12.8 C
Athens
Κυριακή, 17 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΟ Αρχαίος Πειραιάς: Η ιστορική εξέλιξη της πόλης και του λιμανιού από...

Ο Αρχαίος Πειραιάς: Η ιστορική εξέλιξη της πόλης και του λιμανιού από τα Μηδικά έως τη ρωμαϊκή κατάκτηση


Του Σπύρου Βαλαβάνη,

Στην αρχαιότητα, ο Πειραιάς αποτελούσε το επίνειο της Αθήνας, μέσω του οποίου η πόλη αποκτούσε διέξοδο στη θάλασσα και, κατ’ επέκταση, διατηρούσε επαφή με τον υπόλοιπο κόσμο. Με το τέλος των Περσικών Πολέμων, φάνηκε ο σπουδαίος ρόλος που θα διαδραμάτιζε ο Πειραιάς και το λιμάνι του στην πολιτική και οικονομική άνοδο της Αθήνας, καθώς και στην επιβολή της ιμπεριαλιστικής της πολιτικής κατά τη διάρκεια της «χρυσής πεντηκονταετίας». Εξακολουθούσε να διαδραματίζει εξαιρετικά σημαντικό ρόλο στην εμπορική και οικονομική ζωή και κατά τη διάρκεια της ελληνιστικής περιόδου ως τον 1ο αι. π.Χ., οπότε η υποταγή του στη Ρώμη σήμανε και το τέλος της ένδοξης ιστορίας του.

Η αρχαία πόλη δομήθηκε πάνω σε μία λοφώδη χερσόνησο, τη λεγόμενη «Πειραϊκή», η οποία απαρτίζεται από τρία φυσικά λιμάνια: τον Κάνθαρο, τη Ζέα και τη Μουνιχία. Αν και η ανθρώπινη κατοίκηση στον Πειραιά χρονολογείται ήδη από τη νεολιθική εποχή, η πραγματική ιστορία του ξεκινά με τους Περσικούς πολέμους και, πιο συγκεκριμένα, με την εκστρατεία του Ξέρξη. Μπροστά στον επερχόμενο κίνδυνο, ο Θεμιστοκλής πρότεινε το 493 π.Χ. την κατασκευή ενός οχυρωματικού έργου, που θα περίκλειε το λιμάνι και την πόλη. Το «Θεμιστόκλειο Τείχος», όπως ονομάστηκε, ξεκίνησε να οικοδομείται το 492 π.Χ., οι εργασίες, όμως, διακόπηκαν λόγω της εισβολής του Ξέρξη στην Αττική, για να συνεχιστούν μετά την αποχώρησή του και να ολοκληρωθούν το 460 π.Χ. Είχε συνολικό μήκος 11 χλμ. και διατηρούνταν ως και τον 1ο αι. π.Χ., οπότε καταστράφηκε από τους Ρωμαίους. Η ιστορική αυτή απόφαση του Θεμιστοκλή να οχυρώσει τον Πειραιά αποτελεί την ιδρυτική πράξη για την πόλη, η οποία στο εξής θα είναι το επίσημο λιμάνι της Αθήνας, χάρη στο οποίο κατά τον 5ο αι. π.Χ. θα θεμελιώσει τη θαλασσοκρατία της.

Την πολεοδομική οργάνωση της νέας αυτής πόλης ανέλαβε το 470–460 π.Χ., κατ’ εντολή του Περικλή, ο επονομαζόμενος «πατέρας της πολεοδομίας», Ιππόδαμος ο Μιλήσιος. Ο Ιππόδαμος χάραξε την πόλη του Πειραιά, χρησιμοποιώντας ένα σύστημα ρυμοτόμησης με βασικό χαρακτηριστικό την ύπαρξη παράλληλων δρόμων που τέμνονται κάθετα, με αποτέλεσμα τη δημιουργία οικοδομικών τετραγώνων. Το «Ιπποδάμειο Σύστημα» πιθανώς δεν το επινόησε ο ίδιος, αλλά είναι γεγονός πως πήρε το όνομα προς τιμήν του. Θέτει τις βάσεις του πάνω στον ορθολογισμό και στις προσταγές της πυθαγόρειας φιλοσοφίας και αριθμητικής, με στόχο τη δημιουργία μιας βιώσιμης πόλης, σύμφωνα με τα πρότυπα της εποχής. Άλλα γνωστά έργα του Ιππόδαμου αποτελούν η πόλη της Ρόδου και η αθηναϊκή αποικία των Θουρίων στη σημερινή Καλαβρία της Κάτω Ιταλίας.

Αναπαράσταση του αρχαίου Πειραιά με τις οχυρωματικές, τις λιμενικές και τις αστικές κατασκευές. Πηγή εικόνας: limenoscope.ntua.gr

Η οχυρωματική δραστηριότητα, ωστόσο, δε σταμάτησε εκεί. Το 460 π.Χ. ξεκίνησε από τον Κίμωνα η κατασκευή του βόρειου τμήματος των Μακρών Τειχών, που θα συνέδεε την Αθήνα με το νέο λιμάνι της και θα αποτελούσε σε περίοδο πολιορκίας μία σύντομη και ασφαλή δίοδο των κατοίκων από το ένα σημείο στο άλλο (την ονόμαζαν και «Κοίλη οδό»). Την ίδια περίοδο οικοδομήθηκε το Φαληρικό Τείχος, που και αυτό με τη σειρά του ένωνε τη μητρόπολη με το παλαιότερο λιμάνι της, στο Φάληρο. Το 450 π.Χ. ολοκληρώθηκε από τον Περικλή η κατασκευή και του νότιου τμήματος των Μακρών Τειχών, καθώς υπήρχε ο φόβος πως το Φαληρικό Τείχος μπορούσε εύκολα να παραβιαστεί. Τα Μακρά Τείχη πλέον κάλυπταν μία απόσταση 7 χλμ. και τα δύο σκέλη απείχαν μεταξύ τους περίπου 180 μ. Αν και γνωρίζουμε την ακριβή θέση τους, ελάχιστα τμήματά τους σώζονται σήμερα. Αξίζει, ωστόσο, να σημειωθεί πως γενικώς οι Αθηναίοι όταν πήγαιναν στον Πειραιά, προτιμούσαν να ακολουθούν τη λεγόμενη «εις Πειραιά αμαξιτό» διαδρομή έξω από το Βόρειο σκέλος των Μακρών Τειχών. Η είσοδος στον Πειραιά γινόταν από τρεις πύλες: την «πύλη του Άστεως» στο βόρειο σκέλος των Μακρών Τειχών, τη «Διάμεσο πύλη» στο νότιο σκέλος των Μακρών Τειχών και την «Ηετιώνεια πύλη» στη ΒΔ πλευρά του Κανθάρου.

Στα χρόνια της Πεντηκονταετίας, ο Πειραιάς αναπτύχθηκε με γοργούς ρυθμούς. Ως επίσημο λιμάνι της Αθήνας βίωσε μία ταχύτατη δημογραφική ανάπτυξη, φθάνοντας ως και τους 20.000–30.000 κατοίκους. Παρ’ όλα αυτά, αξίζει να σημειωθεί πως σχεδόν το 40% των κατοίκων αποτελούσαν μέτοικοι, οι οποίοι ασχολούνταν με το εμπόριο, τη ναυτιλία και τις άλλες δραστηριότητες, που σχετίζονταν με το λιμάνι. Η σημασία του Πειραιά για την ισχύ της Αθήνας επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι οι πέντε από τους δέκα αγορανόμους, σιτοφύλακες και μετρονόμους της Αθήνας διορίζονταν για τον Πειραιά. Ο Κάνθαρος, όπως και σήμερα, ήταν το σημαντικότερο από τα τρία λιμάνια, ενώ εκεί βρισκόταν και ο πολεμικός ναύσταθμος, ο οποίος στέγαζε περίπου 94 τριήρεις. Στο ίδιο σημείο λέγεται πως βρισκόταν ο τάφος του Θεμιστοκλή, καθώς και ο περίφημος Λέων του Πειραιώς, ο οποίος αφαιρέθηκε από τους Βενετούς το 1687. Πολλά δημόσια κτήρια ιδρύθηκαν στη περιοχή του λιμανιού με μνημειώδη χαρακτήρα ισάξιο εκείνων της Ακρόπολης. Το πιο γνωστό σήμερα είναι το «Εμπόριον», μία συστάδα πέντε στοών, όπου έμποροι και τραπεζίτες πραγματοποιούσαν τις συναλλαγές τους. Επιπλέον, στο λιμάνι βρισκόταν και ο σπουδαίος για την πόλη ναός του Διός Σωτήρος και της Αθηνάς Σωτείρας, όπου καταβαλλόταν ο λιμενικός φόρος.

Τα λιμάνια της Ζέας και της Μουνιχίας ήταν σαφώς μικρότερα σε μέγεθος, αλλά εξίσου σημαντικά. Το λιμάνι της Ζέας ήταν η έδρα ενός δικαστηρίου, όπου δικάζονταν άτομα που είχαν καταδικαστεί σε εξορία. Η δίκη πραγματοποιούνταν μέσα σε βάρκα στη θάλασσα, επειδή λόγω αυτής της καταδίκης τους απαγορευόταν να πατήσουν στην ξηρά. Τέλος, στο λιμάνι της Μουνιχίας δέσποζε το σημαντικό ιερό της Αρτέμιδος Μουνιχίας, καθώς και η Σκευοθήκη του Φίλωνος, ένα επίμηκες κτήριο 130 μ., όπου φυλασσόταν ο οπλισμός του στόλου.

Υποθετική αναπαράσταση του Πειραιά κατά την αρχαιότητα (σχέδιο 19ου αιώνα). Πηγή εικόνας: Wikipedia

Το 431 π.Χ. ξεκινά ο Πελοποννησιακός πόλεμος, ο οποίος θα αποβεί καταστροφικός για την Αθήνα και τον Πειραιά. Το 404 π.Χ. η Αθήνα υφίσταται την τελική της ήττα από τους Σπαρτιάτες και συνθηκολογεί, σημαίνοντας, έτσι, το τέλος του πολέμου. Τα Μακρά Τείχη κατεδαφίζονται σύμφωνα με τους όρους της συνθήκης και η Σπάρτη επιβάλλει στην Αθήνα το καθεστώς των Τριάκοντα Τυράννων. Το καθεστώς αυτό φέρθηκε με ιδιαίτερη σκληρότητα στους αντιπάλους του, ενώ οι κάτοικοι του Πειραιά δεν εξαιρέθηκαν από αυτό. Πολλοί εύποροι κάτοικοι βασανίστηκαν και δολοφονήθηκαν. Εντούτοις, το καθεστώς καταλύθηκε και το δημοκρατικό πολίτευμα αποκαταστάθηκε. Το 395 π.Χ. ξεσπά ο Κορινθιακός πόλεμος και ο Αθηναίος στρατηγός Κόνων ξαναχτίζει το 394 π.Χ. τα Μακρά Τείχη, ύστερα από τη νικηφόρα ναυμαχία με τους Σπαρτιάτες στα ανοιχτά της Κνίδου, ενώ επέκτεινε και το θεμιστόκλειο τείχος.

Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο Πειραιάς παρέμεινε σημαντικό λιμάνι, αλλά η παλιά του αίγλη είχε παρέλθει ανεπιστρεπτί. Σταδιακά, όσο περνά ο 4ος αι. π.Χ., νέες δυνάμεις εμφανίζονται στο προσκήνιο, με ισχυρότερη το βασίλειο της Μακεδονίας. Η εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου στην Ασία μετατοπίζει τα κέντρα εξουσίας προς Ανατολάς, με την Αθήνα και τον Πειραιά να βρίσκονται πλέον υπό την επιρροή των ελληνιστικών ηγεμόνων. Το 322 π.Χ., ο Αντίπατρος εγκατέστησε στη Μουνιχία μακεδονική φρουρά ως τιμωρία για τη συμμετοχή της Αθήνας στον Λαμιακό πόλεμο. Έτσι, οι δύο πόλεις τίθενται υπό μακεδονική κατοχή, η οποία, ύστερα από πολλές περιπέτειες, θα λήξει το 229 π.Χ. Το οριστικό τέλος της ένδοξης ιστορίας του αρχαίου λιμανιού ήρθε το 86 π.Χ., οπότε ο Ρωμαίος στρατηγός Σύλλας κατέστρεψε την Αθήνα και τον Πειραιά, ο οποίος δεν ανέκαμψε ποτέ ξανά, παρά μόνο τον 19ο αι. με την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Camp, John M. (2009), αρχαιότητες της Αθήνας και της Αττικής, μτφρ: Μαίρη Κλεώπα, Αθήνα: Ινστιτούτο του Βιβλίου – Α. Καρδαμίτσα
  • Cartwright, Mark (2013), Piraeus, World History Encyclopedia. Διαθέσιμο εδώ
  • Πίνη, Έυη, Ο Πειραιάς στην αρχαιότητα, ηλεκτρονική έκδοση. Διαθέσιμο εδώ
  • Συλλογικό έργο (2008), Αρχαία Αθήνα και Αττική: Ιστορική τοπογραφία του άστεως και της χώρας, Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος «Μέλισσα»

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Σπυρίδων Βαλαβάνης
Σπυρίδων Βαλαβάνης
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1998. Είναι επί πτυχίω φοιτητής του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Έχει συμμετάσχει εθελοντικά σε ανασκαφές στη Ραφήνα και τον Μαραθώνα και έχει μεγάλο ενδιαφέρον για την Ιστορία και τους αρχαίους πολιτισμούς. Είναι γνώστης της αγγλικής και στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται με την μουσική και την πεζοπορία.