Της Ιωάννας Χριστακοπούλου,
Τον τελευταίο καιρό, ολοένα και συχνότερα, γίνεται λόγος για τη «βιώσιμη χρηματοδότηση». Χαρακτηριστικό είναι, μάλιστα, το γεγονός ότι, όπου και αν στρέψει κανείς το βλέμμα του, θα δει είτε αυτούσιο το θέμα είτε συναφή ζητήματα. Οι ειδικοί ενόψει της περιβαλλοντικής κρίσης κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, ώστε όλοι οι κλάδοι να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες και να λάβουν μέτρα, που θα συνδράμουν στην αντιμετώπιση των δυσμενών συνεπειών που έχει (ή που θα έχει) η περιβαλλοντική κρίση. Το πρώτο παράδειγμα που έρχεται στο νου μας είναι η εξοικονόμηση των φυσικών και ενεργειακών πόρων, καθώς η έλλειψή τους έχει διαπιστωθεί με τον πλέον οδυνηρό τρόπο ότι οδηγεί σε ραγδαία αύξηση των τιμών, με απότοκο το έργο του μέσου καταναλωτή να καθίσταται ιδιαίτερα δυσχερές.
Κάπου εδώ, οι λήπτες των αποφάσεων καλούνται να παρέμβουν, ούτως ώστε να καλύψουν τις ήδη υπάρχουσες απώλειες, αλλά και για να περιορίσουν τυχόν επέκτασή τους. Μείζονα ρόλο επιτελεί στο εν λόγω κομμάτι η βιώσιμη χρηματοδότηση. Τί εννοούμε, όμως, με τον όρο αυτό; Η βιώσιμη χρηματοδότηση, λοιπόν, αναφέρεται στη διαδικασία δράσης με γνώμονα συνθήκες περιβαλλοντικής, κοινωνικής και εταιρικής διακυβέρνησης (ESG) κατά τη λήψη επενδυτικών αποφάσεων στον χρηματοπιστωτικό τομέα, οδηγώντας σε περισσότερες μακροπρόθεσμες επενδύσεις, σε βιώσιμες οικονομικές δραστηριότητες και έργα, ενώ οι πτυχές που καταλαμβάνει ποικίλλουν.
Καταρχάς, οι περιβαλλοντικές πτυχές περιλαμβάνουν κατά κόρον τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή, καθώς και το περιβάλλον γενικότερα, για παράδειγμα τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, την πρόληψη της ρύπανσης και την κυκλική οικονομία. Οι κοινωνικές πτυχές, από την άλλη, θα μπορούσαν να αφορούν ζητήματα ανισότητας, εργασιακών σχέσεων, επενδύσεων σε ανθρώπινο κεφάλαιο και κοινότητες, καθώς και θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η διακυβέρνηση των δημόσιων και ιδιωτικών φορέων – συμπεριλαμβανομένων των δομών διαχείρισης, των σχέσεων εργασίας και της εκτελεστικής αμοιβής – διαδραματίζει θεμελιώδη ρόλο στη διασφάλιση της ένταξης κοινωνικών και περιβαλλοντικών πτυχών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Ενόψει των ανωτέρω, ήταν εύλογο και ο χρηματοπιστωτικός τομέας να προσαρμοστεί στις ισχύουσες συνθήκες. Μάλιστα, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι επέδειξε ιδιαίτερη ευρηματικότητα, καθώς οι δανειακές συμβάσεις, στις οποίες θα αναφερθούμε, αφορούν μεγάλο αριθμό καταναλωτών και δη σε καθημερινή βάση. Προέβη, λοιπόν, σε μια αξιοσημείωτη μεταρρύθμιση, στα λεγόμενα «πράσινα δάνεια». Τα κυριότερα χαρακτηριστικά τους είναι: κατά πρώτον, το γεγονός ότι τα έσοδα διατίθενται αποκλειστικά σε Πράσινα Έργα, κατά δεύτερον, ότι τα έσοδα παρακολουθούνται και διαχειρίζονται με αξιόπιστο τρόπο και, τέλος, η διαφάνεια διασφαλίζεται με την υποβολή εκθέσεων μετά τη χρηματοδότηση.
Επιπρόσθετα, αξίζει να σημειωθεί ότι τα εν λόγω δάνεια αφορούν κυρίως εταιρείες, που συγκεντρώνουν κεφάλαια για Πράσινα Έργα (συμπεριλαμβανομένων Εταιρειών Ειδικού Σκοπού που χειρίζονται αποκλειστικά Πράσινα Έργα), Χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που αντλούν επενδυτικά κεφάλαια και δάνεια για Πράσινα Έργα, αλλά και τοπικούς φορείς που συγκεντρώνουν κεφάλαια για Πράσινα Έργα. Οι αντισυμβαλλόμενοι (οι δανειστές) είναι χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τα οποία είναι πιστοποιημένα να εγκρίνουν τέτοιου είδους δανειοδοτήσεις.
Η διαδικασία αυτή έχει πολλά πλεονεκτήματα όχι μόνο για τα συμβαλλόμενα μέρη, αλλά και για το περιβάλλον καθαυτό. Αρχικά, από τη σκοπιά των καταναλωτών θα πρέπει να επισημανθεί ότι συμβάλλουν και οι ίδιοι στην ορθή διαχείριση της βιώσιμης ανάπτυξης. Ειδικότερα, η εργασία μέσω Πράσινων Δανείων μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη δομών διακυβέρνησης, στρατηγικής και διαχείρισης κινδύνου, που σχετίζονται με τη βιωσιμότητα σε έναν οργανισμό, όπως μια εταιρεία. Κατ’ αυτό τον τρόπο, αποκτάται σταδιακά η ευρεία αποδοχή από το κοινό, μιας και επιδεικνύεται ιδιαίτερη μέριμνα αναφορικά με τη διενέργεια των λεγόμενων “Green Projects”.
Συν τοις άλλοις, παρατηρείται ενίσχυση της βάσης χρηματοδότησης με την οικοδόμηση σχέσεων με νέους δανειστές, καθώς η σύναψη ενός πράσινου δανείου και η αποκάλυψη των σχετικών πληροφοριών προσφέρει στους δανειολήπτες την ευκαιρία να ενοποιήσουν τη βάση χρηματοδότησής τους, δημιουργώντας νέες σχέσεις με χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που αρέσκονται σε δάνεια αυτού του είδους.
Τέλος, δεν πρέπει να λανθάνει της προσοχής μας ότι οι όροι για τη σύναψη μιας τέτοιας σύμβασης είναι ιδιαίτερα ευνοϊκοί. Επί παραδείγματι, εάν μια εταιρεία συνάψει Πράσινο Δάνειο ή παρόμοια δάνεια, που χρησιμοποιούν ταμειακές ροές που παράγονται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, μπορεί να είναι σε θέση να αντλήσει κεφάλαια με σχετικά ευνοϊκούς όρους από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, που είναι έμπειρα στην αξιολόγηση τέτοιων επιχειρήσεων.
Από την άλλη, και οι δανειστές φαίνεται να βγαίνουν κερδισμένοι από την όλη υπόθεση. Αρχικά, η παροχή δανείων τέτοιου είδους μπορεί να παράσχει σταθερή ταμειακή ροή, εκτός εάν οι δανειολήπτες αθετήσουν τη σύμβαση. Επιπλέον, μπορούν να αποδείξουν ότι επενδύουν ενεργά στα Πράσινα Δάνεια, συνεπώς, υποστηρίζουν τα πράσινα έργα και, ως εκ τούτου, αποκτούν δημόσια αποδοχή. Επίσης, οι δανειστές μπορούν να υποστηρίξουν την υλοποίηση των περιβαλλοντικών οφελών, που συμβάλλουν στη δημιουργία μιας βιώσιμης κοινωνίας, ενώ, ταυτόχρονα, όπως είδαμε, αποκομίζουν κέρδη από τον ίδιο τον δανεισμό. Οι προσπάθειες αυτές μπορούν να βελτιώσουν τη βιωσιμότητα του δανειολήπτη και να οδηγήσουν σε περαιτέρω διατήρηση και βελτίωση της εταιρικής του αξίας.
Κλείνοντας, θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθούμε στα πλεονεκτήματα, που έχει η διαδικασία εν συνόλω στο περιβάλλον. Καταρχάς, μια αύξηση των πράσινων δανείων αναμένεται να αυξήσει τα ιδιωτικά κεφάλαια στα πράσινα έργα, συμβάλλοντας στην ουσιαστική μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και στην πρόληψη της υποβάθμισης του φυσικού κεφαλαίου. Επιπροσθέτως, οι καταθέτες που μετέχουν σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τα οποία, με τη σειρά τους, συμμετέχουν στην παραπάνω δραστηριότητα, τείνουν να έχουν ενισχυμένη ατομική επίγνωση όχι μόνο σε θέματα πράσινων δανείων, αλλά και πράσινων καταθέσεων. Η ευαισθητοποίηση αυτή θα παρακινήσει τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, κλπ., που είναι οι κάτοχοι των περιουσιακών στοιχείων των ατόμων αυτών, να εντείνουν τις δράσεις τους. Τέλος, η προώθηση των πράσινων έργων συλλήβδην, μπορεί να μειώσει το ενεργειακό κόστος, να ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια, να αναζωογονήσει την περιφερειακή οικονομία και να ενισχύσει την ανθεκτικότητα σε περίπτωση καταστροφών. Σε κάθε περίπτωση, τέτοιες πρωτοβουλίες θα πρέπει να υποστηρίζονται, προκειμένου να υπάρχει πρόσφορο έδαφος για να αναπτυχθούν έτι περαιτέρω, αλλά και για τη γέννηση νέων ιδεών.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Οverview of sustainable finance. Διαθέσιμο εδώ
- Regulation (EU) 2019/2088 of the European Parliament and of the Council of 27 November 2019 on sustainability‐related disclosures in the financial services sector (Text with EEA relevance). Διαθέσιμο εδώ
- Guidance for Green, Social, and Sustainability-Linked Loans External Reviews, March 2022
- What are green loans?. Διαθέσιμο εδώ