Του Μενέλαου Γιώτη,
Δεν γίνεται να ξεκινήσουμε να μιλάμε για τον νεοφιλελευθερισμό χωρίς να μιλήσουμε για έναν από τους πιο σημαντικούς εκφραστές του – αν όχι τον πιο σημαντικό.
Milton Friedman
Aναφερόμαστε, φυσικά, σε έναν από του μεγαλύτερους οικονομολόγους της γενιάς του: τον Milton Friedman. Γεννημένος στο Μπρούκλιν των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, κατάφερε να λάβει το Νόμπελ Οικονομικών (1976), έχοντας ακολουθήσει μια δυναμική και εμβληματική πορεία στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο για πάνω από τρεις δεκαετίες. Η συνεισφορά του στην μακροοικονομία, την οικονομική Iστορία και τη στατιστική ήταν ιδιαίτερα σημαντική. Υπήρξε, ίσως, από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές του οικονομικού φιλελευθερισμού και όλη αυτή η προσήλωση στην κατεύθυνση αυτή τον έκανε τον οικονομολόγο με τη μεγαλύτερη επιρροή στον 20o αιώνα, και πιο συγκεκριμένα στο δεύτερο μισό αυτού, μετά τον John Maynard Keynes.
Τα χαρακτηριστικά του νεοφιλελευθερισμού
Ξεκινώντας, ο νεοφιλελευθερισμός με δύο λόγια είναι η οικονομική φιλοσοφία η οποία αναπτύχθηκε ιδιαίτερα στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα και εστιάζει σε έναν πολύ πιο δυναμικό βαθμό στις ελεύθερες αγορές, στην καπιταλιστική φιλοσοφία, φέροντας ως απώτερο σκοπό τον πλήρη περιορισμό της κρατικής παρέμβασης στην οικονομία. Οι κύριες πολιτικές που θα ασκηθούν σε μια «νεοφιλελεύθερη αντίληψη» περιλαμβάνουν τις ιδιωτικοποιήσεις σε τομείς, μάλιστα, που δεν ενδείκνυται ως πεδίο κερδοφορίας, όπως για παράδειγμα ο χώρος της παιδείας και της υγείας, στην παγκοσμιοποίηση, καθώς βοηθάει τις αγορές να κινούνται παγκοσμίως χωρίς ιδιαίτερα εμπόδια, και τη μείωση των δημοσίων δαπανών προς όφελος του ιδιωτικού τομέα.
Ο 21ος αιώνας βρίσκει τον νεοφιλελευθερισμό σε ηγεμονική θέση. Αυτό σημαίνει ότι ως κοινωνία έχουμε οδηγηθεί σε πολλαπλές αλλαγές όλες αυτές τις δεκαετίες τόσο σε ατομικό όσο σε διεθνές και διακρατικό επίπεδο. Ο νεοφιλελευθερισμός, όντας η πιο διαδεδομένη μορφή οικονομικής προσέγγισης, σχεδόν σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες, άλλαξε δραστικά τον τρόπο λειτουργίας των κρατών προσεγγίζοντας όλο και περισσότερο τον «κοινωνικό δαρβινισμό».
Τα βασικά χαρακτηριστικά επάνω στα οποία μπορεί να αναγνωρίζεται μια νεοφιλελεύθερη πολιτική είναι τα ακόλουθα:
1. Ιδιωτικοποιήσεις
Μέσω των ιδιωτικοποιήσεων οι περισσότεροι κρατικοί φορείς και επιχειρήσεις πωλούνται ή παραχωρούνται με ευνοϊκούς όρους στον ιδιωτικό τομέα. Αυτό σημαίνει πως τράπεζες, δημόσιες υπηρεσίες, εταιρίες κοινής ωφέλειας, ιδρύματα υγείας και εκπαίδευσης γίνονται άμεσα πεδία κερδοφορίας για ιδιώτες. Το παραπάνω έχει ως αποτέλεσμα να γίνεται η υπερσυγκέντρωση του πλούτου σε μια μικρή μερίδα επιχειρηματιών, το κοινό «καλό» να περιορίζεται σημαντικά και οι ανισότητες να ενυπάρχουν σε πολύ μεγάλο βαθμό.
2. Απορρύθμιση
Μέσω της απορρύθμισης ο ρυθμιστικός ρόλος της κυβέρνησης περιορίζεται πολύ σημαντικά στα θέματα των οικονομικών δραστηριοτήτων, όπως για παράδειγμα το εμπόριο, οι εργασιακές σχέσεις, η ρύθμιση της φορολογίας σε ορισμένες κατηγορίες επιχειρήσεων (κυρίως των πολύ μεγάλων). Το επιχείρημα αυτής της στρατηγικής είναι ότι η απορρύθμιση και η απελευθέρωση των αγορών θα επιτρέψει σε αυτές τις εταιρίες να έχουν πολύ υψηλότερα κέρδη και καλύτερη λειτουργία λόγω της βελτίωσης της ποιότητας.
3. Απελευθέρωση του εμπορίου
Το μεγάλο άνοιγμα προς τις επενδύσεις είναι αυτό που χαρακτηρίζει την παγκοσμιοποίηση και την ελεύθερη αγορά. Η οικονομική ανάπτυξη καθώς και η φθηνότερη πρόσβαση στους πόρους, επιτυγχάνεται με την πλήρης απελευθέρωση των κινήσεων κεφαλαίων μεταξύ πολλών διαφορετικών γεωγραφικών περιοχών. Όμως, αυτοί που αντιτάσσονται τις συγκεκριμένες πολιτικές αντικρούουν επιχειρηματολογικά, διατρανώνοντας ότι αυτές οι ενέργειες δύνανται να αποτελέσουν τα θεμέλια έτσι ώστε οι εργαζόμενοι να αποτελέσουν θύματα εκμετάλλευσης και ότι το καθεστώς των μη ρυθμισμένων αγορών μπορεί να αμφισβητήσει ευθέως τις κατακτήσεις των εργαζομένων, που είχαν επιτευχθεί μετά από πολλούς κοινωνικούς αγώνες.
4. Μείωση των δημοσίων δαπανών
Οι τομείς της εκπαίδευσης, της υγείας και των υποδομών είναι οι πιο βασικοί τομείς στους οποίους στοχεύουν οι κρατικές δαπάνες. Από τη μείωση τους, τα φτωχότερα οικονομικά και κοινωνικά στρώματα θα υποστούν τη μεγαλύτερη ταλαιπωρία καθώς η πρόσβασή τους στις δημόσιες υπηρεσίες υγείας θα γίνεται όλο και πιο ανεπαρκής, ολοένα και δυσκολότερη και δεν θα καλύπτουν στον βαθμό που θα ικανοποιούσαν τις ανάγκες τους.
5. Προτεραιότητα και στόχος είναι η ατομική σε βάρος της κοινωνικής ευημερίας
Εξαλείφοντας σιγά σιγά τα κοινωνικά προγράμματα και τα κράτη πρόνοιας, τα φτωχότερα οικονομικά στρώματα επηρεάζονται αισθητά. Αυτό προκύπτει σε μεγάλο βαθμό από το γεγονός ότι οι άνθρωποι σε ένα νεοφιλελεύθερο κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον παρακινούνται να δουλέψουν με σκοπό την ατομική τους ευημερία, δίχως να σκέφτονται το «καλό της κοινωνίας».
Οι Επιπτώσεις της Νεοφιλελεύθερης Πολιτικής – Κριτική
Στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα το νεοφιλελεύθερο ρεύμα έγινε ένας από τους κύριους πόλους, όσον αφορά τον τρόπο διακυβέρνησης των κρατών. Μετά την πτώση και των τελευταίων σοσιαλιστικών δημοκρατιών, ο νεοφιλελευθερισμός ως τάση βρήκε στη διάθεσή του αρκετό πρόσφορο έδαφος.
Το αντίπαλο δέος ιδεολογικά, η Αριστερά, προσχώρησε σε ολοένα και περισσότερο Σοσιαλδημοκρατικές απόψεις. Μπορεί ο καπιταλισμός να πήρε μια ιστορική νίκη στην ευρωπαϊκή ήπειρο, όμως το ρεύμα της σοσιαλδημοκρατίας αποτέλεσε ανάχωμα στη νεοφιλελεύθερη επέλαση μιας και προσέφερε σημαντικές λύσεις και αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης, τουλάχιστον μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Το ρεύμα των «Νέων Εργατικών», που γεννήθηκε στη Μεγάλη Βρετανία με επικεφαλής τον πρώην πρωθυπουργό Tony Blair, έστρεψε τη Σοσιαλδημοκρατία προς πολιτικές που ευνοούσαν το κεφάλαιο, τις ελίτ και τις τράπεζες. Το νεοεργατικό ρεύμα επικράτησε και στη Γερμανία επί εποχής Gerhard Schroeder, καθώς και στην Ελλάδα εκπροσωπήθηκε εν μέρει από τους εκσυγχρονιστές με επικεφαλής τον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη.
Ο «τρίτος δρόμος» κατέρρευσε ολοκληρωτικά κατά το ξέσπασμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 2008. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο νεοφιλελευθερισμός να ηγεμονεύσει, καθώς η σοσιαλδημοκρατία βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα κρίσιμο υπαρξιακό πρόβλημα και εξαιτίας αυτού δεν κατάφερε για πολλά χρόνια να προτείνει μια νέα αξιόπιστη, προοδευτική, εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης.
Οι οικονομικές επιπτώσεις του νεοφιλελευθερισμού έχουν αποτελέσει ένα κρίσιμο πεδίο συζήτησης και εκτενούς ανάλυσης. Αρχικά, η πρώτη επίπτωση είναι η συνεχής φτωχοποίηση των μικρομεσαίων οικονομικών στρωμάτων. Αυτό προκύπτει καθώς, όπως προαναφέρθηκε, η απορρύθμιση της αγοράς και η κατάργηση του κοινωνικού κράτους πρόνοιας προκαλεί πτώση των μισθών, ειδικά στις πιο αδύναμες οικονομίες και συνεπώς τη συρρίκνωση των εισοδημάτων. Έτσι, σε ένα τόσο ατομικό και ανταγωνιστικό περιβάλλον η ανεργία αυξάνεται πολλές φορές ραγδαία, οι ανισότητες εντείνονται και η διαφθορά καλπάζει με ανεξέλεγκτους ρυθμούς.
Παρά λοιπόν, τα οφέλη που ενστερνίζονται οι υπέρμαχοι τέτοιου είδους πολιτικών, σχετικά με τις δυνάμεις της αγοράς, την αποτελεσματικότητα, τον ανταγωνισμό και εν τέλει την ταχύτερη μεγέθυνση τόσο κρατικά όσο και στις τάξεις των καταναλωτών, υπάρχει και η άλλη πλευρά του νομίσματος. Και οι δύο αυτές πλευρές του ίδιου νομίσματος, συνθέτουν ένα μείζον και αμφιλεγόμενο ζήτημα στην οικονομική θεωρία, για το οποίο δεν μπορούμε μονολεκτικά να απαντήσουμε αν φθείρει ή όχι το κοινωνικό σύνολο. Σίγουρα όμως, μια μεγάλη μερίδα του μένει ανικανοποίητη, ψάχνοντας μια αχτίδα φωτός στο πολιτικό στερέωμα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Σχολή του Σικάγου, el.economy-pedia.com, Διαθέσιμο εδώ
- Νεοφιλελευθερισμός- Τα οικονομικά πίσω από την ιδεολογία, socialpolicy.gr, Διαθέσιμο εδώ
- Newliberalism, Corporate Finance Institute. Διαθέσιμο εδώ