Της Μαρίας Κελεπούρη,
Ήταν 11 Μαΐου του 1990, περίπου στις 13:15 το μεσημέρι όταν η ψυχή έφυγε σαν χελιδόνι από τα χείλη του Στράτου Διονυσίου, ενώ εκείνος βρισκόταν μέσα σε ένα ταξί επί της Λεωφόρου Συγγρού. Η καριέρα του βρισκόταν στο απόγειό της, καθώς κάθε δίσκος του τη δεκαετία του 1980 σημείωνε χρυσές ή πλατινένιες πωλήσεις.
Απόδειξη της αφοσίωσης που έχαιρε από τους ακροατές του λαϊκού ρεπερτορίου είναι και ο τελευταίος του δίσκος Ποιος άλλος, που κυκλοφόρησε ύστερα από τον θάνατό του και σημείωσε μεγάλο αριθμό πωλήσεων, καθιστώντας τον έναν από τους σημαντικότερους της δεκαετίας του 1990. Η συνεργασία σε αυτή τη δουλειά με τον Τάκη Μουσαφίρη πρόσθεσε νέες επιτυχίες στο ιστορικό του αξέχαστου λαϊκού ερμηνευτή, επισφραγίζοντας τη μουσική του πορεία.
Αυθεντικός και στιβαρός, ο Στράτος Διονυσίου κατόρθωσε με τη δωρική του παρουσία όχι μόνο να εδραιωθεί στο μουσικό στερέωμα, παρά τις όποιες δυσκολίες συνάντησε στην προσπάθειά του αυτήν, αλλά ακόμη να χαράξει τον δικό του, προσωπικό δρόμο που θα στιγμάτιζε περισσότερες από δύο γενιές. Το βάθος της φωνής του ήταν σαν να φανέρωνε τη ντομπροσύνη και τη μεγαλοψυχία του, ενώ η βαρύτητα του λόγου του συμπορεύονταν με τις αξίες του λαού, ο οποίος είχε βρει στο πρόσωπό του την αλήθεια που αναζητούσε.
Ο Στράτος ήταν η προσωποποίηση της λαϊκής αλήθειας. Γεννημένος στη Νιγρίτα Σερρών, έμεινε ορφανός από πατέρα σε νεαρή ηλικία, κι έτσι αναγκάστηκε να αναζητήσει εργασία, ώστε να βγάζει τα προς το ζην. Άλλαξε πολλές δουλειές, ώσπου να κάνει το ντεμπούτο του ως τραγουδιστής στη Θεσσαλονίκη κι ύστερα να συνεχίσει τις εμφανίσεις στην Αθήνα, πλάι στην Καίτη Γκρέυ. Από ‘κει και έπειτα, ακολούθησε η καταξίωσή του στο λαϊκό τραγούδι. Εννοούσε κάθε στίχο που τραγουδούσε, ακριβώς γιατί τον είχε ήδη ζήσει. Υπήρξε μια φωνή που πίστευε στους στίχους, ερμηνεύοντάς τους με βαθιά εκτίμηση προς τους δημιουργούς, αλλά και προς το κοινό, γιατί αυτό καταλάβαινε πολλά περισσότερα. Ο κόσμος είχε βιώσει τους χιλιοτραγουδισμένους στίχους, και πια η αισθαντικότητα, που προσέδιδε σε αυτούς η φωνή του Στράτου, εξέφραζε τους καημούς του και γλύκανε τον πόνο του.
Αρκεί μια πηγαία λαϊκή φωνή για να γίνει είδωλο; Η απάντηση ίσως είναι αμφιλεγόμενη. Το μόνο σίγουρο είναι πως η αυθεντικότητα της φωνής του λειτούργησε ως εργαλείο για να αγγίξει, μέσα από τις νότες, τις ευαίσθητες χορδές του λαού. Η δημοσιογράφος και βιογράφος του Στράτου Διονυσίου, Βίκυ Μιχαλονάκου σε συνέντευξή της στο OffLine Post έχει αναφέρει πως «Ο Στράτος εξέφραζε τους καημούς και τα πάθη του λαού». Κι αυτό, γιατί κι ο ίδιος τα είχε ζήσει. Δεν ήταν μονάχα η φωνή. Ήταν τα βιώματα και οι εμπειρίες που ενσαρκώνονταν μέσα από αυτήν. Τελικά, αποδεικνύεται πως αυτά διαμορφώνουν έναν καλλιτέχνη και καθορίζουν το αποτύπωμά του, γιατί αποτελούν τη γέφυρά του με το κοινό.
Τραγούδια που έγιναν λαϊκοί ύμνοι, άλλοτε γιατί τα ζεϊμπέκικα προσφέρονταν ως λυτρωτική δίοδος των παθών, όπως το «Βρέχει φωτιά στη στράτα μου» (1970), κι άλλες φορές γιατί εξυπηρετούσαν την ανάγκη του κόσμου να γλεντήσει τα βάσανά του, όπως το «Ο Λαός τραγούδι θέλει» (1987). Τραγούδια που έγιναν παρηγοριά για χαμένους έρωτες, όπως το «Τα πήρες όλα κι έφυγες» (1981) και «Ο Παλιατζής» (1969) και άλλα, όπως το «Αποκοιμήθηκα» (1977) σε στίχους του Μίμη Θειόπουλου και μουσική του Τόλη Βοσκόπουλου, που αποδείκνυαν μια διάσταση του αισθαντικού δυναμισμού του ερμηνευτή τους.
Η επαγγελματικότητά του κατά τη διάρκεια ηχογράφησης των δίσκων ήταν η απόδειξη και συνάμα το αποτέλεσμα ενός τεράστιου ταλέντου, στο οποίο μπορούσε κανείς να ανιχνεύσει ψήγματα βυζαντινών μελωδιών, αλλά και τη στόφα ενός συνειδητοποιημένου ανθρώπου.
Η φωνή του τραγουδά για τα ανθρώπινα πάθη ωθούμενη από τα προσωπικά. Και ακριβώς σε αυτό το σημείο έγκειται η ταύτιση του κόσμου με τους στίχους που ερμήνευε. Ίσως αυτή να υπήρξε η κύρια αιτία της τόσο μεγάλης δημοφιλίας του και της απήχησης των τραγουδιών του. Μπορεί να ένιωθε ξένος στην πρωτεύουσα, όμως, η αγάπη και η λαχτάρα του για τη μουσική και το τραγούδι αποτελούσαν το έναυσμα για την καριέρα του. Κι αν εκείνος ζητούσε ακρόαση Θεού, εμείς πάντα θα ζητάμε ακρόαση Στράτου.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Βίκυ Μιχαλονάκου, Στράτος Διονυσίου, Κάκτος, Αθήνα 2002. σ.318
- 30 χρόνια χωρίς τον Στράτο Διονυσίου: ένας παντελονάτος πρίγκιπας από τις Σέρρες, andro.gr, διαθέσιμο εδώ.
- Στράτος Διονυσίου: Τραγουδούσε κι άκουγες την ψυχή του, kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ.
- Στράτος Διονυσίου, stixoi.info, διαθέσιμο εδώ.