Του Τάσου Οικονόμου,
Από τον Νοέμβρη του 2020, το κράτος της Αιθιοπίας βιώνει έναν δύσκολο εμφύλιο με τεράστιες συνέπειες και για τον λαό, αλλά και για την οικονομία της. Ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ μειώθηκε αρκετά και, παρά τις έντονες προσπάθειες της κυβέρνησης, το μέλλον της αφρικανικής χώρας, η οποία είχε δώσει δείγματα σαφούς οικονομικής ανάπτυξης, μάλλον έμοιαζε αβέβαιο. Ασχέτως της τωρινής κατάστασης, ο Πρόεδρος της χώρας έχει ως βασικό οικονομικό πλάνο την άμεση προσέλκυση νέων επενδυτών, που θα μπορέσουν να στηρίξουν την οικονομία και να αναδείξουν την Αιθιοπία σε βασικό παίκτη στην αφρικανική ήπειρο.
Εμφύλιος στο Τιγκράι
Για να κατανοήσουμε την οικονομική ύφεση της Αιθιοπίας, πρέπει να δούμε πρώτα την πολιτική αναταραχή στην περιοχή. Η περιφέρεια του Τιγκράι υπήρξε ο πυλώνας της δημοκρατίας στη χώρα. Συγκεκριμένα, η φυλή είχε ουσιαστικά τον έλεγχο της εξουσίας, εφόσον ο Πρωθυπουργός Meles Zenawi, που υπηρέτησε από το 1995 μέχρι 2012 και απέκτησε την εξουσία μετά από μία μακροχρόνια μάχη έναντι της δικτατορίας που είχε επιβληθεί, καταγόταν από την περιοχή. Ο επόμενος Πρωθυπουργός, Hailemariam Desalegn, ήταν και εκείνος από τον συνασπισμό, στον οποίο κυριαρχούσε η φυλή του Τιγκράι, και συνέχισε τις φιλικές προς αυτό πολιτικές. Όλα, όμως, άλλαξαν το 2018 με την εκλογή του Abiy Ahmed από μία ανίσχυρη και μικρή φυλή της Αιθιοπίας, έτσι, η φυλή του Τιγκράι βρέθηκε στην αντιπολίτευση.
Φτάνουμε συνοπτικά στο 2020, στο έτος που θα πραγματοποιούνταν οι περιφερειακές εκλογές στο Τιγκράι. Με το πρόσχημα του Covid-19, o Πρωθυπουργός αναστέλλει τις εκλογές, με αποτέλεσμα την εξέγερση της περιοχής. Στη συνέχεια, ο Abiy Ahmed διέταξε την επίθεση των ενόπλων δυνάμεων και, έτσι, οι παραστρατιωτικές οργανώσεις που αντιτίθεντο στις πολιτικές της κυβέρνησης ενώθηκαν και πολεμούν μέχρι και τώρα τον Πρωθυπουργό. Δύο χρόνια μετά, οι συγκρούσεις έχουν αφήσει χιλιάδες νεκρούς και τουλάχιστον 2 εκατομμύρια άτομα έχουν αναγκαστεί να αφήσουν τις εστίες τους. Παράπλευρη απώλεια των μαχών είναι και η οικονομία της Αιθιοπίας.
Η οικονομική κατάσταση της Αιθιοπίας
Μετά την πτώση της στρατιωτικής χούντας το 1991, η Αιθιοπία, αν και αποτελεί μία από τις χώρες με τον πιο πτωχό πληθυσμό, έκανε τεράστια βήματα εκσυγχρονισμού και προόδου, κυρίως στον οικονομικό τομέα. Από το 2004 μέχρι και το 2009 είχε ανάπτυξη πάνω από 10%, κάτι που την κατέταξε στις πιο γρήγορα αναπτυσσόμενες οικονομίες του κόσμου.
Όμως, με το ξεκίνημα των εσωτερικών συγκρούσεων, οι επενδυτές άρχισαν να εγκαταλείπουν τα σχέδιά τους στην περιοχή, η τιμή του Αιθιοπικού Μπιρ ξεκίνησε μία πολύ έντονη πτωτική πορεία (πλέον το τοπικό νόμισμα έχει χάσει μέσα σε 2 χρόνια το 45% της αξίας του), και, τέλος, μεγάλο ποσοστό πόρων κατευθύνονται στην υποστήριξη της στρατιωτικής προσπάθειας. Μετά από 2 χρόνια πολέμου, το ποσοστό χρέους προς το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 4% και προβλέπεται ότι θα συνεχίσει την ανοδική του πορεία και θα φτάσει στο 6%. Παράλληλα, η περιοχή του Τιγκράι, νευραλγικής σημασίας στην οικονομία της Αιθιοπίας, έχει υποστεί ανεπανόρθωτες ζημιές. Από τις βασικές υποδομές, όπως οι δρόμοι, αλλά μέχρι και το σύστημα υγείας, όλα έχουν πληγεί από αυτόν τον αιματηρό εμφύλιο. Ακόμη, οι κάτοικοι της περιοχής έχουν αναφέρει προβλήματα υποσιτισμού και ζητήματα παροχής καθαρού νερού. Την ίδια περίοδο, όλος ο κόσμος ζούσε τις συνέπειες της πανδημίας του κορωνοϊού και ειδικά μία χώρα με τόσο φτωχό πληθυσμό, που ήδη υπέφερε από ελλείψεις στο σύστημα υγείας. Μετά από 17 μήνες μαχών και μια υγειονομική κρίση που έχει αποδυναμώσει την οικονομία της, η κυβέρνηση της Αιθιοπίας θέτει το ερώτημα: μπορεί η χώρα να προσελκύσει ξένους επενδυτές;
Παράθυρο για νέες επενδύσεις
Οι αρχές έχουν δημιουργήσει ένα κρατικό επενδυτικό ταμείο, το οποίο αναμένεται να ενσωματώσει περιουσιακά στοιχεία από διάφορους κρατικούς τομείς, το Ethiopian Investment Holdings (EIH), όπως ονομάζεται, και προορίζεται να λειτουργήσει ως το βασικό όργανο προσέλκυσης νέων επενδύσεων στη χώρα. Το επενδυτικό ταμείο θα έχει στην κατοχή του και θα προορίζει προς πώληση κρατικές επιχειρήσεις-κλειδιά για την αιθιοπική οικονομία. Μέσα στο EIH θα περιέχονται οι Αιθιοπικές Αερογραμμές, ο τηλεφωνικός κολοσσός Ethio telecom, διάφορα ορυχεία, ξενοδοχεία και βιομηχανικά πάρκα. Η συνολική αξία του ταμείου αγγίζει τα 138 δισεκατομμύρια, κάτι που θα αναδεικνύει το προαναφερθέν ταμείο στο μεγαλύτερο στην Αφρική.
Ο Mamo Mihretu, ιδρυτικός εκτελεστικός διευθυντής του ταμείου, δήλωσε στους Financial Times: «Η ίδρυση του EIH είναι μια ισχυρή απόδειξη ότι η ατζέντα οικονομικών μεταρρυθμίσεων της κυβέρνησης για την ανάπτυξη και την ανθεκτικότητα βρίσκεται στον σωστό δρόμο…». Παρότι αυτό το βήμα δείχνει ότι η Αιθιοπία προχωρά σε περαιτέρω ιδιωτικοποίηση της οικονομίας και σταδιακά απομακρύνεται από το κρατικά ελεγχόμενο μοντέλο, εξωτερικοί επενδυτές μοιάζουν διστακτικοί για το πόσο διατεθειμένη είναι πραγματικά η χώρα να πράξει αυτά που έχει ήδη ανακοινώσει. Επιπλέον, άτομα αντίθετα με την κυβέρνηση βλέπουν με αρνητική χροιά την ιδιωτικοποίηση κρατικών περιουσιακών στοιχείων, φοβούμενοι μία αύξηση τιμών σε προϊόντα που δεν θα βρίσκονται κάτω από κρατική ιδιοκτησία.
Αν μπορεί όντως αυτό το ταμείο να προσελκύσει αρκετούς επενδυτές στη χώρα είναι αβέβαιο. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, η εσωτερική αποδιοργάνωση, αλλά και οι εμφύλιες συγκρούσεις, απωθούν από τη χώρα κάθε είδος επένδυσης. Παράλληλα, η αστάθεια της κυβέρνησης Ahmed, από τα ζητήματα εσωτερικής πολιτικής (δηλαδή κήρυξη πολέμου, ενώ είχε παραλάβει Νόμπελ Ειρήνης) μέχρι και τα οικονομικά θέματα (ξαφνική απομάκρυνση από το μοντέλο της κρατικά ελεγχόμενης οικονομίας), σίγουρα δυσχεραίνει το έργο του EIH. Όμως, εάν με αυτόν τον τρόπο επιτευχθεί ο στόχος της κυβέρνησης και πραγματοποιηθούν οι απαραίτητες επενδύσεις, τότε η Αιθιοπία θα καταφέρει να λύσει θεμελιώδη προβλήματά της και να ανελιχθεί σε βασικό δρώντα της Αφρικής.