Του Γιώργου Κοσματόπουλου,
Η επανεκλογή του Εμμανουέλ Μακρόν, στη θέση του Προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας, αποτελεί θετική εξέλιξη για τη χώρα μας. Στο συμπέρασμα αυτό οδηγεί η χρήση ορθολογικών και ρεαλιστικών κριτηρίων. Ούτε η αφελής προσέγγιση όσων σπεύδουν να αποθεώσουν όποιον μιλά για «περισσότερη Ευρώπη» ούτε η χαζοχαρούμενη θεώρηση της διεθνούς πολιτικής των διαφόρων εκπροσώπων του βαλκάνιου «φιλελευθερισμού».
Η νίκη Μακρόν αποτελεί ένα καλό νέο για την Ελλάδα, διότι στο τιμόνι μια μεγάλης ευρωπαϊκής και διεθνούς δύναμης θα συνεχίσει να βρίσκεται ένας πολιτικός, με τον οποίο η ημετέρα κυβέρνηση έχει αναπτύξει μια ιδιαίτερα σημαντική συμμαχία. Μια συμμαχία, η οποία κινείται στο επίπεδο της αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής και σε αυτό της προμήθειας σημαντικών ναυτικών και αεροπορικών όπλων. Μια συμμαχία, η οποία, φυσικά, βασίζεται στην αμοιβαία προσδοκία οφέλους κι όχι στα φιλάνθρωπα αισθήματα του ισχυρότερου πόλου. Προφανώς, κάποιος συμπατριώτης μας, ο οποίος θεωρούσε καλύτερη εξέλιξη για τα ημέτερα εθνικά συμφέροντα την εκλογή της Μαρίν Λεπέν, θα μπορούσε να αντιτείνει ότι και η ανθυποψήφια του Μακρόν θα συνέχιζε να κινείται στην ίδια κατεύθυνση σε ό,τι έχει να κάνει με τις διμερείς μας σχέσεις.
Πλην όμως, με το «αν» ουδέποτε γράφτηκε Ιστορία. Η Ελλάδα δεν μπορούσε να επενδύσει στην εκλογή μιας πολιτικού, η οποία ουδέποτε είχε δώσει δείγματα κυβερνητικής γραφής στη χώρα της και η οποία, λόγω του τρόπου που έχει ως σήμερα πολιτευθεί, θα αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα σε ό,τι έχει να κάνει με την ευρωπαϊκή και τη διεθνή θέση της χώρας της. Πολλώ δε μάλλον, να ευχηθεί την ήττα ενός πολιτικού, ο οποίος – μέχρι σήμερα τουλάχιστον – είναι προσηλωμένος στην κοινή πορεία των χωρών μας. Όφειλε να ποντάρει στη σταθερότητα των ελληνογαλλικών σχέσεων, αλλά και στη συνέχιση μιας ευρωπαϊκής πολιτικής εκ μέρους Μακρόν, η οποία την ευνοεί. Όχι γιατί οδηγεί στις «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης», όπως λέει η εγχώρια παρακμιακή ψευτο-ελίτ του Facebook. Την ευνοεί, διότι η προσπάθεια Μακρόν να αναδείξει τη Γαλλία ως την ηγέτιδα δύναμη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (διότι περί αυτού πρόκειται, στην πραγματικότητα) θέτει υπό αμφισβήτηση τη, μέχρι πρότινος, ανεξέλεγκτη γερμανική πρωτοκαθεδρία εντός ΕΕ κι ευρωζώνης. Μια πρωτοκαθεδρία, η οποία δεν μας συμφέρει ούτε στο επίπεδο της κοινής οικονομικής πολιτικής, όπως διαπιστώσαμε με το «άγριο» την προηγούμενη δεκαετία, ούτε στο επίπεδο της εθνικής μας ασφάλειας με τη μεταχείριση που επιφύλασσαν και εν πολλοίς επιφυλάσσουν στην Τουρκία η Γερμανία, οι ταυτισμένες με αυτήν ευρωπαϊκές χώρες και η γερμανοκίνητη γραφειοκρατία των Βρυξελλών.
Γενικότερα, ο τρόπος με τον οποίο οφείλουμε να αντιμετωπίζουμε τις εκλογικές αναμετρήσεις σε άλλα κράτη είναι αυτός του ψύχραιμου υπολογισμού του τρόπου, με τον οποίο αυτές και τα αποτελέσματά τους επηρεάζουν τα συμφέροντα της Ελλάδας. Δυστυχώς, ο δημόσιος βίος της χώρας κατακλύζεται από γραφικές και ανόητες προσεγγίσεις. Έχουμε αυτούς που υποστηρίζουν τα «αδελφά κόμματα». Κοντόφθαλμα σκεπτόμενοι, θεωρούν ότι μία νίκη του «ΠΑΣΟΚ», της «ΝΔ», του «ΣΥΡΙΖΑ» κ.ο.κ. μιας άλλης χώρας θα στείλει ούριο άνεμο και στα δικά τους πανιά. Ερασιτεχνικά και κουτοπόνηρα σκεπτόμενοι δε, διάφορα παιδιά του κομματικού σωλήνα θεωρούν ότι η εκλογή ενός πολιτικού ή ενός κόμματος της ιδίας «πολιτικής οικογενείας» θα τους αναγάγει σε προνομιακούς τους συνομιλητές, επ’ αγαθώ της Πατρίδος.
Λες και οι ομόσταβλοί τους δεν έχουν δικά τους εθνικά συμφέροντα να εξυπηρετήσουν και δεν απολογούνται στους δικούς τους λαούς. Δηλαδή, ένας πασόκος θα πρέπει να εύχεται να κερδίσει στην Ισπανία ο Σάντσεθ, επειδή ηγείται του Σοσιαλιστικού Κόμματος κι ας εξοπλίζει την Τουρκία με όπλα που, αν χρησιμοποιηθούν, κατά πάσα πιθανότητα, θα είναι εναντίον μας! Ή ένας νεοδημοκράτης να ελπίζει σε νίκη των Χριστιανοδημοκρατών στη Γερμανία κι ας έχουν αυτοί εγκλωβίσει, επί Μέρκελ, την Ενωμένη Ευρώπη σε ένα τεράστιο τέλμα! Όσο για τους συριζαίους, η μπακαλίστικη λογική που τους διακατέχει επί ζητημάτων διεθνούς πολιτικής τούς έχει οδηγήσει κατά καιρούς να στηρίξουν κάθε πιθανή κι απίθανη υποψηφιότητα, με βασικό κριτήριο την εξυπηρέτηση του αφηγήματός τους!
Πότε αυτό της «πρώτης φοράς Αριστερά» πότε αυτό του «αντι-δεξιού» μετώπου και πάει λέγοντας. Υπάρχουν, βέβαια, και οι ιδεοληπτικοί που προσδοκούν τη νίκη κάποιου υποψηφίου με αποκλειστικό κριτήριο την «προοδευτικότητα», δηλαδή το πόσο πολιτικά ορθώς είναι. Όπως αντιστοίχως και τον «συντηρητισμό» αυτού, δηλαδή το κατά πόσο επικαλείται το «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια» με τον φαιδρό τρόπο που αυτοί το αντιλαμβάνονται. Όχι ότι η ιδεολογική κατεύθυνση των ηγετών των ισχυρότερων κρατών δεν δημιουργεί διεθνείς τάσεις, αλλά αυτό πόρρω απέχει από τη «γηπεδική» τους ερμηνεία, η οποία στερείται σοβαρών αναλυτικών εργαλείων ερμηνείας των εκάστοτε φαινομένων. Τέλος, δεν λείπουν φυσικά και χίπστερς της πολιτικής. Αυτοί που γίνονται γκρούπις του Ομπάμα μόνο και μόνο λόγω του χρώματος του δέρματός του και ψάχνουν να αγοράσουν τα καλτσάκια του Τριντό και το μακό του Ζελένσκι…
Είναι καιρός να σοβαρευτούμε και να προσεγγίζουμε ώριμα και νηφάλια τις διεθνείς εξελίξεις, Η νίκη Μακρόν είναι μία καταρχήν θετική εξέλιξη για τα ελληνικά συμφέροντα. Από εκεί κι έπειτα, οι ρυθμοί κίνησης στη διεθνή πολιτική σκακιέρα είναι ιλιγγιώδεις και ο καθείς καλείται διαρκώς να επιβεβαιώνει τις προσδοκίες που έχει δημιουργήσει…