Της Δήμητρας Κούβελα,
Ο Γιάννης Ρίτσος υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ποιητές στην ιστορία της νεοελληνικής ποίησης και ανήκε στη «Γενιά του ‘30». Γεννήθηκε την 1η Μαΐου 1909, στη Μονεμβασία, και υπήρξε το μικρότερο παιδί από τα τέσσερα της οικογένειας του μεγαλοκτηματία Ελευθερίου Ρίτσου και της Ελευθερίας Βουζουναρά.
Αφού αποφοίτησε από το Σχολαρχείο Μονεμβασιάς, το 1919, εισήχθη στο Γυμνάσιο του Γυθείου, το 1921, χρονιά σημαδιακή, καθώς έχασε τον αδερφό του, Μίμη, και τη μητέρα του από φυματίωση. Άρχισε σε μικρή ηλικία να δημοσιεύει ποιήματά του, και συγκεκριμένα αφετηρία του υπήρξαν οι δημοσιεύσεις στο περιοδικό Διάπλαση των Παίδων, με το ψευδώνυμο «Ιδανικόν Όραμα».
Με την ολοκλήρωση των γυμνασιακών του σπουδών μετακόμισε μαζί με την αδερφή του, Λούλα, στην Αθήνα, όπου εργαζόταν, λόγω της οικονομικής δυσπραγίας του πατέρα του, ως δακτυλογράφος και ως αντιγραφέας στην Εθνική Τράπεζα. Μετά από έναν χρόνο, προσβάλλεται και αυτός από φυματίωση και επιστρέφει στη Μονεμβασιά, έως το φθινόπωρο του 1926. Έπειτα επέστρεψε στην Αθήνα, όπου γράφτηκε στη Νομική Σχολή Αθηνών, χωρίς, όμως, να μπορέσει να φοιτήσει. Συνέχισε να εργάζεται στην Αθήνα. Ανέλαβε τη θέση του βοηθού βιβλιοθηκάριου και γραφέα στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθήνας.
Από τον Ιανουάριο του 1927 ξεκινά να τον ταλαιπωρεί πάλι η φυματίωση. Νοσηλεύεται στην κλινική Παπαδημητρίου και τον Φεβρουάριο του 1927 στο σανατόριο «Σωτηρία», έως και το 1930. Εκεί γνωρίζεται με την ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη και άλλους νοσούντες με μαρξιστικές θεωρίες, αλλά και γενικότερα με διανοούμενους. Το φθινόπωρο του 1930 μεταφέρεται στα Χανιά, στο φθισιατρείο Καψαλώνας και έπειτα από προσωπική επιθυμία, λόγω των κακών συνθηκών διαβίωσης, μεταφέρεται μαζί με τους νοσούντες στο σανατόριο του Αγίου Ιωάννη.
Τον Οκτώβριο του επόμενου έτους καταφέρνει να επιστρέψει στην Αθήνα και να ασχοληθεί με τα επαγγελματικά του, όπου αναλαμβάνει τη θέση διευθυντού του καλλιτεχνικού τμήματος της Εργατικής Λέσχης, συμμετέχοντας σε παραστάσεις, αλλά και στη σκηνοθεσία τους. Την περίοδο αυτή της ζωής του η υγεία του και τα οικονομικά του βελτιώθηκαν, όπως και της αδερφής του Λούλας, η οποία ζούσε στην Αμερική με τον σύζυγό της, όμως εισήχθη στο Ψυχιατρείο στο Δαφνί, την περίοδο 1937-1939, ενώ ο πατέρας του εισήχθη το 1932, όπου και πέθανε το 1938.
Οι συνεργασίες του επεκτάθηκαν, όπως η συνεργασία του το 1933 με το περιοδικό Πρωτοπόροι, αλλά και ως ηθοποιός στους θιάσους της Ζωζώς Νταλμάς, Ριτσιάρδη, Παπαϊωάννου και Μακέδου. Έπειτα, συνεργάζεται με την εφημερίδα του Ριζοσπάστη, όπου και εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή, με τον τίτλο Τρακτέρ, με το ψευδώνυμο «Σοστίρ», αναγραμματισμός του επιθέτου του. Το 1935 εκδίδεται και η δεύτερη συλλογή του με τίτλο Πυραμίδες και προσλαμβάνεται ως επιμελητής κειμένων στον εκδοτικό οίκο «Γκοβόστη».
Το ποίημά του «Επιτάφιος», ένα από τα πιο δημοφιλή του ποιήματα, γράφτηκε με αφορμή τις ταραχές που προκλήθηκαν λόγω της καπνεργατικής απεργίας της Θεσσαλονίκης, στις 9 Μαΐου 1936. Την επόμενη ημέρα, στην εφημερίδα του Ριζοσπάστη έχει δημοσιευθεί μια φωτογραφία μιας μητέρας που θρηνεί τον γιο της, στα γεγονότα της προηγούμενης ημέρας. Η σκηνή αυτή αποτέλεσε την αφορμή να γραφτεί αυτό το ποίημα, το οποίο εκδόθηκε σε 10.000 αντίτυπα, όπου, με τη δικτατορία του Μεταξά, κάηκαν τα τελευταία 250 αντίτυπα στις στήλες του Ολυμπίου Διός.
Το 1937 νοσηλεύτηκε στο σανατόριο της Πάρνηθας και, συγχρόνως, γράφει για την αδερφή του Λούλα, η οποία βρίσκεται σε νοσηλεία, το λυρικό ποίημα «Το τραγούδι της αδερφής μου», από το οποίο εμπνεύστηκε ο Κωστής Παλαμάς και έγραψε για τον Ρίτσο στίχους-εγκώμιο. Ακολούθησαν και άλλες δημοσιεύσεις, όπως η Εαρινή Συμφωνία και η Παλιά μαζούρκα σε ρυθμό βροχής.
Κατά την Κατοχή ο Ρίτσος ήταν κατάκοιτος, αλλά δραστηριοποιήθηκε στο ΕΑΜ και όταν η ζωή του κινδύνεψε λόγω κακουχιών, το 1942, αρνήθηκε τη χρηματική βοήθεια από έρανο. Το 1945 γράφει ένα από τα δημοφιλέστερα ποιήματά του, τη «Ρωμιοσύνη», το οποίο μελοποιεί ο Μίκης Θεοδωράκης, το 1966.
Στον Εμφύλιο Πόλεμο εξορίστηκε, λόγω των αριστερών του πεποιθήσεων, στο Κοντοπούλι της Λήμνου το 1948, στη Μακρόνησο το 1949 και στον Άγιο Ευστράτιο τα χρόνια 1950 και 1951. Το 1952 γύρισε στην Αθήνα και εισήχθη στην ΕΔΑ, ενώ μετά από λίγο παντρεύτηκε την παιδίατρο Φηλίτσα Γεωργιάδου από τη Σάμο, με την οποία, το 1955, απέκτησαν μια κόρη, την Έρη. Μετά από ένα χρόνο μετέβη στην τότε Σοβιετική Ένωση, ως μέλος ομάδας διανοουμένων και δημοσιογράφων. Επίσης, τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο ποιητών για το ποίημα «Σονάτα του Σεληνόφωτος». Μόλις το διάβασε ο καταξιωμένος Γάλλος ποιητής και συγγραφέας, Λουί Αραγκόν, αποφάνθηκε ότι το ποίημα αυτό είναι «το βίαιο τράνταγμα μιας μεγαλοφυΐας» και ότι ο Ρίτσος ήταν «ο μεγαλύτερος από τους ποιητές του καιρού μας που βρίσκονται στη ζωή».
Κατά τη δεκαετία του ’60 τα ποιήματα του Ρίτσου έγιναν ευρέως γνωστά στο κοινό, με αφορμή τη μελοποίηση του «Επιταφίου», το 1960, από τον Μίκη Θεοδωράκη.
Με το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, συνελήφθη, λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων, οδηγήθηκε στον Ιππόδρομο του Φαλήρου, μετά στη Γυάρο και έπειτα στο Παρθένι της Λέρου. Τον επόμενο χρόνο νοσηλεύτηκε στον Άγιο Σάββα και έπειτα τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό στην οικία της συζύγου του στη Σάμο. Το 1970 επέστρεψε στην Αθήνα, αλλά, επειδή δεν συμφώνησε με το καθεστώς του Παπαδόπουλου, εξορίστηκε πάλι στη Σάμο, έως το χειρουργείο του στη Γενική Κλινική Αθηνών τον ίδιο χρόνο. Στα γεγονότα του Πολυτεχνείου το 1973 συμμετείχε ενεργά.
Μετά την πτώση της δικτατορίας, έζησε κυρίως στην Αθήνα και συνέχισε το συγγραφικό του έργο. Το 1975 αναγορεύτηκε σε επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και τιμήθηκε με το μεγάλο γαλλικό βραβείο ποίησης «Αλφρέ ντε Βινί» και με το βραβείο «Λένιν» στη Μόσχα. Επιπλέον, αναγορεύτηκε σε διάφορα ξένα πανεπιστήμια και στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών. Το 1986 του απονεμήθηκε το βραβείο «Ποιητής διεθνούς ειρήνης» του ΟΗΕ.
Πέθανε στις 11 Νοεμβρίου 1990, αφήνοντας πίσω του τεράστια πνευματική κληρονομιά, με 50 ανέκδοτες ποιητικές συλλογές, 100 ποιητικές συλλογές, 9 πεζογραφήματα, 4 θεατρικά έργα, αλλά και μεταφράσεις, χρονογραφήματα και δημοσιεύματα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- «Γιάννης Ρίτσος», Σαν Σήμερα, διαθέσιμο εδώ
- «Γιάννης Ρίτσος», Culturenow, διαθέσιμο εδώ
- Γιάννης Ρίτσος, Επίσημη Ιστοσελίδα, διαθέσιμο εδώ