Του Θανάση Κουκόπουλου,
Ο βυζαντινός πολιτισμός δεν κατέστρεψε την κλασική παράδοση, αλλά την αφομοίωσε δημιουργικά. Ένα από τα άπειρα παραδείγματα που τεκμηριώνουν αυτή τη θέση είναι και η μυθική παράδοση της εις ουρανούς ανάληψης του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Φαίνεται ότι το μοτίβο της ανάληψης ηγεμόνων, πολύ δημοφιλές στη λογοτεχνία και την τέχνη της Ύστερης Αρχαιότητας και του Μεσαίωνα, ανάγεται στην Εγγύς Ανατολή. Από το α΄ μισό της 3ης χιλιετίας π.Χ. χρονολογούνται κυλινδρικές σφραγίδες που απεικονίζουν τον βασιλιά Etana να αναλαμβάνεται στους ουρανούς, πάνω σε έναν αετό προς αναζήτηση «του φυτού της γέννησης». Εμφανίζονται διάφορες παραλλαγές τέτοιων απεικονίσεων: με πουλί ή πουλιά, πάνω σε θρόνο ή πάνω σε άρμα προσδεμένο σε φτερωτά άλογα ή γρύπες. Στην Αρχαία Ελλάδα και την Ελληνιστική Ανατολή ήταν γνωστές αναλήψεις ανδρικών και γυναικείων θεοτήτων ή ηρώων πάνω σε αετούς, κύκνους, παγώνια ή γρύπες. Αυτές οι παραστάσεις επηρέασαν και την εικονογραφία των ρωμαϊκών αυτοκρατορικών αποθεώσεων.
Η ανάληψη του Μεγάλου Αλεξάνδρου αφορά ένα επεισόδιο, που απαντάται σε μία παραλλαγή του λεγόμενου Μυθιστορήματος του Αλεξάνδρου του Ψευδο-Καλλισθένη. Η παραλλαγή τοποθετείται μάλλον στον 5ο-6ο αι. μ.Χ. Το μυθιστόρημα λανθασμένα έχει αποδοθεί στον πρώτο ιστοριογράφο του Μ. Αλεξάνδρου, Καλλισθένη (εξ ου και η ονομασία «Ψευδο-Καλλισθένης»). Αν και είναι πιθανό η σύνθεσή του να οφείλεται σε αλεξανδρινό περιβάλλον, μάλλον οι απαρχές της μορφής, με την οποία είναι γνωστό σήμερα, πρέπει να εντοπιστούν στον 3ο αι. μ.Χ. Όσον αφορά τη σκηνή που μας ενδιαφέρει, ο Αλέξανδρος, σύμφωνα με την προαναφερθείσα παραλλαγή, ανελήφθη στους ουρανούς μέσα σε έναν δερμάτινο «σάκο» προσδεμένο σε δύο τεράστια πουλιά. Ο μεγάλος Έλληνας στρατηλάτης τα κατηύθυνε προς τα πάνω, βάζοντας σε αιχμές λογχών κομμάτια συκωτιού ως δόλωμα. Οδηγήθηκε σε αυτή την πράξη, θέλοντας να κατανοήσει τι ήταν ο ουρανός. Ωστόσο, έπειτα από μία εντολή που ακούστηκε από τον ουρανό, αναγκάστηκε να επιστρέψει στη γη.
Ο μύθος αυτός ενέπνευσε πληθώρα έργων τέχνης όχι μόνο εντός, αλλά και εκτός των συνόρων της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Στην παλαιοχριστιανική τέχνη, το μοτίβο συμβόλιζε την υπερηφάνεια, ωστόσο, στην κοσμική, βυζαντινή, καλλιτεχνική παράδοση συνδεόταν με τη δόξα του ηγεμόνα. Γι’ αυτό και συχνά ο Μ. Αλέξανδρος εικονιζόταν με διάσημα (=ενδυμασία και σύμβολα) Βυζαντινών αυτοκρατόρων. Αναμφισβήτητα, για τους τελευταίους ήταν πρότυπο προς μίμηση. Θα παρουσιαστούν κάποια ενδεικτικά παραδείγματα, δεδομένου ότι το υλικό είναι τεράστιο.
Ένα ενδιαφέρον πρώιμο παράδειγμα προέρχεται από την Αίγυπτο και χρονολογείται στον ύστερο 5ο-6ο αι. Πρόκειται για μία ταπισερί. Σήμερα, φυλάσσεται στο Μουσείο Καλών Τεχνών Pushkin στη Μόσχα. Σε ένα κεντρικό μετάλλιο, που περιβάλλεται από ζώνη με φυτικά καρδιόσχημα μοτίβα, εικονίζεται ο Μ. Αλέξανδρος, ο οποίος εν προκειμένω ταυτίζεται με τον θεό Διόνυσο, να αναλαμβάνεται πάνω σε ένα καλαθόμορφο άρμα με έναν τροχό. Το άρμα σέρνουν δύο πάνθηρες. Ο Αλέξανδρος κρατάει στο ένα χέρι ένα χρυσό στεφάνι. Οι πάνθηρες συνδέονται και με τη θριαμβευτική επιστροφή του Διονύσου από την Ινδία. Μέχρι εκείνα τα μέρη, όμως, κατάφερε να φτάσει και ο μέγας Έλληνας στρατηλάτης, επομένως, οι πάνθηρες και το στεφάνι μπορούν να υποδηλώνουν και τον θρίαμβο της ιστορικής αυτής προσωπικότητας. Άλλωστε, ο μύθος αυτής «θεϊκής εκστρατείας» εμφανίζεται για πρώτη φορά στα κείμενα των ιστορικών του Μ. Αλεξάνδρου με προφανείς συνδηλώσεις. Ηγεμόνες της ελληνιστικής εποχής και ρωμαϊκής εποχής επιχείρησαν να ταυτιστούν με τον Μ. Αλέξανδρο-Διόνυσο. Οι Πτολεμαίοι της Αιγύπτου, μάλιστα, θεωρούσαν τους εαυτούς τους απογόνους ή και ενσαρκώσεις του θεού. Επομένως, η ταπισερί μαρτυρεί μια πιστή απομίμηση της κλασικής παράδοσης.
Ένα άλλο ενδιαφέρον παράδειγμα αφορά την περίοδο της Μακεδονικής Αναγέννησης (10ο-11ο αι.), η οποία σηματοδοτεί μία άνευ προηγουμένου στροφή προς τα κλασικά γράμματα και τις τέχνες. Πρόκειται για ένα ελεφαντοστέινο κιβωτίδιο, που φυλάσσεται στο Κρατικό Μουσείο της Έσσης στο Darmstadt της Γερμανίας. Σε αυτό το έργο η θρησκευτική θεματολογία συνυπάρχει με την κοσμική. Μεταξύ άλλων, εικονίζονται ο δρακοκτόνος Άγιος Γεώργιος και ο Ηρακλής, δαμάζοντας τα άλογα του Διομήδη και στη διαδρομή για το Ληνό. Στο πλακίδιο της μίας από τις πλάγιες κύριες όψεις απεικονίζεται ο Μ. Αλέξανδρος με στολή Βυζαντινού αυτοκράτορα (στέμμα με πρεπενδούλια, λώρος, σκαραμάγγιον, βλ. άρθρο μου για διάσημα Βυζαντινών αυτοκρατόρων) πάνω σε καλαθόσχημο άρμα προσδεμένο σε γρύπες. Πλευρικά της κεντρικής σκηνής έχουν λαξευτεί γυμνές μορφές νέων και ερωτιδείς. Στο πάνω μέρος προβάλλουν προτομές νέων. Σε μία άλλη όψη, ο Αλέξανδρος παριστάνεται έφιππος, πάλι ως Βυζαντινός αυτοκράτορας, να συναντά έναν γυμνοσοφιστή, όπως μαρτυρεί και το ίδιο το κείμενο του Μυθιστορήματος. Λόγω εικονογραφίας, το κιβωτίδιο θα πρέπει να ανήκε σε κάποιο νεαρό μέλος της αυτοκρατορικής οικογένειας. Μέσα σε αυτό θα φύλασσε κάποια ιδιαίτερα προσωπικά του αντικείμενα.
Το επόμενο σημαντικότατο παράδειγμα χρονολογείται στον 12ο αι. και είναι ένα μαρμάρινο ανάγλυφο, που σήμερα βρίσκεται εντοιχισμένο στη βόρεια πρόσοψη του ναού του Αγίου Μάρκου στη Βενετία. Προφανώς, πρόκειται για λάφυρο της τέταρτης σταυροφορίας. Εικονίζεται ο Αλέξανδρος για πολλοστή φορά με στολή Βυζαντινού αυτοκράτορα. Αυτή τη φορά, φέρει το χαρακτηριστικό ημισφαιρικό στέμμα της δυναστείας των Κομνηνών. Το άρμα με ριπιδιόσχημη όψη σηκώνουν γρύπες, όντα με σώμα λιονταριού, φτερά και κεφάλι πουλιού, τα οποία, κατά τη μυθική παράδοση, ήταν ψυχοπομποί, ενώ αποτελούσαν και ένα leitmotiv σε περιπτώσεις αποθεώσεων ηγεμόνων. Στις λόγχες υπάρχουν ως λεία ολόσωμα μικρά ζώα.
Στον ίδιο αιώνα ή, κατά άλλους, σε ένα εργαστήριο της εποχής της λατινοκρατίας από την Κωνσταντινούπολη, αποδίδεται ένας αργυρός επιχρυσωμένος υψίποδος δίσκος, που ανακαλύφθηκε στο Muzhi της δυτικής Σιβηρίας και φυλάσσεται σήμερα στο Μουσείο Ερμιτάζ της Αγίας Πετρούπολης. Στο εσωτερικό κεντρικό μετάλλιο εντοπίζεται μία έξεργη παράσταση της ανάληψης του Αλεξάνδρου, ο οποίος, μάλιστα, ταυτίζεται και με μία ανορθόγραφη επιγραφή (ΑΛΕΞΑΝΔ[ΡΟΥ] ΒΑΣΗΛΕΟΣ). Ο Μακεδόνας βασιλιάς κάθεται πάνω σε έναν τυπικό βυζαντινό θρόνο χωρίς ερεισίνωτο (πλάτη), ενώ για άλλη μια φορά απαντώνται γρύπες. Κρατά δύο μικρά σκήπτρα με το απαραίτητο δόλωμα. Η κεντρική σκηνή πλαισιώνεται από παραστάσεις με κοσμολογικό-συμβολικό χαρακτήρα μέσα σε εγχάρακτα μετάλλια. Ένα από αυτά εικονίζει τη γυμνή προσωποποίηση της Θάλασσας, η οποία στο ένα χέρι κρατά μία βάρκα και στο άλλο ένα κουπί. Επίσης, σε ένα άλλο ο Βελλερεφόντης ιππεύει τον Πήγασο. Το εν λόγω σκεύος, λόγω της έξεργης παράστασης, θα ήταν άκομψο να ήταν χρηστικό και μάλλον θα είχε καθαρά διακοσμητικό χαρακτήρα. Χωρίς αμφιβολία, φανερώνει την ακτινοβολία του μύθου μεγάλου στρατηλάτη και στον υπόλοιπο μεσαιωνικό κόσμο και απηχεί τις κοσμικές εκφάνσεις του μεσαιωνικού πολιτισμού. Παραμένοντας στον ίδιο γεωγραφικό χώρο, ας σημειωθεί πως το θέμα αυτό απαντάται και στην περίπτωση του εξωτερικού γλυπτού διακόσμου ενός θρησκευτικού κτιρίου, του ναού του Αγίου Δημητρίου στο Vladimir (12ος αι.).
Ιδιαίτερη είναι η περίπτωση της ερμηνευτικής πρόσληψης του μύθου από τη δυτική μεσαιωνική γραμματεία, σύμφωνα με την οποία η ανάληψη του Μακεδόνα βασιλιά συμβόλιζε τα ανθρώπινα όρια, τη ματαιοδοξία και την αδυναμία του ανθρώπου να κατανοήσει τα επουράνια και θεία. Ωστόσο, δεν λείπουν και οι περιπτώσεις, κατά τις οποίες ο Αλέξανδρος απεικονίζεται ολοφάνερα με δοξαστικού χαρακτήρα συνδηλώσεις. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι ένα κεντημένο μεταξωτό, που απεικονίζει τον Αλέξανδρο με στέμμα Γερμανού αυτοκράτορα να αναλαμβάνεται πάνω σε αετούς, ενώ τα σκήπτρα που κρατά δεν έχουν κάποιο δόλωμα, αλλά απολήγουν σε φυτικά κοσμήματα. Χρονολογείται στα τέλη του 10ου αι. και βρίσκεται στο Φραγκικό Μουσείο του Wϋrzburg. Όσον αφορά την πρώτη ερμηνεία, το εκκλησιαστικό πλαίσιο κάποιων παραστάσεων μας επιτρέπει να τις ταυτίσουμε με αυτήν. Έτσι, σε δύο μεσαιωνικούς μοναστηριακούς ναούς της Γαλλίας (αββαείο Αγίου Πέτρου στο Moissac και αββαείο Αγίας Πίστης στην Conques) το σχετικό επεισόδιο παρίσταται σε κιονόκρανα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Ανδρούδης, Πασχάλης (2019), Βυζαντινή Γλυπτική και Μικροτεχνία, Θεσσαλονίκη: Εκδ. Μπαρμπουνάκης
- Beyazit Deniz, Rugiadi Martina & Sheila R. Canby (επιμ.), Court and Cosmos: The Great Age of the Seljuqs, New York: The Metropolitan Museum of Art (2016), αρ. 6
- Lechitskaya, Olga (2013), “Tabula with the ascension of Alexander-Dionysus in the Pushkin State Museum of Fine Arts”, στο: De Moor, Antoine, Fluck, Cäcilia, Linscheid, Petra (επιμ.), Drawing the threads together. Textiles and footwear of the 1st millennium AD from Egypt, Tielt: Lannoo Publishers
- Montanari, Franco (2017), Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας από τον 8ο αι. π.Χ. έως τον 6ο αι. μ.Χ., μτφρ: Ρεγκάκος, Αντώνιος, Θεσσαλονίκη: University Studio Press (2η έκδοση)
- Redford, Scott (1990), “How Islamic is it? The Innsbruck Plate and its setting”, Muqarnas, vol. 7, Leiden: Brill (1990)
- Steppan, Thomas (2000), “The Artukid Bowl: Courtly Art in the Middle Byzantine Period and its Relation to the Islamic East”, στο: Pevny, Olenka (επιμ.), Perceptions of Byzantium and its Neighbours (843-1261), New York: Yale University Press