Της Άννας-Μαρίας Τοκμακίδου,
Η ενασχόληση με τον αθλητισμό είτε αφορά κάποιο ομαδικό είτε κάποιο ατομικό άθλημα ωφελεί ποικιλοτρόπως το άτομο, αφού λειτουργεί ευεργετικά τόσο για τη σωματική όσο και για την πνευματική του υγεία. Πιο συγκεκριμένα, η συστηματική άθληση καθιστά εφικτή τη διαμόρφωση και διατήρηση ενός αρμονικού σώματος, ενισχύεται η αντίληψη και η κρίση του ατόμου και αποκτά αυτοπειθαρχία που του επιτρέπει την ψυχραιμότερη και αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των δυσκολιών σε όλους τους τομείς της ζωής του. Ο αθλητισμός λειτουργεί και ως πηγή εμπειριών, επιτεύξεων και στιγμών εκτόνωσης, γεγονός που τον καθιστά σημαντικό αντίβαρο απέναντι στις ψυχοφθόρες καταστάσεις που βιώνει το άτομο στον εργασιακό και κοινωνικό του βίο. Ωστόσο, παρά τα οφέλη του αθλητισμού ιδιαίτερα απειλητικά γίνονται τα όλο και συχνότερα βίαια επεισόδια σε αθλητικούς χώρους, κυρίως ποδοσφαιρικούς και καλαθοσφαιρικούς.
Η εκδήλωση βίαιων επεισοδίων είναι γνωστή με τον όρο «οπαδική βία» ή «χουλιγκανισμός». Η οπαδική βία αποτελεί ένα παράδοξο φαινόμενο και αυτό διότι παρόλη τη διαχρονική του εκδήλωση δεν υπάρχει ένας σαφής νομικός ορισμός. Τα κριτήρια που ουσιαστικά καθορίζουν το φαινόμενο είναι χωρικά και χρονικά. Με τον όρο «χουλιγκανισμός» γίνεται περιγραφή των ανάρμοστων και βίαιων πράξεων οπαδών αθλητικών ομάδων, που οδηγούν στη διατάραξη της έννομης τάξης. Αυτές οι πράξεις μπορεί να έχουν διάφορες μορφές. Οι ύβρεις στα γήπεδα κατά τη διάρκεια τέλεσης των αγώνων, οι ρατσιστικές φραστικές επιθέσεις, η βίαιη συμπεριφορά σε αυτούς τους χώρους, οι εισβολές οπαδών στον αγωνιστικό χώρο με στόχο την πρόκληση αναταραχών και οι βίαιες συγκρούσεις μεταξύ των αντίπαλων οπαδών όπως και μεταξύ των οπαδών και της αστυνομίας, εντός και εκτός γηπέδων, είναι μερικές από τις μορφές της εκδήλωσης του φαινομένου του χουλιγκανισμού.
Η σημερινή εκδήλωση των φαινομένων της οπαδικής βίας εμφανίζεται σε δύο κυρίως μορφές. Στην πρώτη μορφή δεν υπάρχουν επεισόδια βίας εντός των γηπέδων σε χώρες, όπως στην Αγγλία στην Ολλανδία στο Βέλγιο και στην Γερμανία, και αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο είδος της αστυνόμευσης που εφαρμόζουν οι χώρες αυτές η οποία αποτρέπει τέτοιες συμπεριφορές. Τα επεισόδια χουλιγκανισμού εκδηλώνονται μακριά από τους αγωνιστικούς χώρους με προκαθορισμένα ραντεβού οπαδών με ανύπαρκτη αστυνομική δύναμη. Στη δεύτερή τους μορφή, σε χώρες της Νότιας Ευρώπης (Ιταλία, Ελλάδα), η παρουσία των φαινομένων βίας εμφανίζεται όχι μόνο εκτός αγωνιστικού χώρου, αλλά και εντός αυτού και το κυριότερο είναι ότι τα φαινόμενα βίας από οργανωμένους οπαδούς έχουν μεταφερθεί και σε άλλα ομαδικά αθλήματα όπως το μπάσκετ, το βόλεϊ και το πόλο αλλά και σε αγώνες ποδοσφαίρου μεταξύ ακαδημιών.
Ο κύριος παράγοντας που συμβάλλει στα επεισόδια είναι η εμπορευματοποίηση του αθλητισμού, η οποία καλλιεργεί την επιδίωξη της νίκης με κάθε μέσο και οξύνει τον ανταγωνισμό. Επιπλέον, η ανοχή και υπόθαλψη του φανατισμού από τους παράγοντες που διοικούν τα σωματεία ενθαρρύνουν την «οπαδοποίηση» των φιλάθλων και την εκδήλωση βίαιων συμπεριφορών στους αθλητικούς χώρους. Πιο συγκεκριμένα, το ανταγωνιστικό πνεύμα που έχει επικρατήσει στο χώρο του επαγγελματικού αθλητισμού, λόγω των οικονομικών συμφερόντων, ωθεί τους παράγοντες των αθλητικών ομάδων σε μια στάση ανοχής – αν όχι και στήριξης – απέναντι στο φανατισμό των οπαδών. Οι οπαδοί αποτελούν αφενός πηγή εσόδων (αγορά εισιτηρίων και εμπορικών ειδών με το λογότυπο της ομάδας, στοιχήματα κ.α.) κι αφετέρου μέσω των τοπικών συνδέσμων κάθε ομάδας αποτελούν έναν ανέξοδο τρόπο ενίσχυσης και διατήρησης του πλήθους υποστηρικτών της. Μη θέλοντας, επομένως, οι ομάδες να χάσουν αυτά τα οφέλη, επιτρέπουν ή έστω ανέχονται τις συχνές παρεκτροπές των οπαδών τους. Επιπλέον, πολλοί νέοι άνθρωποι στην προσπάθειά τους να βρουν την ασφάλεια της ομαδικής δράσης και συνύπαρξης, για να καλύψουν συναισθηματικές ελλείψεις γίνονται μέλη αθλητικών συνδέσμων, και καταφεύγουν ακόμη και σε βιαιότητες προκειμένου να αναδείξουν την προθυμία και την αφοσίωσή τους και να προασπίσουν τη θέση τους σε αυτούς.
Είναι σημαντικό, άλλωστε, να έχουμε υπόψη μας πως τις περισσότερες φορές οι βίαιοι οπαδοί των ομάδων μεταφέρουν στο χώρο του γηπέδου τα δικά τους προβλήματα και τις δικές τους εντάσεις. Οι πιεστικές συνθήκες ζωής, κυρίως στις μεγαλουπόλεις, η ανεργία και τα γενικότερα προβλήματα, που συνιστούν τη σκληρή σημερινή πραγματικότητα και προκαλούν τη δυσαρέσκεια και την αντίδραση των νέων αποτελούν ένα ψυχολογικό φορτίο που απαιτεί μια διέξοδο εκτόνωσης, ένα ξέσπασμα, έστω κι αν αυτό προκύπτει στο πλαίσιο ενός αθλητικού αγώνα και εις βάρος άλλων οπαδών. Εμφανής είναι εδώ η ελλιπής παιδεία των νέων αυτών, όπως και η απουσία μιας κατάλληλης αγωγής και καλλιέργειας και η κακή ανατροφή μέσα από το οικογενειακό περιβάλλον, ώστε να έχουν τη δυνατότητα της αυτοσυγκράτησης, αλλά και του σεβασμού απέναντι στους άλλους ανθρώπους. Ενισχυτικά στην εμφάνιση αυτών των αρνητικών φαινομένων λειτουργεί και η στάση ανοχής της Πολιτείας, που αντιμετωπίζει με επιείκεια ή και με αδιαφορία ανάλογα περιστατικά. Ενώ είναι προφανές πως αν τιμωρούσε με μεγάλη αυστηρότητα κάθε τέτοιο ξέσπασμα βίας, θα είχε διαφοροποιηθεί εδώ και καιρό η συμπεριφορά των οπαδών.
Ο χουλιγκανισμός έχει ολέθριες επιπτώσεις στο άτομο της κάθε κοινωνίας. Αρχικά διακυβεύεται η προσωπική ασφάλεια των πολιτών καθώς συχνά πυκνά παρατηρούμε θύματα μετά από συγκρούσεις φανατισμένων οπαδών. Επιπλέον, καταρρακώνεται η αξιοπρέπεια των θυμάτων οι οποίοι πολύ πιθανό να εμφανίσουν ψυχολογικά προβλήματα. Έτσι, επιτείνονται οι ανασφάλειες και οι καθημερινοί φόβοι των πολιτών και υπονομεύονται οι σχέσεις γι΄ αυτό το φαινόμενο χρήζει άμεσης αντιμετώπισης.
Κάποια μέτρα πρόληψης που θα μπορούσαν να φανούν αποτελεσματικά στη διαχείριση της οπαδικής βίας αφορούν την πολιτεία και τα ΜΜΕ. Η Πολιτεία αρχικά θα πρέπει από τη μεριά της να επιδιώξει την απαρέγκλιτη εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας ώστε τα φαινόμενα βίας να τιμωρούνται με συνέπεια και αυστηρότητα. Η σταθερή εφαρμογή των νόμων θα λειτουργήσει αποτρεπτικά σε κάθε τέτοια παρεκτροπή και θα επαναφέρει στον αθλητισμό την αναγκαία αξιοπιστία και εμπιστοσύνη. Τα ΜΜΕ από την άλλη θα ήταν ωφέλιμο να ασκήσουν πιέσεις για την αλλαγή του θεσμικού πλαισίου που δεν τιμωρεί τις ομάδες και να καλλιεργήσουν την απέχθεια για τη βία και όχι την έμμεση διαφήμισή της. Είναι γεγονός ότι, δυστυχώς, πολλές φορές ο αθλητικός τύπος εξάπτει τον φανατισμό με προκλητικά πρωτοσέλιδα και η αναμετάδοση των περιστατικών βίας από την τηλεόραση, λειτουργεί ως πιθανός πολλαπλασιαστής της βίας και αυτό πρέπει να αλλάξει.
Συμπερασματικά, λοιπόν, τα περιστατικά βίας που αντιμετωπίζει σήμερα ο χώρος του αθλητισμού αν και δυσεπίλυτα, φαίνεται πως εντοπίζοντας τις πραγματικές τους αιτίες μπορούν να επιλυθούν. Χρειάζεται όμως η συνειδητοποίηση των ίδιων των πολιτών ότι τέτοια φαινόμενα μόνο βλάβες προκαλούν στον κοινωνικό ιστό. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι ο αθλητισμός δεν έχει στόχο τη βία ή την με κάθε τρόπο επιτυχία και νίκη, αλλά τη βελτίωση του ατόμου σωματικά, κοινωνικά και πνευματικά.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Βία στα γήπεδα, egklimakaitimoria.weebly.com, διαθέσιμο εδώ
- Βία και Αθλητισμός: Οπαδικές αντιλήψεις και πολιτικές αντιμετώπισης του «χουλιγκανισμού» στην Ελλάδα, Μαρκάκης Ιωάννης, 2019, apothesis.eap.g, διαθέσιμο εδώ