα γύρω από το θέμα αυτό, τα οποία θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε, στο παρόν άρθρο, όσο καλύτερα και σαφέστερα γίνεται.
Για αρχή, θα απαντήσουμε στο τελευταίο ερώτημα για το εάν έχουμε μόνο μια επανάσταση (που από τον τίτλο και μόνο μάλλον είναι σαφές, αφού τη χαρακτηρίζουμε ως πρώτη, κάτι που σημαίνει πως ακολουθούν κι άλλες). Η Βιομηχανική Επανάσταση, λοιπόν, δεν είναι μόνο μια, αλλά τέσσερις, με την κάθε μία να έχει τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Έτσι, η δεύτερη καλείται αλλιώς και ως «Τεχνολογική», η τρίτη ως «Ψηφιακή» και η τέταρτη, την οποία και διανύουμε, είναι η “Industry 4.0”. Η μετάβαση, ωστόσο, από τη μία περίοδο στην άλλη δεν γίνεται εν μια νυκτί, αλλά σε βάθος χρόνου και σε διαφορετικές χρονικές στιγμές για την κάθε περιοχή.
Αφού είδαμε πόσες Βιομηχανικές Επαναστάσεις έχουμε, μπορούμε πια να επικεντρωθούμε στην πρώτη. Η αρχή της φαίνεται να βρίσκει σύμφωνους τους περισσότερους ειδικούς, καθώς την τοποθετούν λίγο μετά από τα μέσα του 18ου αιώνα, ενώ γενέτειρά της θεωρείται η Μεγάλη Βρετανία, η οποία και θα ηγείται για όλο σχεδόν το διάστημα που θα διαρκέσει. Αυτομάτως θα αναρωτιόταν κανείς, «γιατί η Μεγάλη Βρετανία;». Η απάντηση κρύβει πολλές διαφορετικές πτυχές. Μια από αυτές έχει να κάνει με τη γεωμορφολογία της περιοχής, καθώς είναι μια χώρα με σχετικά επίπεδα και εύφορα εδάφη, που βοηθούν την ανάπτυξη της παραγωγής. Έπειτα, η αύξηση του πληθυσμού (από 4 εκατομμύρια που ήταν το 1600, αυξήθηκε σε 6 εκατομμύρια τον επόμενο αιώνα και σε 9 εκατομμύρια το 1800) οδήγησε στην αύξηση των αναγκών, τη διεύρυνση του αγοραστικού κοινού και, εν τέλει, στην ανάγκη για περισσότερα αγαθά με το μικρότερο δυνατό κόστος, κάτι που δημιούργησε την ανάγκη για μηχανήματα, που θα μεγάλωναν την παραγωγική διαδικασία.
Επίσης, η συσσώρευση νέων κεφαλαίων από τους μεγάλους γαιοκτήμονες ευνόησε τη μετακίνηση των χρημάτων σε νέες καινοτόμες επενδύσεις. Οι μεγαλογαιοκτήμονες μπόρεσαν να εδραιώσουν τη δύναμή τους ύστερα από τον αγροτικό μετασχηματισμό, που επιτεύχθηκε με νόμους, που θεσπίστηκαν από το κοινοβούλιο της χώρας και έδιναν το δικαίωμα της περίφραξης της γης τους. Αυτό σήμαινε πως σταματούσε η κοινή χρήση της γης από τους απλούς ανθρώπους της υπαίθρου, αλλά, παράλληλα, συνέβαλε στην αποδοτικότερη χρήση της γης, μέσα από τη βελτίωση και επίβλεψη των καλλιεργειών. Αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος ήταν η έντονη αστικοποίηση, με τη μετάβαση των κατοίκων της υπαίθρου και ιδίως των νέων στις μεγάλες πόλεις προς εύρεση εργασίας, δημιουργώντας, έτσι, ένα νέο και δυναμικό εργατικό δυναμικό.
Η Μεγάλη Βρετανία κατόρθωσε να ηγηθεί της πρώτης Βιομηχανικής Επανάστασης και χάρη στην αξιοποίηση νέων, για την εποχή εκείνη, πηγών ενέργειας, όπως ο άνθρακας, ενώ η παρουσία καινοτόμων εφευρέσεων και μηχανών συνέβαλε στην αύξηση της παραγωγής και των προϊόντων. Ειδικότερα, η Βρετανία είχε μια μακρά παράδοση στην παραγωγή υφασμάτων κάθε είδους, κάτι που οδηγούσε στη συνεχή αναζήτηση νέων μηχανών, που θα βοηθούσαν την παραγωγή. Έτσι, δημιουργήθηκε η κλωστική μηχανή, η εκκοκκιστική μηχανή βαμβακιού και άλλα παρόμοια μηχανήματα, που εκτίναξαν την παραγωγή. Τα πλεονάζοντα αγαθά, από την άλλη, μπόρεσαν να διοχετευθούν στην αγορά, τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας, μέσα από τη μεγάλη εμπορική δραστηριότητα των Βρετανών και των αποικιών τους (από τις οποίες έπαιρναν πρώτες ύλες σε μηδαμινές τιμές, τις πηγαίναν στη Βρετανία για επεξεργασία και, έπειτα, διοχέτευαν τα νέα προϊόντα στις διεθνείς αγορές σε υψηλό κόστος). Όλη αυτή η διαδικασία είχε κυκλικό χαρακτήρα, τα νέα κεφάλαιο επενδύονταν σε νέες μηχανές, που έφεραν περισσότερα προϊόντα προς πώληση κ.ο.κ.
Όλα αυτά συνέβησαν στη Μεγάλη Βρετανία, πού είναι, όμως, οι υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης; Οι εξελίξεις αυτές άργησαν να μεταφερθούν στην υπόλοιπη ήπειρο για διάφορους λόγους. Ένας από αυτούς ήταν και ο κατακερματισμός και η διάσπαση πολλών χωρών, όπως της Γερμανίας και της Ιταλίας. Αυτό σημαίνει πως δεν είχαν μια καλά οργανωμένη και ενιαία πολιτική συγκρότηση, με τους διαφορετικούς θεσμούς, τις ξεχωριστές πολιτικές κάθε περιοχής, τους μη κοινούς δασμολογικούς κανόνες και το μη ενιαίο νομισματικό σύστημα (πράγματα που δεν ίσχυαν στη Βρετανία) να καθιστούν την όποια προσπάθεια βιομηχανικής εξέλιξης δύσκολη και αργή. Έπειτα, ο μικρός ρυθμός της αστικοποίησης και οι πολλές μάχες που έλαβαν χώρα, κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων πολέμων που τάραξαν την κεντρική Ευρώπη, παρεμπόδισαν το έργο αυτό.
Επιπροσθέτως, οι εύποροι Γάλλοι της περιόδου σε μεγάλο βαθμό χρησιμοποιούσαν τα κέρδη που είχαν για την επίδειξη πλούτου, αγοράζοντας πολυτελείς επαύλεις και αξιώματα, αντί να τα στρέψουν προς νέες επενδύσεις ή εφευρέσεις. Τέλος, η δυσκολία της μεταφοράς μεγάλων ποσοτήτων αγαθών σε σύντομο χρονικό διάστημα και με μικρό κόστος ήταν ένας ακόμα ανασταλτικός παράγοντας, που ξεπεράστηκε τα επόμενα χρόνια με την ανάπτυξη των σιδηροδρόμων. Η υπόλοιπη Ευρώπη θα αποκτήσει έναν σημαντικό ρόλο περίπου από τη δεκαετία του 1830 και μετά.
Ποια ήταν, όμως, τα πλεονεκτήματα από όλη αυτήν την αλλαγή; Πολλά σημεία ήδη τα θίξαμε παραπάνω, όπως η αύξηση των παραγόμενων προϊόντων σε σύντομο χρονικό διάστημα, με μικρότερο κόστος και καλύτερη ποιότητα. Απόρροια αυτών των γεγονότων ήταν η οικονομική ανάπτυξη των βιομηχανικών χωρών, η οποία ευνόησε την ανάπτυξη νέων αποδοτικότερων μηχανών. Αυτή η άνθηση βοήθησε και στη βελτίωση των δρόμων για την καλύτερη μεταφορά των αγαθών, κάτι που απολάμβανε και ο απλός κόσμος.
Τα οφέλη αυτά, ωστόσο, δεν ήρθαν δίχως και κάποια μειονεκτήματα. Το κυριότερο από αυτά ήταν η ανθρώπινη εκμετάλλευση, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων που δούλευαν στα εργοστάσια ήταν αναγκασμένοι να εργάζονται σε εξαντλητικές ώρες, που πλησίαζαν τις 12 και 16 ώρες εργασίας, οδηγώντας πολλούς στον θάνατο ή σε σοβαρά προβλήματα αναπηρίας. Επίσης, πολλά παιδιά αναγκάστηκαν να εργαστούν σε εργοστάσια, προκειμένου να συμβάλουν στο οικογενειακό εισόδημα, που ήταν περιορισμένο. Πέραν, όμως, από την ανθρώπινη εκμετάλλευση συναντάμε και την υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων, κάτι που οδηγούσε και στη μόλυνση του περιβάλλοντος.
Εν κατακλείδι, η εμφάνιση της Βιομηχανικής Επανάστασης άλλαξε άρδην τον κόσμο, όπως είχε διαμορφωθεί έως τότε, φέρνοντας νέα δεδομένα στον τρόπο ζωής των ανθρώπων. Αυτό που πρέπει να σημειώσουμε κλείνοντας είναι το βάθος χρόνου, στο οποίο έγιναν αυτές οι αλλαγές, καθώς χρειάστηκαν αρκετά χρόνια μέχρι να εδραιωθεί και να αναπτυχθεί αυτό το σύστημα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Lindemann, Albert (2014), Ιστορία της Νεότερης Ευρώπης. Από το 1815 μέχρι σήμερα, Εκδόσεις Κριτική
- Burns, E. M. (2020), Ευρωπαϊκή Ιστορία. Ο Δυτικός Πολιτισμός, Νεότεροι Χρόνοι, Εκδόσεις Επίκεντρο
- Από την ιστοσελίδα Britannica, στο “Industrial Revolution”, Διαθέσιμο εδώ
- Από την ιστοσελίδα History, στο “Industrial Revolution”, Διαθέσιμο εδώ